fbpx
«Η υπόθεση Βίνσεντ Πάιργουιτ» του Μπάρι Πέιν

«Η υπόθεση Βίνσεντ Πάιργουιτ» του Μπάρι Πέιν

μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη

Ο θάνατος του Βίνσεντ Πάιργουιτ, ειρηνοδίκη, ιδιοκτήτη του Έλερντον Χάους, στην κομητεία του Μπάκιγκχαμ, δεν θα είχε προκαλέσει περισσότερη προσοχή από τον θάνατο οποιουδήποτε άλλου απλού επαρχιώτη αριστοκράτη. Οι συνθήκες του θανάτου του, όμως, αν και έχουν πλέον ξεχαστεί, δημιούργησαν εντύπωση και προκάλεσαν τότε κάποιο ενδιαφέρον. Ήταν μία από τις υποθέσεις εκείνες που ξεχνιούνται εύκολα μέσα σε ένα χρόνο, εκτός από την περιοχή στην οποία έχουν συμβεί. Οι πιο εντυπωσιακές λεπτομέρειες της υπόθεσης δεν ακούστηκαν ποτέ. Τις παραθέτω εδώ απλά και καθαρά. Όσοι ασχολούνται με τα παραψυχολογικά φαινόμενα μπορούν να βγάλουν όποιο συμπέρασμα τους αρέσει.

Ο ίδιος ο Πάιργουιτ ήταν ένας πολύ κοινός επαρχιώτης αριστοκράτης, καλός άνθρωπος, αλλά οπωσδήποτε τίποτε το ιδιαίτερο. Ήταν αφοσιωμένος στη γυναίκα του, που ήταν περίπου δεκαπέντε χρόνια νεότερή του και εξαιρετικά όμορφη. Ήταν αρκετά καλή γυναίκα, αλλά είχε και τα ελαττώματά της. Της άρεσε να τη θαυμάζουν και ήταν απεριόριστα φιλάρεσκη. Παρέσυρε πολύ έξυπνα τους άνδρες και μετά θύμωνε ειλικρινά που είχαν παρασυρθεί. Ο άνδρας της δεν ενοχλήθηκε ποτέ από τη φιλαρέσκειά της όντας –πολύ σωστά– σίγουρος πως ήταν τίμια γυναίκα. Δεν τη ζήλευε, ενώ εκείνη, από την άλλη πλευρά, τον ζήλευε μέχρι παραφροσύνης. Κι αυτό θα μπορούσε να τους προκαλέσει πρόβλημα, εάν εκείνος της είχε δώσει ποτέ την παραμικρή βάση για να πατήσει η ζήλια της, αλλά δεν το έκανε ποτέ. Με εξαίρεση τη γυναίκα του, οι υπόλοιπες γυναίκες τον έκαναν να πλήττει. Νομίζω πως εκείνη προσπάθησε μια δυο φορές να του κάνει σκηνή για κάποια παράλογη αιτία που δεν υπήρχε καν, αλλά δεν δημιουργήθηκε σοβαρό θέμα και δεν καβγάδισαν αληθινά ποτέ τους.

Όταν πέθανε η γυναίκα του, ύστερα από παρατεταμένη ασθένεια, ο Πάιργουιτ μού έγραψε και μου ζήτησε να πάω στο Έλερντον Χάους για την κηδεία και να μείνω μερικές μέρες μαζί του. Θα ήταν εντελώς μόνος του κι εγώ ήμουν ο πιο παλιός του φίλος. Απεχθάνομαι τις κηδείες, αλλά ήμουν πραγματικά ο πιο παλιός του φίλος και ήμουν, επίσης, και μακρινός συγγενής της γυναίκας του. Δεν είχα επιλογή και πήγα.

Ήταν πολύς κόσμος στο σπίτι για την κηδεία, που έγινε στο νεκροταφείο του χωριού, έφυγαν όμως όλοι αμέσως μετά. Η αίσθηση της βαριάς μελαγχολίας που πλανιόταν στο σπίτι έδειξε να ελαφρώνει λίγο. Οι υπηρέτες (οι υπηρέτες είναι πάντοτε ευσυγκίνητοι) συνέχισαν να κλαίνε κατά διαστήματα –και κυρίως ο μπάτλερ του Πάιργουιτ, ο Ουίλιαμς– ο ίδιος ο Πάιργουιτ όμως ήταν ψύχραιμος. Μιλούσε για τη γυναίκα του με μεγάλη τρυφερότητα και θλίψη, αλλά πάντως μπορούσε να μιλάει γι' αυτή χωρίς να ταράζεται πολύ. Στο δείπνο μίλησε και για ένα δυο άλλα θέματα, την πολιτική και τα καθήκοντά του ως τοπικός δικαστής, και φυσικά έκανε την απαραίτητη συζήτηση για το πόσο ευγνώμων μού ήταν που πήγα στο Έλερντον Χάους. Μετά το δείπνο καθίσαμε στη βιβλιοθήκη, ένα δωμάτιο καλά και ακριβά επιπλωμένο, αλλά χωρίς ίχνος γούστου. Υπήρχαν μερικές ελαιογραφίες στους τοίχους, ένα δικό του πορτρέτο και ένα δύο τοπία, όλα λίγο-πολύ κακόγουστα, απ' όσο θυμάμαι. Δεν είχε φάει σχεδόν τίποτε στο τραπέζι, είχε πιει όμως αρκετά, αν και το κρασί δεν φαινόταν να έχει το παραμικρό αποτέλεσμα επάνω του. Είχα οδηγήσει οριστικά τη συζήτηση σε άλλο θέμα από εκείνο της γυναίκας του, όταν έκανα μια γκάφα. Πρόσεξα μια τηλεφωνική συσκευή πάνω στο γραφείο του. Είπα:

«Δεν ήξερα πως τα τηλέφωνα έχουν εμφανιστεί ήδη και στα χωριά».

«Ναι», είπε, «νομίζω πως υπάρχουν αρκετά τώρα πια. Αυτό το έβαλα στη διάρκεια της αρρώστιας της γυναίκας μου για να επικοινωνώ με το δωμάτιό της, που είναι στο πάνω πάτωμα, στην άλλη άκρη του σπιτιού».

Εκείνη τη στιγμή, το τηλέφωνο κουδούνισε απότομα.

Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας. Είπα με την ηλίθια προσποίηση της ηρεμίας που χρησιμοποιεί κανείς όταν είναι λίγο τρομαγμένος: «Μάλλον κάποιος υπηρέτης θέλει να σου μιλήσει από εκείνο το δωμάτιο».

Σηκώθηκε, πήγε στη συσκευή και κούνησε, για να το δω, το πράσινο καλώδιο. Η άκρη του ήταν κομμένη.

«Έβαλα να το αποσυνδέσουν σήμερα το πρωί», είπε, «και η πόρτα του δωματίου είναι κλειδωμένη, κανένας δεν μπορεί να είναι εκεί μέσα».

Το πρόσωπό του είχε πάρει το γκρίζο χρώμα του στυπόχαρτου, το ίδιο θα είχε μάλλον και το δικό μου.

Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε – ένα παρατεταμένο, θορυβώδες κουδούνισμα.

«Θα το σηκώσεις;» είπα.

«Όχι», απάντησε αποφασιστικά.

«Τότε», είπα, «θα το σηκώσω εγώ. Είναι κάποια ηλίθια πλάκα, ένα μάλλον κακόγουστο αστείο, για το οποίο θα πρέπει να δώσεις τα παπούτσια στο χέρι σε κάποιον από το προσωπικό σου».

«Οι υπηρέτες μου», είπε, «δεν θα 'καναν ποτέ τέτοιο πράγμα. Κι επιπλέον, δεν καταλαβαίνεις πως είναι αδύνατον; Η συσκευή έχει αποσυνδεθεί».

«Πάντως χτυπάει. Εγώ θα δοκιμάσω». Σήκωσα το ακουστικό. «Ποιος είναι;» ρώτησα.

Η φωνή που μου απάντησε ήταν χωρίς καμιά αμφιβολία η κάπως ψιλή, κοφτή φωνή της κυρίας Πάιργουιτ. «Θέλω», είπε, «να πεις στον άνδρα μου πως αύριο θα 'ναι μαζί μου».

Απέμεινα να ακούω. Δεν ειπώθηκε τίποτε άλλο.

Επανέλαβα: «Ποιος είναι;» και δεν πήρα απάντηση. Γύρισα στον Πάιργουιτ. «Δεν είναι κανείς», είπα. «Μάλλον έρχεται καταιγίδα και ο ηλεκτρισμός στον αέρα επηρέασε με κάποιον μυστηριώδη τρόπο το κουδούνι. Θα υπάρχει κάποια απλή εξήγηση και θα τη μάθω αύριο».

Πήγε για ύπνο νωρίς εκείνο το βράδυ. Όλη την επόμενη μέρα ήμουν μαζί του. Κάναμε ιππασία μαζί και περίμενα κάθε λεπτό να πάθει κάποιο ατύχημα, αλλά δεν συνέβη τίποτε. Όλο το απόγευμα περίμενα να λιποθυμήσει ξαφνικά και να αρρωστήσει, αλλά ούτε κι αυτό συνέβη. Όταν γύρω στις δέκα σηκώθηκε και είπε καληνύχτα, αισθάνθηκα πραγματική ανακούφιση. Πήγε στο δωμάτιό του και χτύπησε το κουδούνι για τον Ουίλιαμς.

Τα υπόλοιπα είναι, βέβαια, πολύ γνωστά. Ο υπηρέτης βρισκόταν σε κατάσταση σύγχυσης, πιθανότατα εξαιτίας του θανάτου της κυρίας Πάιργουιτ. Μπαίνοντας στο δωμάτιο του κυρίου του, χωρίς να διστάσει καθόλου, σήκωσε ένα γεμάτο περίστροφο που κρατούσε στο χέρι του και πυροβόλησε τον Πάιργουιτ στην καρδιά. Νομίζω ότι η περίπτωση αναφέρεται σε κάποια εγχειρίδια περί φονικής μανίας.

Από τη συλλογή Stories in the dark (1901) του Άγγλου δημοσιογράφου, ποιητή και συγγραφέα σύντομων ιστοριών Barry Pain (1864-1928).

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.