fbpx
«Βίκυ για πάντα» του Βαγγέλη Μανουβέλου

«Βίκυ για πάντα» του Βαγγέλη Μανουβέλου

Βρόντηξε την πόρτα πίσω της, πέταξε την τσάντα στην άλλη άκρη του δωματίου και έφυγε από μπροστά μας σαν σίφουνας. Κλείστηκε στο δωμάτιό της και άρχισε να κατεβάζει τέτοια καντήλια, που με έκαναν να αναρωτηθώ αν ήταν κόρη μου. Η μάνα της έτρεξε να δει τι έπαθε και τα άκουσε καλά. Την παρακαλούσε να της ανοίξει, αλλά τίποτα. Μιλούσε στο τηλέφωνο. Έβριζε, έβριζε, έβριζε. Μετά έκλαιγε, τσίριζε και κοπανούσε τον τοίχο. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που άκουγα.

Πριν από καιρό στη δουλειά, είχε έρθει η κουβέντα σε μια κοπέλα που έκανε απόπειρα αυτοκτονίας επειδή ένας αλήτης ανέβασε στο Ίντερνετ σκηνές από τις «σεξουαλικές τους περιπτύξεις». Έτσι το έθεσε ο συνάδελφος, περιπτύξεις. Εγώ είχα πει πως ούτε η ίδια ήταν άμοιρη ευθυνών. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου, αφότου γεννήθηκε η Βίκυ, που είχα κρατήσει επιφυλάξεις απέναντι στην ηθική ακεραιότητα μιας γυναίκας. Προσπαθούσα πάντα, με νύχια και με δόντια, να μην κακολογήσω κάποια γυναίκα, από φόβο μην τα λουστώ ο ίδιος από τη Βίκυ. Η νέμεσή μου όμως βγήκε από το δωμάτιό της και επιβεβαίωσε όσα την ακούγαμε να λέει.

Ο δικός της αλήτης, που γνώρισε το καλοκαίρι στα Χανιά, στο λιμάνι, την απειλούσε πως αν δεν του σκάσει πέντε χιλιάδες ευρώ, θα ανέβαζε στο Ίντερνετ «σκηνές ηδονής με το... κεχριμπάρι» του. Έτσι της έγραφε στο μήνυμα. Δεν ήθελα να μάθω τίποτα παραπάνω. Την άρπαξα από το χέρι, την έχωσα στο αυτοκίνητο και πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα. Στο δρόμο έκανε σαν υστερική. Μου έλεγε πως ήμουν γέρος και πως δεν καταλάβαινα. Πως δεν ήθελε να καταδώσει τον Χάρη (ο αλήτης), πως ήταν ό,τι καλύτερο της είχε συμβεί στο ταξίδι και πως, αν μιλούσε μαζί του, θα έλυνε την παρεξήγηση.

Αφού δεν κατέβαινε, μπήκα μόνος στο τμήμα να ρωτήσω. Μου είπαν πως ήθελαν η καταγγελία να γίνει από την ίδια. Το κινητό με το μήνυμα ήταν προαπαιτούμενο για να προχωρήσει οποιαδήποτε έρευνα. Μου έδωσαν και ένα τηλέφωνο από το Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών. Τα τελευταία χρόνια, μου εξήγησε η αξιωματικός υπηρεσίας, υπήρχαν εκατοντάδες περιπτώσεις παρόμοιων απειλών. Εκείνη την περίοδο, είχαν εξαρθρώσει ένα κύκλωμα δέκα ατόμων στη Χαλκιδική που έκαναν αυτό ακριβώς. Προσέγγιζαν γυναίκες που θεωρούσαν ευκατάστατες και «λίγο εύκολες», τις έριχναν στο κρεβάτι και μετά τις απειλούσαν. «Οι εποχές είναι δύσκολες, κύριε, και οι κομπιναδόροι μπορεί να μοιάζουν ακόμη και στον Μπραντ Πιτ. Άλλοι πουλάνε και λίγο έρωτα, τις μαδάνε και μετά, για να τις ξεφορτωθούν, τις απειλούν και τους τα παίρνουν χοντρά».

Πήγα προς το αυτοκίνητο, αποφασισμένος να τη φέρω με το ζόρι στο τμήμα, αλλά η... «λίγο εύκολη» κόρη μου είχε εξαφανιστεί. Θα πήγε να βρει τον Χάρη, να λύσει την παρεξήγηση, σκέφτηκα και ξεχαρβάλωσα με μανία τον εσωτερικό καθρέφτη του αυτοκινήτου. Κατάλαβα ότι ήταν τσιμπημένη με τον μπάσταρδο και ότι θα είχαμε άσχημα ξεμπερδέματα. Ποιος μου έλεγε πως δεν ήταν και η ίδια μαζί του στο κόλπο για να μου ξαφρίσουν τα λεφτά; Τα νεύρα μου βρήκαν διέξοδο και στο ντουλαπάκι του συνοδηγού.

Άφαντη. Ούτε σε φίλες, ούτε σε συγγενείς. Πουθενά. Στην αρχή προσπάθησα να το δω ψύχραιμα. Όμως τη δεύτερη μέρα αγνοούμενη τρελάθηκα. Να κάνω τι; Να πάω στα Χανιά να ψάχνω έναν άγνωστο; Σιγά μην έμενε εκεί. Οι φίλες της δεν ήξεραν ούτε επίθετο. Αλλά προφανώς και το όνομα θα ήταν ψεύτικο. Ειδοποίησα την αστυνομία και μου είπαν πως βρίσκονταν σε επαφές με τη Διεύθυνση Κρήτης. Δεν με χωρούσε ο τόπος. Περίμενα τα χειρότερα. Η γυναίκα μου στα πατώματα. Τα έριχνε όλα σε μένα. Ότι δεν έπρεπε να μιλήσω άσχημα στη Βίκυ, ότι είναι περίεργες ηλικίες, ότι έπρεπε να την πάρουμε με το καλό... ότι... ότι... ότι...

Πέρασε καιρός... Η γυναίκα μου είχε φύγει από το σπίτι και έμενε στην αδερφή της. Στη δουλειά χάλια, είχα να πληρωθώ μήνες, σταμάτησα να πηγαίνω και ό,τι λεφτά είχα στην άκρη τα έφαγα σε ντετέκτιβ και ταξίδια στα Χανιά. Δεν είχα λεφτά να πάρω ούτε ψωμί. Λιμοκτονούσα και κρυβόμουν σπίτι. Έχασα την αίσθηση του χρόνου. Και τότε τρελάθηκα. Κυριολεκτικά. Έφτιαξα μια άλλη πραγματικότητα. Έβλεπα τη Βίκυ μπροστά μου, της μιλούσα, της μαγείρευα, την έπαιρνα αγκαλιά και της χάιδευα τα μαλλιά. Δεν με κατηγόρησε, δεν με θεώρησε υπεύθυνο για κάτι, γιατί απλούστατα δεν της είχε συμβεί το παραμικρό. Ήταν εκεί μπροστά μου, ζωντανή, και συνεχίζαμε τη ζωή μας ανεπηρέαστοι. Βρήκα και δουλειά στο λογιστικό γραφείο ενός παλιού συμφοιτητή. Τριακόσια ευρώ. Τίποτα. Αλλά στην κατάστασή μου, φαινόταν θησαυρός.

Τους δυο μήνες που έζησα με το φάντασμα της Βίκυς δεν με άγγιζε τίποτα, γιατί βρισκόμουν στο τίποτα. Ίχνος λογικής. Ήρθε η γυναίκα μου και με μάζεψε. Μόλις με είδε στην κατάσταση που βρισκόμουν, με έστειλε κατευθείαν στο ψυχιατρείο. Νοσηλεύτηκα τρεις μήνες. Έγινα καλύτερα. Όταν βγήκα, μου αποκάλυψε ότι είχαν πιάσει πέντε άτομα για τον εκβιασμό της Βίκυς. Έναν τον αναζητούσαν ακόμη. Ρώτησα για τη Βίκυ. Δεν περίμενα νεότερα. Αν ήξερε κάτι, θα μου το είχε ήδη πει. Αλλά η απάντησή της έκανε το φάντασμα της Βίκυς να μου ψιθυρίσει στο αυτί... «Μπαμπά». Την είχαν βρει νεκρή κάπου στα Μέγαρα, όσο νοσηλευόμουν. Μου το έκρυβαν, γιατί δεν ήθελαν να επιβαρύνουν την κατάστασή μου. Η αστυνομία προσπαθούσε να συνδέσει τους πέντε με τη δολοφονία, αλλά η υπόθεση δεν ήταν δεμένη. Ήθελαν και άλλα στοιχεία.

Θέλω να πιστέψω ότι όλο αυτό ήταν μόνο ένα κακό όνειρο. Μάταια. Παίρνω τα φάρμακά μου και το φάντασμα δεν με επισκέπτεται. Όταν θέλω να μιλήσω στη Βίκυ, κλείνω τα μάτια και της μιλάω ώρες ατελείωτες, αλλά δεν εμφανίζεται πουθενά. Όταν θέλω να τη συναντήσω πηγαίνω στην παραλία και φωνάζω το όνομά της, αλλά δεν παίρνω απάντηση. Όταν θέλω να της πω πόσο μου λείπει, βάζω τα κλάματα και πνίγω τα ουρλιαχτά μου στο μαξιλάρι. Θα σταματήσω τα φάρμακα και το φάντασμα θα έρθει πάλι σε μένα. Θα την πάρω αγκαλιά και θα ζητήσω συγγνώμη. Θα της χαϊδέψω τα μαλλιά και θα υποσχεθώ ότι θα ζήσουμε μαζί για πάντα. Αυτή τη φορά θα γίνουν όλα σωστά.

Ο Βαγγέλης Μανουβέλος γεννήθηκε στον Πειραιά το 1979 και τα πρώτα χρόνια της ζωής του έζησε στο Βανκούβερ του Καναδά. Έχει πραγματοποιήσει σπουδές στην Ευρωπαϊκή Διοίκηση και Πολιτική, στην Οικονομική και Επιχειρησιακή Στρατηγική και στην Τραπεζική. Η διδακτορική διατριβή του στις «Νέες Μορφές Διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη. Εργάζεται σε τράπεζα ως regulatory capital analyst. Έχει δημοσιεύσει τα διηγήματά του «Φωτεινή», «Θαλασσιά αρχιτεκτονική» και «Μαχίντ» στα περιοδικά Πανδώρα και Intellectum. Το 2012 βραβεύτηκε για το διήγημά του «Ο Σάνγκο Τινάσε στο Λαβύρινθο» στον πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς του diavasame.gr. Το 2013 βραβεύτηκε για το διήγημά του «Η Πριγκίπισσα και εγώ στο χορό των τρελών» στον πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος που διοργάνωσε η εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, με θέμα «Ένα διήγημα για την κρίση».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.