fbpx
Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού: «Το παιδί και η φύση του»

Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού: «Το παιδί και η φύση του»

Το βιβλίο της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού με τίτλο Το παιδί και η φύση του: Προς μια ποιητική παιδαγωγική (Εκδ. Γρηγόρη, 2019) αποτελεί μια όλως ιδιαίτερη πρόταση «ανάγνωσης» της φύσης του παιδιού και του παιδαγωγικού έργου. Θα προσεγγίσω το βιβλίο όχι μόνο με τη χαρά της ανάγνωσης, αλλά και με ενδελεχή προσοχή και κριτική πρόθεση διαπλέκοντας τα χαρακτηριστικά του με τις προσωπικές μου σκέψεις.



Το έργο χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος καλύπτεται από το ανάπτυγμα των θέσεων και των θεωρητικών αναζητήσεων της συγγραφέως. Το δεύτερο φιλοξενεί αποσπάσματα σημαντικών κειμένων διαφόρων στοχαστών, με άξονα την «παιδεία», από διαφορετικά σημεία θέασης και σχέσης με αυτήν. Τα δύο μέρη διαλέγονται μεταξύ τους και δημιουργούν μιαν ενδιαφέρουσα συμφωνία και αντιφωνία. Και ενώ η αφήγηση της συγγραφέως στο πρώτο μέρος μεταχειρίζεται προνομιακά, θέτει σε ρόλο πρωταγωνιστή και εστιάζει εσωτερικά στο παιδί, η αφήγηση στο δεύτερο μέρος διευρύνει την οπτική και εξετάζει το φαινόμενο «παιδεία» από μια ποικιλία θέσεων, που επιτρέπουν στον αναγνώστη να περιδιαβεί σε θεωρητικές αναγνώσεις της έννοιας μέσα στον χρόνο και τον χώρο, και συνεπώς σε ποικίλα πολιτισμικά συγκείμενα.

Το πρώτο μέρος διακρίνεται σε δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο διερευνάται σφαιρικά και εξονυχιστικά η σύσταση της παιδικότητας και στο δεύτερο παραδίδονται «μαθήματα» Ποιητικής Παιδαγωγικής.

Κατά τη γνώμη μου, το βιβλίο δεν ταξινομείται ειδολογικά εύκολα. Θα έλεγα ότι ανήκει περισσότερο στην κατηγορία του φιλοσοφικού δοκιμίου, στα όρια της επιστημονικής πραγματείας, με ροπή προς την ποιητική άρθρωση. Αυτό, γιατί οι βαθύτερες σκέψεις και τα υποκειμενικά συμπεράσματα της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού δεν αναπτύσσονται in vacuum, αλλά υποστηρίζονται συστηματικά από αναφορές σε άλλους επιστήμονες, παιδαγωγούς, ερευνητές, στοχαστές και καλλιτέχνες, φανερώνοντας την ευρυμάθεια και την εμβρίθεια της συγγραφέως. Η ιδιάζουσα τεκμηρίωση από ποικίλες πτυχές του επιστητού κάνει την αφήγηση γοητευτικά ανορθόδοξη. Η ποιητικότητα του λόγου της είναι ανάγλυφη σε πολλά σημεία.

Ο τίτλος του βιβλίου μού προκάλεσε μιαν αρχική «απορία», με την αριστοτελική έννοια, δηλαδή με μετέφερε σε μια κρίσιμη, διλημματική διασταύρωση, από την οποία ξεκινούσε μια νέα σειρά διακλαδώσεων, που οδήγησαν τη σκέψη μου σε πολλά πιθανά ερμηνευτικά και ανεξιχνίαστα μονοπάτια. Ποια ήταν αυτά τα μονοπάτια; Το σημείο εκκίνησης υπήρξε ο προσδιορισμός «Ποιητική», που συνόδευε την Παιδαγωγική. Η πρώτη εύλογη ερμηνεία ήταν αυτή που απορρέει από την κοινή χρήση της λέξης και αναφέρεται στη δημιουργία ενός ποιήματος, με εναλλακτικά επίθετα τα ακόλουθα: δημιουργική, ευαίσθητη, χαρισματική, εμπνευσμένη, ιδιοσυγκρασιακή (εφαρμόζοντας μετωνυμικά τους χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στον ποιητή ή στην πράξη της ποιητικής δημιουργίας). Από την άλλη, η ποίηση παραπέμπει συχνά στο δυσερμήνευτο και ερμητικό (σε σχέση με την τοποθέτηση του δημιουργού στην κλίμακα της αμεσότητας-κρυπτικότητας των νοημάτων του). Άρα, μήπως πρόκειται για μια Παιδαγωγική που δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή και απαιτεί πνευματικό μόχθο για την αποκρυπτογράφηση και την κατανόησή της; Ακόμα, σκέφτηκα ότι η λέξη μπορεί να μην παραπέμπει παρά στην ίδια τη μη συντελεσμένη φύση του παιδιού, που τελεί σε ποιητική –με την έννοια της ανάπτυξης– τροχιά, που ποιείται και διαμορφώνεται καθημερινά. Τέλος, διερωτήθηκα μήπως αφορά το όραμα, την ομορφιά, την αλήθεια. Εντέλει, για ποια από όλες τις παραπάνω διαστάσεις της πολύσημης αυτής λέξης ήταν ο λόγος;

Την απάντηση μου έδωσε η ανάγνωση του βιβλίου, επιβεβαιώνοντας την πολύτροπη φύση της ποίησης ως αναπόσπαστου στοιχείου του παιδικού ψυχισμού, που εμπεριέχει όλες τις παραπάνω δυνατές ερμηνείες. Είναι η ποίηση της «επανάστασης» της παιδικότητας απέναντι στην ενηλικιότητα, της επαναστατικής φύσης του παιδιού απέναντι στους ψυχαναγκασμούς και τα άκαμπτα απαγορευτικά όρια της ενήλικης πραγματικότητας, όπως εκφράζονται μέσα από τη θεσπισμένη παιδεία και τους εκπροσώπους της. Η παιδικότητα, ως σχεδόν συνώνυμο της ποίησης, με τη διαχρονική της υπόσταση, υπερβαίνει τα όρια της συμβατικής σημασίας της λέξης, καθώς η ποίηση καθαυτή ως πολιτισμικό προϊόν υπακούει σε κανόνες, ρεύματα και σχολές και καθορίζεται από χωροχρονικές συντεταγμένες.

Τολμώ να πω πως η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού είναι μια γνήσια εκπρόσωπος, άξια κληρονόμος και συνεχίστρια της ρομαντικής αντίληψης για το παιδί, που έχει τις ρίζες της στον Rousseau και στον Αιμίλιo και συνεχίζεται με τον μεγάλο Βρετανό ποιητή Wordsworth, χαράζοντας όλη τη Βικτοριανή περίοδο και εφεξής. Τα παιδί ως φύσει καλό, ο πρωταγωνιστικός ρόλος της φαντασίας στην αγωγή του, η επαφή του παιδιού με τη φύση μέσα από την οποία αυτό κατακτά τη γνώση (εν προκειμένω με έννοιες που σχετίζονται με το παιχνίδι στη φύση, όπως η ελευθερία, η χαρά κ.ά.), καθώς και η καταδίκη της τυποποιημένης εκπαίδευσης, αποτελούν το υπόστρωμα της παρούσας ρομαντικής προσέγγισης του παιδιού, κοινό με αυτήν των προπατόρων της.

 Επιλογικά θέλω να τονίσω ότι η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού παρέδωσε στην επιστημονική και, κυρίως, την παιδαγωγική κοινότητα ένα έργο που στηρίζεται στην Παιδαγωγική της αγάπης και συμβάλλει στην κατανόηση της παιδικής φύσης.

Η παιδικότητα ανάγεται σε μια εξιδανικευμένη ουσία της ανθρώπινης υπόστασης, που διαρκεί μέχρι τα όρια της ενηλικίωσης. Άχρονη και υπερ-ιστορική, αποτελεί την Εδέμ μιας αμόλυντης από τα πρέπει της κοινωνίας και προστατευμένης περιόδου της ύπαρξης, όπου δεσπόζει η φαντασία, η αγνότητα, το ένστικτο και η χαρά. Ο ενήλικος, διά παντός διωγμένος από τον παράδεισο της αλήθειας και εκπεσών, προσπαθεί να επιβάλει την ασπρόμαυρη λογική του, απορρίπτοντας το δικαίωμα στο λάθος και το γκρίζο. Μέσα από τις τοποθετήσεις της η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού αναφέρεται με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο σε σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες, όπως η πολλαπλή νοημοσύνη, ο πολυγραμματισμός, η διαφοροποιημένη μάθηση, η αξία του παιδικού ιχνογραφήματος και η θεωρία των κινήτρων. Προτείνει για τον δάσκαλο τη θέση όχι του κατόχου της μοναδικής αλήθειας, αλλά του διαμεσολαβητή-διευκολυντή, που θα προτρέψει και θα επιτρέψει στον μαθητή να αναζητήσει τον αληθή εαυτό του μέσα από την προσωπική του πορεία και τον δικό του ρυθμό.

Επιχειρώντας την καθιέρωση της «ποίησης» ως εναλλακτικού όρου της παιδικότητας, εντοπίζει σε αυτήν μια σειρά συστατικών: την ελευθερία, τη φαντασία, την άρση του ορθολογισμού, τον πειραματισμό, την αυταξία της ατομικότητας, το δημιουργικό λάθος, το χιούμορ, τον αυθορμητισμό στα όρια του παραλόγου, την επινοητική χρήση της γλώσσας, τον ανιμισμό, το όνειρο και την ονειροπόληση, την ακροβασία μεταξύ αισθητού και ιδεατού, τον παροντισμό και, πάνω από όλα, τα συναισθήματα, με κυρίαρχη την αγάπη, ως πρώτη ύλη και κινητήρια δύναμη. Εμβαθύνοντας περαιτέρω στα χαρακτηριστικά της παιδικότητας, η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού προσθέτει στα προηγούμενα την άμεση επαφή του παιδιού με το ασυνείδητό του, δηλαδή τη ροπή των παιδιών για άμεση ικανοποίηση των αναγκών τους, την έλλειψη αναστολών, την αυθεντικότητα της έκφρασής τους, μέχρι και την πλήξη, αναβαπτισμένη στην κατηγορία του χαρίσματος, την οποία και αποστιγματίζει. Επιπλέον, απενοχοποιεί τη μαθητική αδιαφορία και απάθεια, ως εκδήλωση της αντίδρασης του παιδιού στον ανοίκειο δασκαλίστικο λόγο, την επιθυμία για την αλήθεια, την έμφυτη περιέργεια, το ανατρεπτικό του γέλιο έναντι της ενήλικης σοβαρότητας, που δεν είναι παρά μια κανονικοποιημένη και τοξική μετάλλαξη της πραγματικότητας.

Στο δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, εξετάζονται διάφορα ερωτήματα που απασχόλησαν τους παιδαγωγούς διαχρονικά, όπως το δίλημμα «φύση ή αγωγή», που είχαν αναπτύξει επισταμένως οι σοφιστές, ή το δίλημμα της αμφιταλάντευσης της Παιδαγωγικής μεταξύ τέχνης και επιστήμης. Επίσης, η ίδια παραθέτει ενδιαφέρουσες και χρήσιμες συνάμα μελέτες περίπτωσης, όλες σε συμφωνία με την καταξιωτική προσέγγιση του μαθητή, την παροχή κινήτρων, την αναγνώριση της ιδιαιτερότητας και της αξίας του, την επιδοκιμασία της αποκλίνουσας σκέψης, τον μετριασμό της άσκησης της εξουσίας του δασκάλου, την επίδειξη σεβασμού προς τον μαθητή, την καλλιέργεια της υπευθυνότητας. Όλα τα παραπάνω μετατοπίζουν και αντικαθιστούν την έννοια της γνώσης με αυτήν της κατάκτησης κοινωνικών δεξιοτήτων και της καλλιέργειας της συναισθητικής κατανόησης. Βεβαίως, αναγνωρίζει τη δυσκολία του προτεινόμενου εγχειρήματος, το οποίο απαιτεί από τους δασκάλους αυτογνωσία, ψυχική ανθεκτικότητα και παιδαγωγική ευελιξία. Δεν αφήνει έξω από τον προβληματισμό της ούτε τη σχέση τεχνολογίας-παιδιού, της οποίας τον καθοριστικό χαρακτήρα αναγνωρίζει στην εποχή μας. Αντιπροτείνει σε αυτό την ανθρωποκεντρική υπόταξη της τεχνολογίας και το αντιστάθμισμα της έλξης που αυτή ασκεί στα παιδιά, με συμμετοχικές, ενεργητικές μαθησιακές διαδικασίες. Τέλος, αναφέρεται στη γνωστική εμπειρία ως εξίσου κοινωνική και ηθικοποιητική εμπειρία, διότι εμπεριέχει την πεποίθηση της δυνάμει διαρκούς βελτίωσης του ανθρώπου και καλλιεργεί την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά. Κλείνοντας την αφήγησή της και πριν δώσει τη σκυτάλη σε στοχαστές και οραματιστές της αγωγής, αναγνωρίζει την ποίηση ως οργανικό και αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας και του εκπαιδευτικού, η οποία και εξασφαλίζει την ανταποδοτική αλληλεπίδραση των δύο κόσμων, των παιδιών και των μεγάλων.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, όπως ήδη ειπώθηκε, φιλοξενούνται επιλεγμένα σημαντικά κείμενα διανοητών για την παιδεία και την Παιδαγωγική, που δείχνουν τη συστράτευση της συγγραφέως με τις παραδιδόμενες απόψεις. Η σκέψη τους διασταυρώνεται με αυτή στοχαστών από τη διεθνή κοινότητα, που προέρχονται από εξίσου ποικίλα θεωρητικά υπόβαθρα, πρωτίστως από αυτό της Παιδαγωγικής, όπως η Maria Montessori, της κριτικής παραφυάδας της, όπως ο Paulo Freire και o Ira Shor, της θεωρίας της αγάπης, όπως ο Leo Buscaglia, αλλά και από πολυσχιδείς προσωπικότητες, όπως ο Noam Chomsky, γλωσσολόγος και πολιτικός φιλόσοφος, ο Bertrand Russell, μαθηματικός, φιλόσοφος και ειρηνιστής, και άλλοι.

Επιλογικά θέλω να τονίσω ότι η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού παρέδωσε στην επιστημονική και, κυρίως, την παιδαγωγική κοινότητα ένα έργο που στηρίζεται στην Παιδαγωγική της αγάπης και συμβάλλει στην κατανόηση της παιδικής φύσης. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για όλους όσοι ασχολούνται με το παιδί, γονείς, κηδεμόνες και δασκάλους, και παρέχει εγγυήσεις για τη γεφύρωση του χάσματος και τη βελτίωση των μεταξύ τους σχέσεων, προς όφελος των kopsidaίδιων των παιδιών, της εκπαίδευσης, της κοινωνίας μας.

[O Κωνσταντίνος Δ. Μαλαφάντης είναι καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος.]

 

Το παιδί και η φύση του
Προς μια ποιητική παιδαγωγική
Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού
Εκδόσεις Γρηγόρη
270 σελ.
ISBN 978-960-612-218-7
Τιμή €17,00
001 patakis eshop

 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Αγάθη Γεωργιάδου – Κική Δεμερτζή – Σπύρος Κιοσσές: «Η διδασκαλία του ολόκληρου λογοτεχνικού έργου»

Τρεις διακεκριμένοι συνάδελφοι, η Αγάθη Γεωργιάδου, η Κική Δεμερτζή και ο Σπύρος Κιοσσές, ανέλαβαν και διεκπεραίωσαν, με τον πιο ιδανικό, θα λέγαμε, τρόπο, ένα θέμα που εδώ και δεκαετίες ταλανίζει...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Φώτης Καγγελάρης: «Μια Ιστορία της Τέχνης»

Πάντα υπάρχει μια συστολή όταν προλογίζεις ή προβαίνεις σε ερμηνευτικά σχόλια για το έργο του Φώτη Καγγελάρη και αυτό γιατί το έργο του, κινούμενο μέσα στη ριζική καινοτομία, γίνεται ένα άνοιγμα...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Δήμητρα Δήμου: «Η καντιανή ηθική στον σύγχρονο κινηματογράφο»

Σύμφωνα με τον Κώστα Ανδρουλιδάκη, καθηγητή στο Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, «η καντιανή ηθική φιλοσοφία είναι αναμφίβολα, από κοινού με την αριστοτελική ηθική...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.