fbpx
«Βασιλοφανουρόπιτα» της Σταυρούλας Γ. Τσούπρου

«Βασιλοφανουρόπιτα» της Σταυρούλας Γ. Τσούπρου

Κατά την πρόσκληση ενδιαφέροντος την οποία είχα απευθύνει στους φοιτητές και τις φοιτήτριές μου στην Δραματική Σχολή, πριν από τρία χρόνια, προκειμένου για την συμμετοχή τους σε ένα πρόγραμμα συγκέντρωσης θεατρικών, μονολογικών ή διαλογικών κειμένων, προοριζόμενων να παιχτούν μελλοντικά στην ερασιτεχνική σκηνή μας, είχα χρησιμοποιήσει την ακόλουθη γνωστή λαϊκή διήγηση, η οποία θα έλεγε κανείς πως συνδυάζει στην πράξη τις παραδόσεις τις σχετικές όχι μόνο με την βασιλόπιτα, αλλά και με την φανουρόπιτα (εφόσον η τελευταία θεωρείται ως μέσον, μεταξύ άλλων, για να «φανερωθεί» κάτι).

«Οι παλιοί λένε πως όταν ο Αϊ-Βασίλης ήταν επίσκοπος στην Καισάρεια, ο διοικητής πήγε εκεί για να εισπράξει πολύ βαρείς φόρους. Οι κάτοικοι, απελπισμένοι, πήγαν να ζητήσουν την βοήθεια του Αϊ-Βασίλη.

»“Φέρτε μου ο καθένας ό,τι πολύτιμο έχει”, τους είπε εκείνος.

»Έφερε, λοιπόν, ό,τι πολυτιμότερο είχε ο καθένας κι όλοι μαζί πήγαν στον διοικητή. Ο Αϊ-Βασίλης κατάφερε να μαλακώσει με τα λόγια του την αγριεμένη ψυχή του διοικητή και τον έπεισε να φύγει, χωρίς να πάρει τίποτε.

»Οι κάτοικοι χαρούμενοι γύρισαν πίσω. Όμως, όταν ο Αϊ-Βασίλης πήγε να δώσει πίσω στον καθένα αυτό που είχε φέρει, δεν μπορούσε να βρει ποιο είναι ποιανού, γιατί πολλοί είχαν φέρει τα ίδια αντικείμενα.

»Τότε τους είπε να φτιάξουν μικρές πίτες και μέσα στην καθεμία έβαλε από ένα αντικείμενο. Την άλλη μέρα μοίρασε τις πίτες στους κατοίκους. Ποιος θα το φανταζόταν; Ο καθένας μέσα στην πίτα του βρήκε ό,τι είχε προσφέρει!»[1]

Βασικός όρος για την συμμετοχή στο πρόγραμμα θα ήταν η ανωνυμία. Το παράδειγμα της βασιλοφανουρόπιτας, δε, είχε χρησιμοποιηθεί για να δώσει, εκτός των άλλων, και μία μεταφυσική διάσταση στο όλο εγχείρημα: ποιος ξέρει εάν, όταν θα ερχόταν η ώρα της ανάθεσης των κομματιών, δεν τύχαινε στον υποψήφιο ερμηνευτή ή την υποψήφια ερμηνεύτρια το ίδιο εκείνο κομμάτι που είχαν συγγράψει και προσφέρει ανωνύμως, κατά την συλλογή, μερικούς μήνες πριν.

Τα κομμάτια-κείμενα, πράγματι, συγκεντρώθηκαν από εμένα, υποβληθέντα ανωνύμως, σε δακτυλογραφημένη (ή, αλλιώς, πληκτρολογημένη) έντυπη μορφή, στις εκτυπωτικές/τυπογραφικές προδιαγραφές όπου είχαν όλοι και όλες συμμορφωθεί αδιαμαρτύρητα, δεδομένης της ανάγκης για την, όσο το δυνατόν, ασφαλέστερη κατοχύρωση του απορρήτου. Ως χώρος συλλογής είχε οριστεί το γραμματοκιβώτιό μου στην Σχολή, όπου οι συγγραφείς μπορούσαν να αφήνουν τους κλειστούς, ομοιόμορφους φακέλους τους, οποιαδήποτε ώρα ήθελαν, αρκεί βέβαια να ήταν ανοιχτή η κεντρική πόρτα.

Όταν οι συγγραφείς τελείωσαν την δική τους δουλειά, ήρθε η σειρά μου: έπρεπε να διαβάσω, να διορθώσω ή και να τροποποιήσω ελαφρώς, αν χρειαζόταν, τα κείμενα, χωρίς ωστόσο να έχω το δικαίωμα να απορρίψω κανένα· αυτός ήταν ο δεύτερος βασικός όρος. Ο λόγος για τον οποίο είχα επιβάλει από μόνη μου τον συγκεκριμένο περιορισμό ήταν καθαρά παιδαγωγικός: οι συγγραφείς μου όφειλαν να προσπαθήσουν για το καλύτερο, διαφορετικά… τόσο το χειρότερο για αυτούς· το κείμενό τους θα παιζόταν ούτως ή άλλως από κάποιαν ή κάποιον, ενώ διέτρεχαν τον κίνδυνο να το φορτωθούν και οι ίδιοι ως ρόλο κατά την «μεταφυσικών διαστάσεων» ανάθεση. Φυσικά, ζήτημα φύλου ή ηλικίας ή οποιουδήποτε άλλου αποκλεισμού δεν ετίθετο. Ο καθένας ήταν υποχρεωμένος να δεχτεί να παίξει οτιδήποτε του τύχαινε: σε αυτό ήμουν ο απόλυτος άρχων. Από την πλευρά μου, βέβαια, όφειλα να μπορώ να δικαιολογήσω ερμηνευτικά τους λόγους της ανάθεσης.

Τα κομμάτια, εντέλει, διορθώθηκαν, τροποποιήθηκαν και ανέβηκαν στο σανίδι της μικρής μας σκηνής. Παίχτηκαν και ξαναπαίχτηκαν. Ποτέ και κανείς, όμως, από τους συγγραφείς μου, αρσενικούς ή θηλυκούς, δεν ομολόγησε ότι έπαιξε ή ότι δεν έπαιξε το δικό του κομμάτι· παρόλο που ερωτήθηκαν σχετικά αρκετές φορές. Το είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους, μου είπαν, και το τήρησαν. Δεν μπορούσα παρά να τους επιβραβεύσω.

Προσωπικά, μένω με κάποιες απορίες – όχι πολλές. Ας με συγχωρέσουν, πάντως, καθώς ούτε και με την παρούσα έκδοση τους βγάζω από την ανωνυμία τους· ίσως κάποιοι, κρυφά, να το αποζητούσαν. Για τους περισσότερους και τις περισσότερες, εξάλλου, είμαι σίγουρη πως έπαιξαν, τουλάχιστον στην πρώτη παράσταση, αυτό που έγραψαν· είχα μπορέσει, πιστεύω, να διαγνώσω σωστά.

[Προοίμιο για την δεύτερη έκδοση της συλλογής διηγημάτων μου: Οι αντίχειρες των παλαιών θεών.]

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1 ] Η διήγηση έχει αντληθεί από το βιβλίο: Χρόνια Πολλά. Ελληνικά κάλαντα και τραγούδια, ήθη κι έθιμα των γιορτών, λαϊκές παραδόσεις και συνταγές, Κείμενο: Άννα Χατζημανώλη, Εικονογράφηση: Μιχάλης Καζάζης, Εκδόσεις Κίρκη, Θεσσαλονίκη, 2000.

 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.