fbpx
Έρση Σεϊρλή: «Γκρίζος κύκνος»

Έρση Σεϊρλή: «Γκρίζος κύκνος»

Πάντα μου άρεσε ο λόγος και η γραφή της πολύ καλής και δοκιμασμένης πεζογράφου Έρσης Σεϊρλή, κυρίως γιατί τα δημιουργήματά της είναι ειλικρινή και αληθινά, δεν επιθυμεί δηλαδή να ωθήσει τον δέκτη σε επινοημένες και φανταστικές εκδοχές, οι οποίες όσο λογοτεχνικό ψεύδος και αν διαθέτουν, στην ουσία παραπλανούν και αποπροσανατολίζουν αναγνωστικά, σε σημείο που άπειρες καταθέσεις αυτού του είδους να περνάνε σχεδόν απαρατήρητες. Και φυσικά δεν εννοώ ως πραγματικότητα το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, το οποίο και αποτελεί ολοκληρωτικό βίωμα υπαρξιακό για τη συγγραφέα (ο χορός ήταν το μισό, το άλλο ήταν το γράψιμο), δεν εννοώ πως η λογοτεχνία βασίζεται μόνο στην αλήθεια και την προσωπική εμπειρία, το αντίθετο, υποψιάζομαι πως οι λογοτέχνες κάποιας αξίας ουσιαστικά συνδέουν την καθημερινότητά τους και ό,τι προσλαμβάνουν με τους σημαντικούς κανόνες που δεσμεύουν τη συγκεκριμένη τέχνη (πολύ δε περισσότερο εδώ, στη Σεϊρλή, που συνδέονται δύο τέχνες τεράστιας εμβέλειας, λαϊκές και προπάντων μαζικές). Άρα η Σεϊρλή, η οποία υπήρξε χορεύτρια από τα έξι της χρόνια μέχρι την ωριμότητά της, που δόθηκε στον χορό και έζησε από αυτόν μεγάλες στιγμές, που τον αγάπησε με την αθωότητα με την οποία δίνεται κάποιος χωρίς να αποζητά να ανταμειφθεί, ακόμη και αν έχει κάποιες φιλοδοξίες, που χόρεψε με τους καλύτερους δασκάλους της περιόδου του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, τέλος, που τις δυσκολίες που συναντούσε σποραδικά στις σπουδές της τις χορευτικές τις ξεπερνούσε και συνέχιζε, βεβαίως και κρίνει πως ήρθε η ώρα να μιλήσει συνολικά για αυτή της την κλίση, αφιερώνοντας ένα μυθιστόρημα εκεί, παράλληλα με κάποιες σφήνες άκρως πειραματικές που αφορούν την Αθήνα, την πόλη την οποία υπεραγαπά, φτάνοντας μέχρι την καραντίνα λόγω κορονοϊού, που με τρόπο εντελώς ατομικής ευθύνης καταφέρνει να την προσπεράσει ανακαλύπτοντας καινούργια μέρη, τόπους, δρόμους που δεν τους ήξερε και άλλους που, γνωστοί όσο ποτέ, της θυμίζουν τα νεανικά της χρόνια.

Η Έρση Σεϊρλή είναι μια πεζογράφος η οποία πετυχαίνει το προσωπικό της στάτους, η ζωή της εν τέλει, να γίνει κτήμα ολωνών επιδιώκοντας την ταύτιση (σε πολλά σημεία μάλιστα παραθέτει τεχνικούς όρους του χορού, προκειμένου ο αναγνώστης να παρακολουθεί καλύτερα την πλοκή), να μιλά κατευθείαν στο θυμικό όσων τη διαβάζουν (έτι περαιτέρω όταν ο μύθος καταγίνεται με τόσο ειδικό θέμα), να διαλέγει, τέλος, να κάνει γνωστό κάτι που δεν συναντάται ευρέως (τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα) με μια φλόγα και μια δόνηση, σαν όλα αυτά τα ερεθίσματα να ήταν εχθές. Με αυτή τη λογική και το γράψιμο (με το οποίο ερχόμαστε σε επαφή για να μάθουμε τα επιτεύγματά της στον χορό), αλλά και οι σπουδές που πραγματοποίησε, μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο, δεν θα υπήρχε ανάγκη να τα γράψει, αν τη γνωρίζαμε προσωπικά θα μπορούσε να μας τα διηγηθεί προφορικά. Είναι γεγονός ότι η λογοτεχνία τη συγκινεί, ο χορός όμως τη συνεπαίρνει και είναι κρίμα που έφυγε από τη ζωή ο τελευταίος των ευγενών Μιχαήλ Μήτρας, καθώς στην ερώτησή του προς τη συγγραφέα τι σημαίνει για εκείνη ο χορός θα έπαιρνε ως απάντηση ένα ολόκληρο μυθιστόρημα. Ένα μυθιστόρημα που παρουσιάζει όλα τα προτερήματα μιας εκ βαθέων εξομολόγησης, μιας κατάθεσης ψυχής, μιας προγραμματισμένης λογοτεχνικής δεξιότητας, μιας δουλεμένης αυτοκριτικής (κυρίως από φιλοσοφικής σκοπιάς στη σχέση συγγραφής-χορού), μιας υψηλής γλωσσικής γοητείας, τέλος, μιας ατμοσφαιρικής συγγένειας μαζί με ένα υφολογικά παράτολμο τέχνασμα.

Μας υπενθυμίζει πως (κυρίως στις τέχνες) ό,τι αγαπάμε οφείλουμε να το προωθούμε όσο γίνεται, να εργαζόμαστε πάνω του, να το επεκτείνουμε, να το διαλέγουμε και να το φέρνουμε στην επιφάνεια, σε κάθε στιγμή, με κάθε αφορμή, με εντελώς αναλυτικό τρόπο, με οποιαδήποτε αιτία.

Η Έρση Σεϊρλή από τεχνικής πλευράς, δομώντας δηλαδή το μυθιστόρημά της ως έμπειρη πεζογράφος, γνωρίζει πολύ καλά το πώς θα τοποθετήσει τον εαυτό της και απέναντι στο θέμα και απέναντι στους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, είτε αυτό είναι το συγγενικό περιβάλλον, είτε φίλοι, είτε δάσκαλοι. Γνωρίζει πολύ καλά πως ο χειρισμός του μύθου, αν δεν πλαισιωθεί από διάφορα λογοτεχνικά τερτίπια παιγνιώδους ύφους, ίσως και να προκαλέσει μια μορφή μονομέρειας (γι’ αυτό και καταφεύγει, όπως ήδη αναφέραμε, σε άσχετα με το κυρίαρχο κείμενα των δύο ή τριών σελίδων). Γνωρίζει, τέλος, πολύ καλά πως για να κρατήσεις την προσοχή του αναγνώστη από την πρώτη μέχρι την ύστατη στιγμή σε εγρήγορση, οφείλεις σε κάθε σου κεφάλαιο να ανανεώνεις το υλικό (είτε πρόκειται για ατομικές επικαλύψεις, είτε πρόκειται για ζητήματα που προκύπτουν στην εκμάθηση, είτε για ψυχολογικές συνισταμένες που παρουσιάζονται στην πορεία, είτε στο φινάλε στο δόσιμο των επαφών με δασκάλους και συναδέλφους) ούτως ώστε, ενώ όλα είναι οικεία και δεδομένα, στην ουσία αρχίζουν πάλι από την αρχή. Και σε όλα αυτά τα στάδια συγγραφής του έργου η πεζογράφος όχι απλώς ανταποκρίνεται σε ένα υψηλών προδιαγραφών πόνημα, όχι μόνο εκπλήσσει με τη νοσταλγία της υπόστασης, όχι μόνο πετυχαίνει να καλύψει σε περίπου διακόσιες σελίδες την ιστορική μυθολογία μιας ζωής, αλλά πολύ περισσότερο: Μας υπενθυμίζει πως (κυρίως στις τέχνες) ό,τι αγαπάμε οφείλουμε να το προωθούμε όσο γίνεται, να εργαζόμαστε πάνω του, να το επεκτείνουμε, να το διαλέγουμε και να το φέρνουμε στην επιφάνεια, σε κάθε στιγμή, με κάθε αφορμή, με εντελώς αναλυτικό τρόπο, με οποιαδήποτε αιτία.

er seirli22Ο χορός είναι μια τέχνη που παρά τη μαζικότητά της είναι σχεδόν άγνωστη για τους πολλούς (ακόμη και οι νέοι γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους στο μπαλέτο γνωρίζουν ελάχιστα, περιμένοντας μόνο την άποψη του εκπαιδευτή για το πόσο καλά χορεύει το παιδί τους). Πόσο μάλλον στις παλιότερες εποχές, που δεν ήταν ίσως και μόδα. Έτσι και ο γράφων καταλαβαίνει λίγα από χορό αξιώσεων, απολαμβάνοντας όμως την κίνηση των καλλίγραμμων χορευτριών και χορευτών, σε συνδυασμό πάντα με την υποβλητική μουσική επένδυση. Διαβάζοντας λοιπόν κανείς με όσα λίγα ή πολλά γνωρίζει για τον χορό το όγδοο βιβλίο της πραγματικά αξιόλογης πεζογράφου Έρσης Σεϊρλή, είναι σίγουρο πως και κάτι θα πάρει ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα ως θεατής και θα αγαπήσει εντονότερα μια τέχνη καταταλαιπωρημένη από διάφορους χορογράφους και θα προβληματιστεί σοβαρά για την ψυχολογία αυτών των ανθρώπων, που με το σώμα τους λένε πολύ περισσότερα απ’ όσα θα έλεγαν με το στόμα και, εν κατακλείδι, θα τροχίσει την αισθητική του πάνω σε μια μορφή τέχνης, η οποία ούτως ή άλλως τον ενδιαφέρει άμεσα, σε όλες της τις εκφάνσεις και τις εκδοχές.

 

Γκρίζος κύκνος
Έρση Σεϊρλή
Σμίλη
σ. 200
ISBN: 978-618-5399-58-0
Τιμή: 12,00€
001 patakis eshop


 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Δημοσθένης Βουτυράς: «Παραρλάμα»

Έχουμε διανύσει σχεδόν εκατό χρόνια από την έκδοση των διηγημάτων που περιλαμβάνονται στη συλλογή Παραρλάμα κι άλλες ιστορίες, και όμως η ανάγνωσή τους σου δίνει την εντύπωση ότι γράφτηκαν μόλις...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Μιχαήλ Μητσάκης: «Αθηναϊκαί σελίδες»

Ο Μιχαήλ Μητσάκης αποτελεί μια ιδιαίτερη μορφή στα ελληνικά γράμματα, ο οποίος διαμορφώνεται αισθητικά σε μια γόνιμη πολιτιστικά περίοδο, όπου η αθηναϊκή κοινωνία πάσχιζε να αποκτήσει λογοτεχνική...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Μαντώ Μάκκα: «Αγκούσα»

Αγκούσα σημαίνει δυσφορία, δύσπνοια, πνιγμονή. Μοιάζει σαν ηχητική λέξη, ο ήχος όταν βγαίνει από μέσα μας το αγκομαχητό, ο αναστεναγμός, από μια στενή δίοδο που τον εμποδίζει. Μπορεί αυτή η δυσφορία να προέρχεται...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.