fbpx
«Κριθαράκι στο μάτι μας» του Θοδωρή Γκόνη

«Κριθαράκι στο μάτι μας» του Θοδωρή Γκόνη

Αλλά η αγάπη δεν μπορεί να είναι λογαριασμός, πιστωτική, συμβόλαιο, χρέος, εξόφληση, δεν μπορεί να είναι αυτός ο αποδεικτικός Γολγοθάς, με ετήσια σταύρωση κάθε Χριστούγεννα, κάθε Πάσχα, κάθε επέτειο, κάθε ημερομηνία αιχμής.

Η αγάπη δεν αρχειοθετεί, δεν υπολογίζει, δεν λογοδοτεί, δεν ταξινομεί, δεν αποδεικνύει, ούτε επιδεικνύει, είναι, αν είναι, αν υπάρχει, όταν υπάρχει, όποτε υπάρχει φαίνεται, λάμπει, έχει φωτοστέφανο, τη ζεσταίνουν αρνάκια, την ψάχνουν μάγοι και σοφοί, την τραγουδούν άγγελοι, μέσα μας κι ανάμεσά μας.

Η αγάπη είναι οι θείες φωνές στη μαύρη νύχτα μας, οι στιγμές της μελωδίας στον καταποντισμό του κόσμου, στον αγώνα, στην αγωνία μας, η ευλογημένη ώρα που είμαστε και νιώθουμε συντονισμένοι, μέσα μας κι ανάμεσά μας, αν υπάρχει, όποτε υπάρχει.

Είναι το άστρο, χαρά, χάρισμα, δώρο, χιόνια στο καμπαναριό, χιόνια στην έρημο, χιόνια στην έρημο της Δαμασκού, της Λιβύης, του Λονδίνου, του Παρισιού, χιόνια στον θυμό, στην οργή, στα καμένα της Αθήνας, της Μυτιλήνης, της Χιλής, στην έρημο της Άρτας, της Μεγαλόπολης, της Νιγρίτας, της Ελευσίνας, γιορτή, όχι εντολή, ούτε επιταγή, ούτε διαταγή, ούτε σκηνοθεσία χαράς, προσφοράς, ευγνωμοσύνης.

Και η γιορτή δεν είναι σαπουνόπερα, δεν είναι σελοφάν, είναι ένα μικρούτσικο, πεισματάρικο κριθαράκι στο μάτι μας, στο Αφγανιστάν μας, στο Πακιστάν, στη Συρία μας, η γιορτή είναι σπαρταριστή πραγματικότητα, θέλει τσαγανό, ευαισθησία, αυθαιρεσία, έχει κόπο η γιορτή, έχει δρόμο, έχει απαιτήσεις, δεν μπορείς να τη βάλεις στην αποθήκη, στο πατάρι, στο υπόγειο και να τη βγάλεις να τη στήσεις όποτε γουστάρεις, επιμένουμε να της φτιάξουμε ένα μουσείο, να πηγαίνουμε να τη βλέπουμε, κλοτσάει, η γιορτή είναι αντάρτης, αντιρρησίας, έχει άποψη, διαλέγει, σου λέει: δε μου κάνεις, δε σε θέλω, δυσφορεί, σου λέει: δεν είμαι κόκκινη-χρυσή, με κουδουνάκια, σοκολατάκια και ταράνδους, δεν είμαι αυτό που θέλεις να με περιορίσεις, να με καταντήσεις, του χεριού σου, του πορτοφολιού σου, του φτωχού σου του μυαλού, δεν είμαι και δε θέλω, θα πάω αλλού, θα πάω εκεί που με έχουνε σπείρει μάγοι, σοφοί, βοσκοί και άγγελοι, στου βράχου τη σκισμάδα, εκεί που το χρώμα μου είναι προσευχή και θεία μετάληψη.

Έχω χιόνια στην έρημό μου, έχω δέντρο, έχω χουρμάδες, όταν περάσει ο Ιωσήφ με την Παρθένο Μαρία και τον μικρό Χριστό, πάνω στον γάιδαρο, θα σκύψει η χουρμαδιά να τους αφήσει τον καρπό στα χείλη, θα σταθούν, θα στυλωθούν, θα συνεχίσουν.

Θα μοιραζόμαστε Χριστούγεννα, γιορτή αχειροποίητη, έτσι είναι, θα έρθουν άνθρωποι, φίλοι, της ίδιας σχολής, της ίδιας αγάπης, της ίδιας αυθαιρεσίας, θα τα βρούμε, το ίδιο ποίημα, το ίδιο τραγούδι, το ίδιο σκετς θα παίξουμε, θα ’ρθει ο Γιώργος μαζί με τον Παντελή και τη Δήμητρα, τον Κώστα, την Κυριακή, την Αγγελική, θα ’χουν στείλει από νωρίς, με το ταξί, με τον δικό τους courier, κρασιά, πεσκέσια, κουραμπιέδες και μελομακάρονα, θα μπουν πρώτα τα γέλια τους, τα λόγια τους, η προφορά τους, η ντοπιολαλιά τους.

Μάγοι, σμύρνα, χρυσό και λίβανο, κρασί, ψωμί, τυρί.

 

Γιώργος Δουατζής

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.