Celeste Ng: «Μικρές φωτιές παντού»
Το βιβλίο Μικρές φωτιές παντού της Αμερικανίδας συγγραφέως με το ιδιότυπο, ασιατικής καταγωγής όνομα Celeste Ng (Σελέστ Ινγκ), θα μπορούσε να πει κανείς ότι στηρίζεται στην ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πλοκή του. Αυτό όμως που κάνει το βιβλίο πραγματικά συναρπαστικό είναι οι στέρεα δομημένοι και εντελώς ιδιαίτεροι χαρακτήρες του.
Το βιβλίο ξεκινάει από το τέλος. Όταν το σπίτι της πλούσιας οικογένειας Ρίτσαρντσον έχει παραδοθεί στις φλόγες, ενώ η μικρότερη κόρη της οικογένειας έχει εξαφανιστεί. Όλοι για αυτό μιλάνε στο Σέικερ Χάιτς του Οχάιο, μια πόλη ειδυλλιακά σχεδιασμένη. Μια πόλη όπου τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά, διότι είναι μια πόλη που ξεχειλίζει από ιδεαλισμό και οι κάτοικοί της έχουν αγνές προθέσεις και θέλουν να κάνουν το σωστό.
Όμως, όσο και να θέλουν να κάνουν πάντα το σωστό, το σωστό δεν είναι πάντα ευδιάκριτο. Και όταν το ζήτημα γίνεται προσωπικό, ακόμα και οι ιδεαλιστές κάνουν εγωιστικές επιλογές. Η συγκεκριμένη πόλη είναι πραγματική και γενέτειρα της συγγραφέως. Μια πόλη υπόδειγμα, διεξοδικά σχεδιασμένη, που ιδρύθηκε με βάση ουτοπικές, όπως αναφέρει η συγγραφέας σε σημείωμά της προς το αναγνωστικό κοινό, αρχές.
Η κυρία Ρίτσαρντσον είναι γέννημα θρέμμα της συγκεκριμένης πόλης. «Είχε περάσει όλη της τη ζωή μες στην τάξη και την οργάνωση. Ζυγιζόταν μια φορά τη βδομάδα και, μολονότι το βάρος της δεν κυμαινόταν ποτέ πέρα του ενάμισι κιλού, πράγμα που ο γιατρός το έβρισκε φυσιολογικό, έκανε προσπάθειες για να μην παχύνει… Πορευόταν πάντα βάσει σχεδίου, από τα παιδικά της χρόνια, και το ακολουθούσε σχολαστικά: σχολείο, πανεπιστήμιο, φλερτ, γάμος, δουλειά, στεγαστικό δάνειο, παιδιά. […] Κοντολογίς, τα είχε κάνει όλα στην εντέλεια και είχε φτιάξει μια ευχάριστη ζωή, το είδος ζωής που ήθελε, το είδος ζωής που ο καθένας ήθελε».
Κι όμως, το σπίτι της παίρνει φωτιά και μάλλον υπεύθυνη γι’ αυτό είναι η μικρή της κόρη. Η κυρία Ρίτσαρντσον δεν είναι ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, είναι αυτή όμως που σπρώχνει τους κεντρικούς ήρωες στις επιλογές τους ή, για την ακρίβεια, αυτή που τους στερεί επιλογές.
Νεαρή, όταν ένιωθε ότι έπρεπε να παίρνει μέρος σε διαδηλώσεις υπέρ του δικαίου, οι οποίες κατέληγαν να μοιάζουν με πολεμικές συρράξεις, είχε κάποτε αναρωτηθεί: «Έπρεπε λοιπόν να καεί το παλιό για ν’ αναδυθεί το καινούργιο;» Είναι ένα ερώτημα που θα επαναλάβει στον εαυτό της πάνω από τις στάχτες του σπιτιού της. Τότε, «την επόμενη άνοιξη, όταν ξέσπασαν οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις, δεν πήρε το αμάξι της για να πάει εκεί. Έγραψε παθιασμένες επιστολές, υπέγραφε εκκλήσεις... Μια ζωή εύλογων και βολικών εκτιμήσεων κουκούλωνε τη σπίθα μέσα της σαν μια βαριά, χοντρή κουβέρτα. Αν πήγαινε στην Ουάσινγκτον για να πάρει μέρος στις διαμαρτυρίες, πού θα κοιμόταν; Πώς θα ήταν ασφαλής;»
Όταν όμως προσπαθείς τόσο πολύ για να είσαι ασφαλής εσύ και η οικογένειά σου, μήπως τελικά σκεπάζεις με μια βαριά, χοντρή κουβέρτα τις «μικρές φωτιές» που υπάρχουν παντού, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει η μεγάλη φλόγα; Η συγγραφέας δεν δίνει απαντήσεις. Δίνει μια πολύ ωραία ιστορία, από την οποία ανακύπτουν διαχρονικά, καθημερινά ερωτήματα.
Αυτό όμως που κάνει το βιβλίο πραγματικά συναρπαστικό είναι οι στέρεα δομημένοι και εντελώς ιδιαίτεροι χαρακτήρες του.
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που θέτει είναι τι σημαίνει οικογένεια, ποιος είναι ο ρόλος του γονέα, ποιος μπορεί να χαρακτηριστεί καλός και ποιος κακός γονιός. Από το βιβλίο περνάνε παρένθετες μητέρες, μητέρες που λόγω φτώχειας και συγκυριών δεν μπορούν να φροντίσουν τα παιδιά τους, γυναίκες που θέλουν να γίνουν μητέρες και δεν μπορούν, πολύτεκνες μητέρες, γυναίκες που έμειναν έγκυες χωρίς να το επιθυμούν, γυναίκες που αναγκάστηκαν να κάνουν έκτρωση.
«Ήμουν επιθυμητή;» θα ρωτήσει η Περλ, που δεν ξέρει τίποτα για τον πατέρα της, τη μητέρα της Μία. «Ήσουν πάρα πολύ επιθυμητή», θα πει η Μία και ο αναγνώστης καταλαβαίνει στο τέλος πόσο πολύ εννοεί αυτό που λέει.
«Αυτό που την πείραξε περισσότερο ήταν ότι η μικρή δεν έκλαψε». Αυτό μένει στη γυναίκα που μεγαλώνει ένα μωρό που δεν είναι δικό της, παρέχοντάς του οτιδήποτε μπορεί να δώσει ο πλούτος και η αγάπη, και το μωρό δεν κλαίει όταν το παίρνει η μητέρα του, κοντά στην οποία κόντεψε να πεθάνει από πείνα. Ένα μωρό με ασιατικά χαρακτηριστικά και, όταν ρωτάνε την ανάδοχη ξανθιά μητέρα εάν έχει κούκλες η μικρή και πώς είναι αυτές, απαντάει ότι έχει πολλές κούκλες, οι περισσότερες με ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια. Δεν φταίει αυτή που δεν υπάρχουν κούκλες με ασιατικά χαρακτηριστικά. Ένα μάλλον απωθημένο και της συγγραφέως, η οποία θυμάται να καταφέρνει να αποχτήσει την πρώτη της Ασιάτισσα κούκλα αρκετά μεγάλη. Το τέλειο και χωρίς ρατσιστικές αντιλήψεις Σέικερ Χάιτς δεν διέθετε κούκλες με μη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.
Η ιστορία τοποθετείται μια εποχή προ διαδικτύου και κινητών τηλεφώνων. «Για να μπορούν να μένουν κρυμμένα κάποια μυστικά από το παρελθόν του καθενός, τουλάχιστον πρόσκαιρα», θα πει η συγγραφέας απαντώντας σε ερώτηση γιατί τοποθετεί την ιστορία της γύρω στο 1980. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να μείνει κρυμμένος. Όλο και κάποιος θα τον αναφέρει σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και θα ξέρει ο καθένας πού μπορεί να τον βρει.
Η Μία όμως και η Περλ, έχοντας ελάχιστες αποσκευές και ένα παλιό αυτοκίνητο, μπορούν να αλλάζουν εύκολα τόπο διαμονής, χωρίς να ξέρει κανείς πού βρίσκονται. Κάθε φορά που η Μία ένιωθε να απειλείται ή το μέρος όπου έμεναν να μην είχε τίποτα άλλο να της πει καλλιτεχνικά, απλά έφευγαν. Διότι η Μία, μπορεί να κάνει δουλειές του ποδαριού, έχει όμως μια μοναδική ματιά στη φωτογραφία. Μέσα από τη δική της τέχνη μαθαίνει και ο αναγνώστης μυστικά της φωτογραφικής τέχνης πριν τα προγράμματα στους υπολογιστές κάνουν τόσο απλή υπόθεση το «πείραγμα» μιας φωτογραφίας. Η Μία μέσα από τη φωτογραφική της μηχανή μπορεί να δει «όχι μόνο το πρόσωπο, αλλά την ψυχή αυτού που τραβάει».
Η Μία, που υπόσχεται στην Περλ ότι το σπίτι των Ρίτσαρντσον που νοικιάζουν θα είναι πλέον η μόνιμη κατοικία τους. Δεν θα ξαναφύγουν. Μέχρι που κάποιες μικρές φωτιές ξεσπάνε, μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια και θα αναγκαστούν να φύγουν πριν από τη μεγάλη πυρκαγιά. Διότι τα μυστικά είναι δύσκολο να μείνουν κρυμμένα, όταν κάποιος νιώσει να απειλείται ο τέλεια δομημένος κόσμος του.
Η συγγραφέας αποκαλύπτει σιγά σιγά τα μυστικά των ηρώων της, κρατώντας σε αγωνία τον αναγνώστη, ο οποίος ξεχνάει την αρχική φωτιά με την οποία ξεκινάει το βιβλίο, καθώς παρακολουθεί τις μικρές σπίθες που ετοιμάζονται να τελειώνουν με το παλιό, αφήνοντας μια ελπίδα ότι κάτι νέο, καλύτερο, μπορεί να προκύψει από τις στάχτες.
Μικρές φωτιές παντού
Celeste Ng
μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη
Μεταίχμιο
496 σελ.
ISBN 978-618-03-1543-1
Τιμή €18,80