fbpx
Joris-Karl Huysmans: «Νουβέλες: “Το σακίδιο”, “Έρμαιο της τύχης”»

Joris-Karl Huysmans: «Νουβέλες: “Το σακίδιο”, “Έρμαιο της τύχης”»

Γάλλος από τη γέννησή του, Ολλανδός από την καταγωγή του, ο Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς (1848-1907) γνώρισε όλη την γκάμα της μιζέριας. Η μητέρα του ήταν δασκάλα, ο πατέρας του λιθογράφος αλλά πέθανε νωρίς, η μητέρα ξαναπαντρεύτηκε και ο μικρός δεν είδε με καλό μάτι τον νέο του μπαμπά. Εργάστηκε ως απλός υπάλληλος στο Υπουργείο Εσωτερικών, όπου έπληττε θανάσιμα. Πολέμησε στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο, αλλά απολύθηκε για λόγους υγείας και με αυτή την αφορμή έγραψε Το σακίδιο, που έχουμε και στα χέρια μας.

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1874 με μία συλλογή διηγημάτων, έντονα επηρεασμένος από τον ποιητή της εποχής του Σαρλ Μποντλέρ. Μετά Το σακίδιο έγραψε τη νουβέλα Μάρθα, Ιστορία ενός κοριτσιού, μέσα στο κλίμα του Εμίλ Ζολά, που του κέντρισε το ενδιαφέρον. Εκείνο όμως που τον καθιέρωσε ανάμεσα στους λογοτέχνες της παρακμής ήταν το Ανάστροφα. Πέρα από τα έργα του, έγραψε και οξυδερκή κριτικά κείμενα. Επίσης, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Goncourt και τo 1905 τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση του Αξιωματούχου της Λεγεώνας της Τιμής. Είναι θαμμένος στο Κοιμητήριο του Μονπαρνάς, στο Παρίσι, ανάμεσα σε άλλους επιφανείς.

Ο Ανδρέας Στάικος, στη συνοπτική αλλά πολύ εμπεριστατωμένη Εισαγωγή του, την οποία τιτλοφορεί «Η μιζέρια ως υψηλή τέχνη», εξηγεί το είδος της μιζέριας του συγγραφέα: ταπεινή δημοσιοϋπαλληλική θέση χωρίς εξέλιξη, πενιχρές απολαβές, ίσα ίσα για να μην πεθάνει, υγεία εύθραυστη, οικογενειακή κατάσταση δυσάρεστη. Κι όμως, είχε την ικανότητα να αναβαθμίζει το ελάχιστο σε μέγιστο. Η μιζέρια του αναπτύχθηκε σε πνευματικότητα, αισθητική θεωρία και απόλαυση. Σαν τους αρχαίους Στωικούς, τους λιτούς και αρκούμενους στα απολύτως απαραίτητα, οι ήρωές του είναι ο εαυτός του, τον οποίο αναγνωρίζει στα πρόσωπά τους ή το εγώ του σε πολλά αντίγραφα. Κι όσο προχωρεί στα ενδότερα, τόσο πιο πολύ βαθαίνει – και εδώ θα βρούμε την μποντλερική του επίδραση, ζητώντας «το χειρότερο μέχρις εσχάτων», λέει ο Στάικος. Σ’ αυτόν τον βούρκο της καθημερινότητας θα αλιεύσει πολύτιμους λίθους. Οι ήρωές του αν και θανατολάγνοι δεν θα κόψουν το νήμα, αλλά θα πιουν όλο το ποτήρι της εδώ ζωής, κάθε μικρό θάνατο που θα προετοιμάσει τον τελικό.

Για τις λεπτομερείς περιγραφές του, ο Στάικος υποθέτει ότι ο Ουισμάνς θα μπορούσε να είναι ο κατεξοχήν νατουραλιστής συγγραφέας της εποχής του. Όμως άλλα του χαρακτηριστικά, όπως το είδος της γραφής του, η επιλογή του λεκτικού υλικού του, το μαύρο χιούμορ, η ωραιοποίηση του σκοτεινού και άλλα συναφή τον καθιστούν έναν από τους επιφανέστερους συμβολικούς ποιητές. Μπορεί να θεωρηθεί ρεαλιστής, νατουραλιστής ή συμβολιστής. Ό,τι όμως και αν είναι, προπάντων είναι ο εαυτός του.

Είχε την ικανότητα να αναβαθμίζει το ελάχιστο σε μέγιστο.

Το σακίδιο πράγματι συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά της decadence, δοσμένα με απόλυτο ρεαλισμό μέσα στο στρατόπεδο και στο νοσοκομείο, δείχνοντας τον νατουραλισμό στη συμπεριφορά των ανδρών και όλη την κατάντια του συστήματος, με έναν γιατρό που για όλες τις αρρώστιες των στρατιωτών συνιστά το ίδιο φάρμακο, ζεστή γλυκόριζα, και ενώ καθόλου δεν έχουν θεραπευτεί τους σηκώνει από τα κρεβάτια για να τους στείλει στο μέτωπο. Η όλη κατάσταση, όμως, με τον τρόπο που ο Ουισμάνς την προσφέρει στον αναγνώστη, είναι κωμική μέσα στην τραγικότητά της, γι’ αυτό άλλωστε και οι δύο στρατιώτες που έτρεχαν πάνω στο ίδιο μουλάρι –χοντρός ο ένας, αδύνατος ο άλλος– (μια σύνθεση Δον Κιχώτη και Σάντο Πάντσα) έκλαιγαν και γελούσαν παράλληλα με την κατάντια τους. Και είναι για γέλια και για κλάματα η σκηνή στην καντίνα με τη λεηλασία της από τους στρατιώτες και στη συνέχεια μέσα στον θάλαμο, όπου τρώνε και πίνουν, οι κουτσοί πηδούν, οι πυρετωμένοι χοροπηδούν, οι τυφλοί βρίσκουν το φως τους και εκείνοι που πονούσε ο λαιμός τους κραυγάζουν… Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και πάλι για παραλλαγή του «μυστικού δείπνου» που θα δούμε αργότερα στον Λουίς Μπουνιουέλ στην ταινία Βιριδιάνα (1961). Το επίσης εξωφρενικό είναι ότι δεν δικαιούνται κρεβάτι στο νοσοκομείο οι άρρωστοι, παρά μόνον οι τραυματίες, οπότε ο ήρωάς μας, που πάσχει από δυσεντερία, μαζεύει το σακίδιό του και φεύγει. Εν πάση περιπτώσει στον πόλεμο δεν πάει ακόμα, στο νοσοκομείο μπαινοβγαίνει κρυφά και όλα είναι σε διάλυση. Μια απίστευτη ταλαιπωρία χωρίς αποτέλεσμα.

Στη δεύτερη νουβέλα, με τον τίτλο Έρμαιο της τύχης, ο ήρωας, ο κ. Φολαντέν, ζει μια μίζερη ζωή σε ένα παγωμένο διαμέρισμα, με ένα σβησμένο τζάκι, μια καμένη λάμπα, χωρίς πετρέλαιο και φιτίλι. Ο αγενής προϊστάμενος στη δουλειά, τα λάθη του Φολαντέν εξαιτίας του ενοχλητικού περίγυρου, οι φλύαροι συνάδελφοι, ο γεροντάκος που διάβαζε και σχολίαζε φωναχτά την εφημερίδα, όλα συνθέτουν ένα αποκαρδιωτικό περιβάλλον. Στον έξω κόσμο, το εστιατόριο μίζερο, το δείπνο φριχτό, οι σάλτσες αηδιαστικές, το κρασί μύριζε μελάνι. Εν ολίγοις, η πραγματικότητα του Ουισμάνς φτάνει στον αναγνώστη με όλες τις αισθήσεις σε διέγερση.

Ο χρόνος παλινδρομεί από το τώρα στο τότε, εποχές χαμένες, διότι το «έρμαιο της τύχης» δεν είναι ευτυχισμένο σε καμία από τις δύο. Τίποτα απ’ ό,τι θυμάται και τίποτα απ’ ό,τι ζει δεν είναι καλό και ευχάριστο. «Η ζωή του ανθρώπου μετεωρίζεται όπως το εκκρεμές, ανάμεσα στον πόνο και στην πλήξη», είπε ο Σοπεγχάουερ και πράγματι, οι αναμνήσεις από τα είκοσί του χρόνια, οι περιγραφές της πόλης, του δωματίου του, ο υπαλληλικός κόσμος, το κέντρο όπου χόρευαν οι κοπέλες και εκείνος φανταζόταν διάφορα κοιτάζοντάς τες, οι μεγαλύτερες γυναίκες με το χυδαίο βάψιμο, η ελπίδα πως τον άλλο μήνα που θα είχε χρήματα θα προσέγγιζε κάποια, τα κακόφημα καταγώγια, το εστιατόριο και η λειψή μερίδα, τα φάρμακα στο σπίτι για την αρρώστια του, η μοναξιά, τα βιβλία, τα ποιήματα, ο έξυπνος και μορφωμένος κύριος Φολαντέν μάς βάζει στη σκέψη ότι αποτελεί την αδελφή ψυχή του δικού μας γαλλομαθούς Κ. Γ. Καρυωτάκη…

jo k huysmans23Η εφευρετικότητα του συγγραφέα συνίσταται στο ότι διασκελίζει τις παραγράφους χωρίς ποτέ και καθόλου να μειωθεί η ένταση του αφηγηματικού λόγου, χωρίς να χαθεί ούτε και η πιο μικρή λεπτομέρεια που αποδίδει την εσωτερική κατάσταση σε πλήρη αντιστοιχία με την ψυχική διάθεση και μόνο με το spleen –την πλήξη και την ανία– μπορεί να αποδοθεί. Μια λέξη που συνδέει τον Μποντλέρ με τον Ουισμάνς και τον Καρυωτάκη.

Η μετάφραση της Ελένης Γύζη έπιασε σωστά τη θερμοκρασία του έργου.

 

Νουβέλες: «Το σακίδιο», «Έρμαιο της τύχης»
Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς
Μετάφραση: Ελένη Γύζη
Εισαγωγή: Ανδρέας Στάικος
160 σελ.
Σοκόλη
ISBN 978-960-637-082-3
Τιμή €12,72
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Pip Williams: «Το λεξικό των χαμένων λέξεων»

Ένα βιβλίο για τις λέξεις και την ιστορία τους. Για τις λέξεις που χάθηκαν ανά τους αιώνες. Για εκείνες που έχουν άλλη σημασία για τις γυναίκες και άλλη για τους άντρες. Αλλά και ένα βιβλίο για τις...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
J. M. Coetzee: «Ο Πολωνός»

Διαβάζοντας τη νουβέλα Ο Πολωνός (2023) του Τζον Μάξγουελ Κούτσι, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση της Χριστίνας Σωτηροπούλου, ο αναγνώστης και η αναγνώστρια συνειδητοποιούν τη δύναμη που έχει ο...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Arturo Pérez-Reverte: «Ο Ιταλός»

Ο πολυγραφότατος Ισπανός συγγραφέας από την Καρθαγένη, ο Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε, έχει φωτίσει πολλές φορές μέσα από τα μυθιστορήματά του άγνωστες στιγμές της Ιστορίας. Έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά, μέχρι στιγμής,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.