fbpx
«Απ’ τη βεράντα του Kraemer Palace στη Σμύρνη  στον “Υπόγειο Παράδεισο” του Πέτρου Πικρού»

«Απ’ τη βεράντα του Kraemer Palace στη Σμύρνη
στον “Υπόγειο Παράδεισο” του Πέτρου Πικρού»

της Χριστίνας Τσιτιρίδου

 

«Φυλάξου ἀπό τούς σκύλους!» (Μιά λατινική ὀρμήνια).[1]

Με αυτό το γνωμικό ο Πέτρος Πικρός –μια ιδιαίτερη μορφή του λογοτεχνικού Μεσοπολέμου που θα βυθιζόταν στη λήθη του παρελθόντος, αν δεν τον ζωντάνευε η πρωτοβουλία της Χριστίνας Ντουνιά με τη φιλολογική επιμέλεια της τριλογίας του Χαμένα κορμιά, Σα θα γίνουμε άνθρωποι και Τουμπεκί, που συνοδεύεται από μια εξαιρετική εισαγωγή και ένα πλούσιο επίμετρο της ιδίας– προλογίζει την α’ έκδοση του δεύτερου μέρους της τριλογίας του. Αυτή η προτροπή προς το αναγνωστικό κοινό αναπόφευκτα γεννά το ερωτηματικό σχετικά με την ταυτότητα των αναφερόμενων σκύλων και τους κινδύνους που εγκυμονεί η παρουσία τους. Στην περίπτωση του γνωστού παραμυθιού, το διακύβευμα υπήρξε η διάσωση της μικρής ηρωίδας από τον κακό λύκο· στο κλεινόν άστυ της δεκαετίας του ’20, όπου ο Πέτρος Πικρός ερευνά και συγγράφει, ο λύκος μεταμορφώνεται στον εξημερωμένο του απόγονο που καιροφυλακτεί για τη λεία του με σύμμαχο τα άγρια ένστικτα που αταβιστικά ξεπηδούν από το σκοτεινό ασυνείδητο.

Ο Πέτρος Πικρός καταφθάνει στην Αθήνα τέλος του 1920 με αρχές του 1921, έπειτα από μακροχρόνια παραμονή του στο εξωτερικό για την ολοκλήρωση των εγκύκλιων και των πανεπιστημιακών του σπουδών. Οι πληροφορίες συγκεχυμένες τόσο αναφορικά με το ακριβές αντικείμενο των σπουδών του, όσο και με την πιθανότητα οι σπουδές του να έμειναν ημιτελείς. Ωστόσο, για το έργο που έμελλε να μας αφήσει παρακαταθήκη αυτή η αοριστία για τη φοιτητική του πορεία αποδεικνύεται ήσσονος σημασίας. Ο συγχρωτισμός του την επίμαχη περίοδο των σπουδών του με άτομα από τον αναρχικό και τον κομμουνιστικό χώρο και η ιδεολογική του ζύμωση με τις αρχές του σοσιαλισμού θα αποτελέσουν τα όπλα στη συγγραφική του φαρέτρα, για να αποτυπώσει τον κόσμο των αποσυνάγωγων και του στιγματισμένου περιθωρίου. Ταυτοχρόνως, οι ευαίσθητες κεραίες της σοσιαλιστικής του συνείδησης λαμβάνουν τις δονήσεις που καταγράφονται στον κοινωνικό ιστό της πρωτεύουσας με την άφιξη του κατατρεγμένου προσφυγικού ρεύματος, απόρροια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ο Πικρός οσμίζεται τον αντίκτυπο αυτής της μαζικής εγκατάστασης των εκδιωγμένων Ελλήνων σε ένα αστικό τοπίο ήδη επιβαρυμένο και αντιμέτωπο με το φάσμα της ανεργίας και της ακραίας φτώχειας. Κοντά στους γηγενείς που διαβιούν αόρατοι στις παρυφές της κοινωνίας, προστίθενται οι Έλληνες από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, οι «τουρκόσποροι», που στα μάτια του μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας φαντάζουν ως βαρίδια από τα οποία συντόμως πρέπει να απαλλαγούν. Μέσα σε αυτόν τον σύμμεικτο, ετερογενή πλέον «βυθό του περιθωρίου», ο Έλληνας Γκόργκι βουτάει τη λογοτεχνική του πένα και αναταράζει τα λιμνάζοντα νερά. Κατασκευάζει ένα σύμπαν παράλληλο με την «υγιή» κοινότητα, η οποία διέπεται από τις αρχές του αστικού καθωσπρεπισμού και της ηθικής τάξης, υποκριτικές αρχές ως επί το πλείστον, άνευ ουσιαστικής αξίας, που λειτουργούν πρωτίστως ως στυλοβάτες της καθεστηκυίας τάξης και επόπτες της διατήρησης των χρηστών ηθών· ένα σύμπαν κατοικημένο από τους απόκληρους, τους παραβατικούς, εν γένει τους παρίες του νέου αστικού τοπίου.

Φθινόπωρο του 1922 και οι «σκύλοι» έχουν κάνει την εμφάνισή τους στις αποβάθρες, όπου καταφθάνουν οι εκδιωγμένοι με το κενό βλέμμα και τον πόνο που πασχίζουν να μεταλλάξουν σε προσδοκία για το μέλλον. Οι «σκύλοι» αναζητούν το «φρέσκο εμπόρευμα», άρτι αφιχθέν από τη Σμύρνη, και δεν αργούν να το εντοπίσουν ωσάν τα λαγωνικά που ξετρυπώνουν από τα λαγούμια τα κρυμμένα θηράματα. Η Μαρίτσα του διηγήματος «Το πράμα», που συμπεριλαμβάνεται στις σελίδες του πρώτου μέρους της τριλογίας του, αποτελεί μία από τις κερδοφόρες ανακαλύψεις τους. Η ίδια, οι προσφυγοπούλες στην Αθήνα και αλλαχού συνιστούν τις έμπρακτες αποδείξεις της μαρξιστικής «πραγμοποίησης». Μέσα στο βασίλειο του καπιταλιστικού συστήματος και τις δομές της ανταλλακτικής αξίας, η νεαρή λογίζεται ως ένα διεκπεραιωτικό μέσο, το οποίο στερείται κάθε πτυχή κοινωνικής και προσωπικής ζωής, η ανθρώπινη υπόστασή της εξαντλείται στο πλαίσιο της χρήσης της στην παραγωγική διαδικασία, εν προκειμένω στη δοσοληψία του αγοραίου έρωτα, και η έννοια της αξιοπρέπειάς της ως αυταξία αφήνεται στο κατώφλι του σπιτιού με το κόκκινο φως, προτού αυτή το δρασκελίσει για να εισέλθει στον κόσμο του ημίφωτος και της υποταγής στις επιθυμίες των «αγοραστών» της νιότης και της ομορφιάς της, κυνηγώντας τις χίμαιρες που της έταξαν. Το ίδιο το σύστημα σαμποτάρει οποιαδήποτε καταβαλλόμενη προσπάθεια ανέλιξής της στον καινούριο τόπο –τον τόπο της εξορίας της, που άλλοι αποφάσισαν για αυτήν παίζοντας ερήμην της τα γεωπολιτικά παιχνίδια– και ακυρώνεται εκ προοιμίου η ομαλή ενσωμάτωσή της στη νέα πατρίδα.

Δίχως την «πολύτιμη χείρα της πολιτικής αγωγής», όπως επισημαίνει και ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου,[2] η προηγούμενη ηρωίδα αλλά και η Κατίνα, η πόρνη του Καφέ Αμάν που φέρει το οξύμωρο όνομα Υπόγειος Παράδεισος –κατ’ αντιδιαστολή με τον επίγειο παράδεισο των εύρωστων, μεγαλόσχημων αστών και τον ουράνιο Παράδεισο των θρησκευτικών ταγών–, πρωταγωνίστρια στην ομώνυμη με το δεύτερο μέρος της τριλογίας του Πικρού νουβέλας Σα θα γίνουμε άνθρωποι,[3] αγωνίζονται ματαίως για τη δραπέτευση από τον ζόφο της έκνομης ζωής, βαυκαλίζονται με την ελπίδα της υλοποίησης της επαναλαμβανόμενης φράσης «σα θα γίνουμε άνθρωποι»· φράση που μοιάζει με μια διαρκή προσευχή μέσα στην ομώνυμη ιστορία, λέγεται αυτούσια ή με μικρές παραλλαγές περίπου τριάντα φορές. Οι Μαρίτσες της Σμύρνης και οι Κατίνες του Υπόγειου Παραδείσου αδυνατούν αρχικώς να αντιληφθούν ότι συνιστούν το επακολούθημα της τεράστιας οικονομικής και κοινωνικής αναταραχής που επέφερε η Μικρασιατική Καταστροφή στον αστικό ιστό της ήδη προβληματικής Αθήνας.

Ο Πικρός, ωστόσο, δεν θα αφήσει τις ηρωίδες του μέσα στο κατασκευασμένο ψέμα περί μεταβατικού σταδίου της ζωής τους. Το κρεμασμένο σφαχτό στο τσιγκέλι του χασάπικου της γειτονιάς είναι μια διαρκής υπενθύμιση στη νεαρή Μαρίτσα ότι με τον ίδιο τρόπο εμπορεύονται τα «σκυλιά της αποβάθρας στον Πειραιά» το κορμί της· όπως οι σφάχτες γδέρνουν το ζώο για να πουληθεί στις αγορές της πόλης, με τον ίδιο τρόπο οι «εκδορείς» της δικής της ψυχής μοσχοπουλούν το εμπόρευμα στους νοικοκυραίους με τη φαρισαϊκού τύπου ηθική: αυτούς που τα βράδια αποζητούν την ερωτική συντροφιά της αλλά το ξημέρωμα σπεύδουν να στηλιτεύσουν την ύπαρξή της, σηκώνοντας περιπαικτικά το φρύδι, μουρμουρίζοντας ηθικά τσιτάτα, φτύνοντας επιδεικτικά στο πέρασμά της. Αλλά και το κακόγουστο χρυσό πουλί με τις μισάνοιχτες φτερούγες, στολίδι του καθρέφτη που διακοσμεί τον τοίχο του πορνείου και μονίμως δείχνει στην Κατίνα τον δρόμο για την επάνοδο στο «…δωμάτιο το τίμιο, το παστρικούτσικο, το νοικοκυρεμένο…» για να ζήσει στο εξής με τη μικρή της κόρη, εξαπατά την ηρωίδα.[4] Ο κόσμος της συγχώρεσης και της αποδοχής ενυπάρχει μόνο εντός των χριστιανικών παραβολών και για το δικό της παρελθόν η λύση θα βρεθεί στον απαγχονισμό. Η λεπτομερής περιγραφή του Πικρού για τον τρόπο που οι φοιτητές της Ιατρικής χειρίζονται εντός του ανατομείου το νεκρό της σώμα, η ωμότητα της εικόνας των τομών πάνω στο δέρμα της που αφήνουν τα ιατρικά εργαλεία λειτουργεί συνδηλωτικά στον υποψιασμένο αναγνώστη για την εν ζωή χρήση του σώματός της ως ένα κομμάτι κρέας. Άλλωστε, ο ίδιος ο Πικρός είχε από τις πρώτες σελίδες της νουβέλας του «υποδείξει» στην ηρωίδα του τι ενδεχομένως έκρυβε η έξοδός της από το πορνείο, αλλά αυτή τον αγνόησε: η ταμπέλα από το γειτνιάζον γραφείο τελετών με τα «…φτηνά κιβούρια…»[5] ακουμπά στην πόρτα του Υπόγειου Παραδείσου.

Αντί επιλόγου και μια ευχή: Λίγες μόνο ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, κυκλώματα trafficking έκαναν την εμφάνισή τους στα σύνορα προκειμένου να «υποδεχθούν» τα ασυνόδευτα παιδιά και τις γυναίκες που εγκατέλειψαν τις εστίες τους. Είθε η δραστική παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας να αποτρέψει τον κίνδυνο οι ιστορίες αυτών των προσφύγων να μετατραπούν σε δυνάμει αφηγηματικό υλικό για κάποιον Πέτρο Πικρό της δικής μας γενιάς…

Χριστίνα Τσιτιρίδου, φιλόλογος

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Πικρός, Π. (2009α). Χαμένα κορμιά. Αθήνα: Άγρα.
Πικρός, Π. (2009β). Σα θα γίνουμε άνθρωποι. Αθήνα: Άγρα.
Χατζηβασιλείου, Β. (2009). Στο περιθώριο του Μεσοπολέμου. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία Επτά. Ανακτήθηκε Οκτώβριος 16, 2022 από: http://dytikosanemos.blogspot.com/2009/05/blog-post_31.html

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Βλ. Πικρός, 2009β, Άγρα, σ. 27.
[2] Βλ. Χατζηβασιλείου, 2009, http://dytikosanemos.blogspot.com/2009/05/blog-post_31.html (τελευταία πρόσβαση 15 Οκτωβρίου 2022).
[3] Βλ. Πικρός, ό.π., σσ. 37-126.
[4] Βλ. ό.π., σ. 47.
[5] Βλ. ό.π., σ. 52.

 

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.