fbpx
«Αμφιθαλείς» της Άννας Γρίβα
Φωτογραφία: Αλέξιος Μάινας

«Αμφιθαλείς» της Άννας Γρίβα

Καὶ τις βίος μοι σοῦ λελειμμένῃ φίλος;
(Και ποια ζωή θα μου είναι ευχάριστη, όταν εσένα χάσω;)
Σοφοκλέους Αντιγόνη, στ.548

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια γυναίκα κι ένας άντρας που αγαπιόνταν πολύ. Αυτό όμως δεν είναι κάτι καινούργιο. Εδώ και εκατομμύρια χρόνια οι άνθρωποι αγαπιούνται. Το παράξενο στην ιστορία που θα σας πω είναι ότι η γυναίκα είχε πεθάνει από καιρό και είχε στοιχειώσει. Δεν ήταν από εκείνα τα στοιχειά που ζητούν εκδίκηση για τον βίαιο θάνατό τους, όταν ένα χέρι φονικό έπεσε πάνω τους, ή θρηνούν γιατί το σώμα τους έχει μείνει κάπου άταφο. Όχι, η γυναίκα στοίχειωσε πεθαίνοντας στη γέννα. Πρόλαβε, είδε το παιδί, ένα όμορφο μελαχρινό κορίτσι, μα ήταν αδύνατον να σταματήσει η αιμορραγία κι έτσι δυο μέρες μετά ξεψύχησε, κρατώντας το μωρό στα χέρια της και νανουρίζοντάς το. «Ευτυχώς, εσώθη το παιδί», λέγανε οι γυναίκες του χωριού στον άντρα της, για να τον παρηγορήσουν. Μα εκείνος την αγαπούσε τόσο, που βρήκε μάγους και πνευματιστές, για να κατορθώσει να καλεί διαρκώς το πνεύμα της και να του μιλά. Στο τέλος έμαθε ο άντρας όλα τα μυστικά του υπερπέραν κι όποτε το επιθυμούσε καλούσε τη γυναίκα του να πλαγιάζει δίπλα του, σαν φάσμα, σαν ύλη αραιή, που ούτε πιάνεται ούτε αγκαλιάζεται, αν δεν είναι η αγάπη αληθινή. Από τις ολονύχτιες αγκαλιές τους γεννήθηκε ένα ακόμη κορίτσι, μελαχρινό κι αυτό, αλλά αόρατο, μια αδερφή αμφιθαλής της πρώτης κόρης, μονάχα που δεν άνηκε ούτε στον εδώ κόσμο ούτε στον άλλο. Γι’ αυτό κι έμενε αφανής τόσο στους ζωντανούς όσο και στους πεθαμένους. Ούτε η μητέρα της ούτε ο πατέρας της μπορούσαν να τη δούνε. Ήταν η Καμία, που όμως άγγιζε κι άκουε τα πάντα και στον εδώ και στον απέναντι κόσμο.

Η Καμία ήταν όμορφη, ήταν έξυπνη μα όλοι το αγνοούσαν. Τίποτε άλλο δεν την ένοιαζε παρά να κάνει αισθητή την παρουσία της σε ένα και μόνο πρόσωπο, στη μεγαλύτερη αδερφή της. Έψαχνε τεχνάσματα, προσπαθούσε να κουνήσει μπροστά της πράγματα, να γράψει στα χαρτιά «είμαι εδώ, είμαι η αόρατη αδερφή σου, η ούτε ζωντανή ούτε νεκρή». Μάταιες οι προσπάθειες, αφού εκείνο που ποθούσε το εμπόδιζε ο Άρχοντας του Ενδιάμεσου Κόσμου, εκεί όπου ανήκανε πλάσματα σαν εκείνη.

Έτσι, η Καμία αποφάσισε να ζητήσει ακρόαση από τον Άρχοντα. Ίσως να τη λυπόταν και να επέτρεπε μία εξαίρεση στους κανόνες του βασιλείου του. «Άρχοντα, ούτε μάνα ούτε πατέρα δεν ζήτησα, άφησέ με έστω μια μέρα να γνωριστώ με τη μεγάλη μου αδερφή. Κι έπειτα κάνε ξανά τα πράγματα όπως πρέπει». Ο Άρχοντας ήταν καλός και τη λυπήθηκε, της έδωσε ορατή μορφή, της είπε ότι μπορεί να διαλέξει όνομα και φωνή που ν’ ακούγεται στους ζωντανούς. «Μόνο μια μέρα όμως», της τόνισε.

Η Καμία ήταν χαρούμενη. Χτένισε τα μαλλιά της, έβαλε ρούχα καθαρά φτιαγμένα από τα σύννεφα και ξάφνου είδε να γίνονται πάνω της όλα υλικά, χειροπιαστά και μυρωδάτα. Ακολούθησε την αδερφή της, όταν πήγαινε στο σχολείο, και τη σταμάτησε σε μια γωνία, εκεί που δεν περνούσε κόσμος. Αρχικά σκέφτηκε να προσποιηθεί, να παραστήσει πως είναι μια περαστική και να επιδιώξει μια τυχαία γνωριμία. Έτσι, δεν θα υπήρχε κίνδυνος να τρομάξει το καημένο το κορίτσι. Μα η Καμία δεν είχε υπομονή να σκηνοθετεί τέτοιες προφάσεις. Έτσι, σταμάτησε την αδερφή της, την τράβηξε μέσα σε ένα σπίτι εγκαταλελειμμένο και της τα διηγήθηκε όλα, μα όλα.

Το κορίτσι δεν τρόμαξε όπως όλοι θα φανταζόμασταν, αλλά την αγκάλιασε σφικτά, τόσο σφικτά, ώστε κράτησε ώρες η αγκαλιά. Νύχτωσε, ξημέρωσε ξανά, όλοι ψάχναν το κορίτσι που είχε ξεχάσει να πάει στο σχολείο, είχε ξεχάσει να γυρίσει σπίτι, είχε ξεχάσει όλη τη γνώση που είχε μέχρι τότε για τον κόσμο, γιατί είχε μάθει πιο πολλά. Μα η Καμία ως παρουσία υλική όδευε πια στο τέλος της. Κι έτσι άρχισε σιγά σιγά να εξαϋλώνεται στα χέρια τα τρυφερά της αδερφής της. Το κορίτσι έμεινε πίσω με μιαν άδεια αγκαλιά κι έτρεξε να πει την ιστορία σε όλους. Φώναζε, τραγούδαγε στους δρόμους για τη χαμένη αδερφή και για το πώς μπορούν να ερωτεύονται ακόμη κι οι νεκροί μ’ εκείνους που μείναν πίσω και να γεννούν παιδιά ωραία σαν κύκνους. Όμως κανένας δεν το πίστεψε το καημένο το κορίτσι. Ούτε κι ο πατέρας, που ήξερε ότι τα αόρατα κάποτε είναι δυνατά. Γιατί ακόμη κι εκείνος σκεφτότανε ότι είναι εφικτό να αγκαλιάζεις οπτασίες, μα όχι και να γεννιούνται άπιαστα παιδιά.

Αν το κορίτσι είχε γεννηθεί σε μιαν άλλη εποχή, θα τη δέχονταν οι γυναίκες μες στα σπίτια τους να μάθουν τι συμβαίνει εκεί μακριά, στο απέραντο μεταίχμιο της Γνώσης και θα την καλούσαν «η ευλογημένη». Μα ήταν άτυχη να γεννηθεί στον εικοστό αιώνα. Την πήραν οι γιατροί, την πότισαν υγρά και κάψουλες και της μιλούσαν διαρκώς για να την πείσουν ότι ήταν λάθος αυτή η έξαψη η διαρκής που τη συντάραζε, τη διαβεβαίωναν πως δεν υπάρχουν όλα αυτά που είδε κι άκουσε. Μέχρι που το κορίτσι έπεσε σε μια φοβερή καταστολή των αισθημάτων του. Έλεγε «ναι, το ξέρω, είμαι λάθος, είστε εσείς που ξέρετε καλά της ύπαρξης τα νήματα, αφήστε με τώρα να κοιμηθώ». Και τα έβλεπε όλα αυτά η Καμία κι έκλαιγε και πόναγε η ψυχή της.

Ας προσευχηθούμε όλοι τώρα να σμίξουν ξανά οι αδερφές. Ξύπνα, ξύπνα, κορίτσι, εμείς σε πιστεύουμε. Ας πετάξουμε όλα εκείνα τα φάρμακα που στοιβάζονται στο τραπέζι της, ας την πάρουμε από το χέρι κι ας ακούσουμε ξάνα και ξανά και ξανά την ιστορία της. Ας προσευχηθούμε να σμίξουν ξανά οι δυο αδερφές.

  

 Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, η τελευταία με τίτλο Σκοτεινή κλωστή δεμένη (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2017). Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Κήπος της λησμονιάς» του Τόντορ Π. Τόντοροβ

Μετάφραση από τα βουλγάρικα: Ζντράβκα Μιχάιλοβα Κατεβαίνουν τη βουνοπλαγιά, αποφεύγοντας τις λόχμες και τους θάμνους, που άπλωσαν κλωνάρια σαν σιαγόνες. Θάμνοι με ράμφη αντί για άνθη, σκελετοί δένδρων από τους οποίους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Συγγραφική αγωνία» της Ελένης Λαδιά

Στην νεότητά μου ερχόσουν αυτοβούλως και πάντοτε με πρωτεϊκή μορφή. Έτσι, ποτέ δεν σε αναζήτησα ούτε σε περίμενα. Δεν ήταν όμως μόνον ο χρόνος σου άγνωστος αλλά προβληματική και η μορφή σου, που...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«Χορεύτρια στον Παρθενώνα» του Πέτρου Γκάτζια

«Και τι έχετε να πείτε εσείς οι νέοι; Τι έχετε να διηγηθείτε; Κάποτε γίνονταν πράγματα. Υπήρχαν προσωπικότητες, γεγονότα. Είχες κάτι να αφηγηθείς σε κάποιον προτού αφήσεις αυτόν τον κόσμο. Τώρα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.