fbpx

Σπύρος Λ. Βρεττός: «Ένας αόριστος άνθρωπος»

Το πρώτο θύμα του ιστού της αράχνης είναι η ίδια η αράχνη, άρα και το πρώτο θύμα κάθε βιβλίου είναι ο συγγραφέας του – στη δική μας περίπτωση, ο Σπύρος Βρεττός, ο οποίος με αυτή τη συλλογή διηγημάτων περνά, σαν άλλος πρόσφυγας, τα σύνορα της ποίησης και βουτά στα νερά της πεζογραφίας, ενώ συνάμα «είναι» ένας αόριστος άνθρωπος, όπως ο Φλομπέρ, τηρουμένων των αναλογιών, «είναι» η Μαντάμ Μποβαρί...

Στον τρίλεκτο τίτλο της συλλογής αυτών των δώδεκα διηγημάτων το επίθετο είναι το ουσιαστικό. Το «αόριστος», ως κέντρο βάρους της φράσης, παραπέμπει εν ονόματι της ευδιάκριτης –όσο και υφέρπουσας– πολυσημίας στα εξής: «πρόσφυγας», «ανοριακός», «ασυνόρευτος», «απών», «κατά φαντασίαν», «πολύμορφος», «δυσδιάκριτος», «χωρίς ιδιότητες». Κι αυτό γιατί τα πρόσωπα στο εν λόγω βιβλίο είναι πλευρές του ανθρώπου της εποχής μας, ο οποίος ολοφάνερα βρίσκεται σε διαδικασία αποδυνάμωσης, περιστολής, απίσχνανσης στην προσωπική και στην κοινωνική του λειτουργία.

[Σημειωτέον: σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του ο Αξελός, όταν ρωτήθηκε για το ποια είναι η βασική διαφορά του σύγχρονου ανθρώπου από αυτόν των παλαιότερων γενιών, είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Στην εποχή μας είναι αισθητή η μείωση στο φάσμα, στην ποικιλία των ανθρώπινων τύπων και χαρακτήρων».]

Σε αυτή τη σειρά των δώδεκα ιστοριών, ο συγγραφέας, σε ένα πρώτο επίπεδο, αλιεύει θέματα συνήθως ζοφερά, πολιτικού αλλά και προσωπικού τύπου, από την επικαιρότητα: παραδείγματος χάρη, ρεπορτάζ για τους πρόσφυγες και το δράμα τους, θέματα που σηματοδοτούν την κυριαρχία των ΜΜΕ ή την κρίση, αυτοκινητικά δυστυχήματα, ληστείες, πυρκαγιές σε πλοία, μια βομβιστική ενέργεια της Μαφίας, σχεσιακά αδιέξοδα, γενικώς μια σειρά γεγονότων που ανατρέπουν με βίαιο τρόπο την αρμονική ροή της καθημερινότητας. Αυτό το πρώτο επίπεδο θα το έλεγα «διάσταση του ορατού».

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, ο συγγραφέας πραγματεύεται θέματα που είναι ίσως συμπληρωματικά και συμμετρικά της επικαιρότητας, ωστόσο διαχρονικά στην ουσία τους, γιατί αφορούν διάφορα δίπολα, όπως είναι το αληθές και το ψευδές, το πραγματικό και το πλαστό, το ονειρικό και το ρεαλιστικό.

Στη συλλογή αυτή περιλαμβάνονται και δύο χαρακτηριστικά διηγήματα, που δεν αντλούν από την περιρρέουσα ειδησεογραφία υλικό έμπνευσης και λειτουργίας, όπως είναι το «Γκαλερί Ουφίτσι» και «Η κλοπή των ροδιών», στα οποία ο Βρεττός, παραφράζοντας τη θεματική του Ντόριαν Γκρέι του Όσκαρ Ουάιλντ, σχολιάζει τη λυκοφιλική σχέση τέχνης και ζωής. Αυτό το δεύτερο επίπεδο θα το ονόμαζα «διάσταση του αοράτου».

Όσο το πρώτο επίπεδο θα μπορούσε να θεωρηθεί βάση του βιβλίου, άλλο τόσο το δεύτερο επίπεδο είναι σίγουρα μια υπέρβαση.

Ο Βρεττός στο πρώτο επίπεδο θεμάτων του ανοίγεται σε ένα ταξίδι στα σύνορα χωρών, στην ενοχική κατακρήμνιση του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά και σε προβλήματα σχέσεων. Στο δεύτερο επίπεδο, στο οποίο περνάμε μέσω συνεχών εκπλήξεων και ανατροπών της αφηγηματικής συνέχειας, επιχειρεί ένα άλλο ταξίδι, στα όρια χώρων και υπαρξιακών καταστάσεων, όπως είναι το όνειρο, η φαντασία, ο χρόνος, η αγωνία.

Οι ανατροπές και οι εκπλήξεις, που λειτουργούν ως ήπιες μετωνυμίες του σοκ, εντείνουν τη ροή των ιστοριών του βιβλίου και σηματοδοτούν γενικά την αγωνιώδη πορεία του ανθρώπου από το γνωστό στο άγνωστο, ενώ συνάμα σημαδεύουν την ψυχή και τις περιπέτειες του πρόσφυγα που χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του και ζει ένα ζόρικο ριζικό, μιας και προσπαθεί, γκρεμισμένος πια, να ριζώσει σε μια άλλη γη, αλλά αναγκαστικά πέφτει στην ανταριασμένη θάλασσα. Ωστόσο πρόσφυγας είναι και ο αόριστος-αόρατος-απών άνθρωπος του σήμερα, είτε ως εξόριστος σε μια ξένη γη είτε ως εξόριστος μέσα του.

Οι εκπλήξεις λειτουργούν ως αρμοί ανάμεσα στα πρόσωπα και τα γεγονότα παρουσιάζοντας μια χαρακτηριστική ρευστότητα, ενώ συνάμα ερωτοτροπούν με τα όρια και την υπέρβασή τους. Προσωπικά μού θυμίζουν τον πίνακα του Νταλί «Η εμμονή της μνήμης», με τα εύπλαστα ρολόγια, που σηματοδοτούν (κάπως αινιγματικά, είν’ η αλήθεια) τη ροϊκότητα και τη σχετικότητα του χρόνου. Ως εκ τούτου, αυτά τα πρόσωπα σημαδεύουν σαν εσωτερικοί καθρέφτες τον αόριστο άνθρωπο, ως αρχετυπικό ήρωα του βιβλίου, ενώ, αξίζει να σημειωθεί, προβάλλονται με ένα στιλιζάρισμα σαφώς αφαιρετικό, θυμίζοντας πρόσωπα πινάκων του Εγγονόπουλου.

Εκτός από τα δύο επίπεδα που προανέφερα, διακρίνω κι ένα τρίτο, που είναι η «τοποθέτηση» του ποιητή Βρεττού προς το διήγημα ως λογοτεχνικό είδος. Εξηγούμαι ευθύς αμέσως. Το βιβλίο αυτό αποτελεί μετάβαση από μια ποίηση με εμφανή ροπή στην προζαϊκότητα σε μια πρόζα με εμφανή ροπή στην ποιητικότητα. Κατ’ εμέ, είναι πρόδηλη η συμμετρία ως αναζήτηση αρμονίας του εκφράζεσθαι.

Θεωρώ ότι το ανά χείρας βιβλίο μάς εισάγει σε μια ιδιότυπη διηγηματογραφία, η οποία, εκτός των άλλων, τιμά την ποίηση, κι αυτό φαίνεται σε τέσσερις διαστάσεις:

Α) Ο αφηγηματικός χρόνος, ως επί το πλείστον, είναι μετέωρος· παρότι όλοι οι χρόνοι χρησιμοποιούνται, κατ’ ουσίαν δεν υπάρχει ενεστώτας, μιας και απουσιάζουν εντελώς τα εισαγωγικά τα οποία συνήθως καταδεικνύουν και ορίζουν τα διαλογικά μέρη και συνάμα «εγκαθιστούν» το εδώ και τώρα της αφήγησης.

Β) Ως απόρροια του παραπάνω, τα πρόσωπα και τα γεγονότα είναι εγκυστωμένα στον χώρο της ονειροφαντασίας, εφόσον τα διαλογικά μέρη ενσωματώνονται στον αφηγηματικό ιστό. Κυριαρχούν οι νοεροί μονόλογοι-διάλογοι, σε μια ατμόσφαιρα εσωτερικού ταξιδιού, πράγμα που σημαίνει ότι οι εξωτερικοί χώροι και η σχετική δράση είναι κατ’ ουσίαν προσχηματικοί.

Γ) Η αφήγηση πόρρω απέχει από το να υπηρετεί τις ανάγκες της ρεαλιστικής μυθοπλασίας, η οποία, παραδοσιακά, είναι εγγενές χαρακτηριστικό της διηγηματογραφίας. Ο συγγραφέας κινείται στη μεθόριο της ποιητικής πρόζας με διάφορους τρόπους: από το πώς χτίζει τις εικόνες του μέχρι το τι λόγια βάζει στο στόμα των ηρώων του.

Δ) Τα πρόσωπα εντέλει μοιάζουν με μορφές χωρίς σώμα ή με σώματα χωρίς μορφή, σαν «φυγάδες» από τα όποια χαρακτηριστικά τους, γι’ αυτό και δεν υποκύπτουν στην ανάγκη μιας συμβατικής νατουραλιστικής απεικόνισης και ρεαλιστικής λειτουργίας.

Παρακολουθούμε τελικά ένα ταξίδι μέσα στο ταξίδι, σαν ένα θέατρο μέσα στο θέατρο. Συνεπώς είναι δισδιάστατος ο τρόπος που τα πρόσωπα συναντούν τη ζοφερή πραγματικότητα, οπότε και φωλιάζουν στις αναρωτήσεις τους ώστε να αξιωθούν ίσως κάποια στιγμή να γίνουν παρόντες στη ζωή τους.

Παρά τις παραλλαγές που παρατηρούμε (λόγου χάρη, στον λόγο της πολεμικής ανταποκρίτριας στο «Ρεπορτάζ» όπου κυριαρχεί η θεματική των ψευδών ειδήσεων ή στην περίπτωση της γυναίκας του Θωμά στο διήγημα «Η πτώση»), ο Βρεττός χρησιμοποιεί συνήθως ως αφηγηματική στρατηγική τον παντογνώστη αφηγητή, στον λόγο του οποίου αφομοιώνονται λειτουργικά οι λόγοι των υπόλοιπων προσώπων των ιστοριών του. Σημειωτέον ότι σε αυτά τα διηγήματα είναι αρκετές οι ερωτηματικές προτάσεις ή οι αυτοερωτήσεις των βασικών προσώπων. Ανάγονται σε κεντρικά χαρακτηριστικά οι «παραστάσεις», τα «καμώματα», οι αλλαγές πορείας, ταυτοτήτων, ρόλων, εξού και η διαρκής ευπλαστότητα, οι εκπλήξεις, τα παιχνίδια… Παρακολουθούμε τελικά ένα ταξίδι μέσα στο ταξίδι, σαν ένα θέατρο μέσα στο θέατρο. Συνεπώς είναι δισδιάστατος ο τρόπος που τα πρόσωπα συναντούν τη ζοφερή πραγματικότητα, οπότε και φωλιάζουν στις αναρωτήσεις τους ώστε να αξιωθούν ίσως κάποια στιγμή να γίνουν παρόντες στη ζωή τους.

Ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

Από το διήγημα «Γυαλιά τύπου Ρέιμπαν»:

«Από το πρωί που ξύπνησε ο Κ. ήθελε να νιώσει καφκικά. Αν όχι να μεταμορφωθεί σε σκαθάρι, να του συμβεί κάτι πρωτόγνωρο που να του σφίγγει τη ζωή, να τον γεμίζει άγχος τι άλλο φοβερό θα ακολουθούσε. Ήθελε να του συμβεί κάτι σαν αυτό που συνέβη στον Κ., τον ήρωα της Δίκης του Κάφκα. Να κατηγορηθεί χωρίς να φταίει και να προσπαθεί μάταια να ξεμπλέξει. Ήθελε να δει τον βασικό του εφιάλτη να πραγματοποιείται. […] Ας είναι καλά αυτός που ανακάλυψε τον χρόνο που χάνεται».

Από το διήγημα «Γκαλερί Ουφίτσι»:

«Αφού δεν μπορούμε να αναγεννηθούμε μόνοι μας ούτε ως άτομα ούτε ως κράτος, ας πάμε εμείς στον τόπο της Αναγέννησης. […] Είναι μέσα στην πινακοθήκη και στέκεται μπροστά στο έργο του Τιτσιάνο ‘‘Η Αφροδίτη του Ουρμπίνο’’. […] Ο Νίκος έχει εισχωρήσει στον πίνακα. Είναι πλέον ο ζωγράφος που αποφασίζει να πλησιάσει την Αφροδίτη για να της τοποθετήσει καλύτερα τα μαλλιά και το αριστερό της χέρι. Κι όπως της πιάνει τα μαλλιά, χαϊδεύοντας και λίγο τους ώμους, μην ανησυχείς, της λέει. Οι γυναίκες αυτές στο βάθος δεξιά δεν υπάρχουν. Εγώ τις έχω ζωγραφίσει για να μην είσαι μόνη στον πίνακα αυτό. Στην πραγματικότητα, είσαι μόνη σου. Στην πραγματικότητα, είμαστε μόνοι μας».

Από το διήγημα «Η κλοπή των ροδιών»:

«Την ημέρα που ζωγράφιζε τη νεκρή φύση, λίγες ώρες μετά την κλοπή των ροδιών, στάθηκε έκπληκτος σαν είδε την αλλαγή των χρωμάτων στον πίνακα. […] Το χέρι του πλέον πήγαινε κι ερχόταν με δύναμη πάνω στον πίνακα, μετατρέποντας τη νεκρή φύση σε άνθρωπο που του ζητούσε βοήθεια».

Σε αυτά τα αποσπάσματα (και όχι μόνο…) φαίνεται το πώς ο συγγραφέας, εμμέσως πλην σαφώς, συνομιλεί με τρόπο διακειμενικό με τον Κάφκα, τον Πεσόα, τον Ουάιλντ, και έτσι γίνεται ευδιάκριτη η πορεία του από την εσωτερικευμένη εξωτερική κρίση στην πολλαπλότητα-πολυδιάσπαση-αμφιταλάντευση των προσώπων και έπειτα στον διάλογο μεταξύ τέχνης και πραγματικότητας, όπου χάνονται για μια ακόμα φορά τα όρια, εν ονόματι του θανάτου και της υπέρβασής του.

Αν κανείς ενδιαφέρεται να βρει, πιθανόν, με ποια περσόνα ταυτίζεται περισσότερο ο συγγραφέας, η δική μου διαίσθηση με οδηγεί στην «αράχνη». Αν και ιδιότυπη, εκφράζει, πιο χαρακτηριστικά ίσως, τον ρόλο του συγγραφέα ως προς τα υπόλοιπα πρόσωπά του.

Ο Βρεττός, σε τούτη την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, εμβαπτίστηκε στο νερό για να αναδυθεί αναγεννημένος, σαν πρόσφυγας, αφού προηγουμένως κατέδειξε το ματωμένο-ματαιωμένο αυτοσυναίσθημα και την ενοχική αυτοπεριδίνηση των ηρώων του, καθώς και την προσπάθειά τους να γίνουν παρόντες και να σηκώσουν το βάρος της ύπαρξής τους. Αγάπησα τους ήρωές του κυρίως γιατί έχουν καταλάβει πως είναι πιο βαρείς απ’ το όνειρό τους, γι’ αυτό και αγαπούν πλέον το βάρος που τους κάνει να πέφτουν, για να παραφράσω τον Πιερ Ρεβερντί.

Υπάρχουν μερικά κείμενα που με το νερό τους διαπερνούν τους πόρους της ψυχής και υγραίνουν τα μάτια. Ένα από αυτά είναι και το βιβλίο Ένας αόριστος άνθρωπος.

 

Ο Δημοσθένης Κερασίδης είναι επιμελητής εκδόσεων.

 

Ένας αόριστος άνθρωπος
Σπύρος Λ. Βρεττός
Γαβριηλίδης
160 σελ.
ISBN 978-960-576-570-5
Τιμή: €10,60
001 patakis eshop

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΠΟΙΗΣΗ
Θωμάς Κοροβίνης: «Ποιήματα και τραγούδια»

Μια ακροβασία πάνω στο κύμα, σαν μια παραλλαγή στον στίχο του άλλου ποιητή (χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία), αυτό μοιάζει να λέει ο Θωμάς Κοροβίνης σε όλα του τα τραγούδια· αλήθεια, ποιήματα ή τραγούδια;...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.