fbpx
«Η ενσωμάτωση των προσφύγων στο λογοτεχνικό έργο και η πολιτική της διάσταση»

 «Η ενσωμάτωση των προσφύγων στο λογοτεχνικό έργο
και η πολιτική της διάσταση»

του Βασίλη Μόσχου

 

Η «ενσωμάτωση» περιλαμβάνει μια σειρά πτυχές, όπως: συνθήκες ανταλλαγής, μετακίνηση των προσφύγων, επιχειρούμενη αποκατάσταση, προσφυγικοί συνοικισμοί, εργασιακή εκμετάλλευση, πολιτιστική δημιουργία, σχέσεις με τους ντόπιους πληθυσμούς. Αναμενόμενα, η λογοτεχνία αποτυπώνει στα επόμενα του 1922 χρόνια την «ενσωμάτωση των προσφύγων». Στο λογοτεχνικό υλικό το οποίο παράγεται, υφίστανται, γεννιούνται ή τελούν υπό διαμόρφωση ένα εύρος από διαφορετικές έως και αντίθετες μεταξύ τους θεματικές, εικόνες, λογοτεχνικοί ήρωες, υφολογικά γνωρίσματα, ιδέες και πολιτικές αντιλήψεις. Η σχετική αρθρογραφία είναι εκτενής και αξιόλογη. Ωστόσο, λιγότερο απασχόλησε το ερώτημα: «Τι εκφράζουν πολιτικά οι εντοπιζόμενες διαφορές και αντιθέσεις;».

Κοινός τόπος στους περισσότερους λογοτέχνες είναι η τραγική κατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα. Διαφέρουν ως προς όσα συνιστούν για τον καθένα αυτή την τραγική κατάσταση ή ακριβέστερα ως προς όσα συνιστούν πρωτίστως αυτή την τραγική κατάσταση. Οι σχετικές αναφορές κινούνται από τις αρνητικές υλικές συνθήκες για τους πρόσφυγες ως κοινωνικά διαστρωματωμένο σύνολο, μέχρι τα εμπόδια και τις ματαιώσεις στη ζωή και την εξέλιξη των προσφύγων ως άτομα.

Για παράδειγμα, η Διδώ Σωτηρίου προσθέτει την ψυχική καταρράκωση στα βάσανα των προσφύγων. Διαβάζουμε στα Ματωμένα Χώματα: «Σπασμένα μουγκρητά βγαίναν από τα στήθια, ήχοι βασανισμένοι, παραφουσκωμένοι φόβο και τρόμο».[1] Ο Νίκος Καββαδίας συναισθάνεται επίσης την ψυχική αυτή καταρράκωση σε ποίημα των μαθητικών του χρόνων: «Τι βλέπω φρίκη τι έρχεται από τη Σμύρνη κάτου/ στρατός προσφύγων θλιβερός σέρνων τη δυστυχιά του/ Κι η δυστυχία η άπονη σκληρά ζωγραφισμένη/ στα πρόσωπά των μένει».[2] Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος βλέπει στην Αστροφεγγιά την αγωνία των προσφύγων για επιβίωση, τη διαρκή εκ μέρους τους εργασιακή αναζήτηση και τον εκβιασμό τους για χαμηλότερες αμοιβές. Ο Θέμος Κορνάρος στο Ξεκίνημα μιας γενιάς αναδεικνύει τη μη καταβολή από το κράτος της συνολικής αποζημίωσης στους ανταλλάξιμους πρόσφυγες, τον εμπαιγμό πρόσθετα των προσφύγων στο ζήτημα αυτό, τη βασανιστική τους περιπλάνηση ανά την επικράτεια και την εχθρική συνήθως αντιμετώπισή τους από τους ντόπιους πληθυσμούς. Ο Σωκράτης Προκοπίου στο Σαν ψέματα και σαν αλήθεια αποδίδει λογοτεχνικά την εξάπλωση της φυματίωσης στους πρόσφυγες και τον διπλό κοινωνικό αποκλεισμό όσων ασθενούν ή βρίσκονται στο περιβάλλον ασθενών, και ως προσφύγων και ως φυματικών.[3]

Ο Ηλίας Βενέζης έπειτα περιγράφει στη Γαλήνη την οικονομική και γενικότερη στασιμότητα κάποιων προσφυγικών ομάδων το πρώτο διάστημα εγκατάστασής τους στην Ελλάδα, για την εμφανιζόμενη σε αυτούς απελπισία και το μαράζωμα συνεπώς των ανθρώπων και των μεταξύ τους σχέσεων.[4] Η Τατιάνα Σταύρου εστιάζει στις αστικής προέλευσης κοινωνικές κατηγορίες προσφύγων και στην κατά την κρίση της επαγγελματική-κοινωνική τους υποβάθμιση. Διαβάζουμε στις Πρώτες Ρίζες: «Ένας διευθυντής εφημερίδας ψήνει τούβλα... Ο φαρμακοποιός… πουλεί γκαζόζες!».[5] Αντίθετα, οι Πρωτοπόροι προτάσσουν όσες επιπτώσεις αφορούν τα εργατικά και φτωχότερα στρώματα των προσφύγων και προσθέτουν πάντα τους ανάλογους επιθετικούς προσδιορισμούς. Διαβάζουμε σε άρθρο τους: «Σκοτώθηκαν 115.000 παιδιά εργατών και φτωχών χωρικών της Ελλάδας… Πέθαναν 100.000 φτωχοί πρόσφυγες κατά τη μεταφορά τους εδώ».[6]

Επιθυμία στους περισσότερους λογοτέχνες είναι επίσης και η αναζήτηση των αιτιών και των ευθυνών για την κατάσταση των προσφύγων. Βέβαια, και σε αυτήν την περίπτωση προκύπτουν διαφορές.

Ο Μενέλαος Λουντέμης από τη μεριά του καταλογίζει ευθύνες στα ιμπεριαλιστικά κράτη, στις αστικές κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία, και στα εκφραζόμενα από τους παραπάνω κοινωνικά συμφέροντα, για την αναγκαστική και σε έναν βαθμό βίαιη ανταλλαγή πληθυσμών, για την απροσχεδίαστη εγκατάστασή τους σε Ελλάδα και Τουρκία, και ως εκ τούτου τη διαβίωσή τους σε τόπους με κλίμα, επαγγέλματα, αξίες και τρόπο ζωής άλλα από τα δικά τους. Διαβάζουμε στα έργα Κάτω από τα κάστρα της ελπίδας και Συννεφιάζει αντίστοιχα: «Φκιάρισαν τους ανθρώπους σαν πράγμα, το πέταξαν όπου θέλανε, στήσανε τον νόμο του ληστή» και «Κάτι ταξίδια αθέλητα, απελπισμένα».[7] Η Μέλπω Αξιώτη κατακρίνει στο Εικοστός Αιών τις διαδικασίες αποκατάστασης, την αποπληρωμή από τους πρόσφυγες κατοικιών και κτημάτων και τη συνεπακόλουθη συσσώρευση προσφυγικών χρεών.[8]

Ο Γιώργος Θεοτοκάς, από την άλλη, θεωρεί αιτίες της κατάστασης των προσφύγων την απουσία «εθνικής ενότητας», εξαιτίας και του προηγηθέντος «Εθνικού Διχασμού», τις επιλογές της αντιβενιζελικής παράταξης, την αχαριστία και την αδιαφορία των διεθνών συμμάχων και την οικονομική υπανάπτυξη της Ελλάδας. Διαβάζουμε στο Αργώ: «Ναι, η Ελλάδα έφταιγε για όλα… Μίζερη, πικρόχολη, μοχθηρή, κακιά, χωρίς περηφάνια… φαρμακωμένη, με τις πιο παλαβές φιλοδοξίες… Η Ελλάδα με τα μικρά λιμάνια, τα μικρά καράβια…».[9] Αρκετοί θεωρούν υπεύθυνη την ανθρώπινη μοίρα και υποβαθμίζουν ή εξαφανίζουν τις όποιες πολιτικές ευθύνες. Διαβάζουμε στο Παναγιά η Γοργόνα του Στρατή Μυριβήλη: «πέταξε στην Ελλάδα το ξεριζωμένο Γένος… μόνο η Μοίρα τους το ξέρει».[10]

Χαρακτηριστικότερες είναι οι διαφορές σε σχέση με την προοπτική την οποία οραματίζονται –και στην πραγματικότητα προτείνουν– ορισμένοι λογοτέχνες για την αντιμετώπιση της τραγικής κατάστασης των προσφύγων και για τη συνέχεια της παρουσίας τους στην Ελλάδα. Ορισμένοι προτείνουν μια κάποιου είδους κοινωνική μεταβολή και τη συμμετοχή των προσφύγων στον αγώνα για αυτή τη μεταβολή, άλλοι προτείνουν την επικέντρωση των προσφύγων στην ατομική τους πρόοδο ως τη δική τους συμβολή στη συνολική πρόοδο της Ελλάδας.

Ο Κώστας Παρορίτης ολοκληρώνει το έργο του Κόκκινος Τράγος με δύο διαδηλώσεις αντιμέτωπες στην Αθήνα, μια κατά του πολέμου, αποτελούμενη και από πρόσφυγες, και μια υπέρ. Τελικά, επικρατούν οι κατά του πολέμου διαδηλωτές, οι οποίοι κρατούν πλέον και μια κόκκινη σημαία.[11] Ο Πέτρος Αφθονιάτης προλογίζει το έργο του Πρόσφυγες με τη φράση: «Αφιερώνεται με αληθινό πόνο στις ξεριζωμένες ψυχές που ψάχνουν πάλι να ριζώσουν μέσα στην περιπλάνηση, στην επανάσταση, στη ζωή».[12] Η Διδώ Σωτηρίου αποτιμά, το 1962, ως σημαντικά στοιχεία τής μέχρι τότε ενσωμάτωσης των προσφύγων και τη συνδικαλιστική και την αντιστασιακή τους δράση, και προτρέπει προφανώς σε μια ανάλογη δράση στη συνέχεια. Προλογίζει η ίδια τα Ματωμένα Χώματα με τη φράση: «Έφαγε πικρό ψωμί, σαράντα χρόνια λιμενεργάτης, συνδικαλιστής, μαχητής της Εθνικής μας Αντίστασης».[13]

O Γιώργος Θεοτοκάς αντιτίθεται φυσικά σε μια κοινωνική-κομμουνιστική εξέγερση και προκρίνει ως ιδανική λύση, για τα προβλήματα του μεσοπολέμου και την ενσωμάτωση των προσφύγων ειδικότερα, μια εξελιγμένη αστική δημοκρατία. Το έργο Αργώ περιέχει τη λογοτεχνική σκηνή μιας κομμουνιστικής διαδήλωσης-εξέγερσης και της καταστολής της από το αστικό κράτος, η οποία ουσιαστικά απαντά στην αντίστοιχη σκηνή στον Κόκκινο Τράγο του Κώστα Παρορίτη. Πιο συγκεκριμένα, στο Αργώ, ο τόνος είναι αντιηρωικός, οι προσχωρούντες στη διαδήλωση παρουσιάζονται γεμάτοι πάθος αλλά μη συνειδητοποιημένοι και συνεπώς ο θάνατός τους κρίνεται μάταιος. Επιπλέον, η κομμουνιστική διαδήλωση και ένα εν εξελίξει εθνικιστικό στρατιωτικό πραξικόπημα εξομοιώνονται ως δύο απειλές κατά της αστικής δημοκρατίας.[14] Ο Θανάσης Πετσάλης ακόμη ζητά εμπιστοσύνη προς το κράτος και εργατικότητα. Διαβάζουμε στο έργο Δεκατρία Χρόνια: «Το κράτος κάνει ό,τι μπορεί… θα προσπαθήσουμε να χτίσουμε μαζί το καινούργιο σπίτι».[15]

Το λογοτεχνικό υλικό για την ενσωμάτωση των προσφύγων περιέχει ως προς την πολιτική του διάσταση πολλά στοιχεία, διαβαθμίσεις και αντιθέσεις. Ακριβώς γιατί εκφράζει ένα πλήθος από διεργασίες, μεταβολές και αντιτιθέμενα συμφέροντα, τα οποία υφίστανται την ίδια ώρα στο κοινωνικό περιβάλλον. Οπωσδήποτε η ενσωμάτωση των προσφύγων στην Ελλάδα συντελεί στην περαιτέρω διαμόρφωση πολιτικών αντιλήψεων και τάσεων στους λογοτέχνες. Τα σημεία: τραγική κατάσταση των προσφύγων – πολιτικές ευθύνες – αναγκαιότητα του καθημερινού αγώνα – προοπτική μιας κοινωνικής μεταβολής, ενσωματώνονται σε μια πιο κομμουνιστική αντίληψη, ενώ τα σημεία: εθνική τραγωδία – σταθερότητα και συνοχή – προσπάθεια όλων των Ελλήνων πολιτών – παράδειγμα η κάθε επιτυχία, ενσωματώνονται σε μια πιο αστική αντίληψη.

Βασίλης Μόσχος, μεταδιδακτορικός ερευνητής σύγχρονης ιστορίας

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Διδώ Σωτηρίου, Τα Ματωμένα Χώματα, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1988, σ. 338.
[2] Μιχάλης Γελασάκης, Νίκος Καββαδίας, ο αρμενιστής ποιητής, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2018, σ. 31.
[3] Αντωνία Γ. Καφετζάκη (1999). Εικόνες του Μικρασιάτη πρόσφυγα στη μεσοπολεμική πεζογραφία. Αθήνα: Πάντειον Πανεπιστήμιον, Σχολή Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών, Τμήμα Κοινωνιολογίας, σ. 205-212. Έρη Σταυροπούλου, Η παρουσία της Μικρασιατικής Καταστροφής στη νεοελληνική πεζογραφία (συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις).
[4] Ηλίας Βενέζης, Γαλήνη, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2010.
[5] Τατιάνα Σταύρου, Οι Πρώτες Ρίζες, έκδοση του περιοδικού Κύκλος, Αθήνα 1936, σ. 240-241.
[6] Γιάννης Κορδάτος, «Μεσουράνημα και Δύση του ελληνικού ιμπεριαλισμού», Πρωτοπόροι, σ. 281-282, τεύχος 7, Αύγουστος 1931.
[7] Αντωνία Γ. Καφετζάκη (1999). Εικόνες του Μικρασιάτη πρόσφυγα στη μεσοπολεμική πεζογραφία, ό.π., σ. 156-166.
[8] Μέλπω Αξιώτη, Εικοστός Αιών, Κέδρος, Αθήνα 1982, σ. 17-18.
[9] Γιώργος Θεοτοκάς, Αργώ, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2000, σ. 140.
[10] Στρατής Μυριβήλης, Η Παναγιά η Γοργόνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας 1979, σ. 146.
[11] Κώστας Παρορίτης, Ο Κόκκινος Τράγος, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2016.
[12] Πέτρος Αφθονιάτης, Πρόσφυγες, εκδόσεις Αγών, Παρίσι 1929, σ. 5.
[13] Διδώ Σωτηρίου, Τα Ματωμένα Χώματα, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1988, σ. 7.
[14] Γιώργος Θεοτοκάς, Αργώ, ό.π., σ. 291-297.
[15] Θανάσης Πετσάλης Διομήδης, Δεκατρία Χρόνια, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1983, σ. 249, 260-261.

 

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.