fbpx
Χρύσα Μαλτέζου: «Ύλη ιστορίας του βενετοκρατούμενου ελληνισμού»

Χρύσα Μαλτέζου: «Ύλη ιστορίας του βενετοκρατούμενου ελληνισμού»

Προσωπικότητα διεθνούς κύρους η Χρύσα Μαλτέζου στο πεδίο της Ιστορίας, με μακρά, επίμονη, έντιμη και συστηματική έρευνα των πηγών πάνω σε ένα μεγάλου εύρους ιστορικό αντικείμενο, που αφορά τον μεσαιωνικό ελληνισμό, το Βυζάντιο και, όλως ιδιαιτέρως, την Ιστορία της Λατινοκρατίας και την περίοδο της Βενετοκρατίας – αντικείμενο που το δίδαξε και στην τελευταία ακαδημαϊκή της θητεία στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών (1995). Τόσο οι σπουδές της (Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστήμιο Μεσογειακών Σπουδών της Αιξ-Αν-Προβάνς της Γαλλίας, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, Πανεπιστήμιο της Πάδοβας), όσο και οι ακαδημαϊκοί της τίτλοι (διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης –1977-1982– ως ειδική επιστήμων, στο ίδιο Πανεπιστήμιο ως καθηγήτρια Μεσαιωνικής Ιστορίας –1982-1994–, ως διευθύντρια του Τομέα Αρχαίας και Μεσαιωνικής Ιστορίας και πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας επίσης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, ως Fellow του Dumbarton Oaks Centre for Byzantine Studies στην Washington το 1987, ως καθηγήτρια Ιστορίας της περιόδου της Βενετοκρατίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, ως διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας το 1998 και η εκλογή της ως ακαδημαϊκού το 1998 από την Ακαδημία Αθηνών), παράλληλα με το ερευνητικό και συγγραφικό της έργο, τεκμηριώνουν τη γόνιμη παρουσία και το σημαντικό της έργο στη Βυζαντινή Ιστορία, όπου ερευνητικά θήτευσε και ο μεγάλος Λευκαδίτης ιστορικός Νίκος Σβορώνος, ακολουθώντας άλλους δρόμους και με διαφορετικά ιστορικά ερωτήματα.

Η Χρύσα Μαλτέζου έζησε τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια στην πολυπολιτισμική Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου και τελείωσε το περίφημο Αβερώφειο Γυμνάσιο. Σε πρόσφατη συνέντευξή της (Lifo, 4/2/2023), ομολογεί τα οφειλόμενα στον τόπο που φιλοξένησε και διαμόρφωσε σε σημαντικό βαθμό το πνεύμα της αλλά και την ταυτότητα του κοσμοπολίτη, του ελεύθερου δηλαδή ανθρώπου, ο οποίος απλώνει τον κόσμο του έξω από περιχαρακώσεις τόπων, συνόρων, λαών, πολιτισμών, αποκτώντας την άνεση της προσαρμογής σε κάθε κουλτούρα. «…Η ζωή μου στην Αλεξάνδρεια, σε αυτό το σπουδαίο σταυροδρόμι συνάντησης ετερογενών πολιτισμικών παραδόσεων, μου χάρισε μια πλειάδα ανεξίτηλων εμπειριών, που συνέβαλαν στη μετέπειτα επιστημονική μου σταδιοδρομία… Ζούσαμε σε μια κοινωνία πολυεθνική και πολύγλωσση, που μας έδωσε σημαντικά εφόδια και περγαμηνές. Αναπτύξαμε μια συνείδηση ελληνική, αλλά ταυτόχρονα εντός της κοινωνίας και στο σχολείο υπήρχε ζύμωση και εξελισσόσουν σε πολίτη του κόσμου. Η ελληνικότητά μας, δηλαδή, προβαλλόταν περήφανα χωρίς να περιχαρακώνεται ανάμεσα σε τείχη, νοοτροπίες και στάσεις ελλαδικές…»

Αυτή η φυσική μέθεξη στους πολιτισμούς του κόσμου δεν διεύρυνε απλώς τον διανοητικό και πολιτισμικό της ορίζοντα. Δεν είναι που σφυρηλάτησε την ελληνική της συνείδηση. Το κυριότερο ήταν η φυσικά προσφερόμενη βίωση της ιστορίας και η ενεργός μέθεξή της σ’ αυτήν, η διαμόρφωση μιας συνείδησης ιστορικότητας, γεγονός που ερμηνεύει εν μέρει και την εμβριθή εγκατάστασή της στη σπουδή της ιστορίας. Δέχτηκε έτσι την αβίαστη γνωριμία της με την κουλτούρα άλλων λαών, ώστε να αποκτήσει αυτό που ο Καρτέσιος (στον Λόγο περί της μεθόδου) θεωρούσε πως προσφέρουν τα «ταξίδια» στο παρελθόν μέσω της ιστορίας, αλλά και τα πραγματικά ταξίδια: «να μαθαίνουμε δηλαδή κάτι για τα ήθη άλλων λαών, ώστε να κρίνουμε σωστότερα τα δικά μας…».

Το πρόσφατο βιβλίο της Χρύσας Μαλτέζου, με το οποίο θα ασχοληθούμε, Ύλη ιστορίας του βενετοκρατούμενου ελληνισμού 13ος-18ος αι., ένα ακόμα εκδοτικό γεγονός των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης (Ηράκλειο, 2022), ενώ αφορά μια πολύ συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, που διερευνάται υπό το πρίσμα της βενετικής κυριαρχίας στο Βυζάντιο και στον ελληνικό χώρο, εντούτοις διαστέλλεται ο ιστορικός ορίζοντας ώστε να αγκαλιάσει δύο αυτοκρατορίες και να συνδέσει σε μια διαλεκτική αλληλεπενέργεια την ιστορική κινητικότητα των εμπλεκομένων στη διάρκεια επτά περίπου εκατονταετιών.

Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος. Όπως η ίδια η συγγραφέας μάς πληροφορεί στον πρόλογο της έκδοσης, η «Ύλη Ιστορίας» είναι δάνειο από τον Νικηφόρο Βρυέννιο (1064-1138), τίτλος της ανολοκλήρωτης –λόγω θανάτου– πραγματείας του για την εξιστόρηση των γεγονότων επί της βασιλείας του πεθερού του Αλεξίου Α’ Κομνηνού. Η επιλογή ωστόσο του συγκεκριμένου τίτλου από τη συγγραφέα ανταποκρίνεται στη δομή και τη σύνθεση του έργου της πάνω σε ήδη εγνωσμένα – ένα τακτοποιημένο και αρτιωμένο σε σώμα σύνολο ύλης που προέρχεται από προηγούμενα κείμενά της (ακαδημαϊκές παραδόσεις στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, κεφάλαια που δημοσιεύτηκαν στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους κ.λπ.) και που συναρμόζονται τώρα ως Ύλη ιστορίας με έναν παραδειγματικό τρόπο, τόσο από την άποψη της ερευνητικής ενδελέχειας και συνεκτικότητας και προσέγγισης των ερευνητικών ερωτημάτων, όσο και από την άποψη της παιδαγωγούσας, διαυγούς, ακριβολόγου γραφής.

Κατορθώνει να υποτάξει τον επιστημονικό λόγο στην αβίαστη –σχεδόν μυθιστορική– ροή, όπου ο ερευνώμενος κόσμος της γίνεται κόσμος προσωπικού ενδιαφέροντος του κάθε αναγνώστη.

Η εξέταση της Βενετοκρατίας σε σχέση με τον ελληνισμό είναι ζήτημα που δεν παρουσιάζει –όπως άλλες ιστορικές περίοδοι– σαφήνεια και ενότητα, αλλά μια ρευστότητα που συνδέεται με τα διαφορετικά χρονολογικά όρια και τη διαφορετική γεωγραφική κατανομή της βενετικής κυριαρχίας στον ελληνικό χώρο και γενικότερα στην ελληνολατινική Ανατολή. Αυτές οι διαφοροποιήσεις δημιουργούν επίσης και σύνθετα ιδεολογικά ζητήματα, όπως η διαφορετική αντίληψη της ελληνικής και ευρύτερα της δυτικής ιστοριογραφίας για τη συγκεκριμένη περίοδο και το θέμα της ενσωμάτωσης της περιόδου βενετικής κυριαρχίας στον κορμό της εθνικής συνείδησης. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ιστορικός, με την άνεση με την οποία κινείται στο αντικείμενο της Βενετοκρατίας και των προβλημάτων που δημιουργεί, και γνώστης όλων των τάσεων της κλασικής και σύγχρονης βιβλιογραφίας, από το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της («Η περίοδος της Βενετοκρατίας στην Ελλάδα», σ. 19-57) θα προσδιορίσει επακριβώς και με κριτικό συντονισμό τα συναφή ζητήματα: ορισμούς και εννοιολογήσεις, χρονολογικούς και γεωγραφικούς προσδιορισμούς, απαντήσεις της σύγχρονης ιστοριογραφίας σε ιδεολογικά ζητήματα και κριτικές αποτιμήσεις τους, συνυφασμένα όλα με γεγονότα και αντίστοιχες σημασίες τους. Οι προσεγγίσεις της κατατείνουν στην ανάδειξη της σημαντικότητας της βενετικής κυριαρχίας τόσο για τον ελληνικό κόσμο όσο και για την ίδια τη Γαληνοτάτη. Σχετικά με το πρώτο, επικαλείται –και σύμφωνα με επισημάνσεις νεότερων ιστορικών– ως συμβατική αφετηρία του νέου ελληνισμού τις αρχές του 13ου αιώνα, εποχή που συμπίπτει με την έναρξη της Βενετοκρατίας στον ελληνικό χώρο. Το γεγονός συνεπάγεται και τη συνειδητοποίηση της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων, οι οποίοι σύμφωνα και με τον Νίκο Σβορώνο χρειάστηκε να εναρμονίσουν πολλές, συχνά αντιφατικές, παραδόσεις: την αρχαία ελληνική, υποταγμένη στον Λόγο, τον υπέρλογο χριστιανισμό, τη βυζαντινή αυτοκρατορική απολυταρχία. Και βέβαια τις ξένες φυλετικές και πολιτιστικές επιδράσεις – συχνά υπό την ξένη κατάκτηση. Ήδη όμως, από τον 11ο και 12ο αιώνα αναβιώνει η όλο και συχνότερη χρήση του ονόματος «Έλληνες» κατά τους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Επομένως, «μέσα απ’ αυτό το πρίσμα αν εξεταστούν τα πράγματα, είναι προφανές ότι η εποχή της Βενετοκρατίας αναδεικνύεται σε κατεξοχήν πεδίο μελέτης των προβλημάτων που συνδέονται με την πολιτισμική συνέχεια των Νεοελλήνων, τη γένεση και ανάπτυξη της νεοελληνικής συνείδησης, τον διάλογο εν ολίγοις των Νεοελλήνων με το ιστορικό παρελθόν τους» (σ. 27).

Σε ό,τι αφορά τη σημασία της περιόδου του βενετοκρατούμενου ελληνισμού για τους ίδιους του Βενετούς: την ταύτισαν με την ιστορία του «βενετικού κράτους της θάλασσας», ενώ οι Δυτικοί αναγνώρισαν σ’ αυτή την περίοδο τη μετακίνηση –μέσω της τέταρτης σταυροφορίας– πλήθους Ευρωπαίων στην Ανατολή, όπου και εγκαταστάθηκαν ή και κυριάρχησαν στις ελληνικές χώρες. Έτσι, η ιστορικός, διευρύνοντας τη σημασία της ιστορίας της Βενετοκρατίας, την αναδεικνύει σε τμήμα της γενικότερης ευρωπαϊκής ιστορίας (σ. 27). Με αυτή τη διαφορετική σύλληψη της περιόδου της Βενετοκρατίας από την ελληνική και τη βενετική πλευρά συνδέονται και οι πολλές σχετικές ονομασίες που επιλέγουν οι ξένοι ερευνητές στις εργασίες τους.

Μετά το πρώτο κεφάλαιο, στο οποίο τίθενται και απαντώνται, με επάρκεια πηγών –κάποτε νέων– και εξέταση της σύγχρονης αναθεωρημένης βιβλιογραφίας, εισαγωγικά ζητήματα μελέτης της περιόδου της Βενετοκρατίας στην Ελλάδα, στη συνέχεια, και στα επόμενα τρία κεφάλαια αναπτύσσεται η γεγονοτολογία της βενετικής παρουσίας και των σχέσεών της με το Βυζάντιο (κεφάλαιο Β’). Η μετάβαση από τη βυζαντινή στη λατινική Ρωμανία, η οδυνηρή κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους σταυροφόρους της τέταρτης σταυροφορίας, η διανομή των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ των σταυροφόρων, από την οποία οι Βενετοί θα κυριαρχήσουν στο ¼ του μισού των βυζαντινών εδαφών. Η δημιουργία της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως και τα νέα πολιτικά κέντρα του βυζαντινού κράτους: οι Αυτοκρατορίες της Νίκαιας, της Τραπεζούντας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Η ανάπτυξη μιας βενετικής Μεγάλης Ιδέας –ανάλογης της βυζαντινής Μεγάλης Ιδέας–, που δημιουργήθηκε από την τεράστια δύναμη της βενετικής παροικίας στην Κωνσταντινούπολη και την ανάπτυξη ισχυρών αυτονομιστικών τάσεων των Βενετών της Πόλης απέναντι στη Βενετία (σ. 85-113). Οι βενετικές κτήσεις στον ελληνικό χώρο και η εξελικτική τους πορεία: Κύπρος (περίοδος Φραγκοκρατίας και Βενετοκρατίας), Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Πελοπόννησος (περίοδος Φραγκοκρατίας και Βενετοκρατίας), Κρήτη, Νησιά του Αιγαίου, Εύβοια, Νησιά του Ιονίου (Κεφάλαιο Δ’, σ. 117-244).

Η χαρτογράφηση της Ύλης ιστορίας, η δομή και η επεξεργασία των επιμέρους ενοτήτων μάς παραδίδεται από την κορυφαία ιστορικό ως ένα γοητευτικό ταξίδι στην ελληνικότητα έξι αιώνων και ταυτόχρονα στο ανάπτυγμα εν τόπω και χρόνω της βενετικής κυριαρχίας στην ελληνική επικράτεια· και φωτίζει τις μεταμορφώσεις –κοινωνικές, οικονομικές, πολιτισμικές– των τόπων και των ανθρώπων, τις ωσμώσεις, τις αλληλεπιδράσεις, τις δημογραφικές μετακινήσεις, την εμπλοκή των θρησκευτικών δογμάτων, τις σχέσεις εξουσίας και τους θεσμούς, τα κοινωνικά κινήματα…

Ως πεπειραμένη οικοδέσποινα στο οικείο της περιβάλλον, η συγγραφέας, έχοντας εντρυφήσει συνετά και έντιμα στις πηγές της, κάποιες από τις οποίες παραθέτει ενισχύοντας ή τεκμηριώνοντας κριτικά την αφήγησή της, ξεναγεί τον κάθε αναγνώστη, χωρίς επιλεκτικότητες, στους πολλαπλούς κόσμους που συναρθρώνονται γύρω από τους δύο βασικούς της άξονες: τη Βενετία και τον ελληνικό κόσμο. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η ενδελεχής κριτική που ασκεί στην έννοια των τεκμηρίων, αυτών που παραθέτει αυτούσια στη συγγραφή της και που μεταδίδουν το άρωμα της εποχής, ανταποκρίνονται στην παρατήρηση του Ζακ Λε Γκοφ ότι αυτά δεν είναι αθώα και αντικειμενικά, αλλά εκφράζουν την εξουσία της κοινωνίας του παρελθόντος πάνω στη μνήμη και στο μέλλον, είναι δηλαδή το τεκμήριο ένα μνημείο (Ιστορία και μνήμη). Ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνει έναν ιδιαίτερα γοητευτικό τρόπο αφήγησης, ώστε να κατορθώνει να υποτάξει τον επιστημονικό λόγο στην αβίαστη –σχεδόν μυθιστορική– ροή, όπου ο ερευνώμενος κόσμος της γίνεται κόσμος προσωπικού ενδιαφέροντος του κάθε αναγνώστη.

Επιπλέον, ενώ έχει αποσπάσει από τη σύνολη ιστορία του ευρωπαϊκού χώρου της περιόδου μονοθεματικό τμήμα της, έχει πετύχει –όπως και παραπάνω επισημαίνουμε– να μεγεθύνει τη γεγονοτολογία και τη σημασία της ώστε να την προσφέρει, πειστικά επιχειρηματολογώντας, ως μείζον τμήμα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής ιστορίας, απευθυνόμενη τόσο στον φοιτητή, τον ιστορικό ερευνητή και τον φιλόλογο όσο και σε κάθε φιλίστορα αναγνώστη· με τη γοητεία ch maltezou23του λόγου και τη διαύγεια της σκέψης του ερευνητή που έχει κατανοήσει το αντικείμενό του υπηρετώντας το με το πάθος προσήλωσης στην αλήθεια· αλλά και τη συνείδηση της συνέχειας του ταξιδιού του στο μέλλον.

 

Ύλη ιστορίας του βενετοκρατούμενου ελληνισμού
13ος – 18ος αι.
Χρύσα Μαλτέζου
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
σ. 264
ISBN: 978-960-524-895-6
Τιμή: 20,00€
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Ευαγγελία Κιρκινέ: «Έθνος “εξ απαλών ονύχων”»

Με το περιεχόμενο του όρου «έθνος» και τον τρόπο που δημιουργείται το αίσθημα του ανήκειν σε ένα έθνος, κυρίως μέσω της «εθνικής εκπαίδευσης», καταπιάνεται η Eυαγγελία Κιρκινέ σε αυτή τη μελέτη της. Τι...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Μήδεια Αμπουλασβίλι – Έκα Τσκοΐτζε: «Εύλαλα μάρμαρα»

Η Ελλάδα και η Γεωργία είναι χώρες που βρέθηκαν σε αντίπαλους ιδεολογικοπολιτικούς και στρατιωτικούς σχηματισμούς κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους των τελευταίων 100 ετών, ενώ συνεχίζουν να...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Γιώργος Χατζηβασιλείου: «Φιλοσοφία της τεχνητής νοημοσύνης»

Οι κίνδυνοι της τεχνητής νοημοσύνης έγιναν ανάγλυφα φανεροί το 2018 σοκάροντας όλο τον κόσμο. Εκείνη τη χρονιά αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο της Cambridge Analytica, μιας εταιρείας πολιτικής επικοινωνίας η οποία πήρε παράνομα...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.