Νέα ποιήματα του Γιώργου Λίλλη
ΚΙΒΩΤΟΣ
Ξεδιψώ στο πρόσωπο σου που φανερώνει
τις αποχρώσεις τ’ ουρανού, ανακαλύπτοντας
τον γόρδιο δεσμό που μας ενώνει μυστικά.
Εδώ, μαζί σου, θα διασφαλίσω την έξοδο και την διαφυγή
εδώ, στην αρχή και στο τέλος μιας χειραψίας ή ενός νεύματος
γιατί θα υπάρχουν πάντα σκιές έρωτα
κρατώντας σε ισορροπία το ανείπωτο.
Λίγο μετά τα χαράματα, με τους καθρέφτες των άστρων
ν΄ αντιστρέφουν το χωμάτινο προσωπείο μας
εκεί που ο πρώτος καρπός της ένωσης
είναι ένα φανταστικό οικόσημο σε αβύσσους ασύλητες.
Όσο κι αν σε ξαφνιάζει αυτή η περιήγηση
δεν είμαστε παρά ξεχασμένα μονογράμματα
επιζώντες κατακλυσμών. Αγαπημένη.
Μαθητής ήμουν, κι ακόμα παραμένω
αθόρυβος χρονομέτρης, φυλακισμένος
στον κήπο των ρόδων. Αναχωρεί η ζωή σαν πλοίο
που το καταπίνει η απόσταση, οι κουρτίνες της θάλασσας
κλείνουν και παραμένουμε αγκαλιά.
Ο χρόνος, ο διορατικός σκοπευτής επινοεί την ωριμότητα. Σιγή.
ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ
της Μαριελένας
Απέραντοι ουρανοί πέφτουν και σκεπάζουν με αναλλοίωτο
χρώμα το άσυλο. Αξιοπρέπεια; Περηφάνια;
Τα εγκαταλελειμμένα σου ορυχεία.
Δεν γίνεται να τελειώσει κάποιος τόσο εύκολα
δεν γίνεται να χτίζεις για αιώνες τείχη, αγνοώντας
στο βάθος του χρόνου τη δύναμη της αγάπης
που σμικρύνει τα επιτεύγματα και ισοπεδώνει τις προσπάθειες
που ενώ εσύ λες σκοτάδι εκείνη αντεκδικείτε με φως
και πείθεσαι για το αιώνιο αποτέλεσμα.
Ότι χάθηκε εκείνη την μέρα, η μνήμη το έχει μεταμορφώσει
σε μελάνι, για να χτίσεις με λέξεις ότι αόρατο σε περιβάλλει.
Στην εντατική ευχήθηκες στην ζωή που εκείνοι δεν έζησαν
να καρφώσεις αχτίδες σε κάθε σκιά, σε κάθε θλίψη.
Δεν είσαι ορφανή όταν τόσα χείλη σε τραγουδούν.
Δεν υπάρχει ορφάνια στην αγάπη. Και ξέρεις ν΄ αγαπάς.
ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΙ
Σ’ κείνους που έχασαν τα πάντα κι όμως ακόμα αντέχουν.
ΑΛΗΘΙΝΟ
Αφουγκράζεσαι με ποιο τρόπο η πεταλούδα μετατρέπει
την φθορά ομορφιά, για να έχεις ευκαιρίες να ξεδιαλύνεις
τις υποθέσεις του τώρα, αφού και η καρδιά σμίγει κάποτε
με τις δυνάμεις της Σελήνης και τα δάκρυα ενώνονται
με τα υπόγεια ποτάμια της Στυγός. Τα χέρια σου αναζητούν
τη δύναμη της προφητείας, ν’ αγγίξεις το αληθινό σου πρόσωπο
παρ’ όλο που η σάρκα σε ωθεί ν’ ακολουθείς τα ένστικτα
κι όχι όσα σε ταυτίζουν με τα σύννεφα. Εσύ που ακολουθείς το σημάδι
για να αναγνωρίσεις κάποτε τον εαυτό σου στον άγρυπνο
καθρέφτη, άσε τη μυρωδιά των τριαντάφυλλων να εισβάλει
διακριτικά στο άδειο σου κρεβάτι.
Ο Γιώργος Λίλλης γεννήθηκε το 1974 στο Bielefeld της Γερμανίας, όμως μεγάλωσε στην Αθήνα και αργότερα στο Αγρίνιο, τόπο καταγωγής του. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές και το μυθιστόρημα Ίχνη στο Χιόνι. Ασχολήθηκε με την βιβλιοκριτική και το δοκίμιο σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Από το 1996 ζει στη Γερμανία.