fbpx
«Η σημειολογία της λέξης “χαρτί”» της Ανθούλας Δανιήλ

«Η σημειολογία της λέξης “χαρτί”» της Ανθούλας Δανιήλ

Χαρτί υγείας και άλλη χαρτική ύλη

Για τον διορισμό μου στη Μέση Εκπαίδευση έπρεπε, εκτός από το πτυχίο, να καταθέσω κι ένα πιστοποιητικό υγείας. Κάθε μέρα, για κάμποσες μέρες, έτρεχα από γιατρό σε γιατρό για να εξασφαλίσω το μαγικό «χαρτί», που βεβαίωνε τη σωστή κατάσταση της υγείας μου. Πιστοποιητικό δηλαδή, αλλά εγώ για ευκολία, και καθόλου για να το υποτιμήσω, το έλεγα «χαρτί υγείας». Και βέβαια η λέξη έχει το σημαίνον και τα σημαινόμενά της, αρχίζοντας από το απλό υλικό, το χαρτί, και φτάνοντας στο επίσημο διαπιστευτήριο, δίπλωμα, άδεια, πτυχίο. Διάβαζε να πάρεις ένα «χαρτί» στα χέρια σου, ακούγαμε συχνά. Αγόρασα το κτήμα και έχω «χαρτιά» στα χέρια μου, δηλαδή συμβόλαια. Θα σε τυλίξω σε μια κόλλα χαρτί, δικαστική απόφαση-ποινή. Για κάθε πράγμα, λοιπόν, υπάρχει η λέξη που νοηματοδοτεί και ερμηνεύει μια πραγματικότητα, ανάλογα με την περίσταση και το γλωσσικό περιβάλλον του λέγοντος ή γράφοντος.

Με το παραπάνω σημαίνον όμως, το χαρτί υγείας, συνδέονται μερικά επεισόδια που τότε τα θεωρούσα κωμικά, τραγελαφικά και απαράδεκτα, και τώρα ήρθε η ώρα να δω πόσο λάθος είχα.

Επεισόδιο πρώτο

Φιλοξενηθήκαμε, κάποτε, η αδελφή μου κι εγώ στο σπίτι της γιαγιάς του μπαμπά μας, σ’ ένα χωριό της Κορινθίας. Η γιαγιά, αγνώστων χειμώνων τα χιόνια της, ήταν κοτσονάτη και δυνατή και πήγαινε μόνη της στη βρύση να πλύνει την αβασταγή της, σαν τη γριά Λούκαινα του Παπαδιαμάντη, με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο. Οι βρύσες, τρεις κρουνοί με λιονταρίσιο στόμα, έτρεχαν μέρα-νύχτα. Ήταν ένα αξιοθέατο που σήμερα πια καθόλου, μα καθόλου δεν υπάρχει, το έχει ο χρόνος καταπιεί.

Η αδελφή μου κι εγώ σκεφτήκαμε πως ήταν ντροπή να αφήσουμε τη γιαγιά να κάνει μόνη της τη δουλειά, και τρέξαμε, σαν αστικά καλά κι ευγενικά κορίτσια, να τη βοηθήσουμε. Υπολογίζοντας μάλιστα με δέος την ηλικία της, τη φτιαξιά της, γριά, άδειο σακί, μόνο κόκαλα, χωρίς μπαστούνι όμως, σαν εκείνη την ξερακιανή Συριανή που έσερνε στην ανηφόρα το βαρέλι της, στο «Ξεστούπωμα» του Ροΐδη, πήγαμε· κι αυτή, μόλις μας είδε, έγινε έξω φρενών και μας έδιωξε, γιατί θα γινόταν ρεζίλι στο χωριό· «Η γριά Σούταινα δεν μπορεί να πλύνει μόνη της τα ρούχα κι ήρθαν οι Αθηναίες να βοηθήσουν!». Οποία ντροπή! Αυτή την εκδοχή καθόλου δεν την είχαμε φανταστεί. Όταν η σούπερ γιαγιά ήρθε στο σπίτι κουβαλώντας τη σκάφη με την καθαρή και λαμπερή μπουγάδα της, μας ξανακατσάδιασε, στα αρβανίτικα, γλώσσα ακατάληπτη, που μόνο από τις εκφράσεις καταλάβαμε ότι ήταν λόγια θυμού, για την προσβολή που της είχαμε κάνει.

Αυτή λοιπόν η γιαγιά, όταν η κόρη της έστρωνε το τραπέζι και έβαζε τις χαρτοπετσέτες πλάι στο πιάτο, ερχόταν, τις μάζευε όλες και, μαζί με το υπόλοιπο πακέτο, τις πετούσε στην αυλή και έλεγε λόγια θυμωμένα, στα αρβανίτικα πάντα, που η κόρη της, εντριβής περί την γλώσσα της γιαγιάς, όπως ο ψαράς του Παπαδιαμάντη ήταν «εντριβής περί την γλώσσαν των φωκών», μας μετέφρασε: «Παλιόχαρτα! Θα λέει ο κόσμος ότι η γριά Σούταινα δεν μπορεί να πλύνει τις πετσέτες και βάζει στο τραπέζι ψεύτικες».

Επεισόδιο δεύτερο

Στα χρόνια της γυναικείας απελευθέρωσης, της άνεσης, του δε βαριέσαι και άσε τις αστικές τυπικούρες στην άκρη, βρεθήκαμε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη, όπου ζούσε φιλική οικογένεια και μας κάλεσε να φάμε μουσακά. Σπεύσαμε μετά χαράς. Όμως, μόλις φτάσαμε μας ειδοποίησαν ότι ο μουσακάς, για κάποιο λόγο, έγινε μακαρόνια με κιμά. Δεν πειράζει καθόλου. Σημασία είχε η παρέα. Μια δεύτερη, ωστόσο, μικρή, πολύ μικρή, αλλά αισθητή ανωμαλία, προέκυψε ξαφνικά. Δεν υπήρχαν χαρτοπετσέτες. Ε, και; Η νοικοκυρά άνοιξε την ντουλάπα και έβγαλε τις πετσέτες της προίκας της, τις λινές, λευκές, κολλαριστές και τις έβαλε στο τραπέζι. Όλα απλά καθημερινά, τελείως πρόχειρα, και οι πετσέτες σαν να ήταν στην τραπεζαρία των Γάμων του Φίγκαρο ή του Πύργου του Ντάουντον, με το μονόγραμμα στην άκρη… σαν εκείνες της Ρεβέκκας της Δάφνης ντι Μοριέ. Η Ρεβέκκα, αν θυμάστε, είχε βάλει παντού το μεγαλόπρεπο καλλιγραφημένο μονόγραμμά της: R.

Εμείς, οι προσκεκλημένοι, υπολογίζοντας τη νοικοκυρά και τον κόπο να πλύνει, να σιδερώσει και να ξανακολλάρει τις πετσέτες, τόσες πετσέτες, συνεννοηθήκαμε με την αδελφή της και πήραμε το χαρτί υγείας, το οποίο κρυφογελώντας διακινούσαμε κάτω από το τραπέζι, ερήμην της. Όταν εκείνη το πήρε είδηση, το άρπαξε για να το πετάξει πέρα, εμείς παλεύαμε να της το πάρουμε κι εκείνο ξετυλίχτηκε σαν πλατιά λευκή σερπαντίνα πάνω στα μακαρόνια, τις σάλτσες, τις σαλάτες και τα ποτά, ελικοειδές, φαρδύ, λερό φίδι. Και αφού τα κάναμε όλα σαν τη λέξη του Καμπρόν, κοινώς σκ…, (έξω απ’ το τραπέζι), αρχίσαμε να μαζεύουμε ό,τι μπορούσαμε να σώσουμε, στην αρχή με αμηχανία, αλλά κάνοντας τις αναγκαίες αναγωγές στο είδος και στη χρήση, ξεσπάσαμε, τελικώς, σε ένα γέλιο καθαρτικό, που χρόνια μετά το συζητούσαμε και ξαναγελούσαμε με το ανοίκειο του πράγματος.

Όμως, ποτέ τα πράγματα δεν έχουν μία ανάγνωση, ποτέ δεν είναι έτσι όπως απλώς φαίνονται.

Επεισόδιο τρίτο

Φίλος λογοτέχνης κι εγώ επισκεφτήκαμε άλλον φίλο λογοτέχνη, που είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Ευρώπη και στην Αμερική. Καθίσαμε στο σαλόνι, το οποίο επικοινωνούσε με την τραπεζαρία-κουζίνα και όπου, ενώ εμείς συζητούσαμε τα δικά μας, αισθανόμασταν μεγάλη κινητικότητα στα ενδότερα· οι γυναίκες του σπιτιού κάτι ετοίμαζαν με πολύ θόρυβο. Εμείς ανταλλάξαμε βλέμματα. Λες να μας κάνουν το τραπέζι; Πάντως τίποτα δεν έδειχνε ότι ετοιμαζόταν κάτι τέτοιο, εφόσον το μεγάλο τραπέζι από ξύλο καρυδιάς σε στιλ ανγκλέ, χωρίς τραπεζομάντιλο, ήταν φορτωμένο με χίλια πράγματα: μια ηλικιωμένη κατσαρόλα μες στη μέση, πιάτα, ποτήρια, βιβλία φύρδην μίγδην κι ένα ρολό υγείας, σαν λευκός πύργος, σε εμφανή θέση.

Ρολό υγείας πάνω στο τραπέζι; Κρυφογελούσαμε, μέχρι που οι δύο γυναίκες κάθισαν μπροστά σε ένα μπολ με καροτοσαλάτα και άρχισαν να τρώνε. Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν! Το χαρτί υγείας πηγαινοερχόταν από τη μία στην άλλη για να σκουπίζουν χέρια, μύτη, στόμα. Ουδεμία ενόχληση από την παρουσία μας και τη συζήτησή μας. Το γεγονός το σχολιάζαμε χρόνια και γελούσαμε, κάνοντας τους αναγκαίους παραγωγικούς συνειρμούς.

Όμως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και να που ο κορονοϊός μού έδωσε την απάντηση τώρα, για κείνο που μου φαινόταν παράξενο τότε.

Επεισόδιο τέταρτο

Φίλη και γειτόνισσά μου έχει δύο παιδιά, παντρεμένα με παιδιά. Μια κόρη στην Αγγλία και έναν γιο στην Αμερική. Και ο τόσος σαματάς γιατί; Για τον καβγά και τις συμπλοκές στα αμερικανικά σουπερμάρκετ για το χαρτί υγείας, πριν από λίγο καιρό και στην αρχή του δικού μας εφοδιασμού λόγω εγκλεισμού, εξαιτίας του κορονοϊού. Γιατί, όπως μου διευκρίνισε η φίλη και μητέρα των Ελληνοπαίδων στην Αγγλία και στη γνήσια θυγατέρα της, ΗΠΑ, εκεί δεν χρησιμοποιούν χαρτοπετσέτες και χαρτομάντιλα, παρά μόνο χαρτί υγείας, για κάθε ανάγκη και για κάθε χρήση. Καλώς, λοιπόν, υπήρχε στο τραπέζι του λογοτέχνη το χαρτί υγείας, καθώς και στο τραπέζι της φίλης στη Θεσσαλονίκη, κακώς εκείνη ντροπιάστηκε και κακώς εμείς γελάγαμε, γιατί δεν ξέραμε και το θεωρούσαμε άκομψο, εφόσον ως εκ του είδους και της χρήσης παρέπεμπε σε άλλο μέρος του σπιτιού. Όμως, ποτέ τα πράγματα δεν έχουν μία ανάγνωση, ποτέ δεν είναι έτσι όπως απλώς φαίνονται. Τόποι, άνθρωποι, ήθη, ο καθείς και η κουλτούρα του. Υπάρχουν τόσα στη ζωή που δεν τα είδα

Αν ο Τρωικός πόλεμος έγινε για μιαν Ελένη, στην εποχή του κορονοϊού ο πόλεμος θα μπορούσε να είχε γίνει για ένα ρολό χαρτί υγείας. Και τι έγινε, δηλαδή; Τα γνωστά… η φοράδα στ’ αλώνι… και θα της χρειαστεί. Επ’ ευκαιρία, να θυμίσω ότι στην Κατοχή υπήρχε ένα τραγουδάκι, όπου ο υποψήφιος εραστής, για να ρίξει το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου του, αντί για «βραχιόλα χρυσά και μπιζού» έφερνε δώρο κάτι πολύ πιο ακριβό. Ποιο; Καφέ ή χυλό! Ε, στην εποχή μας θα της φέρνει ένα ρολό χαρτί υγείας. Εδώ το τραγουδάκι με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη και σε δεύτερη επιλογή, από την ταινία Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο, τον Θανάση Βέγγο και Μίρκα Καλατζοπούλου, αυτό, όπου αντικαθιστούμε τον «καφέ» ή τον «χυλό» με τη λέξη «ρολό»! Και χορεύουμε βαλς…

Βρες, αν μπορείς, τι σου έφερα απόψε
τα ναζάκια σου κόψε
να σου δώσω αυτό που κρατώ: ρολό!

Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Άλλα κείμενα:

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΑΠΟΨΕΙΣ
«Η ελληνική γλώσσα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Ο ρόλος της εκπαίδευσης» του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη

Παγκοσμιοποίηση και κριτική σκέψη Η παγκοσμιοποίηση (αγγλ. globalization, νεολογισμός του 1961, γαλλ. globalisation, 1968) ως όρος της πολιτικής αναφέρεται στο πολυδιάστατο σύνολο κοινωνικών διεργασιών μέσω των οποίων...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Για “Τα γενέθλια” της Ζωρζ Σαρή: Μικρή βιωματική ανάγνωση» της Εριφύλης Μαρωνίτη

Αν ζούσε εκείνος –ο νονός, ο μπαμπάς– θα έκλεινε φέτος τον Απρίλη τα 95. Η Άννα, η βαφτισιμιά, θα γινόταν 65. Στη ζωή και στο βιβλίο. Το νήμα, ωστόσο, των κοινών γενεθλίων στις 22 Απριλίου των...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Η “εφαρμοσμένη” διαλεκτική επιστήμης και “ποίησης” στο έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη» της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού

Για τον γλωσσολόγο ως φορέα επιστημονικού λόγου με αντικείμενο τη γλώσσα, εν αρχή ην ο Λόγος. Αν αναρωτηθούμε πότε και με ποια κυρίαρχη συνθήκη γεννιέται συνειδητά το ανθρώπινο πλάσμα, η απάντηση...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.