fbpx
Πολ Όστερ: «Η τριλογία της Νέας Υόρκης» κριτική της Ανθούλας Δανιήλ

Πολ Όστερ: «Η τριλογία της Νέας Υόρκης»

Η τριλογία της Νέας Υόρκης του Πολ Όστερ αποτελείται από τρεις ιστορίες που σχετίζονται μεταξύ τους (αυτό σημαίνει τριλογία, άλλωστε), εκ των οποίων η πρώτη τιτλοφορείται «Γυάλινη πόλη», η δεύτερη «Φαντάσματα» και η τρίτη «Το κλειδωμένο δωμάτιο». Διαβάζοντας στο αυτί του βιβλίου ότι το πρώτο έργο του Όστερ ήταν «το αυτοβιογραφικό δοκίμιο Η επινόηση της μοναξιάς (1982)», θα λέγαμε πως ο συγγραφέας επεξεργάζεται παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα. Αυτοβιογραφείται όχι μόνο στο δοκίμιό του, αλλά και στα μυθιστορήματά του. Και, επειδή δεν πρέπει να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της αυτοβιογραφικής ψυχογραφίας του, συνεχίζει. Μίτος, ορατός και διακριτός στον λαβύρινθο της αφήγησης, είναι το θέμα της μοναξιάς ή της απομόνωσης. Στο θέμα των παραλλαγών παίζει και η ονοματολογία, καθώς και το χωροταξικό πλαίσιο δράσης. Όλα συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη, η οποία «ήταν ένας ανεξάντλητος χώρος, ένας λαβύρινθος ατελείωτων βημάτων», σε απομονωμένα δωμάτια, σε απομονωμένα άτομα και σε περίεργα πρόσωπα.

Κι έτσι το βιβλίο, γέρνοντας άλλοτε προς την πλευρά του μύθου και άλλοτε προς την πλευρά της επιστήμης, με τις εγκιβωτισμένες πληροφορίες, κινείται και ελίσσεται, σαν να μας καθοδηγεί να βρούμε εμείς την έξοδο από τον λαβύρινθο που ψάχνει ο ντετέκτιβ.

Ιστορία πρώτη, «Γυάλινη πόλη» (δεν ξέρω αν ο συγγραφέας παραπέμπει στον Γυάλινο κόσμο του Τένεσι Ουίλιαμς, ωστόσο, δεν είναι δύσκολο για τον επαρκή αναγνώστη να βρει πώς ο συγγραφέας μετατρέπει την εσωτερική μοναξιά σε εξωτερική, ή πώς αυτοερευνάται, ψάχνοντας δήθεν για κάποιον άλλο). Η υπόθεση εν περιλήψει έχει ως εξής και πανομοιότυπα με ελαφρές παραλλαγές θα επαναληφθεί και στις άλλες ιστορίες, σαν να είναι η ίδια σε παραλλαγή. Εν αρχή τα ονόματα. Ο ήρωας λέγεται Κουίν και έχει ψευδώνυμο Γουίλσον, αφηρημένη φιγούρα, σε διάσταση του Κουίν με το προσωπείο του. Ο αφηγητής είναι ο Μαξ Γουόρκ, συγκεκριμένη φιγούρα, στο τρίτο κεφάλαιο ο Πολ Όστερ προβαίνει σε αντιποίηση ονόματος, οπότε ο συγγραφέας φέρεται ως ήρωας του έργου, το οποίο ωστόσο δεν είναι (;) βιογραφικό. Ο Πίτερ Στίλμαν είναι ο Κύριος Θλιμμένος, ή Πίτερ Ράμπιτ, που έμεινε δεκατρία χρόνια έγκλειστος σ' ένα δωμάτιο, η Βιρτζίνια Στίλμαν είναι η σύζυγός του (δεν είναι αυτό το πραγματικό της όνομα) και εντέλει το ζεύγος Στίλμαν καλεί τον Πολ Όστερ, ή Κουίν ή Γουίλσον ή Γουόρκ, να αναλάβει να βρει και να παρακολουθεί τον πατέρα Στίλμαν, που είναι και υπεύθυνος για την κακοποίηση του Πίτερ και τώρα κυκλοφορεί ελεύθερος και απειλεί τη ζωή του. Γενικώς ο παρακολουθών θα ολοκληρώσει το έργο του χωρίς να μας ενημερώσει με σαφήνεια σε ποιο συμπέρασμα κατέληξε και έτσι ο αναγνώστης θα μείνει με την απορία. Όμως εκείνο που θα διαπιστώσει με ενδιαφέρον (φυσικά εξαρτάται και από τον αναγνώστη) είναι οι πολλές παρεκβάσεις που κάνει ο συγγραφέας από το θέμα, παραμένοντας ωστόσο μέσα στο θέμα. Θα μας τροφοδοτήσει με πολλές «άχρηστες πληροφορίες» γιατί, όπως λέει, «σε μια καλή ιστορία μυστηρίου τίποτα δεν πάει χαμένο... κάθε λέξη έχει τη δική της σημασία. Αλλά και ασήμαντη να είναι, έχει τη δική της βαρύτητα. Ο κόσμος του βιβλίου παίρνει ζωή, κοχλάζει με πιθανότητες, με μυστικά και αντιθέσεις». Θα μας προσφέρει όμως και πολλές χρήσιμες πληροφορίες, όπως για παράδειγμα τι συνέβη σε παιδιά που απομακρύνθηκαν από το πολιτισμικό τους περιβάλλον, πράγματα που ερευνά η επιστήμη για να αποδείξει τη σημασία των παραμέτρων στην εξέλιξη του ανθρώπου. Η αναφορά του Κουίν αρχίζει από την αφήγηση του Ηρόδοτου για τον Φαραώ Ψαμμήτιχο, περνάει από τον Μεσαίωνα, στα νεότερα χρόνια αναφέρει τον Σουίφτ και τον Ντεφόε (ο Μόγλης, το παιδί της ζούγκλας), φτάνει στον Βικτόρ, το αγόρι από το Αβερόν κ.λπ. Συμπληρώνουμε εδώ πως ο Βικτόρ έχει γίνει κινηματογραφική ταινία από τον Φρανσουά Τριφό (1970) και επιστημονική εισήγηση από την Αγγελική Κορκοβέλου, στο 7ο Θερινό Συνέδριο που διοργάνωσε το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών του Πανεπιστήμιου Κρήτης στο Ρέθυμνο. Τίτλος της εισήγησης: «L'enfant sauvage».

Στις non sense πληροφορίες είναι κάμποσες για το γκολφ και το μπαστούνι του (!). Σχεδιάζει διαγράμματα των κινήσεων, τα οποία δίνουν τη φράση The tower of Babel, καθώς και άλλες ερμηνείες, θρησκευτικές και ψυχολογικές, που έχουν κατά καιρούς επιχειρηθεί. Μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη είναι αυτή που θέλει την Αμερική ως τόπο της Εδέμ, υπερούσια γη και γλώσσα, που βλέπουν σ' αυτήν την Ουτοπία του Τόμας Μουρ, με τους αθώους Ινδιάνους, τους οποίους όμως οι Ισπανοί για να εξυπηρετήσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα βλέπουν ως ανθρωπόμορφους διαβόλους, γι' αυτό δικαιολογούν και την εξόντωσή τους. Εδώ ο Όστερ γίνεται και φιλόσοφος και κοινωνιολόγος και αστρονόμος και γλωσσολόγος και λογοτέχνης που παραπέμπει σε πολλούς άλλους επιφανείς λογοτέχνες. Ο Δον Κιχώτης, π.χ., είναι μια άλλη ερμηνευτική περίπτωση. Κι έτσι το βιβλίο, γέρνοντας άλλοτε προς την πλευρά του μύθου και άλλοτε προς την πλευρά της επιστήμης, με τις εγκιβωτισμένες πληροφορίες, κινείται και ελίσσεται, σαν να μας καθοδηγεί να βρούμε εμείς την έξοδο από τον λαβύρινθο που ψάχνει ο ντετέκτιβ. Φυσικά, δεν λείπει και η πλάγια αυτοκριτική, καθώς και η πορεία της σκέψης του, σαν το θέμα πια να είναι η γραφή και μόνο αυτή. Εντέλει αν ο Δον Κιχώτης είναι υποκατάστατο του Θερβάντες, εύκολα μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για το ποιον υποκαθιστούν οι ήρωες του Όστερ.

Δεύτερη ιστορία είναι τα «Φαντάσματα». Τα πρόσωπα είναι ο Μπλου, που αναθέτει στον Γουάιτ να παρακολουθεί τον Μπλακ, πιο πριν υπήρχε ο Μπράουν και αργότερα Γκρέι, ίσον τα ονόματα παραπέμπουν σε χρώματα και φυσικά κανένα ρόλο δεν παίζουν. Το παιχνίδι παίζεται και πάλι με κάποιο αγόρι χαμένο και κάποιον που παρακολουθεί. Ο αφηγητής, όπως το έχει συνήθειό του, που θα έλεγε και ο δικός μας ο Καβάφης, αρχίζει και πάλι τις παρεκβάσεις. Καταθέτει διάφορες υποθέσεις εργασίας και επανέρχεται στο θέμα των λέξεων, επειδή πρέπει «κάθε λέξη να ταιριάζει απόλυτα στο περιγραφόμενο θέμα». Στις δολιχοδρομήσεις του, αυτή τη φορά, είναι η περιγραφή ταινίας όπου πρωταγωνιστεί ο Ρόμπερτ Μίτσαμ (σαν alter ego του) και η απορία, προς τι όλες αυτές οι περιπλανήσεις. Η εμβριθής απάντηση είναι πως «οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες». Επίσης, αναφέρεται στον μεγάλο φυσιολάτρη και περιηγητή Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, αλλά και στον μεγάλο Αμερικανό ποιητή Γουόλτ Γουίτμαν («O captain! My captain!»), ο οποίος μοιραζόταν τη σοφίτα με τον καθυστερημένο αδελφό του, τον «Έτσι». Ο Γουίτμαν είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στην επιστήμη της φρενολογίας και γι' αυτό παραχώρησε στους επιστήμονες τον εγκέφαλό του για έρευνα. Όμως, ενώ ο βοηθός φέρνει τον εγκέφαλο στο εργαστήριο, το δοχείο πέφτει και το υλικό σκορπίζεται στο πάτωμα. Και τι είναι ένας σκόρπιος εγκέφαλος, τα μυαλά, τα άντερα... ό,τι και τα κόπρανα σε ένα άλλο δοχείο στο δωμάτιο (!), μας λέει. Τελικά, «το γράψιμο είναι μοναχική δουλειά... κατά μία έννοια ο συγγραφέας δεν έχει δική του ζωή». Ζει τη ζωή των ηρώων του και αυτά είναι τα «φαντάσματά του», οι εμμονές του, που τα παρακολουθεί παρακολουθούμενος.

Τρίτη ιστορία, «Το κλειδωμένο δωμάτιο». Πάλι τα ίδια. Πάλι ο διχασμός και πάλι η διπλοπροσωπία. Εδώ επανακάμπτει ο Κουίν, που μάλλον είχαμε χάσει στην πρώτη ιστορία, πάλι μια έρευνα, πάλι μια παρακολούθηση. Αυτή τη φορά όμως η ιστορία μοιάζει πιο βατή και θ' αρέσει περισσότερο ίσως στον μέσο αναγνώστη, γιατί έχει και λίγο έρωτα και λίγο από κανονική ζωή. Το θέμα όμως είναι πως πάλι υπάρχει ένας συγγραφέας και πάλι ένας ντετέκτιβ και πάλι ο παρακολουθών και ερευνών αυτοερευνάται. Πάλι η αναφορά σε λογοτέχνες, αυτή τη φορά είναι ο Πόε και ο Στίβενσον, καθώς και ο Σάντσο Πάντσα, ο σύντροφος του Δον Κιχώτη από την πρώτη ιστορία. Η αφήγηση περιστρέφεται γύρω από έναν συγγραφέα που εξαφανίζεται και αφήνει πίσω του για δημοσίευση ένα πλουσιότατο έργο, μέρος του οποίου είναι κι ένα μυθιστόρημα, το οποίο «δεν είναι καθόλου το τυπικό μυθιστόρημα» (όπως, άλλωστε, και Η τριλογία της Νέας Υόρκης). Ενδιαφέρουσα η δήλωση «Κάθε ζωή είναι ανεξήγητη... Δεν έχει σημασία πόσα γεγονότα θα ειπωθούν, δεν έχει σημασία πόσες λεπτομέρειες δίνονται, το ουσιώδες ανθίσταται μη θέλοντας να ειπωθεί». Τέτοιο και το παράδειγμα του Μπαχτίν, ο οποίος «κάπνισε» ένα βιβλίο που του πήρε χρόνια να γραφτεί. Αυτή είναι μια αληθινή ιστορία αλλά και παραβολή, που εννοεί αυτό που εννοεί, επειδή είναι αληθινή. Το βιβλίο κλείνει με τον ήρωα να σκίζει τις σελίδες του σημειωματαρίου, στο οποίο κατέγραφε τα πάντα, σαν να λέει πως κάθε καταγραφή είναι μάταιη, η ζωή δεν χωράει σε κανένα βιβλίο. Μήπως και ο ήρωας του Έκο, στο Όνομα του Ρόδου, στο τέλος της ζωής του δεν βρίσκεται με μερικά μόνο καψαλισμένα βιβλία, ό,τι απόμεινε από τη μεγάλη πυρκαγιά που έκανε στάχτη την τεράστια βιβλιοθήκη του Χόρχε; Και ποιο είναι το νόημα της παραβολής, ύστερα από τετρακόσιες είκοσι τρεις σελίδες ανάγνωσης; Θα επικαλεστώ τα λόγια του ίδιου του Όστερ: «Συμφωνώ μαζί σας. Τι καλύτερο πορτρέτο ενός συγγραφέα από το να παρουσιάσει έναν άνθρωπο μαγεμένο από τα βιβλία;» (άρα γράφουμε βιβλία για την ψυχή μας) ή καθώς είπε ο Μποντλέρ «όπου δεν βρίσκομαι είναι το μέρος όπου νιώθω καλά» ή αλλιώς «Οπουδήποτε έξω από τον κόσμο» (άρα στα βιβλία). Αν δεν με απατά η μνήμη μου, ήταν ο Φερνάν Μπροντέλ που είπε πως το μυαλό του ανθρώπου είναι από τις μεγαλύτερες φυλακές του κόσμου.

 

Η τριλογία της Νέας Υόρκης
Γυάλινη πόλη. Φαντάσματα. Το κλειδωμένο δωμάτιο
Πολ Όστερ
μετάφραση: Σταυρούλα Αργυροπούλου
Μεταίχμιο
448 σελ.
Τιμή € 16,60
1-patakis-link


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.