fbpx
«Φρύδια Politically Correct» του Γιώργου Γκόζη

«Φρύδια Politically Correct» του Γιώργου Γκόζη

Ο Μάκης ο Ασυνείδητος κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. Η μύτη του έχει μια καμπούρα στη ράχη της. Πάντα την είχε δηλαδή, έχει την εντύπωση όμως ότι τώρα τελευταία του φαίνεται περισσότερο οστεώδης, πιο μυτερή και πιο γαμψή από το συνηθισμένο, όπως και το πιγούνι του, ναι, το πιγούνι του με τα χρόνια μοιάζει να είναι περισσότερο προτεταμένο.

Ο Μάκης ο Ασυνείδητος έχει αρχίσει πλέον να πιστεύει ότι γερνώντας, μύτη και πιγούνι θα πλησιάσουν τόσο πολύ το ένα με το άλλο, που θα γίνουν ένα και το πρόσωπό του θα καταλήξει σαν την εικονογράφηση της Σελήνης στις αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου ή σαν τις μάγισσες των καρτούν. Τα αυτιά του επίσης, τ’ αυτιά του αρχίζουν και βγάζουν τρίχες τις οποίες φροντίζει επιμελώς και συχνά, σχεδόν κάθε βδομάδα, να ψαλιδίζει. Παρόμοια η τριχοφυΐα και στα φρύδια του. Πετάνε τρίχες ατίθασες, ολοπόρφυρες και σκληρές σαν σύρμα, ενώ ξεφεύγουν από το περίγραμμα. Στους κροτάφους του ανακαλύπτει πλέον ολοένα και συχνότερα ως δημοφιλέστερο το γκρίζο χρώμα – «γοητεία», του λένε οι πολλοί. Για να διαβάσει εφημερίδα ή βιβλίο, του είναι απαραίτητα τα πρεσβυωπικά του γυαλιά. Είναι σαράντα πέντε πατημένα, όταν όμως ακούει αυτή την ηλικία από το στόμα άλλου, πιστεύει ότι δεν αφορά καν εκείνον, ότι είναι κάτι πολύ μακρινό για τον ίδιο.

Φαντάζεται τον εαυτό του στα γεράματα με στραβά κι αδύνατα πόδια, χωρίς δικά του δόντια, να φτύνει στον δρόμο και να φυσάει τη μύτη του μέσα σε μαντίλι αντί σε χαρτομάντιλα. Να τρώει σκόρδα αποβραδίς για τη θωράκιση της καρδιακής λειτουργίας, να κλάνει μέσα από τα μποξεράκια του –μποξεράκια βέβαια αντί για εκείνα τα παλαιολιθικά σώβρακα ή τη σκελέα που φορούσαν οι παππούδες του–, την ώρα που τα βαρίδιά του θα κρέμονται όπως του γέρικου τράγου, ξεφούσκωτα, σαν εκκρεμές χωρίς ταλάντωση, με τους δείκτες σταματημένους μόνιμα στις έξι το απόγευμα.

Κάτι τέτοιες σκέψεις κάνει ο Μάκης ο Ασυνείδητος κοιτάζοντας το είδωλό του στον καθρέφτη και τότε του έρχεται στο μυαλό εκείνη η φράση του κυρ Νίκου του ράφτη. Την πρώτη φορά στη ζωή του που έραψε κοστούμι. Το κοστούμι του γάμου του που του το έκανε δώρο, ανάμεσα στα άλλα, ο συχωρεμένος ο πατέρας του: «Το γαμπριάτικο κοστούμι σου θα είναι ραφτό κι όχι από τα ετοιματζίδικα κι ας είναι όσο φιρμάτα θέλουνε. Μια φορά παντρεύεσαι!» του είχε ξεκαθαρίσει.

Οι οδηγίες του πατέρα ήταν σαφείς: «Το κοστούμι σου, αγόρι μου, θα είναι από ύφασμα εγγλέζικο, κασμηροφανέλα. Θα το ράψουμε τρίκουμπο. Όχι τετράκουμπο· θα μοιάζει με ζιβάγκο. Ούτε και μπλέιζερ· είσαι μικρός ακόμη. Μπλέιζερ φοράνε οι μεσόκοποι για να καλύψουνε τους πατσάδες της μπάκας. Θα έχει διπλό σκίσιμο πίσω. Έτσι, όταν βάζεις τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού, δε θα φουσκώνει το πάνω μέρος του σακακιού και επιπρόσθετα δε θα φαίνονται τα νώτα σου. Θα έχει μία επιπλέον τσέπη, μικρή, πάνω από την εξωτερική δεξιά, εκεί όπου έβαζαν παλιά το ρολόι με την αλυσίδα, περισσότερο για αισθητικούς λόγους. Η μπουτονιέρα θα είναι ραμμένη σε άλλο χρώμα, κόκκινο ας πούμε, κι έτσι όταν δε θα φοράς μαντίλι, θα στέκει κι από μόνη της. Θα έχει δυο αντικριστές τσέπες εσωτερικές στη φόδρα. Το παντελόνι θα είναι χωρίς πιέτες, με λοξές τσέπες, έξι θηλύκια, σε ίσια ραφή, και θα ακολουθεί το σχήμα του σώματος. Δε θα είναι ούτε πολύ πλούσιο, ούτε πολύ στενό, τόσο όσο, ενώ δε θα καλύπτει παραπάνω από δυο πόντους το τακούνι του παπουτσιού. Λοιπόν, αυτά από μένα, πάω για τσιγάρο έξω. Τα ρέστα τα κανονίζει ο Νικόλας», ολοκλήρωσε και βγήκε στον διάδρομο για ένα σέρτικο.

«Άρχοντας!» ενέκρινε ο κυρ Νίκος, «αντρίκιες κουβέντες, σταράτα λόγια!» θαύμασε κι έπιασε αμέσως τη μεζούρα για να πάρει τα μέτρα του Μάκη του Ασυνείδητου. Την κρέμασε γύρω από τον αυχένα του, σαν λυτή γραβάτα. Μέτρησε την απόσταση από τη βάση του κεφαλιού μέχρι τους ώμους, την περίμετρο του θώρακα, την απόσταση από τη ζώνη μέχρι την αρχή της σπονδυλικής στήλης, ψηλά. «Ελεύθερος μείνε, χαλαρός», υπέδειξε, «μη ρουφάς την κοιλιά, ούτε να στέκεσαι ντούρος, στάσου όπως είσαι στην καθημερινότητά σου. Αυτό είναι το νόημα, να σου ράψω ένα κοστουμάκι που θα κρύβει τις ατέλειες, αλλιώς θα κλαίει πάνω σου», καθοδηγούσε ο κυρ Νίκος, ενώ συνέχιζε με το μήκος από τους μηρούς μέχρι τους αστραγάλους και φτάνοντας στα μπατζάκια κάποια στιγμή, έτσι σκυμμένος όπως ήταν, σήκωσε το βλέμμα του με τα γυαλιά μισοκατεβασμένα στη μέση της μύτης και ρώτησε αφοπλιστικά: «Αριστερός είσαι ή δεξιός;» κεραυνοβόλησε τον Μάκη τον Ασυνείδητο.

«Παρντόν;» έμεινε άφωνος εκείνος.

«Λέω, αριστερός είσαι ή δεξιός;» επανέλαβε την ερώτηση με κατανόηση ο ράφτης.

Ο Μάκης έμεινε να τον κοιτάζει σαν χαμένος. Τι δουλειά έχει η πολιτική με το ράψιμο ενός κοστουμιού; Από πού κι ως πού ο κομματισμός σχετίζεται με τα υφάσματα;

Απάντησε ωστόσο σαν υπνωτισμένος: «Ο ένας ο παππούς ήταν πρόσφυγας από τη Μικρασία, βενιζελικός δηλαδή, αλλά μετά έγινε καραμανλικός… Ο άλλος ήταν καπνεργάτης κι επομένως κομμουνιστής, αλλά…» άρχισε να αφηγείται, αποφεύγοντας να δώσει σαφές στίγμα για τον ίδιο.

Ο κυρ Νίκος σηκώθηκε όρθιος και με χαμόγελο και κατανόηση προς τον αμύητο νεαρό πελάτη του, αποσαφήνισε κλείνοντάς του ταυτόχρονα το μάτι: «Εννοώ, πού τα παρκάρεις, δεξιά ή αριστερά; Ποιο από τα δύο είναι μακρύτερο, το δεξί ή το αριστερό;»

Τώρα μάλιστα! Φωτίστηκε το μυστήριο και το μυαλό του Μάκη. «Δεξιός! Δεξιός είμαι! Οπωσδήποτε δεξιός! Σίγουρα δεξιός!» αναφώνησε με ανακούφιση και χαρά μεγάλη. Αν και δεν αισθανόταν κατ’ ουσίαν δεξιός ως προς την ιδεολογική του τοποθέτηση, αλλά περισσότερο κοινωνιστής, σοσιαλιστής δηλαδή, εντούτοις συνειδητοποίησε ότι παρέμενε ένας αριστερός με δεξιά αρχίδια.

«’Εχει μεγάλη σημασία αυτό που σε ρώτησα», συνέχισε ο κυρ Νίκος ο ράφτης, «διότι αν σου ράψω το παντελόνι με ανάποδο καβάλο, θα έχεις μεγάλο πρόβλημα όταν κάθεσαι. Στο σταυροπόδι, φέρ’ ειπείν, θα χρειάζεται συνεχώς να κάνεις το χέρι σου φτυάρι και να τα ανασηκώνεις ελαφρά, ίσα για να μην τα πλακώσεις με το εσωτερικό του ποδιού που θα είναι από πάνω, ενώ τώρα ξέρουμε ποιοι είμαστε, βρε αδελφέ, αριστεροί για δεξιοί;

»Τα ετοιματζίδικα κοστούμια, ως γνωστόν, δεν έχουνε πολιτική συνείδηση που να αποκλίνει: έχουνε ραμμένο τον καβάλο ντανγκ στο κέντρο. Καμία δεξιά ή αριστερή πρόνοια. Τα ετοιματζίδικα κοστούμια, όσο επώνυμα κι όσο ακριβά κι αν είναι, εξακολουθούν να παραμένουν αυτό που στα ελληνικά λέγεται politically correct».

Αυτή η φράση του κυρ Νίκου του ράφτη τού έρχεται στο μυαλό του Μάκη του Ασυνείδητου ενώ κοιτάζει το είδωλό του στον καθρέφτη, την ώρα που κλαδεύει τις τρίχες των αυτιών του και όταν προσεκτικά ετοιμάζεται να ψαλιδίσει τα απείθαρχα προεξέχοντα φρύδια του, σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση τον τελευταίο καιρό, ώστε να μετατραπούν κι αυτά προσεχώς σε φρύδια politically correct.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Το μέντιουμ» του Γιώργου Μυλωνά

Τις περισσότερες ώρες τα Σαββατοκύριακα, που έμενα στους δικούς μου, τις περνούσα στο μπαλκόνι. Το έβρεχα με το λάστιχο για να καθαρίσει από το καυσαέριο που είχε μαζευτεί μέσα στην εβδομάδα και...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Τα δύσκολα, θαλασσινά ταξίδια» του Βασίλη Κόκκοτα

Εκείνα τα χρόνια, για να κάνεις ένα μακρινό ταξίδι στη θάλασσα, έπρεπε να προετοιμαστείς σωστά και για αρκετό καιρό: να συγκεντρώσεις όλες τις απαραίτητες προμήθειες, να δημιουργήσεις τις κατάλληλες επαφές, να πάρεις...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.