fbpx
Λουκία Δέρβη: συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Λουκία Δέρβη: συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Η Λουκία Δέρβη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων και μια νουβέλα. Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, σουηδικά, πολωνικά και ρουμανικά. Το τελευταίο της βιβλίο, Ακούω φωνές (Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2023), μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Ακούω φωνές: πιασάρικος, παράξενος ο τίτλος του βιβλίου σας.

Οι φωνές που ακούγονται μέσα στο βιβλίο είναι φωνές ανθρώπων πολύ διαφορετικών μεταξύ τους, είναι φωνές από εποχές πολύ πρόσφατες, όπως αυτή της κοπέλας που θέλει να συμμετάσχει στο ριάλιτι «Big brother», αλλά και πολύ παλαιών, όπως ο ήρωας του Λέοντος Τολστόι στο «Ανατόλ» ή ο Σαίξπηρ με τον ηθοποιό του στη «Μητέρα της Οφηλίας». Είναι ακόμα φωνές διαφορετικού κλίματος, όπως ο χιουμοριστικός «Γιατρός Πιπεράκης», αλλά και η συγκινητική γυναίκα που φροντίζει τις αδέσποτες γάτες στην «Απογραφή». Τέλος, οι φωνές που ακούγονται μέσα στο βιβλίο είναι φωνές ηρώων γραμμένες με διαφορετικές αφηγηματικές τεχνικές: έχουμε μια ιστορία γραμμένη σαν επιστολή, άλλη σαν ποίημα, σαν θεατρικό διάλογο, σαν μονόλογο, σαν ημερολογιακή καταγραφή και άλλες πιο παραδοσιακές. Είναι, λοιπόν, αυτός ο τίτλος που τις ενώνει σε μια ενιαία σύνθεση.

20 ιστορίες περνούν μέσα από τις 171 σελίδες του έργου σας. Διαβάζοντάς τες, σκέφτηκα: «Μια χαρά θα γίνονταν και ταινιάκια μικρού μήκους». Τι λέτε εσείς;

Η λογοτεχνία έχει μια διαφορετική αίσθηση για τον αναγνώστη, ακόμα και αν μια ιστορία ευτυχήσει να έχει μια πετυχημένη κινηματογραφική μεταφορά, αλλά θα μου άρεσε η ιδέα αυτή. Πιο νέα σύχναζα στο «Τριανόν», όπου γινόντουσαν οι προβολές των ταινιών μικρού μήκους από τη Δράμα και μου άρεσε αυτό που έβλεπα. Έναν κινηματογράφο κατάμεστο από νέα παιδιά, ένα κινηματογραφικό «γίγνεσθαι» γιατί, όπως όλοι ξέρουμε, μια μικρή ταινία είναι η αρχή για έναν σκηνοθέτη που αργότερα ελπίζει να μεταπηδήσει στη μεγάλου μήκους ταινία. Αν μια ιστορία μου «μιλούσε» σε έναν νέο δημιουργό, αυτό θα με χαροποιούσε πολύ.

Σέριφος, Βρυξέλλες, Μάνη… Οι ήρωές σας ζουν κι αναπνέουν σε πόλεις δικές σας αγαπημένες; Εκεί που αφήσατε κάποτε έρωτες, φιλίες, ακυρώσεις;

Οι ήρωές μου ζουν σε πόλεις και σε μέρη που επισκέφτηκα και άφησα εκεί κάτι από τον εαυτό μου. Λένε πως όταν θέλεις κάπου να ξαναπάς, ξεχνάς ασυνείδητα κάτι εκεί. Αυτό έκανα λοιπόν κι εγώ. Ξαναπήγα όπου ήθελα να ξαναπάω επινοώντας έναν ήρωα, μια ηρωίδα που είχα «ξεχάσει» σε εκείνο το μέρος.

Το εξώφυλλο του βιβλίου σας κυκλαδίτικο, θερινό, παριανό ίσως, αφιερωμένο στο νησί όπου περνάτε τα καλοκαίρια σας, όπου γράφετε;

Η Πάρος, εδώ και πάνω από μια δεκαετία, είναι το δεύτερο σπίτι μου. Είναι το νησί στο οποίο έχω γράψει σχεδόν όλα τα βιβλία μου. Είναι όμως και το νησί στο οποίο απολαμβάνω τις διακοπές μου με πρόσωπα αγαπημένα. Η Πάρος μού έχει προσφέρει όλες τις ομορφιές της κι εγώ με τη σειρά μου προσπάθησα να ανταποδώσω με την πένα μου την αγάπη περιγράφοντας το Πίσω Λιβάδι στο διήγημα «Θερινός επισκέπτης» αυτού του βιβλίου.

«Η ζωή είναι μέρος ενός μεγάλου σχεδίου», γράφετε κάπου, «ενός σεναρίου που γράφεται ερήμην μας καθώς ζούμε». Κισμέτ, δηλαδή; Διαφυγή δεν υπάρχει;

Προσωπικά πιστεύω πως η βούληση είναι ο μόνος τρόπος αλλαγής του πεπρωμένου μας. Οι επιλογές μας δηλαδή είναι αυτές που μας καθορίζουν τελικά, από τις πιο μικρές και καθημερινές μέχρι τις πιο μεγάλες και ουσιώδεις. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τη ζωή του ανά πάσα στιγμή προς το καλύτερο για κείνον. Όλα εξαρτώνται από τον νου μας, από τη σκέψη μας, αυτό το τόσο δυνατό και ακόμα ανεξερεύνητο όργανο που λέγεται εγκέφαλος.

Οι ήρωές μου ζουν σε πόλεις και σε μέρη που επισκέφτηκα και άφησα εκεί κάτι από τον εαυτό μου.

«Δείχνουν πολλά τα μάτια. Καλά λεν πως είναι ο καθρέφτης της ψυχής», λέτε πάλι αλλού. Μόνο που τελευταία ο κόσμος αποφεύγει να πολυκοιτάζεται στα μάτια, δε νομίζετε;

Ζούμε, εδώ και χρόνια, την εποχή του «φαίνεσθαι». Οι άνθρωποι ζούνε πλέον σε μια οθόνη (κινητού ή τηλεόρασης), που τους επιβάλλει έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, αντίδρασης και κρίσης. Τα κριτήρια του μέσου ανθρώπου είναι πολύ ρηχά και δυστυχώς η ψυχική επαφή πολύ σπάνια. Ένα καλό βιβλίο είναι, κατά τη γνώμη μου, το ισότιμο με το να κοιτάξεις έναν άνθρωπο στα μάτια και να αφουγκραστείς την ψυχή του. Είναι σαν να κοιτάς στα μάτια τον συγγραφέα του.

«Οι άνθρωποι τρελαίνονται από τον πολύ πόνο. Διαλέγουν να τρελαθούν για να μην πεθάνουν». Εσείς έχετε ζήσει από κοντά έναν τέτοιο απελπισμένο –άτυχο– άνθρωπο; Και είναι ίσως «Η αλήθεια για τον Ντίνο» η πιο «δικιά» σας ιστορία αυτού του βιβλίου;

Θα τολμήσω να πω πως ο καθένας μας τούτη την εποχή έχει στον πιο κοντινό ή πιο μακρινό περίγυρό του κάποιον άνθρωπο που υποφέρει από κάποιου είδους ψυχική νόσο. Η απομόνωση των ανθρώπων, που επιδεινώθηκε από την πανδημία, επέφερε πολλές ψυχικές και άλλες ασθένειες στον πληθυσμό όλων των χωρών, όχι μόνο της Ελλάδας. Ο πόνος λοιπόν που αναφέρω είναι ο ψυχικός πόνος που όλοι κάποτε βιώνουμε, άλλος πιο βαριά άλλος πιο ελαφρά. Και η ιστορία αυτή αναφέρεται σε μια γυναίκα με μεγάλο ψυχικό φορτίο, αφού χάνει όλη της την οικογένεια σε ένα τραγικό δυστύχημα. Θέλω να τονίσω όμως πως η γυναίκα αυτή είναι δυνατή και παρ’ όλες τις αντιξοότητες καταφέρνει να επιβιώσει και να βάλει τη ζωή της σε μια σειρά, να αλλάξει τη ζωή της προς το καλύτερο και να βρει ξανά και ξανά την αγάπη. Είναι μια ιστορία θετικής εξέλιξης των πραγμάτων και πέρα για πέρα επινοημένη. Δεν ξεχωρίζω τις ιστορίες αυτού του βιβλίου, όλους τους ήρωες και όλες τις ηρωίδες τις συμπονώ το ίδιο.

«Η ζωή θέλει πείρα, εμπειρίες, αλλαγές», διαβάζουμε κάπου αλλού, «τα βιβλία από μόνα τους μόνο να σε υποψιάσουν μπορούν για αυτά που ήλθαν ή κάποτε θα έλθουν»;

Στα βιβλία μιλάει ένας συγγραφέας για τις ιδέες που έχει στο μυαλό του. Είναι σαν να έχεις βγει για δείπνο με έναν ξένο. Τον ακούς με ενδιαφέρον, πληρώνετε και φεύγεις. Το βράδυ πριν κοιμηθείς σκέφτεσαι αυτά που ειπώθηκαν. Σε μερικά συμφωνείς, κάποια άλλα τα καταχωνιάζεις στην αποθήκη του μυαλού σου, γιατί προς το παρόν δεν σε αφορούν. Μερικά χρόνια αργότερα, με αφορμή κάποιο γεγονός, θυμάσαι αυτά που είχε πει ο συγγραφέας. Και τότε ανατρέχεις στο βιβλίο του.

Και κάτι τελευταίο: Διάβασα σε γκράφιτι στο κέντρο της μικρής μας πόλης: «Είναι κάτι μελωδίες που μου προκαλούν δάκρυα». Εσάς ποια, ποιο κομμάτι σάς συγκινεί, πολύ όμως, όταν άξαφνα το ακούσετε;

Έχω συνδυάσει τη μουσική με κέφι, με έμπνευση, με χορό. Δεν υπάρχει κάποιο κομμάτι που να με συγκινεί με την έννοια που το λέτε. Αν έπρεπε να διαλέξω κάποιο που να μου χτυπά τη μνήμη ευχάριστα, θα έλεγα πως είναι το «Turn around» της Μπόνι Τάιλερ, γιατί στον χορό της Α’ Γυμνασίου της Σχολής Μωραΐτη μού ζήτησε ένας συμμαθητής να το χορέψουμε. Ήταν το πρώτο μου μπλουζ και η πρώτη μου αγάπη.

 

Ακούω φωνές
Λουκία Δέρβη
Μεταίχμιο
σ. 176
ISBN: 978-618-03-3512-5
Τιμή: 13,30€
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Αλέξανδρος Ψυχούλης: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Ο Αλέξανδρος Ψυχούλης γεννήθηκε στον Βόλο το 1966. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με καθηγητή τον Παναγιώτη Τέτση. Σήμερα είναι καθηγητής Τέχνης και Τεχνολογίας στο...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Στέλιος Παρασκευόπουλος: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Στέλιος Παρασκευόπουλος είναι δημοσιογράφος, μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε τη δεκαετία του ’80 από την εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος και αργότερα...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.