fbpx
«Η περίπτωση του Ηλία Βενέζη»

«Η περίπτωση του Ηλία Βενέζη» 

του Ευθύμιου Μασούρα


Δίχως αμφιβολία, η Μικρασιατική Καταστροφή ως γεγονός σημάδεψε τον νεότερο ελληνισμό και αποτέλεσε τομή για την ανασυγκρότηση του ελληνικού κράτους σε πολλούς τομείς (οικονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό). Το οριστικό τέλος της Μεγάλης Ιδέας, με την οποία είχαν γαλουχηθεί γενιές κατά το παρελθόν, οδήγησε αναγκαστικά στη θεματική επανεστίαση των τεχνών και συγκεκριμένα της λογοτεχνίας. Όπως μπορεί κανείς να παρατηρήσει, στην πεζογραφία του Μεσοπολέμου, που για την Ελλάδα θα μπορούσε να τοποθετηθεί χρονικά κατά την περίοδο 1923-1939, δηλαδή από τη Συνθήκη της Λωζάνης έως την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εμφανίστηκαν πολύ σημαντικές μορφές λογοτεχνών, όπως ο Η. Βενέζης, η Δ. Σωτηρίου, ο Σ. Μυριβήλης και άλλοι, οι οποίοι είτε βίωσαν άμεσα τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής είτε επηρεάστηκαν έμμεσα από τις συνέπειές της. Καθίσταται συνεπώς σαφές ότι αυτοί είχαν μία βιωματική σχέση με αυτό το συνταρακτικό γεγονός της ελληνικής ιστορίας που αποτέλεσε βασικό θεματικό άξονα των έργων τους, όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια.

Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Γενιά του ’30, στην οποία περιλαμβάνονται οι προαναφερόμενοι λογοτέχνες, επιχείρησαν τη ρήξη με την παράδοση και την ανανέωση στην πεζογραφία επιχειρώντας μία πιο ρεαλιστική προσέγγιση των αλλαγών που συντελούνταν στην ελληνική κοινωνία εκείνη την εποχή (σταθεροποίηση της πολιτικής και οικονομικής ζωής, αστικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας κ.ά.), αλλά και παράλληλα εξετάζοντας τα ιστορικά γεγονότα της προηγούμενης δεκαετίας από μία πιο ατομοκεντρική και βιωματική σκοπιά. Το τελευταίο αυτό χαρακτηριστικό εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης υιοθέτησης χαρακτηριστικών των σύγχρονων λογοτεχνικών ρευμάτων της Ευρώπης (εσωτερικός μονόλογος, ροή της συνείδησης κ.ά.), που καθιστούσαν την αφήγηση πιο άμεση, ζωντανή και ενδιαφέρουσα για το αναγνωστικό κοινό. Είναι σαφές ότι μία αναλυτική μελέτη της λογοτεχνικής Γενιάς του ’30, που σημαδεύτηκε καλλιτεχνικά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, θα χρειαζόταν μία εργασία διδακτορικού επιπέδου, ωστόσο στο παρόν κείμενο η ανάλυση θα περιοριστεί ενδεικτικά σε έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της, τον Ηλία Βενέζη.

Ο Βενέζης (1904-1973, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ηλία Μέλλου) γεννήθηκε το 1904 στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας και βίωσε άμεσα αρχικά τις συνέπειες των διώξεων κατά του ελληνισμού της Μικράς Ασίας και κατόπιν της Μικρασιατικής Καταστροφής, καθώς το 1914 ο πατέρας του και μία αδελφή του έγιναν όμηροι των Τούρκων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ αργότερα (1922) ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε απ’ τους Τούρκους για 14 μήνες και οδηγήθηκε με άλλους συμπατριώτες του στα περιβόητα «τάγματα εργασίας» στο εσωτερικό της Ανατολίας. Ο Βενέζης αργότερα κατέφυγε στη Μυτιλήνη, όπου δημοσίευσε τα πρώτα κείμενά του και διορίστηκε ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα, ενώ το 1932 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδας. Κατά την Κατοχή συνελήφθη απ’ τους Γερμανούς και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, από όπου σώθηκε απ’ τον θάνατο με τη μεσολάβηση των φίλων του, ακολούθως διετέλεσε για πολλά χρόνια γενικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου και ακαδημαϊκός, ενώ το 1973 πέθανε στην Αθήνα.

Τα προσωπικά βιώματα του Βενέζη από τη Μικρασιατική Καταστροφή και ιδιαίτερα η αιχμαλωσία του σημάδεψαν το έργο του, όπως προκύπτει έμμεσα από τη θεματική των κυριότερων μυθιστορημάτων του που σχετίζονται με τον ξεριζωμό από τις εστίες τους, αλλά και την προσπάθεια εγκατάστασης και προσαρμογής των προσφύγων στην κυρίως Ελλάδα (Το νούμερο 31328, Γαλήνη, Αιολική Γη). Συγκεκριμένα, όπως παρατηρεί κανείς, ο συγγραφέας εμπνέεται νοσταλγικά από τις «χαμένες πατρίδες» της Μικράς Ασίας, καταγράφει τις τραγικές εμπειρίες των παιδικών του χρόνων απ’ τη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και εστιάζει στη μελέτη των προβλημάτων των προσφύγων μετά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα και την προσαρμογή τους.

Ενδεικτικά σε αυτό το θεματικό πλαίσιο θα μπορούσε να γίνει αναφορά στο μυθιστόρημα Γαλήνη (1939), όπου ο συγγραφέας αναφέρεται στα προβλήματα των προσφύγων απ’ την περιοχή της Παλαιάς Φώκαιας της Μικράς Ασίας, οι οποίοι μετά την Καταστροφή εγκαθίστανται στην Ανάβυσσο της Αττικής και προσπαθούν να προσαρμοστούν σε έναν αφιλόξενο κι άγονο για αυτούς τόπο. Το κύριο πρόσωπο του μυθιστορήματος, ο Αντρέας, θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον ίδιο τον Βενέζη, καθώς αιχμαλωτίστηκε απ’ τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της Ανατολίας, μαζί με τον φίλο του, Άγγελο, ενώ φοιτούσαν στο Γυμνάσιο. Μετά 14 μήνες ομηρίας ο Αντρέας γύρισε ζωντανός, ωστόσο ο Άγγελος πέθανε προτού να χαρεί την ημέρα της επιστροφής. Όταν τελικά ο Αντρέας, όντας εξαθλιωμένος απ’ την πείνα και τις κακουχίες, έφτασε στον καταυλισμό των προσφύγων στην Αττική, εκείνοι αρχικά δεν τον αναγνώρισαν. Βέβαια τελικώς αντιλήφθηκαν την ταυτότητά του και τότε άρχισαν όλοι να τον ρωτούν για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων στη Μικρά Ασία, η πλειοψηφία των οποίων όμως ήταν πλέον νεκροί.

Όπως μπορεί κανείς να παρατηρήσει, στο εν λόγω έργο αποτυπώνεται όχι μόνο η Μικρασιατική Καταστροφή ως γεγονός, αλλά και οι συνέπειές της στις ζωές των απλών ανθρώπων, οι οποίοι απώλεσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα και τις περιουσίες τους. Επιπλέον, ο συγγραφέας εστιάζει με έμφαση στο τραγικό δίλημμα που αντιμετωπίζει το κύριο πρόσωπο του διηγήματος, ο Αντρέας, καθώς είναι αναγκασμένος σε πολλές περιπτώσεις να αποκρύψει την πραγματική τύχη αγαπημένων προσώπων από τους συγγενείς τους, οι οποίοι μάταια αναμένουν την επιστροφή τους. Χαρακτηριστικά, γίνεται μνεία στη μητέρα (θεία Μαρία) του φίλου του ήρωα, του Άγγελου. Ο ήρωας, έπειτα από εσωτερική πάλη, τελικά επιλέγει να αποκρύψει την αλήθεια για την τύχη του φίλου του από τη μητέρα του, προκειμένου να μην της στερήσει την ελπίδα της αντάμωσης με τον γιο της, στοιχείο που αναμφίβολα προσδίδει τραγικότητα και συναισθηματική φόρτιση στην πλοκή, δεδομένου ότι με τη συγκεκριμένη γυναίκα θα μπορούσαν να ταυτιστούν πολλοί αναγνώστες που απώλεσαν αγαπημένα τους πρόσωπα στην Ανατολία.

Ωστόσο, μέσω των περιγραφών του Αντρέα για την περίοδο της αιχμαλωσίας του, ο συγγραφέας παρουσιάζει παράλληλα και μια πιο «εναλλακτική» εικόνα για τους απλούς Τούρκους χωρικούς, οι οποίοι σε αντίθεση με τη στερεότυπη εικόνα τους στην ελληνική λογοτεχνία ως «άγριων» και «βάρβαρων» εμφανίζονται να φιλοξενούν τους δύο φίλους στα γραφικά χωριά τους και να συμβιώνουν μαζί τους αρμονικά καλλιεργώντας τη γη. Πιθανώς μέσα από αυτή την εικόνα ο Βενέζης επιχείρησε έμμεσα να παρουσιάσει και τη δυνατότητα ειρηνικής συνύπαρξης των ανθρώπων έξω από το πλαίσιο του πολέμου και των συμφερόντων που τον προκαλούν, περνώντας κι ένα φιλειρηνικό μήνυμα για το μέλλον.

Συνοψίζοντας, γίνεται ευδιάκριτο το γεγονός ότι ο Βενέζης μέσω της άτυπης τριλογίας του, που ξεκίνησε με Το νούμερο 31328 το 1931, συνεχίστηκε με τη Γαλήνη το 1939 και έκλεισε με την Αιολική Γη το 1943, επιχείρησε να αναδείξει πτυχές της Μικρασιατικής Καταστροφής που επηρέασαν τον ίδιο και χιλιάδες άλλους απλούς ανθρώπους. Στα έργα του αποτυπώνεται η πάλη των ανθρώπων κατά της παντοδύναμης, σκληρής και αδυσώπητης μοίρας, εναντίον της οποίας αγωνίζονται μάταια, καθώς πάντα διαψεύδονται οι ελπίδες τους για μία ειρηνική και ανέμελη ζωή. Ο συγγραφέας δείχνει ενδιαφέρον και συμπάθεια για την προσπάθεια για επιβίωση των ανθρώπων, με τους οποίους ταυτίζεται και ο ίδιος σε πολλές περιπτώσεις. Θα μπορούσε συνεπώς να υποστηριχθεί η άποψη ότι για τον Βενέζη οι ήρωες αποτελούν έμμεσα σύμβολα του ανθρώπου και επιπρόσθετα εκδηλώσεις της ίδιας της προσωπικότητάς του.

Ευθύμιος Μασούρας, Δρ Κλασικής Φιλολογίας στο Ε.Κ.Π.Α.

 

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.