Τέσσερα ποιήματα του Σκοτ Ντέβον
μετάφραση: Belica-Antonia Kubareli
ΠΙΣΤΗ
Κάποιος σκότωσε σήμερα τον Βούδα
εκεί έξω, πάνω στο δρόμο.
Είπε ότι δεν το ήθελε αλλά να,
είχε διαβάσει εκείνο το βιβλίο
που έλεγε ότι έτσι πρέπει.
ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΑΠ’ ΤΟ ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ
Της φωνάζει με υψωμένο το δάχτυλο μέσα στο μπαρ.
Δεν τον ακούω απ’ τη βροχή εκεί έξω.
Τη βλέπω όμως που πονάει σε κάθε του βρισιά.
Πριν από το χτύπημα η ευγενική βία του λόγου.
Νιώθω τα πλευρά της πλασμένα από φτερούγες,
οι νευρώνες της από γυαλί, η μήτρα της αυγό.
Το λευκό παλτό της δείχνει ακριβό,
μάλλον δώρο – είναι απ’ αυτά τα κορίτσια.
Όμως θα ‘πρεπε να ξέρει τι τίμημα πληρώνει.
Είναι η πόλη, βέβαια. Μια βόμβα την ξέσκισε
πριν από καιρό αλλά αντέχει. Αστρικό φως
που έχασε τον ήλιο του.
Χαϊδεύει με το δάχτυλο τη μεταξωτή μπλούζα
πάνω απ’ τον αφαλό της και τον παρατηρεί
καθώς την παρατάει σύξυλη.
ΘΗΛΙΑ
Μάτια κλειστά, κλοτσάει μακριά την καρέκλα
εμπιστεύεται το σκοινί όπως ο ονειρευτής
εμπιστεύεται τη νύχτα.
Νιώθει τη χαρά του θανάτου
ύστερα την απελευθέρωση
τη σιγουριά πως τίποτα δε βρίσκεται
στο επέκεινα.
Ξέρει ότι κάθε τάφος εγκυμονεί
μια κοιμισμένη αλήθεια τόσο αιώνια
και επιεική, όσο το σκοτάδι.
Θεωρεί αυτές τις αλήθειες
αυταπόδεικτες.
ΛΕΡΗ ΟΜΙΧΛΗ
Το δέρμα του ήταν λερή ομίχλη,
το χρώμα που παίρνει το χαρτί
λίγο πριν καεί.
Έτσι τον θυμάμαι.
Με ράμματα φερμουάρ στο στέρνο
ακριβώς στο κέντρο του.
Κι όταν σταμάτησε, τον τυλίξαμε
σε σαρκοφάγο
από σεντόνια.
Είπαμε να τον κάψουμε.
Να τον αφήσουμε να ξεκουραστεί
σε μια κουβέρτα στάχτης.
Ανεμογεννημένα ξανασασμένα, όλα
τα κύτταρα χώρια κι ελευθερωμένα.
Ο Scott Devon γεννήθηκε το 1979 στην Αγγλία και ζει στο Μαντσέστερ. Έχει μάστερ στη Δημιουργική Γραφή από το πανεπιστήμιο MMU. Διευθύνει και οργανώνει το πανεθνικό πρότζεκτ neo:writers και είναι υπεύθυνος για τη διεθνή ανθολογίας ποίησης που θα εκδοθεί σύντομα. Η ποίησή του ερευνά τη σχέση ανθρώπου-φύσης και προσπαθεί να κατανοήσει την αμφισημία αυτής της δυαδικότητας. Δουλειά του έχει δημοσιευθεί σε περιοδικά της Αγγλίας, της Σκοτίας και της Αμερικής.