fbpx
«Κέρματα» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

«Κέρματα» της Ιωάννας Καρατζαφέρ

Η δυσκολία μου σε αυτό το κείμενο ήταν ο τίτλος. Πάλευα ανάμεσα σε αυτόν που αποφάσισα και στα «Ρέστα», που βρίσκονται δαχτυλογραφημένα σε μακριές κόλλες στα ράφια του σπιτιού μου στην Αθήνα, με την υπογραφή του Κώστα Ταχτσή, που έλαβα πολλά χρόνια πριν και, χωρίς να είμαι σε θέση να ελέγξω τώρα από τη Νέα Υόρκη, μου τις είχε στείλει από την Αυστραλία. Είχα διαβάσει το διήγημα και το είχα φυλάξει σαν ένα απροσδόκητο δώρο ενός συγγραφέα με τον οποίο δεν είχα αναπτύξει καμιά ιδιαίτερη φιλία.

Πολλές δεκαετίες πριν, ακόμα και ο χρόνος είναι ρατσιστικός, στο πρώτο μου ταξίδι Αθήνα – Νέα Υόρκη, με ένα από τα υπερωκεάνια που διέσχιζαν τότε τον Ατλαντικό, διάβαζα ένα βιβλίο, υποψιάζομαι το όνομα του συγγραφέα και τον τίτλο, που επίσης δεν θυμάμαι αν το είχα φέρει μαζί μου ή το είχα δανειστεί από τη βιβλιοθήκη του πλοίου.

Ο πλους διαρκούσε έντεκα ή δώδεκα ή δεκατρείς ημέρες, το καθημερινό πρόγραμμα ήταν απολαυστικό ή ανιαρό και μετά το κολύμπι στην πισίνα του Υ/Κ ξανάπιανα το ίδιο βιβλίο, ξαναδιάβαζα σκόρπιες σελίδες του, μέχρι που κάποια μέρα αγόρασα από το κατάστημα του πλοίου ένα μεγάλο σε σχήμα και πολυσέλιδο τετράδιο. Είχα πάρει την απόφαση, θα το μετέφραζα.

Ύστερα από τόσα «δεν θυμάμαι», θα γράψω ακόμα ένα: Είχα μαζί μου λεξικό; Μάλλον όχι. Θυμάμαι, όμως, ότι δεν έπαυα να μεταφράζω, χωρίς να πάψω, ταυτόχρονα, να αναρωτιέμαι πώς ήξερα τη γλώσσα, ή τις γλώσσες, ώστε να μεταφέρω ένα κείμενο που το θέμα του ήταν για μένα πρωτάκουστο.

Μια γκανγκστερική συμμορία, σε κάποια Πολιτεία της Αμερικής, για να εκδικηθεί την εφορία –οι νόμοι της και οι κανονισμοί της είναι για όλες τις Πολιτείες οι ίδιοι– θα έκανε μια εκστρατεία/έφοδο σε όλη την επικράτεια και θα συνέλεγε όλα τα κέρματα από κάθε είδους μηχανήματα, μικρά ή μεγάλα, που δεν πουλούσε ποτέ, παρά μόνο τα παραχωρούσε με ενοίκιο, και έτσι θα κατέστρεφε την οικονομία της χώρας.

Από την ημέρα που άρχισα να περπατάω τους δρόμους του Μανχάταν, έβλεπα παντού στημένα μηχανάκια που πωλούσαν από τσίχλες μέχρι τσιγάρα, από εφημερίδες μέχρι χαρτομάντιλα, από είδη ψιλικών μέχρι επιλογή μουσικής και τραγουδιών στα jukebox, στα φαγάδικα και στα μπαρ πάνω στα τραπέζια ή στους τοίχους, με την εγκοπή για την εισδοχή των κερμάτων, ακόμα και για την είσοδο στον υπόγειο –subway– ή στο λεωφορείο, ή το μικρό, σαν στρογγυλό φασολάκι, dime – 10 εκατοστά του δολαρίου, για τα υπαίθρια τηλέφωνα, σε θαλάμους ή αλλού. Το dime, 10 σεντς, το είχα μάθει από τις αναφορές στο Μεγάλο Κραχ ή Κρίση όταν οι άνθρωποι ζητιάνευαν με τα ίδια λόγια: Can you spare a dime? Σου περισσεύει μια δεκάρα; Από τα περισσότερα ψιλικά που αγόραζε κάποιος με κέρματα, η αξία τους δεν ξεπερνούσε το quarter, στο μέγεθος της δραχμής της εποχής μου ή του ευρώ, ή 25 λεπτά του δολαρίου.

Αυτό που ακουγόταν τόσο απλό, ή σαν μια απειλή. Ωστόσο, οι γκάνγκστερ είχαν τους δικούς τους οικονομολόγους. Ναι, θα κατέστρεφαν την οικονομία της Αμερικής. Ο αγοραστής δεν θα έπαιρνε ποτέ ρέστα από ένα δολάριο, ή ένα πεντοδόλαρο ή ένα χαρτονόμισμα των δέκα ή είκοσι δολαρίων, και τα μπουκαλάκια και τα τενεκεδάκια της κόκα κόλα θα στοιβάζονταν στις αποθήκες, όπως και πολλά άλλα εμπορεύματα. Τα εργοστάσια που παρήγαν προϊόντα μικρότερης αξίας του ενός δολαρίου θα έκλειναν, οι εργάτες θα έχαναν τη δουλειά τους, οι πολίτες δεν θα μασούσαν τσίχλα, δεν θα κάπνιζαν, δεν θα χρησιμοποιούσαν τα μέσα μαζικής μεταφοράς και δεν θα τηλεφωνούσαν ούτε σε ώρα ανάγκης. Ρέστα δεν θα έπαιρναν.

Οι γνώσεις μου έφταναν μέχρι εκεί. Όμως έμαθα να κυκλοφορώ με κέρματα και όσα περισσεύουν να τα ρίχνω σ’ έναν κουμπαρά. Αυτή την τακτική τη διατηρώ ακόμα, κυρίως όταν ταξιδεύω.

Στις μέρες μας βλέπω ότι τα ΑΤΜ των τραπεζών στην πατρίδα βγάζουν, με τη γλώσσα τους στον πελάτη, άσχετα με το ποσό των πιθανών καταθέσεών του, χαρτονομίσματα των 20, των 50 ή πιο σπάνια των 10 ευρώ, και αναρωτιέμαι αν ο κουλουρτζής στη γωνία του σπιτιού μου ή λίγο πιο πέρα από την πλατεία βρίσκεται ακόμα στο πόστο του και αν υπάρχουν ακόμα πελάτες που αγοράζουν ένα κουλούρι για 20 ευρώ, ή που βρίσκει ο κουλουράς κέρματα για να δώσει ρέστα.

Έχω ξοδέψει αρκετές ώρες πηγαίνοντας σε βιβλιοπωλεία γυρεύοντας το βιβλίο που μετέφραζα στο πρώτο μου ταξίδι, δεν ξέρω τι έγιναν και το βιβλίο και οι σελίδες, και παίρνω από τα ράφια βιβλία που γράφτηκαν και εκδόθηκαν τις δεκαετίες του 1940, 1950, 1960, μήπως σε κάποια σελίδα αναγνωρίσω κάποια παράγραφο που να μου θυμίσει το βιβλίο της απειλής της συγκομιδής των κερμάτων από τους γκάνγκστερ.

Ταυτόχρονα, αναγνωρίζω τις ελλείψεις μου σχετικά με την οικονομία που διαμορφώνει η κάθε χώρα ή αν είναι διασυνδεδεμένες σε όμορα ή πλατύτερα σύνορα ή παγκόσμια, και ποια είναι η συμμετοχή του λαού της ή η αντίδρασή του. Δηλαδή, οι δεκαετίες έχουν πολλά κοινά σημεία, μόνο που αλλάζουν οι επωνυμίες και οι δείκτες των χρηματιστηρίων.

Όμως, το ερώτημα που διαμορφώνεται και διογκώνεται στο μυαλό μου είναι, μήπως το χρήμα είναι στρογγυλό για να κυλάει, όπως έλεγε ο μπαμπάς μου και όπως είναι σήμερα το ευρώ; Ποιος ελέγχει την αφετηρία του, την πορεία του και το τέρμα του;

Τα είχε πει ο Έζρα Πάουντ, που είχε επιμεληθεί και συμβουλέψει τον Τ.Σ. Έλιοτ, για την ποιητική Έρημη χώρα, πολέμιος των τραπεζών, που τον έκλεισαν σ’ ένα μετακινούμενο κελί με κάγκελα, σαν αυτά που κρατάνε έγκλειστα τα λιοντάρια, για να τον καταδικάσουν.

 

Γιώργος Δουατζής

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.