fbpx
Giovanni Verga: «Οι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα»

Giovanni Verga: «Οι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα»

«Νεανικό σφάλμα» είχε χαρακτηρίσει ο Τζοβάννι Βέργκα τη σπονδυλωτή νουβέλα του Οι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα, χωρίς να συνειδητοποιεί πόσο μπροστά από την εποχή του ήταν, και χωρίς φυσικά να ξέρει πόσο δημοφιλής θα γινόταν αργότερα η γοτθική λογοτεχνία. Γέννημα-θρέμμα της μαγευτικής γης της Σικελίας, με καταγωγή από αριστοκρατική οικογένεια, ο Βέργκα ξεκίνησε να γράφει από την εφηβική του ηλικία. Τα περισσότερα έργα του –μυθιστορήματα, διηγήματα και νουβέλες– σκιαγραφούν με γλαφυρότητα και ρεαλισμό τη ζωή στη σικελική επαρχία, επικεντρωμένα στους ανθρώπους της, τις συνήθειές τους και τις δεισιδαιμονίες τους.

Οι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα, που τις διαβάζουμε εδώ στην ωραία μετάφραση του Παναγιώτη Σκόνδρα, γράφτηκαν όταν ο Σικελός συγγραφέας ήταν γύρω στα 35. Μέχρι τον θάνατό του το 1922 δεν έγραψε ξανά κανένα άλλο έργο με ανάλογο θέμα και ατμόσφαιρα, αφιερώνοντας από εκεί και πέρα τη δημιουργικότητά του σε ιστορίες εμπνευσμένες από τη ζωή των καθημερινών ανθρώπων της Σικελίας. Καθιερώθηκε έτσι ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ιταλικού ρεαλισμού. Σχεδόν όλα τα κείμενά του, ωστόσο, έχουν γενικά ένα στοιχείο ιδιαίτερα σκοτεινό – φτάνει να θυμηθούμε την περίφημη Αγροτική ιπποσύνη (είναι φυσικά η Cavalleria Rusticana, στην οποία βασίστηκε και η ομώνυμη όπερα του Πιέτρο Μασκάνι) ή άλλες ιστορίες του που διαδραματίζονται στη σικελική επαρχία, όπως Η Λύκαινα ή το μυθιστόρημα Οι Μαλαβόλια, στο οποίο στηρίχτηκε το σενάριο της ταινίας Η Γη τρέμει του Λουκίνο Βισκόντι.

Έχοντας επηρεαστεί από συγγραφείς όπως ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Βέργκα έγραψε τις Ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα συνδυάζοντας το γοτθικό κλίμα τρόμου που ερχόταν από τον ευρωπαϊκό Βορρά αλλά και την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, με το μυστηριακό στοιχείο των μεσογειακών τοπίων όπου είχε μεγαλώσει και γνώριζε τόσο καλά. Έχουμε εδώ να κάνουμε με ένα ιδιαίτερο ύφος γραφής, που με μαεστρία πλέκει τη μια αφήγηση μέσα στην άλλη: πρόκειται για μια ιστορία που διαδραματίζεται μέσα σε μια άλλη, που και αυτή με τη σειρά της αποτελεί κομμάτι μιας άλλης ιστορίας, η οποία έχει και τη μεγαλύτερη βαρύτητα, μιας και είναι αυτή από την οποία ξεκίνησαν όλα.

Στο μακρινό παρελθόν, η Βιολάντη παντρεύτηκε τον βαρόνο ντ’ Αρβέλο, ο οποίος βρέθηκε να έχει στην ιδιοκτησία του φέουδα ύστερα από τη δολοφονία του ανιψιού του. Ήταν ένας τραχύς και άξεστος χωριάτης που καμία σχέση δεν είχε με την ανώτερη τάξη, παρ’ όλα αυτά απατούσε την ευγενική σύζυγό του, που ήταν και πολύ νεότερή του αλλά και αληθινή αριστοκράτισσα. Η Βιολάντη ξεκίνησε έναν παράνομο δεσμό με τον συνεσταλμένο ακόλουθο Κορράντο ο οποίος κάποια στιγμή, για να αποφύγει την έκθεση της αγαπημένης του, θυσίασε τη ζωή του. Στη συνέχεια, η Βιολάντη έπεσε από το παράθυρο και πνίγηκε στη θάλασσα. Από τότε άρχισαν να ακούγονται φωνές και περίεργοι θόρυβοι τη νύχτα, με κάποιους από τους κατοίκους του κάστρου να ισχυρίζονται ότι είδαν ένα φάντασμα να τριγυρίζει στους διαδρόμους. Λίγο αργότερα, κι ενώ ο βαρόνος είχε ήδη ξαναπαντρευτεί, μια συνταρακτική αποκάλυψη που αφορούσε τη Βιολάντη ήρθε να ταράξει ακόμα περισσότερο την ήδη επεισοδιακή ζωή στο κάστρο, και οι συνέπειες αυτού του γεγονότος ήταν καταλυτικές.

Στο παρόν, η Ματθίλδη και ο Τζορντάνο επισκέπτονται το κάστρο της Τρέτσα μαζί με μια παρέα. Εκεί, ο νεαρός Λουτσιάνο κάνει λόγο για τον θρύλο της περιοχής που έχει να κάνει με τα φαντάσματα του κάστρου. Η ανήσυχη Ματθίλδη θέλει να μάθει περισσότερα γι’ αυτή την ιστορία. Καθώς ο Λουτσιάνο μπαίνει σε όλο και περισσότερες λεπτομέρειες, η Ματθίλδη φαίνεται να ταυτίζεται με τη Βιολάντη. Τελικά εξομολογείται ότι φοβάται τον άντρα της και συνάπτει σχέση με τον Λουτσιάνο, κάτι που θα έχει ανεπανόρθωτες συνέπειες την επόμενη φορά που θα βρεθούν στο «στοιχειωμένο» κάστρο.

Ο κόσμος προτιμά να γαντζώνεται σε ένα συναρπαστικό, αν και τρομακτικό, παραμύθι και να αγνοεί την πιο πεζή –αλλά πολλές φορές ακόμα πιο δραματική– αλήθεια, ακόμα κι αν τη βλέπει να αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια του.

Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις δύο ιστορίες, η Ιζαμπέλλα, η δεύτερη σύζυγος του βαρόνου, προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια πίσω από τα φαντάσματα του κάστρου. Της λένε διάφορα σχετικά, κάποιοι ισχυρίζονται ότι έχουν και προσωπική εμπειρία. Η Ιζαμπέλλα δεν δείχνει να πείθεται ότι το μέρος είναι στοιχειωμένο, βάζει τη λογική της σε πρώτο πλάνο και με βάση αυτήν πορεύεται, γι’ αυτό άλλωστε και επιβιώνει.

Οι τρεις γυναίκες είναι σαν μία ζυγαριά, με την Ιζαμπέλλα στον ρόλο του κεντρικού άξονα να ισορροπεί ανάμεσα στα δύο μέρη, τη Βιολάντη και τη Ματθίλδη. Η Βιολάντη ουσιαστικά δημιουργεί, άθελά της, τον θρύλο, η Ματθίλδη παγιδεύεται σ’ αυτόν και παρασύρεται από την υποτιθέμενη κατάρα του. Η Ιζαμπέλλα είναι η φωνή της λογικής, καταδικασμένη να μην την ακούει κανείς. Ο κόσμος προτιμά να γαντζώνεται σε ένα συναρπαστικό, αν και τρομακτικό, παραμύθι και να αγνοεί την πιο πεζή –αλλά πολλές φορές ακόμα πιο δραματική– αλήθεια, ακόμα κι αν τη βλέπει να αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια του. Ο θρύλος επιβάλλεται και αναπαράγεται ατέρμονα και φυλακίζει το κάστρο και μαζί όσους βρίσκονται σ’ αυτό, με την ιστορία να επαναλαμβάνεται σε έναν αέναο κύκλο. Είτε υπάρχουν φαντάσματα είτε όχι, είναι ένας τόπος μοιραίος για τους παράνομους, απελπισμένους εραστές. Ο καταραμένος έρωτας του παρελθόντος ανάμεσα στη Βιολάντη και τον Κορράντο στοιχειώνει ακόμα τους διαδρόμους, τους τοίχους, τις αίθουσες και τα δωμάτια του κάστρου και αναζητά δικαίωση μέσα από τον κρυφό δεσμό της Ματθίλδης και του Λουτσιάνο, η μοίρα των οποίων ωστόσο δεν παραλλάσσει και πολύ από εκείνη των παλιών εραστών.

Η γλώσσα του Βέργκα είναι άμεση, οι υποβλητικές περιγραφές του είναι απόλυτα στοχευμένες. Επιτυγχάνει ένα ιδιότυπο γοτθικό κλίμα, μέσα από τον σκοτεινό λυρισμό που διατρέχει όλη του την αφήγηση, θυμίζοντας τα εμβληματικά επικά ποιήματα του Σ.Τ. Κόλεριτζ (Κρίσταμπελ) ή του Άλφρεντ Τένισον (Ο Εραστής της Πορφύρια). Από την άλλη, ωστόσο, είναι αναπόφευκτοι οι συνειρμοί που φέρνουν στο μυαλό πολύ μεταγενέστερες ιστορίες, όπως αυτή της Ρεβέκκας της Δάφνης ντι Μοριέ.

vergaΟι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Βέργκα, αξίζει όμως να διαδοθεί γιατί δείχνει μια άλλη πτυχή αυτού του τόσο ιδιαίτερου συγγραφέα. Ίσως αν ο Βέργκα δεν είχε αρκεστεί σ’ αυτόν τον πειραματισμό του με τη γοτθική λογοτεχνία και είχε ασχοληθεί λίγο περισσότερο με την ανάλογη πλευρά της πεζογραφίας, να είχε τελικά αφήσει το δικό του πολύ ξεχωριστό στίγμα σ’ αυτήν. Πρόκειται για ένα είδος που είναι ευρέως συσχετισμένο με την αγγλοσαξονική, τη γερμανική και την αμερικανική λογοτεχνική παραγωγή, ενώ πολύ σπανιότερα το συναντάμε στην πεζογραφία και την ποίηση των περιοχών της Μεσογείου. Ο ήλιος, ο καθαρός ουρανός, τα καταπράσινα τοπία, είναι κάπως μακριά από το κλίμα που «επιβάλλουν» οι ιστορίες με γοτθική θεματολογία, ωστόσο διαβάζοντας τη νουβέλα του Βέργκα βλέπουμε πώς ο έμπειρος συγγραφέας με το αστείρευτο και πηγαίο ταλέντο του καταφέρνει να συνδέσει αυτά τα δύο φαινομενικά αταίριαστα στοιχεία και να δημιουργεί σκοτεινές ιστορίες, σαν παραμύθια τρόμου και μυστηρίου.

 

Οι ιστορίες του κάστρου της Τρέτσα
Τζοβάννι Βέργκα
μετάφραση: Παναγιώτης Σκόνδρας
Αστάρτη
80 σελ.
ISBN 978-960-263-196-6
Τιμή €8,48
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.