fbpx
Βάιος Λιαπής: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

Βάιος Λιαπής: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

Ο Βάιος Λιαπής, με σπουδές κλασικής φιλολογίας στα πανεπιστήμια Αθηνών και Γλασκώβης, τα τελευταία χρόνια διδάσκει στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Έχει μια πλούσια ερευνητική πορεία, όντας επικεφαλής τριών ερευνητικών προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από τον Ομοσπονδιακό Καναδικό Οργανισμό Social Sciences and Humanities Research Council και από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας της Κύπρου. Παράλληλα, έχει σημαντικό συγγραφικό και μεταφραστικό έργο πάνω στην αρχαία ελληνική γραμματεία και συγκεκριμένα στο αρχαίο δράμα. Τέλος, έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Έργου Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας στα Νέα Ελληνικά για τη μετάφραση του σατυρικού δράματος του Ευριπίδη Κύκλωψ. Στο Φεστιβάλ Αναλόγιο 2019, έναν από τους σημαντικότερους θεατρικούς θεσμούς, είναι υπεύθυνος του σεμιναρίου «Η μετάφραση του αρχαίου ελληνικού δράματος: προκλήσεις, παγίδες, πειρασμοί», που θα διεξαχθεί στις 23 Σεπτεμβρίου 2019, στο πλαίσιο της Διεθνούς Συνάντησης Αρχαίου Δράματος του Αναλογίου.

Από το 2005 ως σήμερα, που ξεκίνησε το Φεστιβάλ Αναλόγιο, αριθμεί περισσότερες από 150 παραστάσεις και εκατοντάδες παράλληλες εκδηλώσεις. Πώς γίνατε μέρος αυτού του σημαντικότατου θεσμού;

Η συμμετοχή μου στο Φεστιβάλ Αναλόγιο οφείλεται στη γενναιόδωρη πρόσκληση της κ. Σίσσυς Παπαθανασίου, η οποία βεβαίως είναι η ψυχή του θεσμού. Είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία να έρθω σε επικοινωνία με σημαντικούς ανθρώπους του καλλιτεχνικού και ακαδημαϊκού χώρου, αλλά και με ένα ευρύτερο κοινό που ενδιαφέρεται για το θέατρο και για το αρχαίο δράμα ειδικότερα.

Το φετινό Φεστιβάλ Αναλόγιο έχει ως θεματικό άξονα τη μνήμη κι ως μότο το «In memory we trust». Γιατί πιστεύετε ότι φέτος ειδικά προτιμήθηκε αυτός ο προσανατολισμός;

Η δική μου ερμηνεία του μότο, η οποία ενδεχομένως δεν συμπίπτει με το σκεπτικό των διοργανωτών, είναι ότι παραπέμπει σε ένα κεντρικό παράδοξο του θεάτρου. Το θέατρο είναι εξ αντικειμένου φορέας μνήμης – πολιτισμικής, ταυτοτικής, ακόμη και σωματικής. Το αρχαίο δράμα, ειδικότερα, είναι μια σειρά από αλλεπάλληλες, ποικίλες και κάποτε αντικρουόμενες εκδοχές ενός μυθικού παρελθόντος, το οποίο αποτελούσε πυρήνα πανελλήνιας μνήμης. Ταυτόχρονα όμως το θέατρο είναι η κατεξοχήν εφήμερη μορφή τέχνης: Το θεατρικό γεγονός είναι φευγαλέο και παροδικό· δεν μπορεί να αναπαραχθεί με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αναπαραχθεί, λόγου χάρη, μια μουσική παρτιτούρα. Αυτό που μπορεί να έχει διάρκεια είναι το αποτύπωμα της θεατρικής εμπειρίας στην ατομική ή συλλογική μνήμη. Δεν μπορούμε δηλαδή παρά να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στη μνήμη. Όθεν, in memory we trust.

Ο Ιταλός συγγραφέας Τσέζαρε Παβέζε έλεγε ότι «δεν θυμόμαστε μέρες, θυμόμαστε στιγμές». Ποιες είναι οι πιο σημαντικές στιγμές της ζωής σας, που συχνά ανακαλείτε;

Πέρα από τα ορόσημα του ιδιωτικού βίου (γεννήσεις, θανάτους, συναντήσεις, αποχωρισμούς), τα οποία φαντάζομαι ότι όλοι, λίγο-πολύ, οι άνθρωποι ανακαλούν συχνά στη μνήμη τους, θυμάμαι πάντοτε με ευγνωμοσύνη τους ανθρώπους που με ευεργέτησαν – και αυτοί ήταν, ευτυχώς, πολλοί.

Στο Φεστιβάλ Αναλόγιο 2019 έχετε την πλήρη επιμέλεια του σεμιναρίου-εργαστηρίου με τίτλο «Η μετάφραση του αρχαίου ελληνικού δράματος: προκλήσεις, παγίδες, πειρασμοί». Μιλήστε μας γι’ αυτή την τόσο σπουδαία θεματική.

Η μετάφραση των έργων της κλασικής γραμματείας είναι σε μεγάλο βαθμό δείκτης της στάσης την οποία υιοθετεί κάθε εποχή και κάθε κοινωνία απέναντι στο παρελθόν και απέναντι στα έργα του λόγου που επέδρασαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της πολιτισμικής ταυτότητάς της. Είναι αλήθεια ότι στη χώρα μας συνήθως αντιμετωπίζουμε το αρχαίο δράμα, αν όχι σαν ένα είδος φυλετικού τοτέμ, οπωσδήποτε σαν προνομιακή δίοδο για την ανάδειξη μιας εθνικής ιδιαιτερότητας ή συνέχειας. Αυτή η παγιωμένη αντίληψη υποσκάπτεται κάποτε από πιο πειραματικές ή τολμηρές προσεγγίσεις, τόσο στη σκηνοθεσία όσο και στη μετάφραση, οι οποίες όμως γίνονται κάποτε χωρίς καλλιτεχνική ή ιδεολογική πυξίδα. Είναι ίσως ενδεικτικό ότι μία από τις πρώτες μεταφράσεις αρχαίου δράματος στην Ελλάδα στάθηκε αφορμή για αιματηρά επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες. Αναφέρομαι βεβαίως στα λεγόμενα «Ορεστειακά», δηλαδή στις ταραχές που προκλήθηκαν τον Νοέμβριο του 1903, με υποκίνηση του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεωργίου Μιστριώτη, όταν το τότε Βασιλικό Θέατρο ανέβασε την Ορέστεια του Αισχύλου σε (αρκετά συντηρητική) μετάφραση του Γεωργίου Σωτηριάδη, επίσης καθηγητή του Πανεπιστημίου. Ο Μιστριώτης, φανατικός γλωσσαμύντορας, θεώρησε αδιανόητη ύβρη το να παριστάνεται αρχαία τραγωδία σε μετάφραση και εκφώνησε κινδυνολογικές ομιλίες, οι οποίες παρακίνησαν τους φοιτητές του σε διαδηλώσεις. Ακολούθησαν συμπλοκές με τον στρατό, οι οποίες είχαν ως τραγικό αποτέλεσμα δύο νεκρούς και επτά τραυματίες. Πρόκειται για ένα ακραίο παράδειγμα της «τοτεμικής», όπως την ονόμασα παραπάνω, αντίληψης, που θέλει το αρχαίο δράμα ιερό και άθικτο κειμήλιο. Σήμερα βέβαια ακόμη και η πιο συντηρητική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας αντιλαμβάνεται το αυτονόητο: ότι δηλαδή η συντριπτική πλειονότητα του σύγχρονου κοινού δεν μπορεί να προσεγγίσει το αρχαίο δράμα παρά μόνο σε μετάφραση. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια βλέπει κανείς ότι και η κριτικογραφία για τις παραστάσεις αρχαίου δράματος λαμβάνει υπόψη και σχολιάζει το έργο των μεταφραστών, κάποτε μάλιστα με οξυδερκή τρόπο. Υπάρχουν βέβαια ακόμη περιπτώσεις στις οποίες οι κριτικοί είτε παραβλέπουν τον ρόλο του μεταφραστή είτε σχολιάζουν τη μετάφραση με τις καθιερωμένες και τετριμμένες γενικότητες («ρέουσα», «ποιητική» κ.λπ.). Το σεμινάριο που θα έχω την τιμή να παρουσιάσω στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αναλόγιο θα μας δώσει την ευκαιρία να εντοπίσουμε και να αναλύσουμε, εν μέρει με τη βοήθεια σύγχρονων μεταφραστικών θεωριών, μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες προκλήσεις που παρουσιάζει η μετάφραση του αρχαίου δράματος. Θα εξετάσουμε μερικά από τα αναπόφευκτα διλήμματα που ενυπάρχουν σε κάθε μεταφραστική απόπειρα, με κυριότερο το δίλημμα μεταξύ οικείωσης και ανοικείωσης. Επίσης, θα ασχοληθούμε με ειδικότερα ζητήματα, όπως ο ρόλος της μετάφρασης ως διαύλου μεταξύ πολιτισμικών κωδίκων, η μετάφραση απέναντι στην πρόκληση της μεταφορικής χρήσης της γλώσσας, η μετάφραση ως επαναγραφή κ.ά.

Στην τραγωδία, ακόμα και οι βοσκοί μιλούν σαν βασιλιάδες.

Ποιες είναι οι πιο συχνές παγίδες που κρύβει η μετάφραση του αρχαιοελληνικού δράματος αναλογικά με τις άλλες μορφές αρχαίου λόγου;

Για τις μεταφραστικές παγίδες που κρύβει το αρχαίο ελληνικό δράμα θα μπορούσαμε να μιλάμε με τις ώρες. Επειδή το θέατρο είναι πρωτίστως διάλογος, ο μεταφραστής αντιμετωπίζει σχεδόν πάντοτε τον πειρασμό να μεταφέρει τους διαλόγους των προσώπων σε ένα ιδίωμα που βρίσκεται πιο κοντά στο υφολογικό φάσμα της καθημερινής ομιλίας. Πρόκειται για πειρασμό στον οποίο ομολογώ ότι έχω ενδώσει και εγώ, όπως και άλλοι μεταφραστές, πολύ σημαντικότεροι από μένα. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – αντιθέτως, ενδείκνυται όταν μεταφράζει κανείς αριστοφανική κωμωδία. Η τραγωδία όμως χρησιμοποιεί διαφορετικούς γλωσσικούς κώδικες, καλλιεργεί ένα γλωσσικό ιδίωμα σταθερά υψηλό και επιτηδευμένο, έως και εξεζητημένο, και οπωσδήποτε απομακρυσμένο από τη σφαίρα του γλωσσικώς οικείου. Στην τραγωδία, ακόμα και οι βοσκοί μιλούν σαν βασιλιάδες. Είναι διαδεδομένη η αντίληψη ότι, για να είναι «θεατρική» μια μετάφραση τραγωδίας, πρέπει να καθιστά το τραγικό κείμενο απολύτως προσιτό, εύληπτο και εύπεπτο. Μια τέτοια μετάφραση όμως κινδυνεύει να δώσει την εντύπωση ότι ο τραγικός συγγραφέας του 5ου αιώνα π.Χ. έγραφε με τρόπο απολύτως αναγνωρίσιμο και οικείο στο σημερινό κοινό. Εντούτοις, το ύφος και η γλώσσα της τραγωδίας δεν ήταν απολύτως οικεία και αναγνωρίσιμα ούτε καν στο ίδιο το αθηναϊκό κοινό του 5ου αιώνα. Αντιθέτως, απέκλιναν, ηθελημένα και προγραμματικά, από το γλωσσικώς αναμενόμενο και οικείο, από το γνώριμο ύφος της καθημερινής ομιλίας. Δείτε, ας πούμε, το ύφος του Αισχύλου: υψηλή ποιητική γλώσσα, ύφος περίτεχνο και συχνά σκοτεινό, τολμηροί νεολογισμοί, καινοφανείς σύνθετες ή και πολυσύνθετες λέξεις, σύνταξη περίπλοκη και δυσνόητη. Αυτό προφανώς είναι κάτι που δεν μπορεί να το αγνοήσει ο μεταφραστής του Αισχύλου. Πρέπει να πω ότι, κατά τη γνώμη μου, ο μόνος Νεοέλληνας μεταφραστής που κατόρθωσε να αποδώσει τη στεντόρεια σεμνοπρέπεια του Αισχύλου ήταν ο Γρυπάρης. Ποιητής ο ίδιος, ο Γρυπάρης καλλιέργησε μια ποιητική και μεταφραστική ιδιόλεκτο η οποία σήμερα μπορεί να ξενίζει ή και να απωθεί, αλλά του επέτρεψε να αναπαραγάγει, στο μέτρο του δυνατού, την τιτανική μεγαλοπρέπεια του κορυφαίου δραματουργού.

Από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα και μετά, το αρχαίο δράμα αναβιώνει επί του εδάφους μιας νέας πραγματικότητας, η οποία διαμορφώνεται σε διεθνές επίπεδο. Αναπροσανατολισμός της αντίληψης του αρχαίου δράματος ή απλώς ιχνηλασία της έννοιας του «κλασικού»;

Ήδη από τα πρωιμότατα στάδιά της, η ιστορία της πρόσληψης του δράματος είναι μια ιστορία αλλεπάλληλων αναβιώσεων επί του εδάφους νέων πραγματικοτήτων, όπως λέτε. Είναι δηλαδή μια ιστορία διαρκών και ατελεύτητων αναπροσανατολισμών και προσαρμογών. Η κλασική αθηναϊκή δραματουργία αποχαιρετά τον 5ο αιώνα με τους Βατράχους του Αριστοφάνη, ένα έργο που μεταφυτεύει σε κωμικά, ενίοτε παρωδιακά, συμφραζόμενα τις κορυφαίες στιγμές της αισχύλειας και της ευριπίδειας δραματουργίας – ένα έργο, δηλαδή, που μας υποχρεώνει να αναπροσανατολίσουμε το βλέμμα με το οποίο αντικρίζουμε το έργο των μεγάλων τραγικών. Τον 4ο αιώνα, μια εποχή ακμής της τραγωδίας (παρά την κρατούσα αντίληψη), οι τραγικοί ποιητές επαναπραγματεύονται τους ίδιους περίπου μύθους με τους μεγάλους προκατόχους τους, δηλαδή με τους τρεις κορυφαίους τραγικούς του 5ου αιώνα, τους οποίους συναγωνίζονται συνειδητά, προσπαθώντας συχνά να παρουσιάσουν το γνώριμο μυθικό υλικό σε ανοίκειες ή μη αναμενόμενες εκδοχές. Αργότερα, κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας, οι τραγικοί μύθοι αλλά και τα ίδια τα δράματα των μεγάλων τραγικών δἰνουν στους δημιουργούς υλικό για νέες δραματουργικές μορφές, όπως ο παντόμιμος, ένα μουσικοχορευτικό θέαμα όπου ο παντόμιμος ορχηστής παρίστανε βουβά, με μιμικές-χορευτικές κινήσεις και στάσεις, και υπό τη συνοδεία μουσικής, μια μυθολογική αφήγηση, πολύ συχνά αντλημένη από την τραγωδία. Μια παρόμοια απόπειρα για τη σύζευξη του ποιητικού λόγου και της μελωδίας οδήγησε, κατά το τέλος του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου, στη δημιουργία της όπερας. Διότι η όπερα γεννήθηκε με πρωτοβουλία των λογίων της Φλωρεντινής Καμεράτας ως προσπάθεια για την αναβίωση της αρχαίας τραγωδίας, υπό την εσφαλμένη (όπως γνωρίζουμε σήμερα) πεποίθηση ότι οι υποκριτές του αρχαίου δράματος δεν απήγγελλαν αλλά τραγουδούσαν τους ρόλους τους από την αρχή ως το τέλος. Λίγο αργότερα, στο θέατρο του γαλλικού νεοκλασικισμού, δηλαδή πρωτίστως στο θέατρο του Κορνήλιου και του Ρακίνα, οι μύθοι και τα πρόσωπα της αρχαίας τραγωδίας ενσωματώνονται στα αυστηρά πλαίσια –μορφολογικά, ηθικά και πολιτικά– που επιτάσσουν οι άκαμπτες και συγκεντρωτικές αντιλήψεις της Γαλλικής Ακαδημίας και του αφανούς ηγήτορά της, του Καρδινάλιου Ρισελιέ. Παρόμοιες διαπιστώσεις θα μπορούσε να κάνει κάποιος για όλες σχεδόν τις περιπτώσεις αναβίωσης (λογοτεχνικής, δραματουργικής, σκηνοθετικής) του αρχαίου δράματος. Με όλα αυτά θέλω να πω ότι δεν πρέπει να πέσουμε στην παγίδα του παροντισμού, να νομίζουμε δηλαδή ότι οι καινοτόμες ή αναθεωρητικές αναβιώσεις του αρχαίου δράματος ανακαλύφθηκαν μόλις πριν από μερικές δεκαετίες. Η μεταφύτευση των τραγικών μύθων σε νέα κοινωνικά συμφραζόμενα και σε νέα αισθητικά πλαίσια δεν είναι φαινόμενο σύγχρονο, αλλά μόνιμο παρακολούθημα του πολιτισμικού κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει το αρχαίο δράμα. Υπό την έννοια αυτή, δεν υπάρχουν αναγνώσεις του αρχαίου δράματος που είναι πιο νόμιμες ή πιο αυθεντικές από άλλες. Το κλασικό είναι αυτό που διαρκώς ανανεώνεται, αυτό που αποτελεί αντικείμενο συνεχούς επαναδιαπραγμάτευσης και επαναπροσδιορισμού, αυτό που υπόκειται διαρκώς σε νέες αναγνώσεις και ερμηνείες.

Κατά πόσο πιστεύετε πως το αρχαίο δράμα έχει επηρεάσει τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία;

Αυτό δεν είναι ζήτημα προσωπικής άποψης, αλλά γεγονός που μπορεί ο καθένας να το διαπιστώσει εμπειρικά. Η νεοελληνική λογοτεχνία και ιδίως το νεοελληνικό θέατρο βρίσκεται σε διαρκή –και συνήθως δημιουργικότατο και συναρπαστικό– διάλογο με την αρχαία τραγωδία. Σας παροτρύνω να ρίξετε μια ματιά στη μελέτη της Ε. Χασάπη-Χριστοδούλου Η ελληνική μυθολογία στο νεοελληνικό δράμα, η οποία αποδελτιώνει όλα τα νεοελληνικά θεατρικά έργα που αρύσθηκαν έμπνευση ή υλικό από τον αρχαίο μύθο. Η μελέτη αυτή εκτείνεται σε περισσότερες από 1.300 σελίδες, πράγμα που δείχνει αυτονοήτως πόσο βαθιά και εκτεταμένη είναι η επίδραση που άσκησε ο αρχαίος μύθος στη νεοελληνική δραματική γραφή. Νεοελληνικά έργα με θέματα αντλημένα από τον τραγικό μύθο έχουμε ήδη στις αρχές του 18ου αιώνα, με την Ιφιγένεια και τον Θυέστη του Κατσαΐτη. Αργότερα, ο Κάλβος γράφει τραγωδίες με αρχαιόμυθα θέματα, το ίδιο και οι συγγραφείς του Ρομαντισμού από τον Αλέξανδρο Σούτσο ως τον Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή. Ασφαλώς, το αρχαιόμυθο θέατρο στην Ελλάδα φτάνει στην κορύφωσή του με τα έργα σημαντικών συγγραφέων του 20ού αιώνα όπως ο Καζαντζάκης, ο Σικελιανός, ο Καμπανέλλης, ο Ρίτσος, ο Ζιώγας, ο Μάτεσις, ο Ποντίκας, ο Στάικος και τόσοι άλλοι. Αλλά και τη στιγμή που μιλάμε, εξακολουθούν να γράφονται ενδιαφέροντα θεατρικά έργα με θέματα αντλημένα από τον αρχαίο μύθο και με υπονομευτική, συχνά, ματιά. Δείτε, για παράδειγμα, τα έργα του Δημητριάδη, του Τριαρίδη, της Πέγκα, του Φλουράκη, του Δήμου ή της Μπασδέκη, για να αναφέρω μερικούς μόνο από τους σύγχρονους Έλληνες δραματουργούς που συνδιαλέγονται με την παράδοση του αρχαίου δράματος.

Μια από τις συμβολές του Φεστιβάλ Αναλόγιο είναι η προώθηση της ελληνικής γραφής εκτός Ελλάδας. Τον 21ο αιώνα, σε παγκόσμιο επίπεδο, ως ποιο βαθμό αγγίζει το ζήτημα της ελληνικής γραφής;

Αυτό, όπως γνωρίζετε, είναι ένα ζήτημα που απασχολεί όλο και περισσότερο τους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς, ιδίως της νεότερης γενιάς. Είναι παρήγορο ότι το νεοελληνικό θέατρο ταξιδεύει πλέον, σε έντυπη τουλάχιστον μορφή, στο εξωτερικό χάρη σε αγγλικές και ισπανικές μεταφράσεις που εκπονήθηκαν πρόσφατα. Ωστόσο, ο δρόμος από το τυπωμένο κείμενο μέχρι τη σκηνική παρουσίασή του σε θέατρα του εξωτερικού είναι μακρύς. Ακόμη μακρύτερος είναι ο δρόμος που θα οδηγήσει, όπως ελπίζω, στην καθιέρωση του νεοελληνικού θεάτρου ως αναγνωρίσιμου πολιτισμικού μεγέθους εκτός Ελλάδος.

Έχετε μεταφράσει και επιμεληθεί την έκδοση της συλλογής γνωμικών που μας παραδόθηκε με το όνομα του Μενάνδρου, μια ομολογουμένως εξαιρετική στιγμή στην εκδοτική παραγωγή της χώρας. Ποια γνωμικά κρατάτε ως οδηγό στη ζωή σας;

Σας ευχαριστώ που θυμάστε αυτή την έκδοση. Κοντεύει σχεδόν εικοσαετία από τη δημοσίευσή της, παρόλο που εμένα μου φαίνεται σαν χθες. Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ ως υπομνηματιστής με τις λεγόμενες Γνώμες του «Μενάνδρου» (σε εισαγωγικά το όνομα, γιατί πολύ λίγα από τα γνωμικά των συλλογών αυτών ανήκουν πραγματικά στον Μένανδρο), δεν υπήρχε, στα ελληνικά, φιλολογική ερμηνευτική έκδοση αυτών των γνωμικών. Αυτό μου φαινόταν παράδοξο, διότι αρκετά από αυτά τα γνωμικά έχουν ενσωματωθεί από αιώνες στον νεοελληνικό παροιμιακό λόγο. Το «Φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί», το «Ἕστι Δίκης ὀφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ’ ὁρᾷ», το «Γελᾷ ὁ μωρὸς κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ» – αυτά και πολλά άλλα γνωμικά είναι σήμερα πασίγνωστες παροιμιώδεις φράσεις. Αυτό έχει πολύ απλή εξήγηση: συλλογές με μονόστιχες γνώμες του Μενάνδρου χρησιμοποιούνταν επί αιώνες, και μέχρι σχετικά πρόσφατα, ως βασικό σχολικό εγχειρίδιο για την εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής. Έτσι, μπόρεσαν να διαχυθούν σε μεγάλη μερίδα του ελληνικού πληθυσμού. Όπως είναι αναμενόμενο, τα γνωμικά αυτά αντικατοπτρίζουν τη νοοτροπία και την ιδεολογία της εποχής που τα γέννησε. Υπάρχει, ας πούμε, μεγάλος αριθμός «μενάνδρειων» γνωμικών με έντονα μισογυνικό χαρακτήρα – το πιο γνωστό είναι το «Θάλασσα καὶ πῦρ καὶ γυνὴ τρίτον κακόν», που επιβιώνει σήμερα σε συντομευμένη μορφή: «πυρ, γυνή και θάλασσα». Είναι αυτονόητο ότι κανένας εχέφρων άνθρωπος σήμερα δεν μπορεί να έχει τέτοιου είδους γνωμικά ως οδηγό στη ζωή του. Υπάρχουν βεβαίως πολλά γνωμικά των συλλογών αυτών, τα οποία δεν αντίκεινται στις σημερινές αντιλήψεις για τις ανθρώπινες σχέσεις. Ωστόσο, ούτε και αυτά μπορούν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να θεωρηθούν εκφράσεις πανανθρώπινων και διαχρονικών αξιών: πρόκειται ως επί το πλείστον για αντανακλάσεις συγκεκριμένων ιστορικών και κοινωνικών διαμορφώσεων. Εννοείται βέβαια ότι έχουν μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον, ακριβώς επειδή συνιστούν έμμεσες μαρτυρίες νοοτροπιών και ηθικών κωδίκων του παρελθόντος. Δύσκολα όμως θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σήμερα ως ηθικοί οδοδείκτες.

Το θεατρικό γεγονός είναι φευγαλέο και παροδικό· δεν μπορεί να αναπαραχθεί με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αναπαραχθεί, λόγου χάρη, μια μουσική παρτιτούρα.

Άρθρα και βιβλιοκριτικές σας έχουν δημοσιευτεί τόσο σε ελληνικά όσο και ξένα μέσα. Ποια είναι η διαφορά ελληνικής και ξένης οπτικής;

Υπάρχουν, φυσικά, ποικίλοι τρόποι να προσεγγίσει κανείς τον αρχαίο κόσμο, ανάλογα με τη θεωρητική σκευή του καθενός ή ανάλογα με τη μεθοδολογία του. Οι διαφορές όμως αυτές δεν μπορούν να διατυπωθούν με εθνικούς όρους: δεν υπάρχουν δηλαδή ουσιώδεις διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες και οι μη Έλληνες κλασικοί φιλόλογοι μελετούν την αρχαιότητα. Τα μεθοδολογικά εργαλεία είναι κοινά για όλους, τα θεωρητικά πλαίσια επίσης· εναπόκειται στον καθένα να τα εφαρμόσει κατά τον βέλτιστο τρόπο. Αυτό όμως, επαναλαμβάνω, δεν είναι συνάρτηση της εθνικής ταυτότητας, αλλά της εκπαίδευσης, της εμπειρίας και των ικανοτήτων του καθενός και της καθεμιάς μας.

Απ’ όσο γνωρίζω, επιμελείστε την έκδοση της τραγωδίας Επτά επί Θήβας του Αισχύλου. Σε ποιο στάδιο βρίσκεστε; Ποιος ήταν ο μεγαλύτερός σας στόχος όταν καταπιαστήκατε με αυτό το εμβληματικό κείμενο;

Πολύ σωστά λέτε ότι οι Επτά επί Θήβας είναι εμβληματικό έργο. Πρόκειται για δράμα που κατορθώνει το σχεδόν ακατόρθωτο: δεν έχει έντονη δράση, δεν διαθέτει περίτεχνη πλοκή ή ανατροπές, αλλά καταφέρνει, με μόνη τη δύναμη του λόγου, να κρατά τους θεατές καθηλωμένους για μιάμιση ώρα. Ο στόχος που θέτω ως φιλολογικός εκδότης και υπομνηματιστής αυτού του κειμένου είναι ο ίδιος, λίγο-πολύ, με τον στόχο όλων των φιλολόγων που εκδίδουν κλασικά κείμενα, ιδίως στη γνωστή σειρά υπομνημάτων του Oxford University Press, στην οποία θα συμπεριληφθεί και η δική μου εργασία. Τα υπομνήματα αυτά απευθύνονται πρωτίστως σε ειδικούς, αλλά επιδιώκουν να είναι προσιτά και σε φοιτητές ή σε αναγνώστες με σχετικώς επαρκείς γνώσεις αρχαίων ελληνικών. Έτσι, παρέχουν αναλυτικό σχολιασμό της γλώσσας και του ύφους του κειμένου, αποσαφηνίζουν δυσνόητα σημεία, δίνουν πληροφορίες για τον μύθο που πραγματεύεται το έργο (εν προκειμένω, τον μύθο των Λαβδακιδών) και για τις διάφορες εκδοχές του κατά την αρχαιότητα, αναλύουν τη δραματουργική σύσταση του έργου, διατυπώνουν θεωρίες για τη σκηνική του παρουσίαση, κ.ά. Η δική μου έκδοση μάλιστα θα περιέχει, εκτός από το αρχαίο κείμενο, και αντικριστή μετάφραση στα αγγλικά, έτσι ώστε οι αναγνώστριες και οι αναγνώστες να μπορούν αμέσως να πάρουν μια ιδέα για τον τρόπο με τον οποίο εγώ κατανοώ το έργο. Ελπίζω ότι στο μέλλον θα αξιωθώ να μεταφράσω το έργο και στα ελληνικά, κάτι που βεβαίως δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση.

Σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή!

 

Περισσότερες πληροφορίες για το Φεστιβάλ Αναλόγιο 2019 μπορείτε να βρείτε εδώ. Το Diastixo.gr είναι χορηγός επικοινωνίας.

liapis analogio


 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΘΕΑΤΡΟ
«ΤΑΞΗ» (Class) των Ιζόλτ Γκόλντεν και Ντέιβιντ Χόραν σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη στο θέατρο Σταθμός

H Εταιρεία Θεάτρου ΜΝΗΜΗ παρουσιάζει στην Αθήνα, για τρεις (3) μόνο παραστάσεις, το βραβευμένο θεατρικό έργο των Ιζόλτ Γκόλντεν και Ντέιβιντ Χόραν «ΤΑΞΗ» (Class) σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη. Το...

ΘΕΑΤΡΟ
Αυγουστίνος Ρεμούνδος: συνέντευξη στον Γιώργο Φερμελετζή

Ο Αυγουστίνος Ρεμούνδος είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη δραματική σχολή της Μ. Βογιατζή-Τράγκα τo 1995 και παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής και θεατρικής...

ΘΕΑΤΡΟ
«Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» της Άλκης Ζέη για πρώτη φορά στο θέατρο

Το θέατρο «Μεταξουργείο», τιμώντας τα 100 χρόνια από την γέννηση της Άλκης Ζέη, παρουσιάζει την παράσταση «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», βασισμένη στο ομώνυμο εμβληματικό μυθιστόρημά της. Ένα...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.