«Χιόνι στα δάχτυλα» του Νίκου Παναγόπουλου
ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ
Βορινό τοπίο, ένα φεγγάρι φωτίζει μέσα από σύννεφα.
Το χιόνι μοιάζει να έχει στρωθεί.
Η σκιά ενός αλόγου φαίνεται πέρα σιγά να κινείται,
προσπαθώ να ανάψω μια μικρή φωτιά.
Λέξεις σαν να ξεπροβάλλουν από κάπου κοιμισμένα.
Κάτω από ένα δέντρο,
έχοντας απλώσει τα παγωμένα μου χέρια,
κουνάω τα δάκτυλα όπως κάποιος πιανίστας.
ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΔΩ
Γκρεμισμένες ενότητες σχηματίζουν ένα όλον. Το βλέμμα σου
που αντικρίζει την πόλη καθώς φέγγει μες στο σκοτάδι.
Ένα μπουκάλι μισάνοιχτο στο κλειστό παράθυρο,
το τρόλεϊ περνάει σταθερά και με οικονομία. Λέξεις που ξεφεύγουν
στη στροφή
πολλά χιλιόμετρα που δεν συνηγορούν σε καμιά ταύτιση.
Αναρωτιέμαι για την ηχώ που μπορεί να έχει ένας θάλαμος,
τη δύναμη του ανέμου όταν περνάει από ξερά στάχυα.
Μοιάζει να βρίσκομαι σε έναν κόσμο μακριά, όμως είμαι κοντά.
Περνώντας τα φανάρια γνωρίζω πως οι εποχές προχωράνε,
τις εγκοπές που
κρύβει η μέρα. Αναζητώ τον ρυθμό των βιβλίων και παρατηρώ
το ατένισμα του δέντρου, διασχίζω την ακολουθία που υπαγορεύει
η υπομονή.
Ένα πουλί βγαίνει στο φως αφήνοντας ένα ψηλό κλαδί.
ΠΑΛΙΟ ΠΟΙΗΜΑ
Ένας φάρος αναβόσβηνε από εκείνο που δεν φαίνεται,
έμοιαζες να ακολουθείς τη λεπτή κλωστή που από κάπου είχε
ανατείλει. Όλα εκείνα τα μακρινά πρωινά, πιέζοντας το χέρι μου,
ένα αεροπλάνο στον ουρανό.
Ο Νίκος Παναγόπουλος γεννήθηκε το 1986 στην Αθήνα, όπου και ζει. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Φ.Π.Ψ. της Φιλοσοφικής Σχολής και του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεταφράζει και γράφει ποίηση, δημοσιεύοντας στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.