fbpx
Βασίλης Τσιαμπούσης: «Ο κήπος των ψυχών»

Βασίλης Τσιαμπούσης: «Ο κήπος των ψυχών»

Συνεχίζοντας την πορεία του, η οποία από την αρχή της σχεδόν σηματοδότησε τις πιο ιστορικές στιγμές του νεότερου ελληνισμού, δηλαδή την εθνική αντίσταση και τον εμφύλιο πόλεμο, ο σημαντικός συγγραφέας Βασίλης Τσιαμπούσης καταθέτει την παρούσα νουβέλα προσβλέποντας σε μια ακόμη διακριτή παράμετρο, που θα μπορούσε να βοηθήσει στην πληρέστερη κατανόηση εκείνης της περιόδου. Πράγματι, και με βάση το γεγονός ότι ο ίδιος έχει μελετήσει βαθιά μια εποχή στην οποία ακόμη και οι πρωταγωνιστές ή έστω οι συμμετέχοντες –τα προηγούμενα χρόνια, όχι σήμερα, αφού πια έχουν απέλθει– διαφωνούσαν μεταξύ τους για θέματα όπως ο τόπος μιας δεδομένης πολεμικής σύρραξης, ο αριθμός των πεσόντων από τις δύο πλευρές στη συγκεκριμένη μάχη, οι εντολές που ελάμβαναν και από ποιον –με συνέπεια να υπάρχουν απίστευτες και απρόσμενες αμετροέπειες κ.ο.κ.–, είναι πια σε θέση να αντιλαμβάνεται –και μάλιστα με προοδευτικό πρόσημο– τι ακριβώς έγινε τότε, τι ακριβώς διημείφθη. Δουλεύοντας, λοιπόν, με πιστότητα ιστορικού και μεράκι ιστοριοδίφη, μπάζει στη λογοτεχνία εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια τη μέριμνά του, το πιστεύω του, τις ιδέες του, τις αξίες του, την έξαψή του, την παθιασμένη του φύση, τέλος, τη γνώση, δημιουργώντας πια σχολή, την οποία ακολουθούν και νεότεροι συνάδελφοί του, οι οποίοι βλέποντάς τον να την υπερασπίζεται τόσο σθεναρά κάποιοι ερεθίζονται περισσότερο και καταθέτουν τις δικές του προσπάθειες – καλές ή κακές, πάντως αξιόπιστες, στις οποίες εμείς ως αναγνώστες προσερχόμαστε αυτοβούλως, πολλές φορές μάλιστα γράφοντας ή λέγοντας υμνητικά σχόλια. Άρα, ο Τσιαμπούσης –ο οποίος, εντάξει, δεν είναι και υπερήλικας– παρότι πολλοί δέκτες αναζητούν σε έναν συγγραφέα από βιβλίο σε βιβλίο κάτι το διαφορετικό –εννοώ σε μύθο ή τεχνική γραφής– όχι μόνο δεν κουράζει για τη μονοδιάστατη παραμυθιακή του συγκομιδή αλλά το αντίθετο, όσο ο χρόνος περνάει, γίνεται πιο ώριμος και πιο ολοκληρωμένος, κερδίζοντάς μας και παράλληλα προβληματίζοντάς μας, σε σημείο εντονότατο και σε πλαίσιο τεράστιου ενδιαφέροντος, ακόμη και αν γνωρίζουμε από πριν ότι ασχολείται με το ίδιο θέμα. Αυτή τη φορά με ήρωα ένα ορφανό αγόρι, που έφηβος ων θα διέλθει την Κατοχή σε όχι τόσο οδυνηρές συνθήκες, όπως –εννοείται– ήταν για τους υπόλοιπους συμπολίτες του, ενώ η νουβέλα θα μας πάει και πίσω αλλά και μπρος, καλύπτοντας τη βουλγαρική κατοχή της πόλης της Δράμας και πώς η ίδια θα εξελιχθεί, τόσο στα έτη της σκλαβιάς, όσο και στην περίοδο 1946-1949.

Είναι γεγονός ότι στην πεζογραφία του Τσιαμπούση συναντάμε πολλές χιουμοριστικές και σατιρικές συνισταμένες, πολλάκις έχουμε γελάσει με τις απίστευτες σκηνές που παραθέτει. Στο παρόν βιβλίο το χιούμορ λείπει ενδεικτικά. Έτσι, καλυπτόμαστε από τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του πολέμου, των εκτελέσεων, των βασανιστηρίων, της πείνας που δοκιμάζει τους ανθρώπους, εν ολίγοις των θανάτων, που όλα ανεξαιρέτως τα νοικοκυριά βιώνουν. Δεν παίζει κανείς λοιπόν με τη γραφή του Τσιαμπούση, η οποία παρά τον εντελώς απλό τρόπο παράθεσης, παρά την καθημερινή γλώσσα και δομή που στήνεται, δημιουργεί ένα χαοτικό σκηνικό, το οποίο λειτουργεί με βάση την τραγικότητα των όσων έζησαν άτομα που η μοίρα τους η ιστορική τα τοποθέτησε στη συγκεκριμένη περίοδο, δίνοντας ώθηση στην πατρίδα μας, που χρειάστηκε όμως πολλές δεκαετίες για να σταθεί στα πόδια της και να ξεπεράσει τα εμφύλια πάθη. Ακόμη και όταν το βιβλίο προχωράει έως και πενήντα χρόνια μετά, όταν δηλαδή μια χαρακτηριστική ηρεμία απλώνεται πάνω του, τα βιώματα εκείνα όχι απλώς δεν εξαλείφονται, αλλά παραμένουν στεγανά και σχεδόν αθεράπευτα. Οι παιδικές φιλίες ξαναζωντανεύουν, σύζυγοι μπαίνουν στο πλάνο, τέκνα σπουδάζουν και δημιουργούν προσωπικές ερωτικές σχέσεις, η νοσταλγία για τους γονείς παραμένει ζεστή, οι ανθρώπινες επαφές που ξεκίνησαν στην Κατοχή βρίσκουν δικαίωση. Άρα, το «σπασμωδικό» της αφήγησης, το ανά μέρος μυθικό πρόσταγμα, το σε κεφάλαια «τεμαχισμένο» δομικό αποτύπωμα, μπορούν, μέσα σε ελάχιστες σελίδες, να δώσουν ένα συνολικό αποτέλεσμα σε χρονικό βάθος και σε περιορισμένο χώρο, τέτοιο που πραγματικά συγκινεί, σαγηνεύει, συναρπάζει και εν κατακλείδι υπενθυμίζει πως όταν βρισκόμαστε σε άσχημη κατάσταση, κάτι δεν λαμβάνουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας και αυτό είναι το γεγονός ότι σήμερα ζούμε όπως ζούμε γιατί ακριβώς οι προγονοί μας έζησαν χειρότερα και αγωνίστηκαν για αυτόν ακριβώς τον λόγο, δηλαδή για να είμαστε πάνω απ’ όλα ελεύθεροι, σε δημοκρατία, σε πρόσβαση στα ιδεώδη, μακριά από τη φτώχεια και την ανέχεια.

Με τον Κήπο των ψυχών φτάνει στην κορύφωση μιας πορείας, η οποία ούτως ή άλλως υπήρξε ποιοτική.

Παρότι ο ήρωας της νουβέλας γεννήθηκε το 1929 και ο συγγραφέας Βασίλης Τσιαμπούσης το 1953, έχω την αμυδρή εντύπωση (μου την ενισχύει και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση) πως πολλά στοιχεία και των δυο είναι κοινά. Έχω δηλαδή τη σκέψη πως ο δημιουργός έβαλε στο κείμενο και δικές του προσλαμβάνουσες και συνεικόνες, κάτι δηλαδή που του διηγήθηκε ο πατέρας του, ένας θείος του, κάποιος μεγαλύτερος εν πάση περιπτώσει, τα βιβλία τα ίδια, και ότι η ιστορία δεν είναι παντελώς φανταστική. Όλοι μας μαθαίνουμε πράγματα για εκείνες τις περιόδους από δικούς μας που τα έζησαν, άρα ένας πεζογράφος μπορεί άριστα να ενσωματώσει εκεί προσωπικά του τραύματα, εμπειρίες, μανίες, εμμονές ή ακόμη και πάθη. Προς επίρρωση αυτού που υποστηρίζω έρχεται η άποψη που λέει ότι οι συγγραφείς ουσιαστικά καταγράφουν στο όνομα των ηρώων τους τον ίδιο τους τον εαυτό. Άρα όποια φιλία κι αν αναπτύχθηκε, όποιοι θάνατοι και αν υπήρξαν, όποιες συνθήκες και αν οι ήρωες άντεξαν και κρατήθηκαν στη ζωή, ίσως παραλληλίζονται με μια εικοσιπενταετία αργότερα, με ένα τέταρτο του αιώνα ανθρώπινη δοκιμασία και δοκιμή.

va tsiabousisΈνα ακόμη συναρπαστικό βιβλίο, η πρώτη νουβέλα έπειτα από συλλογές διηγημάτων, μυθιστορήματα και ένα θεατρικό του συγγραφέα Βασίλη Τσιαμπούση, και αυτό ενταγμένο στη γενικότερη συλλογιστική του, και αυτό στηριγμένο σε ιστορικές πτυχές της σύγχρονης Ελλάδας. Έχοντας παρακολουθήσει ολόκληρο το έργο του Δραμινού δημιουργού (και έχοντας μάλιστα γράψει κριτικές για κάποια από τα βιβλία του) μπορώ αβίαστα να πω ότι: Με τον Κήπο των ψυχών φτάνει στην κορύφωση μιας πορείας, η οποία ούτως ή άλλως υπήρξε ποιοτική. Η έντονη δε ευαισθησία του για τους Εβραίους, τόσο της πόλης του, όσο και της χώρας, όσο και ολόκληρης της Ευρώπης, οι οποίοι υπέστησαν τα πάνδεινα, έχασαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους, οι περισσότεροι δε και τη ζωή τους στα κολαστήρια της Βόρειας Ευρώπης, φανερώνει πως (έστω και αν σήμερα ο αντισημιτισμός απασχολεί μόνο τους συνωμοσιολόγους) ο ίδιος είναι αληθινά ένας προοδευτικός άνθρωπος, ένας υπεύθυνος χαρακτήρας, μια προσωπικότητα που κινείται στα όρια της λογοτεχνικής ειλικρίνειας.

 

Ο κήπος των ψυχών
Βασίλης Τσιαμπούσης
Βιβλιοπωλείον της Εστίας
σ. 144
ISBN: 978-960-05-1827-6
Τιμή: 12,00€
001 patakis eshop


 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Κωνσταντίνος Δομηνίκ: «Κακό ανήλιο»

Δεύτερο βιβλίο για τον νεότατο πεζογράφο Κωνσταντίνο Δομηνίκ, μια συλλογή διηγημάτων η οποία κινείται στον χώρο του μαγικού ρεαλισμού, δοσμένη με πολύ μεγάλες δόσεις παραμυθιακoύ χαρακτήρα ύφους και...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Κατερίνα Δουκάκη-Κουτσουρίδου: «Στον κόσμο των ονείρων»

Η Κατερίνα Δουκάκη στην πρώτη της εμφάνιση στα γράμματα καταπιάστηκε με τη συγγραφή μυθιστορήματος, ένα εγχείρημα που συνήθως αποτολμάται αφού κάποιος έχει δοκιμάσει τα φτερά του στη μικρή φόρμα, το...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Ελένη Πριοβόλου: «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή»

Η Ελένη Πριοβόλου είναι μια από τις πλέον πολυσύνθετες σύγχρονες συγγραφικές παρουσίες. Ανάμεσα στους τίτλους των βιβλίων της συναντά κανείς από εικονογραφημένες παιδικές ιστορίες έως ιστορικά...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.