fbpx
Δημήτρης Κοσμόπουλος: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Δημήτρης Κοσμόπουλος: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Δημήτρης Κοσμόπουλος γεννήθηκε στο Κοντογόνι (Παπαφλέσσα) Πυλίας στη Μεσσηνία. Μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Είναι ποιητής, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Έχει εκδώσει εννέα ποιητικά βιβλία και τρία βιβλία δοκιμίων για θέματα λογοτεχνίας και κριτικής. Δοκίμια, μεταφράσεις και κριτικά κείμενά του έχουν δημοσιευτεί σε όλα τα λογοτεχνικά περιοδικά και σε εφημερίδες. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες και στα αραβικά, και έχουν συμπεριληφθεί σε ελληνικές και ξένες ανθολογίες. Ανθολογίες από την ποίησή του έχουν εκδοθεί στα γαλλικά, στα ιταλικά και στα αλβανικά. Διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Ευθύνη. Από το 2001 είναι μέλος της Εταιρείας Παπαδιαμαντικών Σπουδών και από το 2004 είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Το 2005 του απονεμήθηκε το Βραβείο Έλληνα Λυρικού Ποιητή «Λάμπρος Πορφύρας» της Ακαδημίας Αθηνών και το 2013 το Διεθνές Βραβείο Κ.Π. Καβάφη για το σύνολο του ποιητικού του έργου. Για το πρόσφατο ποιητικό βιβλίο του Θέριστρον (Κέδρος, 2018) τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Ποίησης 2018 του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

Ποια ήταν τα πρώτα σας διαβάσματα;

Οι γονείς μου ήταν δάσκαλοι. Στα πρώτα δώδεκα χρόνια μου τους ακολουθούσα με τα αδέρφια μου στα ορεινά χωριά όπου υπηρετούσαν. Μας αγόραζαν πάντοτε βιβλία «κλασικής» λογοτεχνίας, ελληνικής και ξένης. Σαγηνεύτηκα από τον Ιούλιο Βερν, τον Ντίκενς, από τον Έκτορα Μαλό, από τον Τσέχοφ και τον Τολστόι, από τον Δουμά και τον Ντοστογιέφσκι. Συνάμα ο πατέρας μου μας τροφοδοτούσε με βιβλία λαϊκών παραμυθιών και με τους «κλασικούς» της ελληνικής πεζογραφίας: Παπαδιαμάντη στην έκδοση του Περάνθη, Καρκαβίτσα, Πηνελόπη Δέλτα, Κρυστάλλη, Εφταλιώτη, Μητσάκη... Από νωρίς υπήρξα βιβλιοφάγος. Στην πρώτη εφηβεία ήρθαν οι κορυφαίοι της γενιάς του ’30, ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Τερζάκης. Μου χάραξαν την ψυχή το Πλατύ ποτάμι του Μπεράτη, το μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου του Κοσμά Πολίτη, μαζί με την Ερόικα και το Λεμονοδάσος του. Σημαντικό παιδικό ανάγνωσμα υπήρξε και η σειρά των τόμων Τα αγαπημένα μου διηγήματα, που αποτελεί μια υπέροχη ανθολογία της ελληνικής διηγηματογραφίας, από τις Εκδόσεις Άγκυρα.

Και η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;

Από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού είχα μια έμφυτη προδιάθεση στην απομνημόνευση στίχων. Και από τα ποιήματα των αναγνωστικών του δημοτικού, αλλά κυρίως από την έκδοση του έργου του Σολωμού από τον Πολυλά και από την ποιητική Ανθολογία του Περάνθη, η οποία υπήρχε στο σπίτι. Συνυπήρχαν οι Εκλογές από τα δημοτικά τραγούδια του Νικολάου Πολίτη. Στη Β’ Δημοτικού απήγγειλα στην εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου όλο τον εθνικό ύμνο, αφού έκανα πρόβες επί δύο μήνες με τη βοήθεια της μητέρας μου. Η αμοιβή μου υπήρξε ένα εκατοντάδραχμο από τον διδασκαλικό μισθό του πατέρα μου, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο για την εποχή, αρχές της δεκαετίας του ’70. Όταν κατεβήκαμε στην πόλη, στη θαλασσινή και χλωρή Καλαμάτα, όπου είχαμε χτίσει το σπίτι μας, άρχισα να παίρνω σε τεύχη κάθε εβδομάδα τα Άπαντα των Ελλήνων εθνικών συγγραφέων από τις Εκδόσεις Μπίρη. Εκεί απέκτησα εκτός από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, τον Δροσίνη, τον Σπυρίδωνα Μελά και τα Άπαντα του Παλαμά. Μεγάλωσα με τον Παπαδιαμάντη –έγινε ο αγαπημένος μου παππούς, αλλά και τρόπος να με μάθει η μητέρα, γραμματική και συντακτικό, τον ένιωθα παιδιόθεν ως Ποιητή–, τον Σολωμό, τον Παλαμά, τους ποιητές του Μεσοπολέμου και αργότερα μέσα από τις ανθολογίες του Αποστολίδη, του Κοκκίνη, του Λ. Πολίτη, έφτασα στον Σικελιανό, τον Καβάφη και τους μεγάλους του μοντερνισμού. Άρχισα να παραγγέλνω και να αγοράζω Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο. Η προσωπική και η οικογενειακή μου σχέση με τον κορυφαίο ποιητή της μεταπολεμικής γενιάς Δ.Π. Παπαδίτσα, λειτούργησε καταλυτικά. Εκείνος μου έδωσε να διαβάσω από τις εκδόσεις του «Γαλαξία», Νίκο Εγγονόπουλο και Ανδρέα Εμπειρίκο. Στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου, η ποίηση με είχε κερδίσει οριστικώς. Πρώτα ως αναγνώστη. Ανέπτυξα, εμπιστευόμενος τα πρώτα ποιητικά μου σχεδιάσματα στον Γιάννη Ρίτσο, μιαν αλληλογραφία μαζί του. Ο μεγάθυμος μείζων λυρικός μας με συμβούλευε, με συγκρατούσε και με προέτρεπε.

Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή;

Μαζί με την αγάπη που μου εμφύτευσε η μητέρα μου στον Παπαδιαμάντη και δι’ αυτού στη Γραμματική του Τζαρτζάνου, με εισήγαγε στα μυστικά της καλλιγραφίας με πένα, κονδυλοφόρο και μελάνι. Θυμάμαι στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, επηρεασμένος από την εκκλησιαστική υμνογραφία –τα απηχήματα της οποίας περνούσαν στην ψυχική και γλωσσική μου περιοχή αβίαστα από τον τρόπο που λειτουργούσε η ενοριακή κοινότητα ακόμη στα χωριά των αρχών της δεκαετίας του ’70– έγραφα ύμνους και εγκώμια, μιμούμενος την εκκλησιαστική ποίηση. Στη Δ’ Δημοτικού είχα ήδη καταρτίσει την πρώτη ποιητική μου συλλογή. Τίτλος: Το αλώνι. Διά της καλλιγραφίας η γραφή –πάντα με μελάνι και πένα– υπήρξε ο ζωτικός χώρος όπου γευόμουν την οδυνηρή αλλά και σαγηνευτική αίσθηση της απέραντης ελευθερίας. Οδυνηρή γιατί πάντα με κυνηγούσε ένα απροσδιόριστο «κάτι» που έπρεπε να βγει στο χαρτί και σαγηνευτική διότι όταν υπήρχε η γεύση της ταύτισης της γραπτής μορφής με το αίσθημα που τη γεννούσε, ένιωθα πραγματικά ελεύθερος.

Και οι πρώτες δημοσιεύσεις;

Στην πρώτη του Γυμνασίου έστειλα ποιήματα στη Νέα Εστία. Δημοσιεύτηκαν και η χαρά μου ήταν απέραντη. Στα 1980 προκηρύχθηκε πανελλήνιος ποιητικός διαγωνισμός από το Ίδρυμα Νεότητος. Στην κριτική επιτροπή μεταξύ των μελών ήταν ο Ελύτης, ο Βρεττάκος, ο αείμνηστος Γιώργος Ιωάννου, ο πολυσέβαστος Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος. Απέσπασα το πρώτο βραβείο και μου δόθηκε η ευλογημένη ευκαιρία να γνωρίσω τον Βρεττάκο και τον Γιώργο Ιωάννου. Ήρθα στην Αθήνα φοιτητής της Νομικής την εποχή που μεσουρανούσαν οι ποιητές της γενιάς του ’70 και τα περιοδικά τους. Πέρα απ’ τη στενή σχέση μαθητείας με τον Γιάννη Ρίτσο και τον Δ.Π. Παπαδίτσα, γνώρισα ποιητές που με αγκάλιασαν με αδελφική φιλία: ο μακαρίτης Γιάννης Κοντός, ο Νάσος Βαγενάς, με αφορμή την ποιητική του οποίου γράφτηκε το βιβλίο μου Η πτήση του ιπτάμενου, ο Μιχάλης Γκανάς, ο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, ο Αντώνης Φωστιέρης, κ.ά. Στα περιοδικά Λέξη, Γράμματα και Τέχνες και Δέντρο μπήκαν τα πρώτα μου ποιήματα και οι πρώτες μου μεταφράσεις.

Όντας οι ποιητές μας αντηχεία της καταθρυμματισμένης συλλογικής μας συνείδησης, επαναφέρουν το αίτημα του ιερού στον κόσμο του τηλεοπτικού κανιβαλισμού.

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η τελευταία ποιητική συλλογή σας, Θέριστρον;

Θέριστρον στη βυζαντινή ποιητική γραμματεία σημαίνει το όργανο του θερισμού, αλλά συνάμα συναντάται και ως θερίστριον, με τη σημασία της θερινής στολής. Τα ποιήματα του Θερίστρου αποτελούν μια ενιαία σύνθεση χωρισμένη σε τέσσερις ενότητες. Οι περιστάσεις και οι δυσκολίες με έφεραν αντιμέτωπο, περισσότερο παρά ποτέ, με το μυστήριο του θανάτου. Ξετυλίχτηκε ένας αρχέγονος ρυθμός –ο λόγος που πάει να γίνει μουσική, που λέει κι ο Παλαμάς– ως αναμέτρηση με τα πεπραγμένα του βίου κι ενώ φυσούσαν οι δυνατοί άνεμοι του φόβου αλλά και της ελπίδας. Ένιωσα την ανάγκη να συνομιλήσω με τους κεκοιμημένους.

Στο ποίημά σας «Της Πλάκας το γιοφύρι», γράφετε: «Ολημερνίς να χτίζετε, ολονυχτίς θα πέφτει,/ γιατί κανείς σας δεν μπορεί κορμάκι να φυτέψει./ Η αγάπη θέλει θάνατο κι η πέτρα θέλει αίμα». Γιατί το δημοτικό τραγούδι εξακολουθεί να εμπνέει ακόμη και σήμερα;

Απλούστατα γιατί αποτελεί τον θεμελιώδη αγωγό της συλλογικής μας ιδιοσυγκρασίας, την ανάσα μας. Παρά τις επιχωματώσεις από τόνους τηλεοπτικής εικόνας, στον πυθμένα του ψυχικού μας βίου ενυπάρχει πάντοτε το εύρος του δεκαπεντασύλλαβου και οι ρηξικέλευθες εκφραστικές πραγματώσεις του δημοτικού τραγουδιού. Το 2015 γκρεμίστηκε από την πλημμυρίδα του ποταμού και από την εγκατάλειψη το θρυλικό Γεφύρι της Πλάκας. Προσέλαβα αυτή την κατακρήμνιση ως γκρέμισμα, μέσα στο καταναλωτικό μας γαυρίαμα, της γέφυρας που μας συνδέει με τον βαθύτερο εαυτό μας. Έτσι γεννήθηκε αυτό το ποίημα.

Στο ποίημα «Προς Ερμόλαον» λέτε: «Πες για τον τοίχο που σου χτίσανε στα μάτια/ για το –ταχείας πήξεως– τσιμέντο στην φωνή,/ κράτησε στο κρυφό σου υπόγειο τα κομμάτια/ από την χλόη τ’ ουρανού στην ταπεινή σου γη…». Υπάρχουν περιπτώσεις όπου το έργο των ποιητών είναι παρεμβατικό για την κοινωνία;

Η αληθινή ποίηση μας λέει πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να πούμε εμείς γι’ αυτήν, γράφει ο Ρίτσος στα Μελετήματά του. Και δεν ξεπερνιέται όταν είναι αληθινή, ούτε αποκόπτεται από το σώμα της ποιητικής διαχρονίας. Μόνο που αλλάζει πρόσωπο. Το λυρικό αίτημα που τίθεται επιτακτικά από τον Σολωμό μέχρι τους μεγάλους του μοντερνισμού δεν εξαντλείται σε μιαν αισθητική κατηγορία. Αποτελεί υποστατική αρχή – principe du transcendence, όπως έλεγε ο Βαλερί. Η αληθινή ποίηση επομένως αδράχνει το βαθύτερο σκίρτημα κάθε ιστορικής στιγμής, ως αίτημα του είναι έναντι του φαίνεσθαι και του έχειν. Η επανεύρεση του λυρικού αιτήματος μέσα από την πρόσληψη της παραδομένης ποιητικής μας παρακαταθήκης ως ενιαίου συνόλου μπορεί να λειτουργήσει με τον πιο ανατρεπτικό και επαναστατικό –δηλαδή αναστάσιμο- τρόπο: να μας δώσει την ευκαιρία για την επανεύρεση της ενότητας των πάντων. Γιατί αυτό είναι η ποίηση: ο εγκεντρισμός του αχρόνου και του υπερβατικού μέσα στον κύκλο του αίματος, της φθοράς, της ιστορίας.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας ποίημα από αυτή τη συλλογή;

Το Θέριστρον είναι ενιαία ποιητική σύνθεση σε τέσσερις ενότητες. Διαβάζεται ως ολότμητο ποίημα, με κλιμακώσεις και αναβαθμούς. Μου είναι δύσκολο –προσωπικά– να αποσπάσω μέρος.

Στο έργο σας είναι εμφανής η επιρροή σας από το Θείο. Μπορεί, αλήθεια, η ποίηση να συμβαδίσει με τη θρησκεία;

Θεωρώ το ερώτημά σας ρητορικό. Ωστόσο, αποτελεί και μία πρόκληση για να αρθούν ενδεχόμενες προκαταλήψεις. Από καταβολής ανθρώπινης ιστορίας, η ποίηση είναι έκφραση βαθιάς λαχτάρας για διάρκεια, απελευθέρωση από τα δεσμά της φθοράς και του χρόνου. Εξαρχής λοιπόν η ποίηση υπήρξε σύμφυτη με το θρησκευτικό γεγονός. Από το έπος του Γιλγκαμές μέχρι τον Όμηρο και τον Ησίοδο, τους αρχαίους τραγικούς, την ιλιγγιώδους κάλλους ποίηση της εκκλησιαστικής υμνογραφίας. Μιλώ καταρχήν για την ελληνική γλώσσα, αλλά το ίδιο συμβαίνει και στις γλωσσικές παραδόσεις των ιστορικών λαών. Σ’ αυτές εγκιβωτίζονται τα πνευματικά καταπιστεύματα. Η ποίηση μέχρι την εποχή της νεωτερικότητας ήταν κοινωνικό γεγονός και το πρόσωπο του ποιητή είχε ρόλο ιερό. Στη νεωτερική περίοδο, ο άνθρωπος αυτονομείται από το ιερό και στηρίζεται αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις. Από homo adorans (λατρευτικό όν), μεταλλάσσεται σε homo faber (άνθρωπος της δράσης). Ο ιδεοληπτικός ανθρωποκεντρισμός και οι ψευδαισθήσεις του οδήγησαν στις πιο φρικαλέες περιόδους αίματος και θανάτου την ανθρώπινη ιστορία. Ο Ντοστογιέφσκι προείδε τη σημερινή μεταμοντέρνα διάλυση μέσα από τον μηδενισμό της εποχής του και προειδοποιούσε ότι «χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται». Ζούμε το δράμα της αποξήρανσης των νοημάτων. Ο Ουμπέρτο Έκο το τονίζει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο: Nomina nuda tenemus (Κρατάμε άδεια ονόματα), θυμίζοντάς μας τη φράση του Bernard de Cluny. Σήμερα έχουμε μετατρέψει τον Θεό σε εννοιολογικό κατηγόρημα και μιλάμε αορίστως για την έννοια του «Θείου». Στην καθ’ ημάς παράδοση, έσχατος κατηχούμενος της οποίας αγωνίζομαι να είμαι, συναντάμε τον Θεό στο πρόσωπο του άλλου, κατά την ευαγγελική επιταγή του Ιησού Χριστού, αφού ο άλλος, ακόμη κι ο εχθρός εικονίζει τον ιστορικό Θεό που σαρκώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού. Τον Θεό κατά την πατερική εμπειρία τον γευόμαστε καλλιεργώντας μια σχέση που μας βγάζει από τον εαυτό μας, με το πρόσωπο του Χριστού και με τους άλλους ως αδελφούς. Δεν είναι έννοια ο Θεός. Είναι σαρκωμένη αγάπη. Σχετιζόμαστε μαζί Του, μέσα από την ταπείνωση και την άσκηση. Η πίστη είναι κατόρθωμα ελευθερίας, της μόνης που νικά το γεώδες φρόνημα του εαυτού μας. Ο Ταρκόφσκι έλεγε ότι στην εποχή του ατομικού καλλιτέχνη που ζούμε, αληθινός καλλιτέχνης είναι εκείνος που διψά «για μιαν αλήθεια οριστική». Αυτή τη δίψα που είναι υπαρξιακό αίτημα όλων των ανθρώπων εξέφραζε και εκφράζει και σήμερα η αληθινή ποίηση. Ας θυμηθούμε ότι ήταν οι ποιητές του ρομαντισμού στην Ευρώπη που διεμβόλισαν τον εργαλειακό, νοησιαρχικό ορθολογισμό. Η υπερβατική τους δίψα τροφοδότησε ακόμη και τα πιο ακραία κινήματα του μοντερνισμού, όπως ο υπερρεαλισμός. Η απαρχή του μοντερνισμού στην αγγλοσαξονική και στη γαλλική γλώσσα και η ρωσική πρωτοπορία των αρχών του 20ού αιώνα συνδέουν το επαναστατικό αίτημα με το αίτημα του ιερού. Αναφέρω ενδεικτικά τον Μαγιακόφσκι, την Αχμάτοβα, τον Μαντελστάμ και τον Μπλοκ, τον Έλιοτ, τον Κλοντέλ, τον Πιερ-Ζαν Ζουβ, κι άλλους πολλούς. Στη δική μας λυρική παρακαταθήκη αρκεί να μελετήσει κανείς τους γενάρχες Σολωμό και Κάλβο, τον Παλαμά και τον Σικελιανό, τον Καβάφη, τον Ελύτη και τον Σεφέρη, τον Παπατσώνη, τον Εγγονόπουλο, και τους ιδιαίτερα συναρπαστικούς στις υπαρξιακές αναφορές και συνομιλίες με τον Θεό Ρίτσο και Λειβαδίτη, τον Καρούζο (αγαπημένο μου φίλο), τον Παπαδίτσα και από τους σύγχρονους τον μακαρίτη Ηλία Λάγιο. Όντας οι ποιητές μας αντηχεία της καταθρυμματισμένης συλλογικής μας συνείδησης, επαναφέρουν το αίτημα του ιερού στον κόσμο του τηλεοπτικού κανιβαλισμού.

Η ποίηση μέχρι την εποχή της νεωτερικότητας ήταν κοινωνικό γεγονός και το πρόσωπο του ποιητή είχε ρόλο ιερό.

Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες ποίηση;

Ποτέ η ποίηση δεν είχε ευρύ «καταναλωτικό» κοινό. Στις μέρες μας ζούμε μια κακοήθη και μεταστατική εκδοχή παρακμής, στο όνομα μιας δήθεν προόδου, που αυτοθωπεύει μέσα από τον καταιγισμό των εικόνων το είδωλό της. Οι αληθινοί ποιητές επιμένουν και το ίδιο και οι αληθινοί αναγνώστες.

Πολλοί νέοι γράφουν ποίηση. Το όνειρό τους είναι να εκδοθούν οι στίχοι τους. Παλαιότερα περίμεναν με αγωνία να αποκτήσει οντότητα η πρώτη τους ποιητική συλλογή. Σήμερα ανεβάζουν τα ποιήματά τους στο διαδίκτυο. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να βοηθήσει την ποίηση;

Το μέσο σήμερα είναι δυστυχώς το μήνυμα. Την οθόνη δεν τη βλέπουμε, μας βλέπει και μας κρατά αιχμαλώτους αυτή. Οφείλουμε να μη συγχέουμε την πληροφορία με τη γνώση. Παραπέμπω στον Έλιοτ του Χωρικού των βράχων, όπου μιλά για την πληροφορία που σκοτώνει τη γνώση. Το διαδίκτυο μόνο πληροφορίες μπορεί να δώσει. Σήμερα σε μια παράκρουση εικονικής ελευθεριότητας επικρατεί ένα ντελίριουμ επίδειξης για λίγα λεπτά δημοσιότητας. «Όλοι μαζί κινούν συρφετός» κατά τον Καρυωτάκη, αναρτώντας φωτογραφίες τους και πολτοειδή στιχουργήματα, τα οποία προσδοκούν για να υπάρξουν την ψευδαίσθηση των λάικς. Ο «ποιητικισμός», η προσομοίωση, κυριαρχούν. Είναι κι αυτό «μια στάσις, νοιώθεται», για να θυμηθούμε τον σοφό Αλεξανδρινό. Καιρός να ξαναβρούμε την ποίηση ως αφανή απόσβεση του εγώ, για τη συνάντηση διά του κάλλους και του μαρτυρίου της με τον Άλλον. Η ποίηση είναι υπόθεση της λευκής σελίδας και όχι της οθόνης. Κατ’ εμέ, τουλάχιστον.

Είσαστε διευθυντής σύνταξης του περιοδικού Νέα Ευθύνη. Πώς συνδυάζετε την ιδιότητα του ποιητή με την ενασχόληση με το περιοδικό;

Το περιοδικό που έχω την τιμή να διευθύνω έχει βαριά και καρπερή ιστορία. Συνεχίζουμε κρατώντας υψηλά τις πνευματικές αναφορές και τους όρους της ποιότητας στη λογοτεχνική και εικαστική του ύλη. Επίπονη και ασκητική προσπάθεια, αγωνιζόμαστε να συνεχίζουμε.

Ποιο βιβλίο έχετε δίπλα στο μαξιλάρι σας;

Πάντοτε η Βίβλος. Με επιπρόσθετα την υμνογραφία, τα φιλοκαλικά κείμενα, τον Σολωμό και φυσικά τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.

Τι σας έχουν μάθει οι γονείς σας και εξακολουθείτε να το τηρείτε ακόμη;

Ευγνωμονώ τη μητέρα μου για την εισόδευσή μου στην πίστη, στη γνώση και στη λογοτεχνία. Τον πατέρα μου για τη μωραΐτικη επιμονή και λεβεντιά απέναντι στις δυσκολίες και τις προκλήσεις.

 

Θέριστρον
Δημήτρης Κοσμόπουλος
Κέδρος
117 σελ.
ISBN 978-960-04-4950-1
Τιμή €16,60
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Στέλιος Παρασκευόπουλος: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Στέλιος Παρασκευόπουλος είναι δημοσιογράφος, μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε τη δεκαετία του ’80 από την εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος και αργότερα...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Σοφία Ανδρεοπούλου: συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή

Η Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc, είναι ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος. Έχει σπουδάσει ψυχολογία στο ΕΚΠΑ, έχει εκπαιδευτεί στη συστημική οικογενειακή θεραπεία δίπλα στη Χ. Κατάκη, έχει κάνει μεταπτυχιακό στην...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΕΛΛΗΝΕΣ
Έλενα Χουζούρη: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Η Έλενα Χουζούρη έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, πέντε μυθιστορήματα (Σκοτεινός Βαρδάρης, Πατρίδα από βαμβάκι, Δύο φορές αθώα, Ο θείος Αβραάμ μένει πάντα εδώ και Στη σκοτεινή πλευρά του...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.