fbpx
Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ: «Ένα καράβι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα»

Oskar Emil Tudeer: «Ένα καράβι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα»

Στο βιβλίο του Βασίλη Λέτσιου και της Μαρίας Μαρτζούκου Ένα καράβι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα: Ο Φινλανδός περιηγητής Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ στην Ελλάδα και το Χισαρλίκ (1881-1882), από τις Εκδόσεις Ασίνη, παρουσιάζονται –πρώτη φορά στα ελληνικά– άρθρα και επιστολές του Φινλανδού ελληνιστή Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ (1850-1930) από την περιήγησή του στην Ελλάδα –κυρίως στις Κυκλάδες– και το Χισαρλίκ (1881-1882).

Πριν διαβάσω το βιβλίο, πίστευα ότι θα είναι ενδιαφέρον από τη σκοπιά της ιστορίας της Αρχαιολογίας, και πράγματι είναι. Έχει, ωστόσο, και άλλες πολύ ενδιαφέρουσες πτυχές, τις οποίες θα αναπτύξω στη συνέχεια. Σημειωτέον ότι η παρουσίαση αυτή επικεντρώνεται στο ταξίδι του Όσκαρ Τουντέερ στην Ελλάδα, δηλαδή κυρίως στο ταξίδι στις Κυκλάδες, όπου επισκέπτεται την Τήνο, τη Μύκονο, τη Δήλο και την Πάρο, πριν επιστρέψει στον Πειραιά μέσω Σύρου.

Ο Τουντέερ φθάνει στην Ελλάδα σε μία εποχή, όπου τα αρχαιολογικά πράγματα παίζουν ρόλο και στη δημόσια ζωή. Πράγματι, ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την ίδρυση σημαντικών θεσμών για την αρχαιολογία, όπως η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η Αρχαιολογική Εταιρεία, ξένες αρχαιολογικές σχολές, η ίδρυση του Πανεπιστημίου με έδρα Αρχαιολογίας. Και όλα αυτά με έντονες τις ιδεολογικές διαφωνίες μεταξύ των αντιλήψεων των Κ. Παπαρρηγόπουλου και Σ. Ζαμπέλιου από τη μία πλευρά και του Στ. Κουμανούδη από την άλλη για την πρόσληψη του παρελθόντος, την ένταξη της μεσαιωνικής ιστορίας σε αυτό το ελληνικό παρελθόν, μέχρι την περίπτωση του Γεωργίου Λαμπάκη, του πρωτοπόρου μελετητή των βυζαντινών μνημείων στην Ελλάδα, ο οποίος επιστρέφει στην Ελλάδα την ίδια περίπου εποχή που ο Τουντέερ πραγματοποιεί αυτό το ταξίδι.

Η Ακρόπολη έχει μετατραπεί από δεκαετίες από οχυρό σε αρχαιολογικό χώρο και φυλάσσεται από βετεράνους του αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας.

Η ίδια περίπου περίοδος χαρακτηρίζεται από την επέκταση του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος για πρώτη φορά και σε μνημεία εκτός Ακροπόλεως, σε άλλα μνημεία της Αθήνας, της Αττικής ή της επαρχίας, όπως η στερέωση κίονα από την πρόσοψη της Στοάς του Αδριανού, όπως αποκαλούσαν τότε τη Βιβλιοθήκη, ενώ το 1866-7 πραγματοποιούνται από τη γαλλική κυβέρνηση εργασίες στο μνημείο του Λυσικράτους, απομακρύνοντας τα τελευταία κατάλοιπα της Μονής των Καπουτσίνων γύρω από το μνημείο.

Οπωσδήποτε η ίδρυση των ξένων αρχαιολογικών σχολών επίσης παίζει σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των ελληνικής αρχαιολογικής κληρονομιάς. Η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή ιδρύθηκε ήδη από το 1846 και το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο το 1874, ενώ η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών ιδρύθηκε το 1882. Αυτές αποτελούν και τις πρώτες ξένες αρχαιολογικές σχολές στην Ελλάδα.

Η σύγκριση των ανθρώπων με τα αρχαία αγάλματα και ο θαυμασμός του για την ομορφιά τους δείχνει, χωρίς αμφιβολία, τον ιδεαλισμό με τον οποίο συμμετέχει σε αυτό το οδοιπορικό.

Αυτή την περίοδο αρχίζει να υπάρχει ένα ενδιαφέρον και για τον περιβάλλοντα χώρο των αρχαιοτήτων. Το 1881, η Αρχαιολογική Εταιρεία ζητά από την κυβέρνηση να μη χτίζονται νέες οικοδομές κοντά στις αρχαιότητες και στα 1886 προτείνει να σταματήσει η λατόμευση των αθηναϊκών λόφων. Σε αυτή την εποχή, δηλαδή, συγκροτείται η ελληνική εθνική ταυτότητα αλλά και το τοπίο, αρχαιολογικό και φυσικό, στην Ελλάδα.

Την ίδια περίοδο συγκροτείται και η φινλανδική εθνική ταυτότητα. Για τον Τουντέερ η Ελλάδα είναι ένας ιδεατός τόπος. Σημειώνει ο Β. Λέτσιος στην Εισαγωγή του: «Για τον Τουντέερ η πνευματικότητα της Δήλου, που είναι ο απώτερος στόχος του ταξιδιού στις Κυκλάδες, είναι το ζητούμενο σε σχέση με τη θεώρηση του κόσμου των συγχρόνων του Φινλανδών». Επομένως η μελέτη ενός εθνικού παρελθόντος, όπως το ελληνικό, μπορεί να αξιοποιηθεί ως παράδειγμα και για τους Φινλανδούς (σελ.22-23).

Επίσης, είναι πολύ ενδιαφέρουσα η παρατήρηση ότι «ο Τουντέερ προσηλώνεται στα αρχαία ευρήματα, προπαντός τα μαρμάρινα αγάλματα που αναπαριστούν ανθρώπινες μορφές […] και τους ίδιους τους ανθρώπους παρατηρεί με ανάλογο ενθουσιασμό και σχολαστικότητα ως προς το παρουσιαστικό τους, τη συμπεριφορά τους, τις πεποιθήσεις τους» (σελ.25).

Πράγματι, φαίνεται ότι ο Τουντέερ έχει μελετήσει τη βιβλιογραφία, αναφέρει παραδείγματα από άλλες θέσεις για να συγκρίνει, αξιολογήσει και κατατάξει τεχνοτροπικά και χρονολογικά τα μνημεία που περιγράφει. Ακολουθεί δηλαδή απόλυτα μία επιστημονική μεθοδολογία και αυτό είναι μάλλον αδιαμφισβήτητο.

Όμως ο ιδεατός χαρακτήρας της Ελλάδας αποτυπώνεται στο κείμενό του. Μιλώντας για αρχαία αγάλματα από τη Δήλο που βρίσκονταν στο μουσείο της Μυκόνου, αναφέρει: «Να αναφερθούμε εδώ σ’ ένα κεφάλι γυναίκας μεγαλύτερο του φυσικού μεγέθους, συγκινητικής ομορφιάς. Ούτε το πρόσωπο ούτε το ένδυμα δείχνουν την εύθραυστη ομορφιά κάποιας κόρης, αλλά μάλλον την πολύτιμη μορφή κάποιας ώριμης γυναίκας. Τα μαλλιά είναι λεία, η χωρίστρα στη μέση, τα μισοσκεπάζει ένα πέπλο, όλα απλά, απέριττα. Το υπέροχο πρόσωπο εκπέμπει την ανωτερότητα θεάς και την ευσπλαχνία μητέρας, συγχρόνως όμως και μιαν αδιόρατη χροιά θλίψης, που το κάνει τόσο γλυκό» (σελ.93).

Πρόκειται για μία βιωματική προσέγγιση ενός τοπίου, που περιλαμβάνει και την αρχαιότητα αλλά και το σήμερα, τους ανθρώπους και τη φύση.

Ο Τουντέερ μοιάζει να αναζητά το ωραίο, να βρίσκεται σε μία αναζήτηση της ομορφιάς – και όχι μόνο των αρχαίων αγαλμάτων. Αναφέρει: «Γρήγορα προσέξαμε πως η Μύκονος είναι ένα από εκείνα τα σπάνια μέρη στα οποία συναντά κανείς γυναίκες μ’ αυτό το υπέροχο σχήμα προσώπου που θαυμάζουμε στα μαρμάρινα αγάλματα, τα οποία απεικονίζουν τις θεές της αρχαίας Ελλάδας» (σελ.74). Σε ένα άλλο σημείο, τονίζει: «Οι Έλληνες της υπαίθρου, και εννοώ τους άντρες, είναι πολύ όμορφοι» (σελ.60). Η σύγκριση των ανθρώπων με τα αρχαία αγάλματα και ο θαυμασμός του για την ομορφιά τους δείχνει, χωρίς αμφιβολία, τον ιδεαλισμό με τον οποίο συμμετέχει σε αυτό το οδοιπορικό.

Ωστόσο, σε άλλο σημείο αναφέρει: «Όποιος βρεθεί μια φορά στην κορυφή κάποιου βράχου σ’ ένα ελληνικό νησί και κοιτάξει τον ήλιο να δύει και τη μενεξεδιά θάλασσα, ξεχνάει αμέσως τις μνήμες της αρχαιότητας και τη βιασύνη του σήμερα και το μόνο που θυμάται είναι η απέραντη μεγαλοπρέπεια και η ομορφιά της φύσης» (σελ.63). Παρουσιάζω μόνο αυτό το σύντομο απόσπασμα, το οποίο μας επιτρέπει να καταλάβουμε, όπως άλλωστε τονίζεται και στο σχετικό εισαγωγικό κείμενο του Βασίλη Λέτσιου, ότι πρόκειται για κάτι περισσότερο από μία αρχαιολογική περιήγηση. Πρόκειται για μία βιωματική προσέγγιση ενός τοπίου, που περιλαμβάνει και την αρχαιότητα αλλά και το σήμερα, τους ανθρώπους και τη φύση.

Δείχνει ενδιαφέρον ακόμη και για τις θρησκευτικές τελετές, καθώς το ταξίδι στις Κυκλάδες πραγματοποιείται τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα. Σημειώνω ένα απόσπασμα από την επίσκεψη στη μονή της Παναγίας στην Τήνο: «Από τα ψηλά παράθυρα του καθολικού της μονής διακρινόταν το φως των κεριών που τρεμόπαιζε. Έξω, στον περίβολο της μονής, αλλά ιδιαίτερα στην αγορά μπροστά, ήταν αναμμένες αρωματικές δάδες, άνθρωποι τριγύριζαν εδώ και εκεί» (σελ.64). Και πιο κάτω: «Στη φωτισμένη εκκλησία οι ιερείς έψαλλαν και ο καπνός από τα λιβάνια έφτανε ψηλά, ως την οροφή» (σελ.64). Οπωσδήποτε δεν του τραβούν το ενδιαφέρον τα βυζαντινά μνημεία, αν και αναφέρεται σε ερειπωμένες εκκλησίες στην Πάρο, ενώ σημειώνει κάποια στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής: «Στοιχείο της μυκονιάτικης αρχιτεκτονικής είναι, βλέπετε, και οι στενές πέτρινες σκάλες που οδηγούν στους πάνω ορόφους των σπιτιών, όπου βρίσκονται τα κυρίως δωμάτια, και κάνουν τους στενούς δρόμους ακόμα στενότερους» (σελ.74).

Για τον Τουντέερ υπάρχει η κλασική αρχαιότητα, η οποία συνδέεται φαντασιακά με την Ελλάδα της εποχής του.

Μπορεί όμως κάποιος να δει και τα μυθιστορηματικά στοιχεία στην αφήγησή του. Η αφήγηση έχει τη μορφή ημερολογίου, όπου οι ταξιδιωτικές πληροφορίες εναλλάσσονται με ιστορικές, τεχνοϊστορικές, εθνολογικές και φιλολογικές αναφορές. Στην αρχή του ταξιδιού συγκροτείται μία συντροφιά που ταξιδεύει, συνεργάζεται, έχει αποτυχίες, αλλά και επιτυχίες… Ο Γερμανός αρχαιολόγος Φούρτεβενγκλερ, ειδικός στη γλυπτική, είναι ο πρώτος σύντροφός του, ενώ ο νεαρός Ολλανδός φιλόλογος Μπουασσεβέν ολοκληρώνει τη συντροφιά. Σε όλο το ταξίδι υπάρχουν χαρακτήρες που συμβάλλουν σε δραματικές εναλλαγές, ο καπετάνιος από την Τήνο τούς ξεγελά, αλλά ο δήμαρχος της Μυκόνου αναδεικνύεται σε σωτήρα τους. Ο βαρκάρης από τη Μύκονο και ο αρχαιοφύλακας από τη Δήλο σχεδόν συνωμοτούν για να τους οδηγήσουν πίσω στη Μύκονο επικαλούμενοι τον… Θεό. Αναφέρει ο Τουντέερ: «Τότε ο βαρκάρης έδειξε σαν να είδε ξαφνικά όραμα, πως ο Θεός δεν θα του επέτρεπε Μεγάλο Σάββατο να μείνει περισσότερη ώρα μακριά από το αγαπημένο του σπίτι και την αξιαγάπητη κυρά του. Στρίψαμε, βλέπετε, κάτι που μας φάνηκε περίεργο, αλλά εμείς ήμασταν λίγο αργόστροφοι και δεν καταλάβαμε εγκαίρως τι σήμαινε αυτή η στροφή, ούτε και θέλαμε να εκφράσουμε τις αμφιβολίες μας πριν βεβαιωθούμε. Δεν είχαμε όμως πια καιρό να το σκεφτούμε ούτε και να αντιδράσουμε, γιατί η βάρκα μας πετούσε ήδη με ανοιχτά όλα της τα πανιά ανάμεσα από τα μαύρα βράχια με προορισμό το λιμάνι της Μυκόνου» (σελ.116).

tudeerΤελικά φαίνεται ότι τουλάχιστον το ταξίδι αυτό στις Κυκλάδες είναι για τον Τουντέερ ένα οδοιπορικό στην ομορφιά, στην ομορφιά της κλασικής αρχαιότητας, στην ομορφιά των Ελλήνων και Ελληνίδων, στην ομορφιά της φύσης. Κλείνει αυτή την αφήγηση με εικόνες: «Η ροδοδάχτυλος Ηώς κλείνει τόσο γλυκά στη φιλεύσπλαχνη αγκαλιά της τον λαμπερό ουρανό, τη βρεγμένη γη και τη λαμπερή θάλασσα. Καθώς πλησιάζουμε στον βράχο της Ακρόπολης, ο ήλιος έχει ήδη ανατείλει» (σελ.132).

Πιστεύω ότι η συναρπαστική γλώσσα της Μαρίας Μαρτζούκου και ο επιστημονικός μεστός λόγος του Βασίλη Λέτσιου σε αυτή την καλαίσθητη έκδοση, με τη φροντίδα του Δημήτρη Μπαχάρα, μπορούν να επιτρέψουν σε πολύ διαφορετικούς ανθρώπους να ταξιδέψουν μέσα από τα μάτια του Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ.

 

Ένα καράβι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα
Ο Φινλανδός περιηγητής Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ στην Ελλάδα και το Χισαρλίκ (1881-1882)
επιμέλεια: Βασίλης Λέτσιος, Μαρία Μαρτζούκου
Ασίνη
286 σελ.
ISBN 978-618-5346-00-3
Τιμή €16,00
001 patakis eshop

 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
Anne Plantagenet: «Η μοναδική Μαρία Καζαρές»

Υπάρχει η νιότη. Υπάρχει το γήρας. Επέλεξα να γεράσω στο μεσουράνημά μου. Μαρία Καζαρές Βιβλίο-βιογραφία μιας σπουδαίας γυναίκας, που έζησε πλάι αλλά και στη σκιά του Αλμπέρ Καμύ. «Η φωνή της είναι σκοτεινή,...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
«Προσωπικό αρχείο αρχηγού ΕΔΕΣ στρατηγού Ναπολέοντος Ζέρβα (περιόδου 1942-1944)»

Ο Ναπολέων Ζέρβας (Άρτα, 1891 – Αθήνα, 1957), στρατιωτικός, κινηματίας, ιδρυτής-αρχηγός του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ) και πολιτικός, υπήρξε ένα από τα πλέον συζητημένα πρόσωπα του 20ού...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.