fbpx
«Έκθεμα υπ’ αρ. 1357» της Χριστίνας Ντούση

«Έκθεμα υπ’ αρ. 1357» της Χριστίνας Ντούση

«Μαμά, φεύγω». Άρπαξε τον σάκο, της έσκασε ένα φιλί στο μάγουλο και βρόντηξε την πόρτα.

Αναστέναξε μέσα στην άδεια κουζίνα η κυρα-Ντίνα και έπιασε να μαζεύει τα φλιτζάνια του καφέ. Ο Άρης. Σίφουνας – ερχόταν, έφευγε, έσκαγε κανένα φιλί, έτρωγε με βουλιμία, άφηνε άπλυτα βουνά. Στο δωμάτιό του σωρός τα σχέδια με κάρβουνο, μελέτες τις έλεγε, άλλα τελειωμένα, άλλα μισά. Σωρός και οι καμβάδες, ακουμπισμένοι στον τοίχο πλάτη. Αυτοί τακτοποιημένοι. Σωληνάρια με μπογιές, πινέλα. Κι αυτά πάντα πλυμένα. Όλα τα άλλα χάος. Γνήσιος καλλιτέχνης, έλεγε ο πατέρας του. Και δεν ήξερες αν ήταν κομπλιμέντο ή κατηγορία.

O Άρης ζωγράφιζε από παιδί. Γέμιζε στα περιθώρια τα βιβλία και τα τετράδια, μάζευε παρατηρήσεις και αποβολές. Μέχρι που έφτιαξε τα σκηνικά για τη χριστουγεννιάτικη γιορτή και εν μια νυκτί έγινε η φίρμα του σχολείου. Στη Σχολή Καλών Τεχνών δεν μπήκε. Όταν έμαθε τα αποτελέσματα, κλείστηκε για μια βδομάδα στο δωμάτιό του. Αρνήθηκε να τους μιλήσει βγαίνοντας. «Δεν είναι αυτοί για μένα», σφύριξε μέσα απ’ τα δόντια του κάποια στιγμή. Πέρασε το καλοκαίρι άπρακτο, εκείνη να βουρλίζεται, ο πατέρας του να μουρμουρά «τι θα τον κάνουμε τώρα τον πιτόρο σου», ο μικρός να γυρνά σαν καταραμένος. Ήρθε το φθινόπωρο, πριν προλάβει ο πατέρας του να το πει, το είπε ο Άρης από μόνος του. Δουλειά. Την άλλη μέρα, πρωί πρωί ήταν στο μηχανουργείο. Τα χέρια του δεν λερώνονταν πια από μπλε ultramarine, κόκκινα του καδμίου ή καφέ ώχρες. Ήταν μονίμως μαύρα απ’ τα γρασόλαδα.

Ένα χρόνο έμεινε μακριά απ’ τις μπογιές. Μπογιές τις έλεγε ο πατέρας. Ξανάπιασε να σχεδιάζει τις απογευματινές ώρες. Το φως τού το ’τρωγε το μηχανουργείο. Δούλευε με το κεφάλι σκυφτό, μη και συναντήσει το βλέμμα του μεγαλύτερου. Μόλις τελείωνε η βάρδια του, έφευγε σφαίρα. Φόρτωνε στη μηχανή τελάρα, χρώματα, πινέλα κι εξαφανιζόταν. Καμιά φορά ερχόταν κατευθείαν στο μαγαζί το άλλο πρωί, με τα ρούχα της προηγούμενης και μια άγρια χαρά στο βλέμμα. Κανείς δε ρωτούσε. Σταυροκοπιόταν η κυρα-Ντίνα να βρεθεί καμιά κοπελίτσα να τον εξημερώσει, εκεινού όμως κουβέντα. Μόνο συγύριζε, έπλενε, μαγείρευε και περίμενε. Τη στιγμή που ο Άρης της θα άνθιζε. Είχε φτάσει ο μικρός πια στα είκοσι ένα, ντερέκι μέχρι εκεί απάνω, σγουρά μαύρα μαλλιά, μελιά μάτια. Όλο και περισσότερες κοριτσίστικες φωνές τον ζητούσαν στο τηλέφωνο, όλο και περισσότερες εκδρομές πήγαινε, όλο και περισσότερα ξενύχτια έκανε. Δουλειές και μαθήματα σχεδίου, έλεγε. Αορίστως. Το πατρικό δεν τον έβλεπε πια σχεδόν καθόλου.

Ένα πρωινό Ιουνίου διαυγές και καθαρό, φόρτωσε στη μηχανή σκηνή, μπλοκ, μολύβια και κάρβουνα κι έγινε καπνός. «Πάω για κάμπινγκ στην Εύβοια». Βρήκε ευκαιρία η μάνα του να μπει στο άδυτο. Κάθε φορά που τα κατάφερνε, άνοιγε διάπλατα τα παράθυρα να μπει το φως κι έπιανε ένα ένα τα τελάρα και τα σχέδια. Οι παλάμες της άγγιζαν στοργικά την τραχιά επιφάνεια. Μάντευε το χέρι του γιου της να τα σχεδιάζει. Τη μέρα εκείνη δε βρήκε πολλά καινούργια. Πού τα πήγαινε αυτά που ζωγράφιζε, μυστήριο. Μάζεψε κάλτσες, εσώρουχα, βιβλία πεταμένα στο πάτωμα, μια μπανανόφλουδα. Θ’ αλλάξω και τα σεντόνια, πότε να τ’ άλλαξα τελευταία φορά, σκέφτηκε και τράβηξε δυνατά το ύφασμα. Βύθισε το πρόσωπό της, να πάρει μέσα της όλη τη μυρωδιά του παιδιού της, ας ήταν κι απλυσιά. Την ώρα που κατέβαζε το σεντόνι, πήρε η άκρη του ματιού της κάτι να εξέχει απ’ το στρώμα. Μια μικρή γαλάζια γωνία από κάτι. Το άγγιξε διστακτικά, τα έμπειρα πια δάχτυλά της ξεχώρισαν την υφή του καμβά. Λες να τα κρύβει εδώ; αναρωτήθηκε. Έδωσε μια στο στρώμα, κι αυτό ανασηκώθηκε απ’ την άλλη πλευρά. Στηριγμένο με δυο βότσαλα, είδε το κεφάλι μιας γυναίκας. Με γωνίες γεωμετρικές. Με τη μύτη εκτός προσώπου και ένα επιθετικό άσπρο μπούστο. Κι ένα marine claire, όπως το έλεγε ο Άρης, φωτεινό μπλε, ανακατωμένο με γκρι απλωμένο παντού. Κάτι της έλεγε η εικόνα. Κάτι της θύμιζε. Τον Άρη να της τη δείχνει σε κάποιο βιβλίο τέχνης, σίγουρα. Ή μήπως όχι; Παρατήρησε τη χρονολογία κοντά στην υπογραφή. 1939. Και μετά την ίδια την υπογραφή. Με τρόμο. Άφησε το στρώμα μαλακά να πέσει, φροντίζοντας να μη φαίνεται τίποτα. Έστρωσε καθαρά σεντόνια, τα γαλάζια που του άρεσαν. Έβαλε σκούπα, έκανε και τα τζάμια, μάζεψε τα σκουπίδια κι έκλεισε την πόρτα μαλακά πίσω της.

Το μεσημέρι, άνοιξε τηλεόραση. Εκεί που η τηλεπαρουσιάστρια μοίραζε μετρητά και πλυντήρια, τη διέκοψαν για έκτακτο δελτίο. Στην οθόνη είδε τον Άρη, με το μακό που φορούσε το πρωί, τα μαλλιά ανακατεμένα και χειροπέδες στους καρπούς. Μαζί του δυο-τρεις άλλοι, μαζί κι εκείνη η τσαπερδόνα η Βιβή που τον περιτριγύριζε τελευταία. «Εξαρθρώθηκε σπείρα που αντέγραφε έργα τέχνης και τα πωλούσε ως γνήσια», χτυπούσε τις λέξεις μια μια στο στόμα της η δημοσιογράφος. «Η αστυνομία έχει βάσιμες υποψίες ότι η σπείρα εμπλέκεται και στην κλοπή της Εθνικής Πινακοθήκης που έγινε τον Ιανουάριο, κατά την οποία κλάπηκαν το έργο του Πικάσο Γυναικείο κεφάλι, ο Μύλος του Πιέτ Μοντριάν και ένα σχέδιο θρησκευτικής απεικόνισης του 17ου αιώνα, του Ιταλού Γουλιέλμο Κάτσια, παρόλο που σε μια πρώτη έρευνα τα έργα δεν βρέθηκαν στην κατοχή των συλληφθέντων. Εικάζεται ότι έχουν ήδη διοχετευτεί στο εξωτερικό προς πώληση».

Χύθηκε στο δωμάτιο του Άρη, με μανία γύρισε το στρώμα και πήρε τον καμβά. Τον έκανε ρολό και στάθηκε έντρομη στη μέση του σαλονιού με το μάτι να παίζει, προσπαθώντας να ανακαλύψει κρυψώνα.

Έτσι, το έκθεμα υπ’ αρ. 1357 της Εθνικής Πινακοθήκης με τον τίτλο Γυναικείο κεφάλι, το οποίο ζωγράφισε το καλοκαίρι του ’39 ο Πικάσο με μούσα την ερωμένη του, Ντόρα Μάαρ, και δώρισε στον ελληνικό λαό για την αντίστασή του στην Κατοχή, κατέληξε στον σωλήνα του απορροφητήρα της κυρα-Ντίνας. Το σπίτι έγινε φύλλο και φτερό από την αστυνομία, αλλά τον απορροφητήρα δεν τον σκέφτηκαν.

Ο Άρης ζει μόνος του στο πατρικό του από τότε που αποφυλακίστηκε. Η κυρα-Ντίνα άρπαξε ένας Θεός ξέρει πού μια εξωτική γρίπη και καταγράφηκε ως το τριακοστό όγδοο θύμα της. Ο πατέρας του μετακόμισε στο χωριό, απ’ όπου σκεφτόταν ότι ποτέ δεν θα ’πρεπε να έχει φύγει – τώρα θα ήταν ένας συνταξιούχος αγρότης, αντί για άνεργος πατέρας ενός πλαστογράφου και κλέφτη.

Ο Άρης φτιάχνει κορνίζες για πίνακες, μια τέχνη που έμαθε στη φυλακή, και ταΐζει τα αδέσποτα της γειτονιάς. Πινέλα δεν πιάνει, παρά μόνο για να βερνικώσει τα ξύλα. Κάθε βράδυ σκαρφαλώνει στα ντουλάπια της κουζίνας, χώνει το χέρι στον απορροφητήρα, ξετυλίγει το ρολό και ακολουθεί με το χέρι τις πινελιές. Τις έχει απομνημονεύσει μια μια. Ξέρει πού στάθηκε μετέωρο το χέρι του ζωγράφου, πού πίεσε το πινέλο, πώς αραίωσε το μπλε να δείχνει πιο αχνό, εκεί στη γωνία. Ζωγραφίζει τον πίνακα μαζί του ξανά και ξανά. Ύστερα, τον τυλίγει με στοργή και τον ξανακρύβει. Το καθημερινό πεντάλεπτο ευτυχίας του έχει λάβει τέλος.

Καρφώνει ένα πηχάκι στην κορνίζα που φτιάχνει – ο πίνακας ένα βουκολικό τοπίο τρίτης διαλογής, τον κοιτάει· η πραγματική μου τιμωρία, σκέφτεται και ανάβει τσιγάρο.

 

Η Χριστίνα Ντούση γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή Αθηνών και στο University of Kent, at Canterbury, και εργάζεται ως δικηγόρος. Διηγήματα και κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοτόπους (Νέα Εστία, Διάσελο, BookPress, Φρέαρ, Fractal, Dimart, Διάστιχο, Ιστορίες Μπονζάι, Ταξίδια της Καθημερινής). Συμμετείχε στη συλλογική έκδοση διηγημάτων με τίτλο Το μυστικό (επιμ. Αμάντα Μιχαλοπούλου, εκδ. Καστανιώτης 2018).

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.