fbpx
«Ο αόρατος οδηγός» της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού

«Ο αόρατος οδηγός» της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού

Τίποτε ασυνήθιστο. Η αμαξοστοιχία στον σταθμό Bakerloo, ανυπόμονοι επιβάτες πάσης φυλής και χρώματος, πλεονάζοντος του μέλανος ή γενικώς του μελαψού. Κινούνται ή τουλάχιστον προσπαθούν να κινηθούν εν τάξει, σε ουρές σαν περισπωμένη. Συνωθούνται μοιραία ως συμβαίνει σε ώρες αιχμής. Καθυστερούν την επιβίβαση μωρά στα καροτσάκια τους, γέροι ανοικονόμητοι, ταξιδευτές με αργόσυρτες βαλίτσες και λοιπές αποσκευές. Ο Covid άφαντος. Οι δράκοι πια είναι αόρατοι…

Τέλος πάντων, ας μην επιμένω στα καθημερινά, ανούσια και αυτονόητα. Και ας περάσω στο κυρίως θέμα. Ο συρμός ξεκινά, αθόρυβος σχεδόν, ατάραχος, άχρωμος, άοσμος, άγευστος μέχρι την επόμενη στάση – για να χρησιμοποιήσω κλισέ χημείας, παιδιόθεν αιωρούμενης σε κάποιον νευρώνα του θεωρητικού εγκεφάλου μου. Πρώτη φορά μετακινούμαι σ’ αυτή τη γραμμή. Φαινομενικά όλα αναμενόμενα. Η ομίχλη, η ψιλή βροχή, ο συνωστισμός, τα εγγλέζικα, τα ινδικά εγγλέζικα, τα αφρικανικά εγγλέζικα, τα ελληνικά εγγλέζικα. Οι σιδερένιοι τροχοί πάνω στις ράγες. Ο μεταλλικός θόρυβος. Οι οθόνες. Ένα πολυπολιτισμικό δίκτυο αιχμαλώτων. Η αναγγελία των σταθμών. Και…

Κι όμως… Κάτι παράξενο συμβαίνει. Κάποια χάντρα έχει ξεφύγει από το κομπολόι μου. Κάτι δεν άκουσα. Μήπως αφηρημένος εγώ; Μήπως αφηρημένος ο αυτόματος σύμβουλος; Πάντως δεν άκουσα, είμαι σχεδόν βέβαιος, δεν άκουσα: «Please mind the gap».

Ρώτησα την παρακαθήμενή μου. Ινδή. Μελαψό, σοκολατένιο πρόσωπο, λεπταίσθητη. Με πολύχρωμη περιβολή, δεν πρόσεξα καν λεπτομέρειες, μόνο το χαρακτηριστικό τίκα ανάμεσα στα φρύδια.

«Ακούσατε μήπως; Ή μάλλον να σας ρωτήσω αλλιώς πρέπει. Γιατί δεν ακούσαμε; Please mind the gap…»

Ανησυχώ για τους επιβαίνοντες γενικώς. Όχι μόνον για τους ανάπηρους ή τους ηλικιωμένους ή τα παιδιά. Ανησυχώ για τους αφηρημένους, τους απρόσεκτους γενικώς… Το «Please mind the gap» ταρακουνούσε το μηχανάκι του μυαλού τους. Ξυπνούσαν την ακριβώς κατάλληλη στιγμή. Το έβλεπες – αν είχες τον χρόνο ή την παρατηρητικότητα να δεις πράγματα που συμβαίνουν, αλλά ποτέ δεν είναι άξια παρατήρησης. Έβλεπες εκείνη την ομοιόμορφη, χαριτωμένη αναπήδηση, καθώς εγκατέλειπαν το βαγόνι και το τακούνι τους πατούσε στο στέρεο έδαφος της αποβάθρας.

«Αλήθεια, τι σας ρωτάω αν ακούσατε. Να συμπληρώσω πρέπει. Ακούσατε το “Please mind the gap”; Και αμέσως μετά προσέξατε το μικρό πηδηματάκι των επιβατών από το βαγόνι στην αποβάθρα;»

Η νεαρή Ινδή δεν κατάλαβε αμέσως την απορία του συνεπιβάτη της. Ούτε την ακατανόητη ανησυχία μου.

«Γιατί ν’ ακούσω το “Please mind the gap”;» ρώτησε.

«Γιατί αυτό είναι μέσα στους κανόνες ασφαλούς αποβίβασης».

«Μα, κύριε, δεν υπάρχει πια σ’ αυτή τη γραμμή gap. Τι να προσέξουν οι επιβαίνοντες;»

«Δεν υπάρχει gap, είπατε; Για ποιο λόγο ειδικά σ’ αυτή τη γραμμή;»

«Όχι, κύριε, δεν είναι η μόνη. Είναι και στο Piccadilly και στο Waterloo… και θα γίνει και σε πολλές ακόμα…»

«Και πώς συμβαίνει αυτό για τους συγκεκριμένους σταθμούς;»

«Οι αμαξοστοιχίες είναι αυτοκινούμενες. Δεν υπάρχει οδηγός. Κινούνται μόνες τους με ψηφιακή, όπως λένε, (καθ)οδήγηση…»

Πράγματι. Είμαστε στο πρώτο βαγόνι αμέσως πίσω από τον αόρατο οδηγό. «Έβλεπα» ένα ακέφαλο «πλάσμα» ένστολο να οδηγεί τώρα τον συρμό. Ακέφαλο και ασώματο. Σαν από θρίλερ μιας εποχής που δεν ήθελα να ζήσω. Αισθάνομαι φόβο. Ιδρώτας λούζει το μέτωπό μου, τα χέρια μου γίνονται κρύα. Πώς θα κυλήσει αυτό το σιδερένιο αναίσθητο τέρας χωρίς κίνδυνο; Στην πρώτη δύσκολη στροφή, σε μια αδέξια κίνηση πάνω στις ράγες, σ’ ένα εμπόδιο… Τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις; Αλλά και… ένα τέτοιο άπονο τέρας… Σε πόσους θ’ αρπάξει το ψωμί; Πόσους θα στείλει να κοιμηθούν στο πεζοδρόμιο; Θα μου πείτε, πάντα τα ίδια λέμε. Όλοι λουδίτες. Στο Γιορκ, στο Μάντσεστερ, στο Νότιγχαμ… Bellua multorum capitum… Παντός καιρού. Αν ήταν έτσι, δε θα είχαμε ξεφύγει από τον Νεάντερταλ… Κι όμως, δε χάνεται ο κόσμος. Άνθρωποι χάνονται, η ανθρωπότης επιβιώνει. Και προχωρούμε μπροστά. Πάντα η κίνηση αυτή έχει απώλειες. Η πρόοδος απαιτεί θυσίες. Υπάρχουν όμως αντιδράσεις. Σωματεία, συνδικαλισμοί, ενώσεις πολιτών, κοινωνικά δίκτυα τώρα. Αμύνονται και επιτίθενται τα θύματα. Στους ανθρώπους, στις μηχανές. Και προχωρεί η πρόοδος. Έτσι γίνεται. Έτσι η ιστορία επαναλαμβάνεται… έτσι η πρόοδος επιτυγχάνεται…

Τα γεγονότα της στιγμής τρέχουν! Με δυο σάλτα ο λιγνός, απεριποίητος ανθρωπάκος με τη νάιλον σακούλα στο αργασμένο χέρι του. Με δυο σάλτα δρασκέλισε τα βαγόνια, ο συρμός εν κινήσει, οι «γκατζετάκηδες» στις λιλιπούτειες οθόνες τους, τίποτα δεν τον επτόησε, ούτε η κραυγή της αδύνατης, χλωμής γυναίκας που τον συνόδευε κι ασάλευτη έμενε στη θέση της αυτή. Ούτε του μωρού που έκλαψε γοερά, καθώς είδε το μέγιστο άλμα πάνω από το κεφαλάκι του. Ούτε ο νόμος και η τάξη. Ούτε το παράτολμο της απόφασής του. Με δυο σάλτα, βρίσκεται τώρα στη θέση του αόρατου οδηγού, παίρνει τη θέση του, φορά τη στολή του τώρα, αρπάζει το τιμόνι στα χέρια του τώρα, αρπάζει τη ζωή του, τη ζωή της γυναίκας και των παιδιών του στα χέρια του τώρα, και ο συρμός περνάει ασφαλώς από σταθμό σε σταθμό τώρα, όλοι οι επιβάτες ασφαλείς τώρα. Κι αυτός;

Δε σηκώνουν τα μάτια τους πάνω από τις οθόνες των τηλεφώνων τους τώρα. Παίζουν συνεχώς αμέριμνοι τυχερά παιχνίδια. Μονάχα ένας αντιδρά. Εν εγρηγόρσει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Με την κάμερα ανά χείρας. Θηρευτής γεγονότων. Παράδοξων, cult γεγονότων. Προπάντων μακάβριων. Πετυχαίνει κέντρο. Στο κλάσμα του δευτερολέπτου. Απαθανατίζει τη σκηνή. Θα τη μοσχοπουλήσει στο ειδικό, τηλεοπτικό κανάλι. Για την πεντάλεπτη σειρά, που σπάει ταμεία. «Φαντασιώσεις θανάτου».

Οι άλλοι εξακολουθούν να παίζουν συνεχώς αμέριμνοι τυχερά παιχνίδια. Με πόλεμο, με χρηματιστήρια, με πτωχεύσεις –εικονικές και πραγματικές–, με κλείσιμο καταστημάτων, με δείκτες ανεργίας, με αυτοκτονίες… και περνά το τρένο ανεμπόδιστα από σταθμούς, ακέφαλο ξανά, αυτόματο, ατσάλινο. Κι εκείνοι εξακολουθούν να παίζουν αδιατάρακτα το παιχνίδι – όπου στην οθόνη μπορεί να κερδίζουν, στη ζωή όμως χάνουν… Μπορεί και τη ζωή τους… Το παιχνίδι της οθόνης – το παιχνίδι της ζωής…


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.