fbpx
Mohed Altrad: συνέντευξη στη Μάριον Χωρεάνθη
Photo credit: a.hampartzoumian

Mohed Altrad: συνέντευξη στη Μάριον Χωρεάνθη

Ο Μοχέντ Αλτράντ δεν γνωρίζει την ηλικία του. Γεννήθηκε πιθανώς στα τέλη της δεκαετίας του ’50, σ’ ένα χωριό βεδουίνων της Συρίας, και μεγάλωσε μέσα σε άθλιες οικονομικές και οικογενειακές συνθήκες. Ορφανός από μητέρα, εγκαταλελειμμένος απ’ τον πατέρα του και κατατρεγμένος απ’ τους υπόλοιπους στενούς του συγγενείς, κατόρθωσε να επιβιώσει και να μορφωθεί αποκλειστικά χάρη στη δική του ανυποχώρητη θέληση και επιμονή. Η δίψα του για γνώση τον βοήθησε να διαπρέψει από νωρίς στις σπουδές του, για να βρεθεί, στη συνέχεια, με υποτροφία στη Γαλλία, όπου απέκτησε διδακτορικό στην επιστήμη των υπολογιστών, έπιασε δουλειά σε πολυεθνική εταιρία πετρελαίου και δραστηριοποιήθηκε στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Σήμερα ζει με την οικογένειά του στο Μονπελιέ, είναι πατέρας πέντε παιδιών και διακεκριμένος επιχειρηματίας, ιδρυτής και πρόεδρος του Ομίλου Αλτράντ (βιομηχανίας οικοδομικών μηχανημάτων και υλικών με παγκόσμια εμβέλεια, η οποία απασχολεί 7.000 άτομα) και μόνιμος χορηγός της εθνικής ομάδας ράγκμπι της Γαλλίας. Έχει γράψει ως τώρα τρία βιβλία με αυτοβιογραφικά στοιχεία, που υμνήθηκαν διεθνώς από την κριτική και αγαπήθηκαν από το αναγνωστικό κοινό, καθώς και τρεις τόμους δοκιμιακών κειμένων, ενώ ετοιμάζει και ένα τέταρτο λογοτεχνικό έργο, όπου θα πραγματεύεται το πρόβλημα της «διττής ταυτότητας». Το μυθιστόρημά του Μπανταουί (Βεδουίνος) κυκλοφόρησε φέτος στη χώρα μας από τις Εκδόσεις Καλέντη, σε μετάφραση της Τίνας Πλυτά και με τον ελληνικό τίτλο Μπανταουί, ένα παιδί από την έρημο. Αν και βασίζεται στις εμπειρίες ενηλικίωσης του ίδιου του Αλτράντ, δεν αποτελεί τυπική υποκειμενική μαρτυρία, αλλά ένα καθαρόαιμο λογοτεχνικό κείμενο με αξιώσεις, γεμάτο ποίηση και σοφία ζωής. Ο συγγραφέας θα βρίσκεται στην Αθήνα στις 30 και 31 Οκτωβρίου, προκειμένου να παραστεί σε παρουσιάσεις και εκδηλώσεις για το βιβλίο του.

Εκτός από το Μπανταουί (2002), έχετε γράψει άλλα δυο μυθιστορήματα με αυτοβιογραφικά στοιχεία, Η υπόθεση του Θεού (2006) και Η υπόσχεση της Άννας (2012). Τι σας παρακίνησε να εκφραστείτε μέσα από τη λογοτεχνία;

Αυτό συνέβη για δύο λόγους. Ο πρώτος πηγάζει από τον ερχομό μου στη Γαλλία. Όταν έφτασα εδώ, χωρίς να γνωρίζω τη γλώσσα, δυσκολεύτηκα πολύ να προσαρμοστώ σε μια χώρα όπου τα πάντα ήταν εντελώς διαφορετικά και η εμπειρία αυτή με σημάδεψε βαθύτατα. Ο δεύτερος είναι ότι δυο χρόνια αργότερα, η γαλλική γλώσσα άρχισε να με γοητεύει και αισθάνθηκα μια ακατανίκητη επιθυμία να την κατακτήσω.

Πώς συμφιλιώνετε δυο δραστηριότητες που η καθεμιά τους απαιτεί πολύ χρόνο και αφοσίωση, όπως οι επιχειρήσεις και η συγγραφή;

Όχι χωρίς κόπο. Πιστεύω, ωστόσο, πως η συγγραφή μπορεί να ωφελήσει την οικονομία, όπως και το αντίστροφο. Είμαι από τους ελάχιστους συγγραφείς στη Γαλλία που η κύρια επαγγελματική τους απασχόληση είναι οι επιχειρήσεις. Πάντως κοιμάμαι ελάχιστα, κι έτσι εξοικονομώ τον απαραίτητο χρόνο.

Ο κόσμος των επιχειρήσεων ευνοεί τη δημιουργικότητα, καλλιτεχνική αλλά και γενικότερα;

Η σχέση των επιχειρήσεων με την καλλιτεχνική δημιουργικότητα είναι εξαιρετικά περιορισμένη, κι αυτό πράγματι είναι κρίμα. Πρόκειται για δυο διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις – δυο διαφορετικούς κόσμους.

Μπορεί, βέβαια, πάντα κανείς να ξαναγράψει απ’ την αρχή την ιστορία του, αλλά για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ ότι δεν θα ήταν και τόσο βολικό ή συμφέρον.

Το Μπανταουί αφηγείται με ασυνήθιστη ειλικρίνεια το ταξίδι ενός παιδιού, που γεννήθηκε μέσα σε συνθήκες ακραίας ανέχειας, προς ένα μέλλον (και παρόν) επιτυχίας και δύναμης. Αρκούν πάντα η θέληση και η ελπίδα για να πραγματοποιήσει κανείς το όνειρο μιας καλύτερης ζωής;

Εκείνο που εντυπωσιάζει, αν όχι σοκάρει, στη συγκεκριμένη ιστορία είναι η άκρα αντίθεση ανάμεσα στο ξεκίνημα και την κατάληξή της. Μερικές φορές έχω την αίσθηση ότι έζησα σε δυο διαφορετικούς αιώνες – και εξηγούμαι: για να πραγματοποιηθεί ένα εγχείρημα όπως ο Όμιλος Αλτράντ, συνήθως ο παππούς βάζει μπρος μια επιχείρηση, την οποία στη συνέχεια κληρονομεί ο γιος του, ο οποίος, με τη σειρά του, θα τη μεταβιβάσει στον δικό του γιο, δηλαδή τον εγγονό. Στη δική μου περίπτωση, όλα αυτά και ακόμα περισσότερα έγιναν στο διάστημα μιας και μόνης ζωής, από ένα και μόνο άτομο – εμένα. Επομένως, αρκεί μονάχα η θέληση και η ελπίδα; Δεν θα το έλεγα...

Κοιτάζοντας προς τα πίσω, υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε στην πορεία και τις ενέργειές σας;

Ο καθένας μας είναι ο συγγραφέας του μυθιστορήματος της δικής του ζωής. Μπορεί, βέβαια, πάντα κανείς να ξαναγράψει απ’ την αρχή την ιστορία του, αλλά για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ ότι δεν θα ήταν και τόσο βολικό ή συμφέρον.

Άτομα που διαβιώνουν σε συνθήκες πολύ λιγότερο δυσμενείς απ’ ό,τι εσείς στα πιο τρυφερά σας χρόνια, δεν βρίσκουν το κουράγιο να βελτιώσουν τη ζωή τους. Μήπως η παραίτησή τους οφείλεται στο ότι έχουν κάποια πράγματα που (σε υποσυνείδητο επίπεδο) δεν θα ήθελαν να χάσουν; Μήπως θα το τολμούσαν πιο εύκολα εάν δεν είχαν απολύτως τίποτα;

Δεν είναι εύκολο να δώσω μια κατηγορηματική απάντηση σ’ αυτό, είτε θετική, είτε αρνητική.

Διάβασα μια φράση στο Μπανταουί που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα – όταν ο γέροντας λέει στον Μαγιούφ ότι αν αδιαφορήσει για την ιστορία του, θα μείνει πάντα ελαφρός σαν σύννεφο στον ουρανό, σαν φτερό στο έλεος του ανέμου. Εσείς υιοθετείτε την αρχή αυτή στη ζωή και τη φιλοσοφία σας; Πιστεύετε ότι οι ρίζες μας δεν παύουν ποτέ να μας καθορίζουν, ακόμα κι αν ηθελημένα προσπαθούμε να τις κόψουμε;

Φυσικά. Το υπόβαθρό μας και οι συνθήκες μέσα στις οποίες γεννιόμαστε, καθορίζουν αναγκαστικά το ξεκίνημά μας. Από κει και πέρα, είναι στο χέρι μας να απαλλαγούμε από τη δυναστεία αυτών των επιρροών: να δημιουργήσουμε, να χτίσουμε, να αγαπήσουμε... δίχως, όμως, να απαρνηθούμε και εντελώς τις ρίζες μας.

Η σχέση των επιχειρήσεων με την καλλιτεχνική δημιουργικότητα είναι εξαιρετικά περιορισμένη, κι αυτό πράγματι είναι κρίμα. Πρόκειται για δυο διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις – δυο διαφορετικούς κόσμους.

Θεωρείτε ότι είναι συχνά απαραίτητος ο «ξεριζωμός», κυριολεκτικός και μεταφορικός, για να κάνει κανείς ένα ουσιαστικό βήμα μπροστά;

Η ανάγνωση ενός κειμένου προσφέρει συνήθως μια και μοναδική πόρτα, απ’ την οποία ο αναγνώστης μπαίνει στο νόημά του. Το Μπανταουί προσφέρει πολλές και διαφορετικές. Μπορεί να διαβαστεί σαν το χρονικό μιας «εξορίας», ενός ξεριζωμού, της αναζήτησης μιας χαμένης ταυτότητας ή του πρακτικά αδύνατου (ο Μαγιούφ, ας πούμε, δεν παύει να αποζητά τη νεκρή του μητέρα). Με τον τρόπο αυτόν γίνονται και τα βήματα προς τα εμπρός.

Ο Μαγιούφ («αποδιωγμένος») αλλάζει οικειοθελώς το όνομά του σε Κάχερ («νικητής»), ώστε να ταιριάζει με τη νέα του ταυτότητα. Η Φάντια, ωστόσο, η παιδική του φίλη και αγαπημένη της εφηβείας του, εξακολουθεί να τον αποκαλεί Μαγιούφ – και εκείνος, απ’ την πλευρά του, δεν της αποκαλύπτει την αλλαγή του ονόματός του. Μήπως έτσι προοιωνίζεται το ότι δεν θα μπορέσουν τελικά να είναι μαζί;

Ναι, έχετε απόλυτο δίκιο. Τα γεγονότα της ζωής δεν μας αφήνουν άθικτους. Η απόσταση, οι συναντήσεις και οι γνωριμίες που γίνονται ή δεν γίνονται, η διαδικασία της αυτογνωσίας... Όλοι μας, πιθανότατα, έχουμε αγαπήσει κάποιους ανθρώπους, αλλά κάποτε –αλίμονο!– όσο ερωτευμένοι κι αν είμαστε, μοιραία οι δρόμοι μας θα χωρίσουν, θα απομακρυνθούμε ο ένας απ’ τον άλλον. Όντως, οι δρόμοι της Φάντια και του Μαγιούφ δεν ήταν γραφτό να διασταυρωθούν και πάλι στο μέλλον. Και κανείς απ’ τους δυο τους δεν φταίει γι’ αυτό.

Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την τάση να προσκολλώνται στις συνήθειες και τη νοοτροπία τους, φαινόμενο παγκόσμιο και διαχρονικό. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να επιτύχει ένας οραματιστής μέσα σ’ έναν κόσμο που δεν δέχεται ευχάριστα τις αλλαγές;

Αυτό που λέτε είναι τόσο αληθινό... Πόσες φορές δεν αναγκάστηκα να «καταπιώ» τις δικές μου πεποιθήσεις και να αποδεχτώ τις απόψεις των άλλων! Το συμπέρασμα που έχω βγάλει, και το οποίο μου έχει φανεί εξαιρετικά χρήσιμο στους κόλπους του Ομίλου Αλτράντ (που αριθμεί διακόσιες επιχειρήσεις σ’ ολόκληρο τον κόσμο), είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα δυσκολότερο απ’ την αλλαγή του πολιτισμικού περιβάλλοντος. Και για τον λόγο αυτόν, εδώ και πάρα πολύ καιρό, είναι πάγια τακτική μου να κρατώ ανεκτική στάση απέναντι στους άλλους.

Σας ευχαριστώ θερμά!

 

Μπανταουί, ένα παιδί από την έρημο
Μοχέντ Αλτράντ
μετάφραση: Τίνα Πλυτά
Καλέντης
256 σελ.
ISBN 978-960-594-040-9
Τιμή €12,00
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΞΕΝΟΙ
Lidija Dimkovska: συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

Η ποιήτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια Λίντια Ντίμκοφσκα γεννήθηκε το 1971 στη Βόρεια Μακεδονία και ζει στη Σλοβενία. Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, τέσσερα μυθιστορήματα και μία συλλογή...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΞΕΝΟΙ
Viivi Luik: συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

Η ομορφιά της ιστορίας είναι ένα μυθιστόρημα που αναπαριστά γλαφυρά τη ζωή στα Βαλτικά κράτη κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κυριαρχίας. Με αφορμή την κυκλοφορία του στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.