fbpx
«“The Curing Room” στον Πολυχώρο Vault» της Μάριον Χωρεάνθη

«The Curing Room» στον Πολυχώρο Vault

Άνοιξη του 1944. Στο κελάρι ενός ερημωμένου πολωνικού μοναστηριού βρίσκονται ερμητικά κλεισμένοι εφτά Ρώσοι στρατιώτες, αιχμάλωτοι των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής τα οποία αποχωρούν αποδεκατισμένα από τις συμμαχικές δυνάμεις. Ολόγυμνοι, δίχως φαγητό ούτε νερό και χωρίς καμιά δυνατότητα διαφυγής, περιμένουν την προέλαση των σοβιετικών τεθωρακισμένων Τ-34 που θα τους απελευθερώσουν. Καθώς όμως οι μέρες περνούν και βοήθεια δεν έρχεται από πουθενά, η ανάγκη να μείνουν ζωντανοί βάζει σε όλο και μεγαλύτερη δοκιμασία τις αρχές, τις αξίες και τους κανόνες που τους ορίζουν ως ανθρώπινα όντα...

Εμπνευσμένος από πραγματικά –δυστυχώς– γεγονότα, ο Αμερικανός ηθοποιός, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Ντέιβιντ Ίαν Λι εξερευνά με τολμηρή οξυδέρκεια και παρρησία τις ανθρώπινες αντιδράσεις σε ακρότατες συνθήκες περιορισμού και στέρησης, ενώ το ότι πρόκειται για ήδη εξαντλημένους στρατιώτες σε καιρό πολέμου εντείνει το επισφαλές της ψυχικής αντοχής των ηρώων και τη βιαιότητα της ανταπόκρισής τους σε μια ανυπέρβλητη, ουσιαστικά, δοκιμασία. Θέμα αδιαμφισβήτητα πρόσφορο για την ανατομία της ανθρώπινης κατάστασης – ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τον Άρχοντα των μυγών του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ ή τον Ένατο σχηματισμό του πρόσφατα εκλιπόντος Γουίλιαμ Πίτερ Μπλάτι – ο πλήρης εγκλεισμός με αφαίρεση ως και των στοιχειωδώς απαραίτητων για την επιβίωση λειτουργεί ως αφετηρία για μια προσέγγιση του «κοιμισμένου κτήνους» που ο καθένας μπορεί να κρύβει μέσα του: «Όλοι είμαστε ικανοί για τις μικρές μας θηριωδίες», όπως διαπιστώνει ο συγγραφέας διά στόματος ενός από τους πρωταγωνιστές του.

Η λέξη «curing» του αγγλικού τίτλου προέρχεται από τη βιοτεχνική ορολογία και σημαίνει τη διαδικασία αποξήρανσης ενός υλικού για λόγους συντήρησης, μέσω της αφυδάτωσής του με φυσικά ή μηχανικά μέσα (η αρχική και κυριολεκτική της έννοια, η οποία εντός των εδώ συμφραζομένων αποκτά υφή κατεξοχήν ειρωνική, είναι «θεραπεύω» – από το λατινικό «curo» με την ίδια σημασία, από όπου επίσης βγαίνει το αγγλικό ρήμα «care», φροντίζω). Οι εφτά φυλακισμένοι δεν θεωρούνται από τους απόντες βασανιστές τους άνθρωποι, αλλά άψυχη πρώτη ύλη προς επεξεργασία – αν και ο απώτερος στόχος μιας τέτοιας πράξης εκ μέρους των αυτουργών της, οι οποίοι εκ των πραγμάτων δεν θα παρακολουθούσαν καν την έκβασή της, παραμένει ανεξήγητος. Ήταν άραγε ένα ειδεχθές «κοινωνικό πείραμα» που πήγε ακόμα πιο στραβά απ’ όσο έτσι κι αλλιώς θα πήγαινε; Μια κίνηση καθαρού σαδισμού ή συμβολικής εκδίκησης, ύστατη επίδειξη ισχύος του νικημένου πριν την παραδοχή της ήττας του;
«“The Curing Room” στον Πολυχώρο Vault» της Μάριον Χωρεάνθη

Η κατάργηση δύο από τα απολύτως θεμελιώδη και αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώματα, της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας, δίνει στον συγγραφέα την αφορμή για να φέρει τον θεατή ευθέως αντιμέτωπο με δυο αρχετυπικά ταμπού των «εξελιγμένων» κοινωνιών – με πρώτο (και εμφανέστερο) το γυμνό. Η ένδυση, στοιχείο πολιτισμού και τεκμήριο της «εξημέρωσης» του ανθρώπου, του προσφέρει προστασία όχι μονάχα απέναντι στους κινδύνους του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και απέναντι στους ομοίους του. Ο άνθρωπος είναι, εξάλλου, το μόνο πλάσμα που αντιλαμβάνεται τη γυμνότητα του σώματός του και αισθάνεται την ανάγκη να την καλύψει. Επιπλέον, το ρούχο δηλώνει είτε κραυγαλέα (στην περίπτωση, ας πούμε, της στρατιωτικής στολής) είτε έμμεσα τη θέση και το σύνολο των ιδιοτήτων του κάθε ατόμου μέσα στην κοινωνία. Η γύμνια των Πρωτοπλάστων συμβόλιζε τη μακάρια αθωότητά τους, τη μη επίγνωση του ότι ήταν ατελείς και θνητοί, μέσα στον ιδανικό κήπο μιας παραδεισένιας ουτοπίας. Στο Curing Room, αντίθετα, η γύμνια υποχρεώνει τους εφτά αιχμαλώτους –όσους και οι μέρες της βιβλικής Δημιουργίας ή τα Θανάσιμα Αμαρτήματα– να συνειδητοποιήσουν με τον πιο οδυνηρό τρόπο το πόσο είναι εκτεθειμένοι, αδύναμοι και τελικά αναλώσιμοι, εγκλωβισμένοι σε μια δυστοπική κόλαση που έχει γίνει πραγματικότητα (ή μια πραγματικότητα που έχει γίνει δυστοπική κόλαση) και όπου ο απαγορευμένος καρπός είναι η ίδια η ανθρώπινη σάρκα.

Και εδώ ακριβώς είναι που το δεύτερο μεγάλο ταμπού, το οποίο ο Ντέιβιντ Ίαν Λι δεν φοβάται να «εικονογραφήσει» με απόλυτο ρεαλισμό, κάνει τη θεαματική, αν και μάλλον αναμενόμενη, εμφάνισή του: η παντελής έλλειψη τροφής και νερού κατά την πολυήμερη παραμονή των εφτά στρατιωτών στο κελάρι δεν μπορεί να έχει παρά μια και μόνη κατάληξη. Αναπόφευκτα έρχεται στον νου το σκωπτικά μακάβριο τραγουδάκι «Ήταν ένα μικρό καράβι», που μάλιστα σε μια καίρια στιγμή το μουρμουρίζει επί σκηνής ο αργόστροφος Γιούρα, ο σχεδόν σαιξπηρικός «τρελός» της ομάδας. Με ορισμένες αναγκαστικές –και γι’ αυτό «εξιδανικευμένες»– εξαιρέσεις (όπως ο θηλασμός ή και η ερωτική πράξη, ιδίως στις μορφές της που εμπλέκουν άμεσα τη γεύση), η ανθρωποφαγία είναι ακόμα λιγότερο αποδεκτή από το γυμνό, αδιανόητη στο πλαίσιο μιας πολιτισμένης διαβίωσης και συνύπαρξης. Το φαινόμενο του κανιβαλισμού παρατηρείται βέβαια στη φύση, χωρίς όμως να είναι διαδεδομένο, για τον εντελώς πρακτικό λόγο ότι δεν θα ευνοούσε τη συνέχιση ενός είδους. Το κυριολεκτικό αλληλοφάγωμα, επομένως, στο οποίο οδηγούνται οι φυλακισμένοι προκειμένου να κρατηθούν στη ζωή, συνιστά και ένα ακραιφνές οξύμωρο, αφού στο τέλος του αποτρόπαιου αυτού «παιχνιδιού» είναι αμφίβολο αν κανένας τους θα έχει μείνει ζωντανός.
«“The Curing Room” στον Πολυχώρο Vault» της Μάριον Χωρεάνθη

Ο άνθρωπος, ον φύσει και θέσει τραγικό, ακροβατεί διαρκώς στην κόψη των αντιφάσεων που διέπουν και, στην ουσία, αποτελούν την ίδια του την ύπαρξη – πόσο μάλλον όταν οι καταστάσεις δοκιμάζουν αμείλικτα κι αυτά ακόμα τα ήδη εύθραυστα όριά του. Μετέωροι μεταξύ ζωής και θανάτου, οι αιχμάλωτοι χάνουν την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας μαζί με τα στερνά απομεινάρια της ανθρωπιάς τους, στα οποία πασχίζουν ωστόσο να γαντζωθούν διατηρώντας μια υποτυπώδη μορφή ιεραρχίας και αναπολώντας αγαπημένα τους πρόσωπα και στιγμές οικογενειακής γαλήνης και ζεστασιάς στον καιρό της ειρήνης. Μα τι είναι «αληθινό» και τι όχι στο αποπνικτικό αυτό σύμπαν όπου η άκρα κυριολεξία του παραλογισμού καταδικάζει εξαρχής κάθε απόπειρα ψύχραιμης σκέψης, μετατρέποντας το ίδιο το ανθρώπινο σώμα σε φονικό όπλο εναντίον του εαυτού του;

Σκηνοθετώντας με αδιαπραγμάτευτη ευτολμία αλλά και την πρέπουσα σύνεση το σχεδόν αβάσταχτα σκληρό αυτό δράμα (σε ωραία λειτουργική μετάφραση του Αντώνη Γαλέου), ο Δημήτρης Καρατζιάς πετυχαίνει έναν εξαιρετικά συμπαγή, ρωμαλέο, αεροστεγή ρυθμό που κάνει τα 90 λεπτά της παράστασης να κυλούν σαν νερό, μην παραλείποντας συγχρόνως να αναδείξει το κατάμαυρο χιούμορ που συχνά πηγάζει από τις βίαιες κορυφώσεις της τραγικότητας. Θαυμάσια χορογραφημένη και με τη συνδρομή των φωτισμών από τον Βαγγέλη Μούντριχα, η κίνηση των ηθοποιών «χαρτογραφεί» τον σκηνικό χώρο (δημιουργία του Γιώργου Λυντζέρη), παίζοντας με τη λευκότητα των γυμνών σωμάτων κόντρα στο διαρκές μισοσκόταδο, μέσα στο οποίο μοιάζουν σαν να αιωρούνται ή να κολυμπούν. Νευρώδης, ταιριαστά δυσαρμονική και ευφυώς ενορχηστρωμένη, η μουσική του Μάνου Αντωνιάδη λες και βγαίνει απευθείας μέσα απ’ την ψυχή και το μυαλό των ηρώων, μια άγρια, πρωτόγονη κραυγή που η ηχώ της θα μείνει να στοιχειώνει το κολαστήριο/καθαρτήριό τους.

Οι εφτά πρωταγωνιστές του έργου, με το βάρος των ρόλων τους ακριβοδίκαια μοιρασμένο, μας χαρίζουν ερμηνείες συνταρακτικές όσο και σχολαστικά ζυγισμένες, αποδίδοντας με όλη την αρμόζουσα ένταση μα δίχως άχρηστες υπερβολές τις απότομες ψυχολογικές διακυμάνσεις των προσώπων, τη βαθμιαία βύθισή τους στην παραφροσύνη της απόγνωσης. Με απερίφραστο θάρρος και πάθος, ο Νίκος Γκέλια, ο Στέλιος Καλαϊτζής, ο Μάνος Κανναβός, ο Παναγιώτης Μπρατάκος, ο Θανάσης Πατριαρχέας, ο Βασίλης Τσιγκριστάρης και ο Στέλιος Ψαρουδάκης ξεδιπλώνουν και ξεγυμνώνουν μπροστά μας τη φρικιαστική ομορφιά της ανθρώπινης τραγωδίας, κυριαρχώντας εξίσου στη σκηνή με την παρουσία και τις διαφορετικές τους, αλληλοσυγκρουόμενες και αλληλοσυμπληρούμενες ιδιοσυγκρασίες.

 

Συντελεστές
Συγγραφέας: David Ian Lee
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καρατζιάς
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Μάνος Αντωνιάδης
Σκηνικός χώρος: Γιώργος Λυντζέρης
Σχεδιασμός φωτισμών: Βαγγέλης Μούντριχας
Φωτογραφίες παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Αφίσα παράστασης: Σίμος Παπαναστασόπουλος
Trailer: Στέφανος Κοσμίδης
Κατασκευή πτωμάτων: Μιχάλης Παπαδόπουλος
Διδασκαλία σκηνικής πάλης: Αλέξανδος Αχτάρ
Παραγωγή: VAULT
FB Page: https://www.facebook.com/The-Curing-Room-Vault-1800446966902242/

Παίζουν: Νίκος Γκέλια, Στέλιος Καλαϊτζής, Μάνος Κανναβός, Παναγιώτης Μπρατάκος, Θανάσης Πατριαρχέας, Βασίλης Τσιγκριστάρης, Στέλιος Ψαρουδάκης

Παραστάσεις
Έως την Κυριακή 9 Απριλίου 2017, κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:15 και Κυριακή στις 18:15.
Διάρκεια: 90΄

Τιμές εισιτηρίων
Γενική είσοδος: €15
Μειωμένο: €10
Ατέλειες: €5

Πολυχώρος Vault
Μελενίκου 26, Γκάζι, Βοτανικός
Τηλ.: 213 0356472, 6949534889
Πλησιέστερος σταθμός μετρό: Κεραμεικός (8' περίπου με τα πόδια)


 

Γιώργος Δουατζής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΘΕΑΤΡΟ
«ΤΑΞΗ» (Class) των Ιζόλτ Γκόλντεν και Ντέιβιντ Χόραν σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη στο θέατρο Σταθμός

H Εταιρεία Θεάτρου ΜΝΗΜΗ παρουσιάζει στην Αθήνα, για τρεις (3) μόνο παραστάσεις, το βραβευμένο θεατρικό έργο των Ιζόλτ Γκόλντεν και Ντέιβιντ Χόραν «ΤΑΞΗ» (Class) σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη. Το...

ΘΕΑΤΡΟ
Αυγουστίνος Ρεμούνδος: συνέντευξη στον Γιώργο Φερμελετζή

Ο Αυγουστίνος Ρεμούνδος είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη δραματική σχολή της Μ. Βογιατζή-Τράγκα τo 1995 και παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής και θεατρικής...

ΘΕΑΤΡΟ
«Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» της Άλκης Ζέη για πρώτη φορά στο θέατρο

Το θέατρο «Μεταξουργείο», τιμώντας τα 100 χρόνια από την γέννηση της Άλκης Ζέη, παρουσιάζει την παράσταση «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», βασισμένη στο ομώνυμο εμβληματικό μυθιστόρημά της. Ένα...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.