fbpx
Sarah Bakewell: «Πώς να ζούμε»

Sarah Bakewell: «Πώς να ζούμε»

Η Σάρα Μπέικγουελ μας λέει ότι ο ιστορικός Θίοντορ Ζέλντιν, αφού ίδρυσε μια ιστοσελίδα που την τιτλοφόρησε «The Oxford Μuse» [Η Μούσα της Οξφόρδης], ζήτησε από τον καθένα να του στείλει ένα μικρό αυτοβιογραφικό κείμενο που θα περιγράφει την καθημερινή ζωή του και πράγματα που έχει ο ίδιος ζήσει. Μετά, όλοι θα διαβάσουν τα αυτοβιογραφικά όλων. Έτσι πιστεύει πως οι άνθρωποι θα γνωριστούν μεταξύ τους.

Οι συμμετέχοντες προβάλλουν ό,τι νομίζουν πως έχουν ξεχωριστό, αλλά στο τέλος ανακαλύπτουν ότι έχουν πολλά κοινά με τους άλλους και εκείνο το οποίο μαθαίνουμε εμείς είναι ότι η ιδέα δεν ανήκει στον Ζέλντιν, αλλά στον Μοντέν, έναν διανοούμενο του 16ου αιώνα που ασχολήθηκε κυρίως με την ιδιωτική ζωή και έγραφε κείμενα ελεύθερης ροής με απλούς τίτλους, όπως «Για τη φιλία», «Για τους ανθρωποφάγους», «Για τους αντίχειρες» και αρκετά ακόμα «για», συνολικά 107 μικρά δοκίμια, γύρω στις χίλιες σελίδες. Σ’ αυτές τις σελίδες φαίνεται πως ο Μοντέν σημείωνε πρόχειρα ό,τι κέντριζε το ενδιαφέρον του και έπειτα έθετε ερωτήσεις «Πώς να ζούμε;» για να έχουμε μια καλή και έντιμη ζωή. Έτσι, η αρχική ερώτηση διασπάστηκε σε πάρα πολλές άλλες, που σχετίζονται με τον φόβο του θανάτου, την απώλεια ενός παιδιού σου ή ενός αγαπημένου φίλου, πώς να φερθείς αν πέσεις στα χέρια ληστών που θα σε σκοτώσουν ή θα ζητήσουν λύτρα, πώς να παρηγορήσεις τον γείτονα και γενικώς πώς να αξιοποιήσεις ό,τι έχεις για να ζήσεις καλά. Και με όλα αυτά, από την προσωπική του εμπειρία πάντα εκκινώντας, έφτασε να συλλέγει υλικό επί είκοσι χρόνια δημιουργώντας το αυτοπορτρέτο του.

Ο συγγραφέας προλαβαίνει τον αντιρρησία αναγνώστη, που θα έλεγε πως αυτά είναι μισής χιλιετίας γραπτά και πάρα πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Ναι, όμως το οικείο ύφος μάς κάνει να ξεχνάμε την απόσταση και να βιώνουμε «μια σειρά από εκπλήξεις οικειότητας». Οπότε, οι αναγνώστες της εποχής μας ανακαλύπτουν με έκπληξη τον εαυτό τους στον Μοντέν, όπως ο δημοσιογράφος Μπερνάρ Λεβί ή η Βιρτζίνια Γουλφ, που έβλεπε τους ανθρώπους να περνούν μέσα από το αυτοπορτέτο του Μοντέν.

Να σημειώσουμε ότι είναι ο πρώτος που έγραψε λογοτεχνία αξιοποιώντας τα προσωπικά του βιώματα αντί να βασιστεί στη φιλοσοφία ή στη μυθοπλασία. «Τον έχω κάνει δικό μου τόσο πολύ», έγραφε ο Αντρέ Ζιντ. Διαβάζοντας Μοντέν απέφυγε την αυτοχειρία ο Στέφαν Τσβάιχ (αλλά όχι και οριστικά, όπως ξέρουμε).

Αντικρούω τον εαυτό μου;
Πολύ καλά κάνω που αντικρούω τον εαυτό μου
(Είμαι μεγάλος περιέχω πλήθος)

Κάθε σελίδα και μια εμπειρία, μια γοητευτική περιήγηση στον κόσμο των βιωμάτων.

Μετά τη λογοτεχνία ο Μοντέν δοκίμασε και το essais, το δοκίμιο, «ένα βιβλίο με τρελή ιδιότυπη δομή» ή χωρίς καθόλου δομή, χωρίς σειρά, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Επιστρώσεις νέες πάνω σε παλιές, σαν «κοραλλιογενής ύφαλος», ένας διάλογος του συγγραφέα με τους αιώνες.

Στο αρχικό ερώτημα: «Πώς να ζούμε;», η πρώτη απάντηση είναι: «Να μη μας ανησυχεί ο θάνατος». «Το να φιλοσοφείς σημαίνει να μαθαίνεις πώς να πεθάνεις» έλεγε ο Κικέρων. Ο Μοντέν κατάλαβε τον θάνατο, που από αφηρημένη έννοια έγινε πραγματικότητα και χάροντας που θερίζει με το δρεπάνι, όταν ο καλύτερός του φίλος ο Μποεσί πέθανε από πανούκλα, όταν ο μικρός αδελφός του ο Αρνό πέθανε σε ένα αθλητικό δυστύχημα, όταν έπαιζε το jeu de paume, κάτι σαν τένις της εποχής, όταν ο ίδιος έχασε τέσσερα παιδιά. Δεν θα λέγαμε λοιπόν ότι δίνει συμβουλές εκ του ασφαλούς, αφού κάθε στιγμή αισθάνεται ότι ο θάνατος «τον κρατάει από τον λαιμό».

Αν σκέφτεσαι συχνά τον θάνατο, λένε οι φίλοι του οι Στωικοί, δεν θα μπορέσει ποτέ να σε βρει απροετοίμαστο. Η μεγάλη συνάντηση του Μοντέν με τον θάνατο, πάντως, συνέβη μια μέρα του 1569 ή αρχές του 1670, όταν ήταν στην εξοχή κι έκανε ιππασία. Ήταν 36 χρόνων και είχε την ευθύνη του οικογενειακού κτήματος, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ήταν ο seigneur. Το καθήκον αυτό τον κούραζε πάρα πολύ και γι’ αυτό, με την πρόφαση ότι πηγαίνει να δει τους αμπελώνες του, χιλιόμετρα μακριά, έφευγε από το βαρετό καθήκον και τις ανούσιες συζητήσεις των συνοδοιπόρων του με μια σπιρουνιά στο άλογο. Και, επειδή βυθιζόταν σε σκέψεις και υποθέσεις, δεν πρόσεχε το μονοπάτι ή τους συνοδούς του. Ούτε που κατάλαβε πώς κατέβηκε στον Άδη κι έπειτα ξαναγύρισε στη ζωή με ωραίες και απρόβλεπτες –και για τον ίδιο και για τον αναγνώστη– υποθέσεις και επινοημένα σκηνικά. Ήταν «ένα ταξίδι στην επικράτεια του θανάτου», που «κατάφερε να τον γευτεί, με τον ίδιο τρόπο που δοκιμάζει κανείς μια άγνωστη γεύση», είπε. Ένα δοκίμιο θανάτου, μια excercitation είναι η λέξη που χρησιμοποίησε γι’ αυτή την εμπειρία. Με άλλα λόγια, η μοίρα τού είχε προσφέρει την τέλεια εμπειρία, την οποία θα επεξεργαζόταν αργότερα με λεπτομέρειες. Όταν πεθαίνεις, λένε, δεν συναντιέσαι με τον θάνατο, γιατί «αναχωρείς πριν εκείνος φθάσει» (ιδού και ο Επίκουρος). Η ύπαρξή σου κρέμεται από μια κλωστή στην άκρη των χειλιών σου. Ο Πετρώνιος και ο Τιγκιλίνος προτίμησαν να πεθάνουν γλεντώντας, ο Μαρκελίνος όμως απέφυγε τον θάνατο με μια γαλήνια ευθανασία· αφού νήστεψε μερικές μέρες, έκανε ένα καυτό μπάνιο και όπως το νερό εξατμιζόταν εξατμίστηκε και ο ίδιος, ψιθυρίζοντας χαλαρά πόσο ωραία ένιωθε. Τελικώς, η πιο καλή απάντηση στο θέμα είναι: «Να μη μας ανησυχεί ο θάνατος».

Δεύτερη απάντηση στο: «Πώς να ζούμε;» είναι: «Να εστιάζουμε την προσοχή μας». Πού; Στα χίλια βιβλία της κυκλοτερούς βιβλιοθήκης του; Στις τοιχογραφίες των τοίχων του; Στις φωνές των σοφών που του φωνάζουν πως «Μόνο ένα πράγμα είναι βέβαιο, πως τίποτα δεν είναι βέβαιο» (σοφέ μου Ηράκλειτε) ή στη συμβουλή του Σενέκα προς τους φίλους, να συνταξιοδοτηθούν για «να βρουν τον πραγματικό εαυτό τους»; Ο Μοντέν συνταξιοδοτημένος ένιωθε ότι «το μυαλό του άρχισε να καλπάζει σαν άλογο που το έχει σκάσει». Αν νιώθεις βαρεμάρα, δώσε σημασία στον φυσικό κόσμο, συμβούλευε. Εστίασε στον εαυτό σου, σ’ αυτό που έχεις τώρα μπροστά σου… Το ταξίδι στη Ρώμη ήταν γεμάτο θαύματα: εξορκισμός και αυτομαστίγωση, το προσκύνημα του Πάπα, ένα «αίσθημα παραισθητικής παραξενιάς»…

sa bakewell 23Κάθε σελίδα και μια εμπειρία, μια γοητευτική περιήγηση στον κόσμο των βιωμάτων. Η μετάφραση του Βαγγέλη Προβιά εξαιρετική.

 

Πώς να ζούμε
ή Η ζωή του Μοντέν, σε μία ερώτηση και είκοσι πιθανές απαντήσεις
Sarah Bakewell
μετάφραση: Βαγγέλης Προβιάς
Ίκαρος
592 σελ.
ISBN 978-960-572-532-7
Τιμή €22,00
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Γιώργος Χατζηβασιλείου: «Φιλοσοφία της τεχνητής νοημοσύνης»

Οι κίνδυνοι της τεχνητής νοημοσύνης έγιναν ανάγλυφα φανεροί το 2018 σοκάροντας όλο τον κόσμο. Εκείνη τη χρονιά αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο της Cambridge Analytica, μιας εταιρείας πολιτικής επικοινωνίας η οποία πήρε παράνομα...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
Σπύρος Ι. Ράγκος: «Θαυμάζειν – Απορείν – Φιλοσοφείν»

Η διαδικασία της γραφής συνιστά αφ’ εαυτής μια περιπέτεια, ένα ταξίδι που ενδεχομένως δεν κλείνει ούτε καν εκείνη τη στιγμή που η βούληση του δημιουργού της θα επιλέξει ως τέλος της. Αλλά η...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΜΕΛΕΤΕΣ - ΔΟΚΙΜΙΑ
J. Bradford DeLong: «Στον δρόμο προς την ουτοπία»

«Η οικονομική ιστορία δεν έχει ανοσία στην ιδεολογία, κυρίως επειδή οι οικονομικοί ιστορικοί δεν έχουν ανοσία στην ιδεολογία. Μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει τους ίδιους αριθμούς και δείκτες για να...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.