fbpx
Peter Carey: «Πολύ μακριά απ’ το σπίτι»

Peter Carey: «Πολύ μακριά απ’ το σπίτι»

Ένα βιβλίο που κερδίζει ύπουλα τον αναγνώστη. Όταν το ξεκινάει, νομίζει ότι έχει τη δυνατότητα να το αφήσει όποια στιγμή θέλει και να το ξαναπιάσει όταν θα έχει και πάλι διάθεση να διαβάσει. Όμως το βιβλίο αυτό διεκδικεί σιγά σιγά την ολοκληρωτική προσοχή και σύντομα αντιλαμβάνεσαι ότι δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου, μέχρι να μάθεις τι συμβαίνει μετά.

Δεν είναι ένα βιβλίο που αφορά νικητές και ηττημένους, παρότι από την αρχή σχεδόν της ιστορίας υπάρχει ένα νεαρό ζευγάρι Αυστραλών για τους οποίους είναι ζήτημα σχεδόν επιβίωσης να καταφέρουν να κερδίσουν τον αγώνα Redex, έναν αγώνα αντοχής για οδηγούς και αυτοκίνητα, όπου οι συμμετέχοντας καλούνται να κάνουν τον γύρο της Αυστραλίας. Μαζί με τους διαγωνιζόμενους ταξιδεύει και ο αναγνώστης, από τον νότο των λευκών στον βορρά των μαύρων, σε δρόμους όχι πλήρως χαρτογραφημένους, διασχίζοντας ποτάμια χωρίς γέφυρες, με τη ζέστη, το κρύο και τη βροχή να εναλλάσσονται, μέσα στη ζούγκλα όπου ζουν γιγαντιαία φίδια, χοντρά όσο ένα βαρέλι λαδιού, και σμήνη κουνουπιών που ζουν ρουφώντας το αίμα των ταξιδιωτών.

Ο Αυστραλός συγγραφέας Πίτερ Κάρεϊ αναφέρει στο εισαγωγικό του σημείωμα ότι έχει περάσει τη ζωή του γράφοντας για την αυστραλιανή κληρονομιά του, εξερευνώντας το αποικιακό παρελθόν και τις πιθανές εκδοχές του μέλλοντος. Στο μυθιστόρημά του Πολύ μακριά απ’ το σπίτι, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Ψυχογιός σε εξαιρετική μετάφραση της Αργυρώς Μαντόγλου, γράφει για κάτι που θα ένιωθε ντροπή αν δεν το είχε τολμήσει. Το τι σημαίνει να είσαι ένας λευκός Αυστραλός. Η ιστορία τοποθετείται στο 1954 και ξεκινάει στη Νότια Αυστραλία. Την ιστορία διηγείται η Ιρέν, μια μικροκαμωμένη καλλονή που έκανε τον πατέρα της να φτύσει τα δημητριακά του, όταν ανακάλυψε ότι η λεπτεπίλεπτη δεσποινιδούλα του είχε, με δική της πρωτοβουλία, προτείνει γάμο σε έναν άντρα κοντοστούπη, και ο Γουίλ, ένας δάσκαλος που έχει πρόσφατα αποπεμφθεί, επειδή κρέμασε ένα παιδί έξω από το παράθυρο της τάξης.

Ένα κεφάλαιο για τον καθένα, για δύο ήρωες που γνωρίζονται στην αρχή του βιβλίου λόγω της γειτνίασης των σπιτιών τους, όταν η οικογένεια Μπομπς, η Ιρέν με τον σύζυγό της Τιτς και τα δυο τους παιδιά, μετακομίζουν, σε μια προσπάθεια να στήσουν το σπιτικό τους και την επιχείρησή τους μακριά από τον πατέρα του Τιτς, πρόθυμο να επέμβει και να χαλάσει την οικογενειακή τους ευτυχία.

Χωρίς δουλειά ο γείτονάς τους, ο εικοσιεξάχρονος ξανθός Γουίλ, με ιδιαίτερες γνώσεις ως δάσκαλος και αγάπη στη γεωγραφία, αποφασίζουν ότι θα είναι ο ιδανικός πλοηγός στον αγώνα όπου παίρνουν μέρος. Ο Γουίλ, με Γερμανούς –από όσο γνωρίζει– προγόνους, που θα γίνει έξαλλος με τον μαθητή του, ο οποίος θα τον κοροϊδέψει για τη γερμανική καταγωγή του. Ο Γουίλ, που εγκατέλειψε τη Μελβούρνη και τη γυναίκα του, όταν βεβαιώθηκε με τον χειρότερο τρόπο ότι τον απατούσε.

Κάθε ταξίδι όμως σε μια χώρα είναι πρώτα απ’ όλα ταξίδι αυτογνωσίας. Και σύντομα οι ήρωες θα χρειαστεί να αναθεωρήσουν το ποιοι είναι οι ίδιοι και ποιοι οι άνθρωποι που είναι κοντά τους. «Ποιο ήταν το σχέδιό του όταν με παντρεύτηκε; Με έμαθε να οδηγώ. Ήταν κοινωνικός και αστείος, αλλά ποιος μπορεί ποτέ να ξέρει τι τρέχει κάτω από το δέρμα ενός ανθρώπου;» θα αναρωτηθεί η Ιρέν.

Στην Αυστραλία της βρετανικής αποικιοκρατίας, το ταξίδι θα φέρει καθέναν από τους ήρωες εκεί που πρέπει να βρεθεί για να γνωρίσει την ιστορία του και να αποδεχτεί τον εαυτό του.

Η Ιρέν θα νιώσει να υποτιμούν τις ικανότητές της επειδή είναι γυναίκα, ενώ και η ίδια θα νιώσει ότι απειλείται από κάποιους μόνο και μόνο επειδή είναι μαύροι. Δεν μπορεί όμως να μη νιώσει οίκτο όταν θα βρει ουσιαστικά πεταμένο το κρανίο ενός μικρού παιδιού σε ένα εφιαλτικό νεκροταφείο. «Εννοώ πως αυτά τα οστά δεν ήταν ζώων, ήταν πάρα πολλά και πρέπει να ήταν οστά μαύρων. Ήμουν μητέρα. Ήξερα πώς ήταν να κρατάς ένα τρυφερό παιδάκι και ήξερα πως αυτό πρέπει να ήταν ένα αγοράκι και όλα αυτά τα οστά γύρω του πρέπει να ήταν η οικογένειά του».

Στην Αυστραλία της βρετανικής αποικιοκρατίας, το ταξίδι θα φέρει καθέναν από τους ήρωες εκεί που πρέπει να βρεθεί για να γνωρίσει την ιστορία του και να αποδεχτεί τον εαυτό του. Όταν το πεπρωμένο του Γουίλ θα τον οδηγήσει στην κτηνοτροφική μονάδα ενός πλούσιου λευκού ως δάσκαλο για τα παιδιά των μαύρων υποτακτικών του, θα γνωρίσει στην πραγματικότητα τη χώρα του, έστω κι αν νιώθει ότι βρίσκεται «πολύ μακριά απ’ το σπίτι», έστω κι αν χρειάζεται διερμηνέα για να κατανοήσει τις πολλές διαφορετικές γλώσσες των ντόπιων που μιλάνε τα δικά τους αγγλικά, όπου μια γυναίκα αποκαλείται «αυτός».

Ο Γουίλ, κρατώντας το πάθος του για τη γεωγραφία, θα ζωγραφίσει έναν χάρτη στην τάξη του και θα προσπαθήσει να δείξει τα σύνορα στους μαθητές του. Μόνο που όλοι γελάνε με αυτή του την προσπάθεια, λευκοί και μαύροι. «Οι μαύροι δεν έχουν φράχτη. Ούτε φράχτη ούτε παλιοχάρτη. Οι λευκοί έχουν φράκτη και χάρτη. Οι λευκοί έκοψαν χώρα μου. Χάρτη από τοπογράφοι. Χαρτιά λευκών. Δυτική Αυστραλία. Νότια Αυστραλία. Οι κατρίγια αμπάρωσαν πόρτες. Μαύροι απέξω». Αιχμάλωτοι ενός πολέμου που δεν είχε καταγραφεί από το Υπουργείο Παιδείας.

Κι ενώ ο Γουίλ μαθαίνει στα παιδιά αγγλικά και μαθηματικά, βλέπει τη δική τους οπτική για τη χώρα τους. Για μια χώρα όπου ο λευκός μπορεί να πεθάνει δίπλα στην πηγή με το νερό, χωρίς ποτέ να καταφέρει μόνος του να τη βρει. «Μου έφερναν, για παράδειγμα, ένα φίδι και μου μάθαιναν το όνομά του και μου έδειχναν πώς σερνόταν μέσα στο κοκκινόχωμα, αφήνοντας πίσω τα ίχνη της κυρτής γραφής του... Ανακάλυψα πόσες γλώσσες διαφόρων φυλών υπήρχαν μέσα σε εκείνη τη σπηλιά, όλες εκείνες τις σπασμένες γλάστρες με τα θραύσματά τους...»

photoCAREY2Ο λευκός αναγνώστης γνωρίζει σιγά σιγά τους Αβορίγινες, που δεν είναι αυτοί οι γραφικοί τύποι που πρέπει να τους προστατεύουμε επειδή δεν μπορούν μόνοι τους. Ο λόγος που έγινε αυτό ήταν διότι οι λευκοί έκλεψαν τη χώρα τους, οι πάστορες τους ταπείνωναν συστηματικά και έκλεβαν τα παιδιά τους. Βάζοντάς τους σε «ένα είδος φυλακής, όπου ήταν αδύνατον να τιμήσεις τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και τις θρησκευτικές υποχρεώσεις της χώρας σου, συνεπώς, ο λόγος της φρικαλέας αποχαύνωσης των ανθρώπων ήταν εμφανής. Ήταν εξόριστοι, τους είχαν αρνηθεί το νόημα της ζωής τους... Με πλήρωναν είκοσι λίρες την εβδομάδα για να σβήνω το παρελθόν, να εκσυγχρονίζω τους μαύρους, να τους κάνω όσο το δυνατόν λευκότερους, με την ελπίδα πως τα αγόρια θα μεγάλωναν και θα γίνονταν κτηνοτρόφοι και οι γυναίκες λούμπα, υπηρέτριες και πούνκα βάλαχα».

Το τελευταίο κεφάλαιο διαδραματίζεται αρκετά χρόνια αργότερα και έχει έναν άλλον αφηγητή, έναν αφηγητή που βλέπει αποστασιοποιημένα όσα συνέβησαν τόσα χρόνια πριν και, όσο και να μην το θέλει, υπάρχει κάποια κληρονομιά την οποία θα τιμήσει.

 

Πολύ μακριά απ’ το σπίτι
Πίτερ Κάρεϊ
μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου
Ψυχογιός
408 σελ.
ISBN 978-618-01-2630-3
Τιμή €17,70
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.