fbpx
Μαρίλη Μαργωμένου: «Εφήμερος»

Μαρίλη Μαργωμένου: «Εφήμερος»

Δεύτερο ογκώδες έργο (μετά τη μυθιστορηματική ακτινογραφία των ελληνικών φυλακών, όπου οι έχοντες χρήμα και δύναμη διαβιούν πιο άνετα, καλύτερα ακόμη και από το σπίτι τους ή το γραφείο τους), το οποίο αυτή τη φορά έχει χρώμα και χαρακτήρα τρομοκρατικό, ασχολείται δηλαδή –η μία από τις δύο χρονολογίες είναι το 1999, η έτερη το 2018– με μια τρομοκρατική ομάδα, στην οποία συμμετέχουν ο εκδότης, ο διευθυντής, ο αρχισυντάκτης, ο κλητήρας, δύο ακόμη δημοσιογράφοι και κάποιοι δευτερεύοντες, της εφημερίδας Εφήμερος. Πράγματι, σε μια εποχή όπου σε κάθε τετράγωνο της Αθήνας υπήρχε και μια γιάφκα, σε μια περίοδο που οι αντάρτες των πόλεων είχαν πολλούς φανατικούς υποστηρικτές, οι οποίοι διατείνονταν πως μόνο αυτοί είναι ικανοί να καθαρίσουν τη χώρα από κάθε λογής ξεπουλημένο και βρόμικο υπόκοσμο της πολιτικής, της στρατιωτικής και της δημοσιογραφικής αλητείας, σε μια χρονιά που παίχτηκαν όλα με την είσοδο στο μιλένιουμ, η συγγραφέας βρίσκει γόνιμο έδαφος να αναπτύξει τον μύθο της, ο οποίος ναι μεν είναι φανταστικός, ναι μεν είναι υπερβατικός, έχει όμως πολλές και βαθιές ρίζες στην πρόσφατη Ιστορία μας – κι εμείς, όπως όλα τα δυτικά κράτη, περάσαμε αυτό το φαινόμενο με κόστος, είναι αλήθεια, και με πολύ πόνο. Άρα, έχουμε μπροστά μας ένα βιβλίο, το οποίο χωρισμένο σε δύο μέρη –τα οποία αναλύονται εναλλάξ– μιλά για τη δράση μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, η οποία παρότι δεν καταφέρνει να ανατινάξει τη Βουλή των Ελλήνων, μπόρεσε να σπείρει τον πανικό στο Υπουργείο Οικονομικών, δίπλα στο οποίο υπήρχαν οι εγκαταστάσεις του Εφήμερου  και, παρότι δεν μπόρεσε να καταρρίψει το εκκλησάκι στη Βασιλίσσης Σοφίας με τα κανόνια του Πολεμικού Μουσείου, κατάφερε να το ανατινάξει στο μυαλό του Ψύχραιμου, ο οποίος την ίδια ώρα έβαζε τέλος στη ζωή του. Παρότι είμαστε ακόμη νωρίς, παρότι βρισκόμαστε στην αρχή, θα πω πως το μυθιστόρημα έχει δύο εξόδους, το ίδιο λυτρωτικές, το ίδιο οδυνηρές, το ίδιο φανταχτερές, το ίδιο δραματικές, έτσι που και αυτό το χαρακτηριστικό προσθέτει στη μεγάλη αξία του ως έργο τέχνης, απλά και μόνο εμπνευσμένο και μεταλλαγμένο ώστε να διαφεύγει της πραγματικότητας.

Όπως είπαμε, το έργο εξελίσσεται και διαδραματίζεται σε δύο χρονολογίες. Το 1999 η ομάδα βρίσκεται εν πλήρει δράσει, επιχειρεί στρατηγικά χτυπήματα τα οποία άλλοτε πετυχαίνουν, άλλοτε όχι, άλλοτε με απώλειες, άλλοτε χωρίς. Από λάθος –ή από ατυχία– και έπειτα από κάποια επιτυχή χτυπήματα, η οργάνωση αποφασίζει να ισοπεδώσει το σπουδαιότερο οίκημα της χώρας, βρίσκεται όμως αντιμέτωπη με μια αβλεψία και, ύστερα από μια σειρά γεγονότων –τα οποία θα αποκωδικοποιήσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο–, το κτίριο θα ισοπεδωθεί παρέα με το παραπλήσιο υπουργείο, ενώ οι δυο ήρωες θα χάσουν τη ζωή τους. Το έτος 2018, ο διευθυντής του Εφήμερου καταφεύγει σε ένα ίδρυμα για υπερήλικες, το οποίο διατηρεί ένας ιερωμένος, γνωστός για τις παρατυπίες και τις παρανομίες του. Ο ένοικος διατηρεί το πιστόλι του και προγραμματίζει ένα χτύπημα σε κεντρικό σημείο της πρωτεύουσας, στην ουσία όμως δεν αντιλαμβάνεται το προκεχωρημένο της ηλικίας του, πολύ περισσότερο που όλα μας δίνονται έτσι ώστε να υποθέσουμε πως είναι αλήθεια, ενώ στην ουσία όλα συμβαίνουν στο κεφάλι του. Ένα σωρό δευτερεύοντες ήρωες παίρνουν μέρος σε αυτή την επιχείρηση, χρωματίζοντας έτσι –έστω και μέσα στο λογοτεχνικό ψεύδος– μια ιστορία, η οποία καλλιεργεί τραγικά αφενός τη φαντασία του αναγνώστη με την πειστικότητά της και παράλληλα βρίσκεται στο περιβάλλον, το οποίο όχι μόνο αναπτύσσεται ακραία, αλλά πολύ περισσότερο, εξελίσσεται γλωσσικά και εκφραστικά εκτός ορίων.

Διψά να δει τους ήρωές της να στέκονται φανατικά απέναντι στη μοίρα, στο πεπρωμένο, αλλά και σε εκείνο που επιθυμεί ως δράση προκειμένου αυτός ο κόσμος να γίνει καλύτερος, χωρίς όμως να ξεπέφτει σε κατήχηση.

Ας δούμε λοιπόν αυτές τις τεχνικές με τις οποίες μετουσιώνεται σε μυθιστόρημα μια πέρα από κάθε αμφιβολία ενδιαφέρουσα ιστορία. Η συγγραφέας Μαργωμένου είναι δημοσιογράφος, και ως δημοσιογράφος κατέχει το προνόμιο να αφηγείται με πολύ δυναμικό τρόπο, με δομική γλώσσα, με συνεχείς διαλόγους χωρίς παραφουσκωμένες παραγράφους και φιλοσοφικό ή φιλολογικό περιεχόμενο, πλήρους όμως ψυχολογικής αντιμετώπισης όχι μόνο των κεντρικών αλλά και των άλλων χαρακτήρων, με ζωντάνια, παραστατικότητα, κινηματογραφική γραφή, τέλος, με μια προσέγγιση η οποία αποδεικνύει πως σίγουρα δεν διαβάζουμε εφημερίδα, σίγουρα δεν ακούμε διαλόγους μεταξύ συλληφθέντων ποινικών λίγο πριν από τη σύλληψή τους στην τηλεόραση, αλλά το αντίθετο, μια πολύ σοβαρή και εμπεριστατωμένη αφηγηματική παράθεση. Η ατμόσφαιρα του κειμένου, παρά την εξίσου σοβαρή συνδρομή ενός εντελώς χαλαρού ύφους, παραμένει πιο κοντά στη θανατική παράμετρο, ο θάνατος υπερβάλλει όλων των άλλων συγγραφικών συνιστωσών, ο θάνατος είναι η απειλή αλλά και η κατάληξη. Η Μαργωμένου αποφασίζει από την αρχή ποιος θα πεθάνει και ποιος θα ζήσει, ποιος θα είναι η Ιφιγένεια και ποιος ο τιμωρός του εαυτού του, ποιος θα ακολουθήσει την ιδεολογία του μέχρι το τέλος και ποιος θα αφεθεί στο δολοφονικό του περίστροφο. Διψά να δει τους ήρωές της να στέκονται φανατικά απέναντι στη μοίρα, στο πεπρωμένο, αλλά και σε εκείνο που επιθυμεί ως δράση προκειμένου αυτός ο κόσμος να γίνει καλύτερος, χωρίς όμως να ξεπέφτει σε κατήχηση, σε πολιτική και κομματική προπαγάνδα, χωρίς ιδιάζουσα πολιτικοκοινωνική παραφιλολογία.

Το παράξενο με την πεζογράφο Μαργωμένου είναι ότι, ενώ οι πρωτοεμφανιζόμενοι γράφουν συνήθως μικρά σε έκταση έργα, έργα δειλά, υπό κατασκευή, έργα τα οποία περιέχουν όλες τις ενοχές τους, τόσο προσωπικά είναι, εκείνη ωστόσο δημοσιεύει δύο πολυσέλιδα μυθιστορήματα και μάλιστα χωρίς την παραμικρή εμπλοκή ατομικών –στον Εφήμερο ίσως κάποιων– εμπειριών αλλά και εμπνεύσεων. Ανέτρεξα στο παρελθόν, προκειμένου να βρω ίδιας προοπτικής μυθιστορήματα, δηλαδή συγγραφείς που από τα πρώτα τους έργα επιχειρούν με τέτοιο υπέρμετρο ενθουσιασμό και θάρρος, και πάλι δύσκολα βρήκα παρόμοιες καταστάσεις στους πρώτους μεταπολεμικούς, στους πιο νέους, στη Μάρω Δούκα, τον Αλέξη Πανσέληνο, τη Ζυράννα Ζατέλη και στους ακόμη πιο νέους, στον Νίκο Μάντη και στον Νίκο Χρυσό. Αυτά χοντρικά. Όπως και να έχει, μιλάμε για ένα βιβλίο που κυριολεκτικώς αφοπλίζει με την εκπληκτική του δυναμική συμπεριφορά, ασφαλώς ενδιαφέρον, προσιτό, κατανοητό, έμπλεο σκηνών και επεισοδίων που παραπέμπουν σε πολύ πιο έμπειρους δημιουργούς, ικανό να θέσει τη σκέψη μας σε τολμηρές περιπέτειες και, τέλος, ένα βιβλίο που –όπως και το προηγούμενό της (βλ. κριτική εδώ)– θα θυμόμαστε για καιρό λόγω, ως επί το πλείστον, της καίριας εξωστρέφειάς του.

 

Εφήμερος
Μαρίλη Μαργωμένου
Εκδόσεις Καστανιώτη
σ. 480
ISBN: 978-960-03-7072-0
Τιμή: 18,00€
001 patakis eshop


 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Δημοσθένης Βουτυράς: «Παραρλάμα»

Έχουμε διανύσει σχεδόν εκατό χρόνια από την έκδοση των διηγημάτων που περιλαμβάνονται στη συλλογή Παραρλάμα κι άλλες ιστορίες, και όμως η ανάγνωσή τους σου δίνει την εντύπωση ότι γράφτηκαν μόλις...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Μιχαήλ Μητσάκης: «Αθηναϊκαί σελίδες»

Ο Μιχαήλ Μητσάκης αποτελεί μια ιδιαίτερη μορφή στα ελληνικά γράμματα, ο οποίος διαμορφώνεται αισθητικά σε μια γόνιμη πολιτιστικά περίοδο, όπου η αθηναϊκή κοινωνία πάσχιζε να αποκτήσει λογοτεχνική...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Μαντώ Μάκκα: «Αγκούσα»

Αγκούσα σημαίνει δυσφορία, δύσπνοια, πνιγμονή. Μοιάζει σαν ηχητική λέξη, ο ήχος όταν βγαίνει από μέσα μας το αγκομαχητό, ο αναστεναγμός, από μια στενή δίοδο που τον εμποδίζει. Μπορεί αυτή η δυσφορία να προέρχεται...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.