«Κάθε ερωτευμένη γυναίκα αφανίζεται» της Χλόης Κουτσουμπέλη
ΤΑ ΚΟΥΛΟΥΡΑΚΙΑ ΤΗΣ ΣΥΛΒΙΑ ΠΛΑΘ
Ονομάζομαι Βικτώρια Λούκας.
Εκείνη την ημέρα
έψησα κουλουράκια μπίρας,
η συνταγή απλή,
πολύ πιο εύκολο απ’ το να γράψεις ένα ποίημα,
δύο αυγά στο αλεύρι
λίγη μαύρη μπίρα απ’ το χθεσινό ποτήρι,
ζυμώνω και πλάθω ανθρωπάκια
(τι κάνει για ένα παιδικό χαμόγελο μια μάνα)
φυσικά το επόμενο λογικό βήμα
ήταν να βάλω το κεφάλι μου στο φούρνο
θυσία στον Κανίβαλο θεό που με κατατρέχει τόσα χρόνια.
Εκ των υστέρων διαπίστωσα ότι τα κουλουράκια ήταν ακέφαλα.
Τα παιδιά μου δεν χαμογέλασαν.
Το ψευδώνυμό μου δεν ξεγέλασε κανέναν.
Επιπλέον κάποιοι προσπάθησαν να αφαιρέσουν
το επίθετο Χιουζ απ’ την ταφόπετρα.
Καλύτερα όμως να έσβηναν το Σύλβια.
Αφού κάθε ερωτευμένη γυναίκα αφανίζεται
όταν την προδίδει ο αγαπημένος άντρας.
(Σ.τ.Π.: Το ψευδώνυμο της Σύλβια Πλαθ ήταν Βικτώρια Λούκας.
Πριν αυτοκτονήσει, ετοίμασε πρωινό στα παιδιά της.)
Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ
Κάποτε είχα έναν αδελφό.
Άννα, να ένα μήλο, μου έλεγε συνέχεια.
Έτσι έγινα στρογγυλή
και όλη μέρα κατρακυλούσα στο κελάρι.
Αγαπούσα τον αδελφό μου.
Έκοβα τούφες απ’ τα μαλλιά του
τις έριχνα στο ενυδρείο
και αυτές σαν πιράνχας
ξεμάλλιαζαν η μια την άλλη.
Στο τέλος έμεινε φαλακρός.
Τότε αγάπησε μια σαρανταποδαρούσα
με σαράντα στόματα
να ρουφούν τις φλέβες του
την ονόμασε Λόλα.
Λόλα, να ένα μήλο, της απήγγελλε συνέχεια
την έδεσε με ένα κορδόνι
και δεν την αποχωρίστηκε ποτέ.
Ο αδελφός μου μια μέρα χάθηκε.
Έφταιγε άραγε το παλιό αναγνωστικό
που δεν έμαθα ποτέ να συλλαβίζω
την μόνη λέξη πινακίδα
για να βρει τον δρόμο του γυρισμού;
Η ΥΠΑΡΞΙΑΚΗ ΑΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ Σ.
Ο κύριος Σ. είχε κακό προαίσθημα.
Ο Τζων έδειχνε αφηρημένος.
Οι γόπες σωριάζονταν στην σταχτοθήκη
όπως τα κούτσουρα στην αποθήκη.
Τέσσερις μόνο αράδες στην λευκή κόλλα.
Ο κύριος Σ. ένιωσε τον τρόμο του κενού.
Αισθανόταν μισός.
Το ένα του πόδι ανύπαρκτο.
Ακόμα δεν είχε αρθρώσει ούτε λέξη
αφού ο Τζων είχε επιλέξει τριτοπρόσωπη αφήγηση.
Ο Τζων αναστέναξε βαθιά.
Η όλη σύλληψη ήταν λάθος.
Ο κεντρικός χαρακτήρας έπρεπε να είναι γυναίκα.
Τα δάχτυλά του τσαλάκωσαν την κόλλα.
Από το απειροελάχιστο πέρασμα του κυρίου Σ.
δεν απέμεινε ούτε ίχνος στην κοσμική τάξη των πραγμάτων.
Τόσο αυθαίρετα θα εξαλείψει κι εμάς
ο Μέγας Συγγραφέας που μας επινόησε.
Η Χλόη Κουτσουμπέλη γεννήθηκε το 1962 στη Θεσσαλονίκη. Έχει εκδώσει εννέα ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα, δύο θεατρικά έργα. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, βουλγαρικά, τουρκικά και έχουν συμπεριληφθεί σε ελληνικές και ξένες ανθολογίες. Η συλλογή της Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016) έχει αποσπάσει το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Η τελευταία της ποιητική συλλογή Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ (2018) κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις.