fbpx
«Οι κορεσμένοι» της Έλσας Κορνέτη
Φωτογραφία: Αλέξιος Μάινας / Alexios Mainas

«Οι κορεσμένοι» της Έλσας Κορνέτη

Ξύπνησαν μ’ έναν ήλιο σαν τόπι τσίρκου να χοροπηδά στα κεφάλια τους. Η γη από πάνω ο ουρανός από κάτω. Ήταν μια φυσιολογική μέρα που ξεκίνησε κανονικά με τους γνώριμους ήχους και θορύβους. Ένας κόσμος υπεράνω κοσμιότητας ανέτειλε ξανά. Η μέρα τους ξεκίνησε ασταθώς ή μάλλον ανάποδα. Δεν ήταν μια μέρα με αναποδιές, αλλά μια μέρα κυριολεκτικά ανάποδη με μια αναποδογυρισμένη βαρύτητα.

Η μικρή τους πόλη σε μια νύχτα, με μια αίσθηση κι ένα θρόισμα σαν να αδειάζει από την άμμο της μια παραλία, γύρισε σαν κλεψύδρα ανάποδα. Η αναποδογυρισμένη σαν κλεψύδρα πόλη έχασε σ’ ένα βράδυ όλες τις ηλεκτρονικές της συσκευές και τα αυτοκίνητα με το αναποδογύρισμα έπεσαν και χάθηκαν στο ουράνιο κενό. Όλα τα καλώδια από τις πρίζες τους τραβήχτηκαν κι η πόλη απενεργοποιήθηκε. Μαζί με τις ηλεκτρονικές τους συσκευές οι άνθρωποι της αναποδογυρισμένης πόλης έχασαν και τα δακτυλικά τους αποτυπώματα, που έμειναν κολλημένα πάνω στις οθόνες αφής και στα πληκτρολόγια. Όμως οι αναποδογυρισμένοι κάτοικοι της απενεργοποιημένης πόλης με τον τρόμο στα μάτια άρχισαν να τρέχουν έξαλλοι ανάποδα, πάνω κάτω ανησυχώντας περισσότερο για τις επαφές και τις οθόνες και τα αυτοκίνητα που έχασαν, παρά για το γεγονός ότι αναποδογύρισαν.

Η σημερινή ανάποδη πόλη που κατοικούνταν από φανατικούς πιστούς της τεχνολογίας είχε διώξει όλους τους καλλιτέχνες και όλους τους ονειροπόλους. Αυτοί που έμειναν ήθελαν την ησυχία τους, κανένας να μην ενοχλεί, κανένας να μην αναστατώνει την ενασχόλησή τους με αλγόριθμους και θετικούς αριθμούς. Γυρισμένοι ανάποδα οι άνθρωποι της ανάποδης πόλης, έτσι όπως περπατούσαν με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω στα ταβάνια των σπιτιών και των δημόσιων κτιρίων χωρίς να πέφτουν, αναρωτιόντουσαν για το μυστήριο της νέας βαρύτητας που ανεβάζει το αίμα στο κεφάλι και αδειάζει το αίμα από τις φλέβες των ποδιών, κάνοντάς τους μαρτυρικά να υποφέρουν βλέποντας την πόλη τους γυρισμένη ανάποδα, έτοιμη να χυθεί σαν σούπα κάθε λεπτό στο ουράνιο κενό, βλέποντας τους ίδιους να περπατούν χωρίς να πέφτουν.

Ένας ανάποδος άνθρωπος, κάτι σαν τελάλης προφήτης, βγήκε περπατώντας ανάποδα στους ανάποδους δρόμους και φώναξε ότι αν δεν πιαστούν όλοι οι κάτοικοι της μικρής ανάποδης πόλης σφιχτά από τα χέρια τα μεσάνυχτα, η μυστηριώδης μαγνητική βαρύτητα που τους κρατά ακόμα κολλημένους σε ένα έδαφος ανάποδο θα χαθεί και θα γκρεμιστούνε όλοι και όλα στο άπειρο.

Οι ανάποδοι άνθρωποι της μικρής ανάποδης πόλης άρχισαν να κοιτιούνται με απορία μια που δεν είχαν πια κινητά και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές για να κοιτάξουν και να αναζητήσουν ειδήσεις, νέα, ειδοποιήσεις και άλλα μηνύματα, ούτε αυτοκίνητα και άλλα μέσα για να μετακινηθούν. Δεν υπήρχε κανένας ηλεκτρονικός τρόπος ή κόμβος για να τους εξηγήσει τι τους συμβαίνει και γιατί. Άρχισαν να σκέφτονται ότι ίσως να μην κοιτάχτηκαν ποτέ στα μάτια, να μην έδωσαν ποτέ τα χέρια, γιατί δεν ήξεραν να κοιτάζονται και ν’ αγγίζονται, γιατί προτιμούσαν να κοιτούν βαδίζοντας εικόνες ηλεκτρονικές και ν’ αγγίζουν οθόνες επαφής, ίσως γιατί ξέχασαν πώς να μιλούν ανθρώπινα γιατί έμαθαν να μιλούν άπταιστα σε μια άλλη γλώσσα που λέγεται ηλεκτρονική, αλλά ξέχασαν τη δική τους, ίσως γιατί ήξεραν μόνο να βυθίζονται αθόρυβα σε οθόνες φωτεινές και βουβά και μοναχικά να πληκτρολογούν.

Ρηχοφυτρωμένοι στη λίμνη του χρόνου ένιωθαν πως χάνονται με την ελαφρότητα και την προσωρινότητα του νούφαρου, έτσι όπως ανάποδα όλα τα κοιτούν στην αφρισμένη σιωπή της απεραντοσύνης, όπου μονολογούν κι αναρωτιούνται αν οι άνθρωποι έγιναν υπολογιστές ή οι υπολογιστές άνθρωποι.

Κι όταν η ανάποδη μέρα είχε πάρει για τα καλά τον δρόμο της, σκέφτηκαν αυτοί οι λογικοί πως αν όλοι οι τρελοί της γης κάθονταν με μιας πάνω στην τεντωμένη χορδή της λογικής τότε το παράλογο του κόσμου θα έσπαζε με μια στριγκλιά, έναν πάταγο και θα απελευθέρωνε ταυτόχρονα σμήνη από πλάσματα παράξενα, μισούς ανθρώπους, μισά πουλιά. Τότε άρχισαν να ταλαντεύονται πέρα-δώθε σαν λουλούδια στο απαλό τρέμουλο της γης κι η λύπη τους για την ανθρωπότητα άνοιξε από κάτω τους τις ομπρέλες του Θεού.

Καμία ασυμμετρία δεν θα ήταν πια γι’ αυτούς οδυνηρή και τα σκοτεινά δωμάτια της ζωής θα γίνονταν και πάλι φωτεινά, αυτοί δεν θα ήθελαν πια την ησυχία τους και τη δήθεν υπόληψή τους, ούτε να τους σώσει κάποιος από έναν κίνδυνο ανύπαρκτο. Οι τεχνολογικά κορεσμένοι δεν θα δαγκώνουν πια ποτήρια για να ματώσουν, ούτε θα τους καταπίνει διψασμένη η απάθεια ή η αδιαφορία και τις Κυριακές θα θυμούνται να ονειρεύονται και ν’ αναπνέουν.

Κάποτε μια νέα μέρα θα ξημερώσει και θ’ αρχίσει να χαράζει την τροχιά της επίμονα. Οι άνθρωποι της μικρής πόλης ξυπνώντας θα συνειδητοποιήσουν ότι δεν ήταν όλοι αυτοί, αλλά οι εαυτοί τους οι γυρισμένοι σαν νυχτερίδες ανάποδα.

 

Η Έλσα Κορνέτη γεννήθηκε στο Μόναχο. Σπούδασε Oικονομικά και εργάστηκε για μια δεκαετία ως δημοσιογράφος. Δημοσιεύει τακτικά δοκίμια, κριτικά κείμενα, ποιήματα, διηγήματα και μεταφράσεις. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί σε έντεκα γλώσσες. Έχει εκδώσει έντεκα βιβλία, εκ των οποίων τα οκτώ είναι ποιητικές συλλογές. Δύο ποιητικά βιβλία της, το Ένα μπουκέτο ψαροκόκαλα (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2009) και το Κονσέρβα μαργαριτάρι (Γαβριηλίδης, 2011), ήταν υποψήφια για το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Το τελευταίο ποιητικό της βιβλίο έχει τον τίτλο Αγγελόπτερα (Εκδόσεις Μελάνι, 2016). Μόλις κυκλοφόρησε η συλλογή διηγημάτων της Το νησί πάνω στο ψάρι (Μελάνι, 2020).

 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.