fbpx
Giuseppe Tomasi di Lampedusa: «Μπάιρον»

Giuseppe Tomasi di Lampedusa: «Μπάιρον»

Αλλάζω τόσο πολύ, γίνομαι τα πάντα εναλλάξ και τίποτα για πολύ
– είμαι ένα τόσο παράξενο μείγμα καλού και κακού,
που θα ήταν δύσκολο κανείς να με περιγράψει

Έτσι μιλάει ο Μπάιρον για τον εαυτό του και έτσι αντιφατικό, αλλά θαυμάσιο, μας τον παραδίδει και ο Giuseppe Tomasi di Lampedusa (1896-1957) στο βιβλίο του.

Ο συγγραφέας, δούκας της Πάλμα και Πρίγκιπας της Λαμπεντούζα, επισκεπτόταν συχνά τη Ρώμη, όπου σε έναν κύκλο διανοουμένων μιλούσε για Γάλλους και Άγγλους συγγραφείς. Στο πλαίσιο αυτών των ομιλιών εντάσσεται και η διάλεξή του για τον Λόρδο Μπάιρον. Ο Λαμπεντούζα μάς είναι γνωστός κυρίως από τον περίφημο Γατόπαρδο, έργο-σταθμό στα ιταλικά γράμματα, που μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από έναν άλλο αριστοκράτη, τον Λουκίνο Βισκόντι, και έγινε σταθμός και στην ιστορία του κινηματογράφου.

Κοντεύουν 200 χρόνια από τον θάνατο του Μπάιρον (19 Απριλίου 1824), έχουν γραφτεί περισσότερες από 200 βιογραφίες και έχουν περάσει περισσότερα από 100 χρόνια από τότε που έγραψε ο Λαμπεντούζα, ούτε Άγγλος ούτε Έλληνας, αλλά ένας θαυμαστής που θα μελετήσει τη ζωή του ποιητή σε συνδυασμό με το έργο του, με το περιβάλλον, τις επιστολές του Χομπχάουζ και κάθε άλλη πηγή. Θα είναι όσο μπορεί πιο αντικειμενικός, αν και είναι δύσκολο. Ο Μπάιρον βρέθηκε στην Ιταλία, όταν στην πατρίδα του κατέρρεαν όλα, ο γάμος του διαλυόταν, η κοινή γνώμη στρεφόταν εναντίον του, η ομοφυλοφιλία του και η αιμομιξία του θα επέσυραν βαριά τιμωρία.

Είναι το δείγμα της κοινωνικής και ιδεολογικής γεωγραφίας της εποχής του· «τρελός, κακός και επικίνδυνος να τον γνωρίζεις» είπε η λαίδη Καρολάιν Λαμπ. Υπάρχουν βιογράφοι που ήθελαν να κάψουν τη βιογραφία του για να τον προστατέψουν και άλλοι που φέρνουν νέα στοιχεία για να φωτίσουν την προσωπικότητά του. Ανάλογα με τις εποχές και οι αποκαλύψεις. Στην Ελλάδα ο Μπάιρον είναι γνωστός κυρίως από την ιστορική ζωγραφική που απομνημονεύει τον αγώνα, συγκεκριμένα από τον πίνακα του Βρυζάκη· είχε καταφθάσει με μια σπετσιώτικη λέμβο, ενώ πλήθος κόσμου όλων των κοινωνικών κατηγοριών ζητωκραύγαζε με την ελπίδα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο. Γιατί ο Μπάιρον είναι πιο πολύ δικός μας αγωνιστής παρά Άγγλος ποιητής.

Διάσημος εραστής, όμορφος, τολμηρός, προκλητικός, αμφισβητίας πολιτικών, κοινωνικών και σεξουαλικών κανόνων, πνευματώδης. Τα είχε όλα εκτός από μέτρο, συμβιβασμό και ικανοποίηση. Ένας μεγάλος ποιητής, που χωρίζει την ευρωπαϊκή λογοτεχνία σε προ και μετά Μπάιρον εποχή· και, όπως ο Σαίξπηρ υπερέχει όλων των Ελισαβετιανών και ο Μίλτον των Πουριτανών, ο Μπάιρον είναι η προσωποποίηση του Ρομαντισμού. Η ζωή του είναι σημαντικότερη από το ίδιο το έργο του.

Τα είχε όλα εκτός από μέτρο, συμβιβασμό και ικανοποίηση.

Ό,τι ισχύει για τον Μπάιρον ισχύει και για τον Σέλεϊ, τον Κιτς, τον Μπλέικ και άλλους. Γεννήθηκε σε έναν κόσμο που αλλάζει. Η Αγγλία περνάει μεγάλη ηθική, εκκλησιαστική, κοινωνική κρίση. Ο βασιλιάς Γεώργιος Γ’ είναι τρελός, έχει οχτώ δίγαμους γιους, καταχρεωμένους και αδίστακτους, σαδιστές, βιαστές και φονιάδες, με παιδιά και από τους δύο γάμους. Το γενεαλογικό δέντρο του Μπάιρον είναι γεμάτο από άχρηστους προγόνους, ανίκανους, σπάταλους, απερίσκεπτους. Πατέρας του Μπάιρον είναι ο «τρελο-Τζακ»: σπατάλησε την περιουσία της γυναίκας του, απέκτησε τεράστια χρέη, το έσκασε με μια μικρή της αριστοκρατικής σκοτσέζικης οικογένειας Γκόρντον. Σπατάλησε τη νέα περιουσία, εγκατέλειψε σύζυγο και παιδί κι εξαφανίστηκε. Το αγόρι είχε κληρονομήσει την ομορφιά των Μπάιρον, αλλά όταν ήρθε η ώρα να περπατήσει, φάνηκε πως ήταν κουτσό. Η μητέρα του τον λάτρευε για την ομορφιά και την ευφυΐα του, αλλά τον χλεύαζε για την αναπηρία του. Όταν ένας εξάδελφός του δολοφονήθηκε στην Κορσική, ο Τζορτζ έγινε ο κληρονόμος μιας τεράστιας περιουσίας και ήταν δέκα ετών. Με τη μεγάλη κληρονομιά αλλάζει η ζωή του, εγκαθίσταται στο Νιούστεντ Άμπεϊ, φοιτά στο Χάροου-ον-δε-Χιλ, που μαζί με το Ίτον θεωρείται το πιο αριστοκρατικό σχολείο. Έχει το χάρισμα να κάνει εύκολα φίλους, να μαθαίνει γρήγορα, να νικάει στους καβγάδες με τους συμμαθητές του, να είναι εξαιρετικός αναβάτης και κολυμβητής. Μετά το Χάροου φοιτά στο Κέμπριτζ. Τα ίδια κι εκεί. Ομορφιά, κομψότης, γυναίκες, μεθύσια, θέατρα. Μαθαίνει εύκολα αραβικά, περσικά και νέα ελληνικά. Κυκλοφορεί δύο ποιητικές συλλογές –Φευγαλέοι στίχοι και Ώρες σχόλης– με τεράστια επιτυχία. Μετά την αποφοίτησή του εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου ζει παρομοίως. Γίνεται δεκτός στη Βουλή των Λόρδων, ορκίζεται, παίρνει λόγο, καταθέτει νομοσχέδιο για την κατάργησή της και φεύγει. Δεν θα ξαναπατήσει ποτέ. Φέρει όμως τον τίτλο του λόρδου.

Κι ενώ έχει αποφασίσει να μην ασχοληθεί ξανά με τη λογοτεχνία, μία πολύ κακή κριτική της ποίησής του από το περιοδικό Edinburgh Review τον κάνει έξω φρενών κι αποφασίζει να στρωθεί στο γράψιμο. Και τότε βρίσκει την αληθινή έμπνευση.

Το 1809 αρχίζει τη «μεγάλη περιοδεία» («grand tour»), την οποία έκαναν κατ’ έθος οι Άγγλοι αριστοκράτες. Ο Μπάιρον δεν ενδιαφέρεται στην περιοδεία αυτή για καλλιτεχνικούς θησαυρούς, παρά μόνο για γυναίκες. Ύστερα από μακρύ ταξίδι έφτασε στην Αθήνα, ένα χωριό. Δεν του έκανε εντύπωση ο Παρθενώνας, όμως οργίστηκε με τη λεηλασία του Έλγιν και τους Εγγλέζους, «έθνος από επηρμένους μαγαζάτορες». Στο σπίτι της χήρας Μακρή έκανε δεσμό και με τις τρεις κόρες της, η μεγαλύτερη δεκαπέντε ετών. Φτάνει στη Σμύρνη, πάει στην Τροία, διασχίζει κολυμπώντας το Στενό του Ελλησπόντου, επισκέπτεται τον Σουλτάνο, στου οποίου το πρόσωπο «καθρεφτίζονται όλες οι χαύνες ακολασίες». Επιστρέφοντας στην Αγγλία, γράφει μερικές φράσεις που αποτελούν και το μανιφέστο του Ρομαντισμού: «Ο μεγάλος στόχος της ζωής είναι η αίσθηση – να νιώθουμε ότι υπάρχουμε, ακόμα κι αν πονάμε». Στην κηδεία της μητέρας του συνάντησε πρώτη φορά την ετεροθαλή αδελφή του, Αυγούστα. Ψηλή, ξανθιά, κοκκινομάλλα με ένα στόμα κόκκινο κι ευωδιαστό σαν φράουλα. Δεν είχαν ποτέ τους ξανασυναντηθεί, άρα μπορεί να την ερωτευτεί.

Ο Λαμπεντούζα θα αναφερθεί σε όλες τις ερωτικές και θυελλώδεις σχέσεις του στην Ελβετία με τον Σέλεϊ, με τις γυναίκες, τις ερωμένες και τα παιδιά τους, στην Ιταλία – στην Πίζα και στη Βενετία, όπου κολυμπούσε με τα ρούχα πλάι στις γόνδολες. Ο πνιγμός του Σέλεϊ θα τον καταρρακώσει· ο Μπάιρον θα του κάνει ομηρική ταφή-καύση στην παραλία. Στη Γένοβα θα γνωρίσει τον πρίγκιπα Μαυροκορδάτο και θα ενστερνιστεί την ιδέα της ελευθερίας της Ελλάδας. Μισθώνει καράβι και με μερικούς φίλους κι ένα μπαούλο λίρες φτάνει στο Μεσολόγγι. Τώρα πια ο Μπάιρον φαίνεται πως εξαγνίζεται από τις παλιές του αμαρτίες. Ο θάνατος τον εμπόδισε να δει το αποτέλεσμα. Στην Αγγλία κυριάρχησε το αίσθημα της μεταμέλειας, ο Τένισον έτρεξε στο σπίτι του και έγραψε στον κορμό μιας βελανιδιάς: «Μπάιρον, συγχώρεσέ μας». Οι επίσημες αρχές της Αγγλίας όμως αρνήθηκαν να επιτρέψουν την ταφή του στο αβαείο του Γουεστμίνστερ, το Edinburgh Review, που είχε δεχτεί μια σκληρή κριτική από τον Μπάιρον, έγραψε ένα «κατάπτυστο άρθρο», ο Χομπχάουζ έφτασε στην Αγγλία έναν μήνα μετά, μεταφέροντας τον ανολοκλήρωτο Δον Ζουάν, τα ιδιόχειρα απομνημονεύματα και ένα μεγάλο κιβώτιο. Τα απομνημονεύματα κάηκαν μπροστά στη χήρα και την Αυγούστα, που δεν χαιρετήθηκαν κι έμειναν αμίλητες μέχρι να καούν τελείως οι μαρτυρίες τους. Το κιβώτιο περιείχε 300 μινιατούρες σε θήκη από μαροκινό δέρμα, πράσινο για τα πορτρέτα της οικογένειας, γαλάζιο για τους φίλους και κόκκινο για τις ερωμένες. Η θήκη της Αυγούστας είναι πράσινη, αλλά από μέσα είναι κόκκινη. Οι μινιατούρες αυτές βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο στο Νιούστεντ.

Ο Λαμπεντούζα θεωρεί τον Μπάιρον ως τον πρώτο που εισήγαγε τον «εξωτισμό σε έκφραση αισθήματος της εξέγερσης, της ανησυχίας, της απέχθειας απέναντι στην οργανωμένη κοινωνία», του ρομαντικού μυστηριώδους ήρωα που πλήττεται από συμφορές, του αξιοθαύμαστου επαναστάτη. Ήταν οπαδός της προσωδίας, ένας στιλίστας του 19ου αι. που όμως έριχνε καινούριο κρασί σε παλιά βαρέλια, λάθος το οποίο απέφυγαν και ο Ουγκό και ο Γκαίτε. Ο g lampedusaΛαμπεντούζα πιστεύει πως από τον Μπάιρον θα μείνει ο Δον Ζουάν, από τα: Γκιαούρ, Λάρα και Κάιν μόνο αποσπάσματα, ενώ θα μείνει σχεδόν ολόκληρο το Τσάιλντ Χάρολντ, όπου πρώτη φορά ένας νεαρός Ευρωπαίος αντιλαμβάνεται ότι οι πολιτισμοί είναι φθαρτοί – και ο Χάρολντ κουβαλούσε μέσα του το σαράκι του μαρασμού, όπως ο ίδιος ο Μπάιρον και όλοι οι ήρωές του.

Η Εισαγωγή, το χρονολόγιο, οι λεπτομέρειες, η ωραία μετάφραση και στο εξώφυλλο η ξυλογραφία του Χρήστου Δαγκλή, Πορτραίτο Βύρωνος, 1942, κάνουν το βιβλίο ένα υπέροχο ταξίδι.

 

Μπάιρον
Giuseppe Tomasi di Lampedusa
Μετάφραση: Δήμητρα Δότση
Αιώρα
128 σελ.
ISBN 978-618-5369-35-4
Τιμή €11,00
001 patakis eshop

Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Άλλα κείμενα:

 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
Anne Plantagenet: «Η μοναδική Μαρία Καζαρές»

Υπάρχει η νιότη. Υπάρχει το γήρας. Επέλεξα να γεράσω στο μεσουράνημά μου. Μαρία Καζαρές Βιβλίο-βιογραφία μιας σπουδαίας γυναίκας, που έζησε πλάι αλλά και στη σκιά του Αλμπέρ Καμύ. «Η φωνή της είναι σκοτεινή,...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
«Προσωπικό αρχείο αρχηγού ΕΔΕΣ στρατηγού Ναπολέοντος Ζέρβα (περιόδου 1942-1944)»

Ο Ναπολέων Ζέρβας (Άρτα, 1891 – Αθήνα, 1957), στρατιωτικός, κινηματίας, ιδρυτής-αρχηγός του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ) και πολιτικός, υπήρξε ένα από τα πλέον συζητημένα πρόσωπα του 20ού...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.