Λευτέρης Καντζίνος: «Αθήνα 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια»
Μέχρι το 1687, ο Παρθενώνας παρέμενε σχεδόν ακέραιος για μια περίοδο δυο χιλιετιών. Όλοι οι κατακτητές είχαν σεβαστεί το αρχιτεκτονικό θαύμα, ακόμα κι οι Οθωμανοί τον θεωρούσαν ιερό χώρο, όμως οι Ενετοί δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να τον ανατινάξουν, γκρεμίζοντας τους τρεις από τους τέσσερις τοίχους του κύριου εσωτερικού χώρου (σηκού). Μετά τον βομβαρδισμό, τα τρία πέμπτα των αναγλύφων της ζωφόρου κατέπεσαν και πιθανότατα το σύνολο της στέγης του ναού διαλύθηκε, οι στρατιώτες πανηγύρισαν την καταστροφή με ιαχές, ενώ ο επικεφαλής τους, ναύαρχος Μοροζίνι, «διέταξε την αποκόλληση ενός τμήματος από το δυτικό αέτωμα, στο οποίο αναπαρίστατο ο θεός Ποσειδώνας με δυο μεγαλοπρεπή άλογα της Αθηνάς. Οι σκαλωσιές όμως, οι οποίες στήθηκαν για τη διαδικασία αποκόλλησης των αγαλμάτων, δεν ήταν στέρεες, με αποτέλεσμα τα γλυπτά να πέσουν και να θρυμματιστούν».
Η καταστροφή της Ακρόπολης, που συνέβη κατά την προσπάθεια των Ενετών να ανακτήσουν τις χαμένες κτήσεις τους, σημάδεψε την περίοδο της κυριαρχίας των Φράγκων –έτσι αποκαλούσαν οι Βυζαντινοί όλους τους εισβολείς από τη Δύση– στην Ελλάδα προξενώντας θλίψη και οργή σε όλο τον κόσμο, καθώς ένα από τα ομορφότερα καλλιτεχνικά δημιουργήματα της ανθρωπότητας είχε χαθεί για πάντα. Οι Φράγκοι που συνέρρεαν από τα δυτικά δεν στέριωσαν στην ηπειρωτική Ελλάδα παρά μόνο στα νησιά, στην Πελοπόννησο και στις ακτές της δυτικής Ελλάδας, επιζητώντας πάντα την ασφαλή διέξοδο προς τη θάλασσα. Η περίοδος της κυριαρχίας τους χαρακτηρίζεται από ολιγανθρωπία λόγω των επιδημιών και των σεισμών, γεγονός που αντιμετωπίστηκε με εποικισμούς Αρβανιτών, οι οποίοι από τότε εγκαθίστανται στην Αττική και στα πέριξ. Την περίοδο αυτή επίσης έλαβαν χώρα πολλά συναρπαστικά ιστορικά γεγονότα, όπως η μάχη του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου με τον Σουλτάνο Μουράτ Β’ το 1446 στο Εξαμίλιον, το περίφημο τείχος που ξαναχτίστηκε μπροστά στον Ισθμό της Κορίνθου για να προστατέψει τους Βυζαντινούς από τις εισβολές των Οθωμανών.
Η περίοδος της φραγκοκρατίας είναι μέρος των λεγόμενων «σκοτεινών χρόνων» στον χώρο της ελληνικής επικράτειας, που δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς από τους ιστορικούς. Ο Λευτέρης Καντζίνος, που αγαπά τη μελέτη λιγότερο δημοφιλών ή και άγνωστων πτυχών της ιστορίας, ανασυνθέτει πολλές από τις χαμένες εικόνες μιας εποχής με την οποία το ευρύ κοινό είναι ελάχιστα εξοικειωμένο. Ο ερευνητής εστιάζει στον χώρο της χριστιανικής Αθήνας, η οποία κατόρθωσε να εγκολπώσει την αρχαία λατρεία συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων και διατηρώντας τον παραδοσιακό λατρευτικό χαρακτήρα κάθε χώρου. Ο ναός της Παρθένου Αθηνάς μετατρέπεται σε ναό της Παρθένου Μαρίας, ο ναός της Ήρας μεταμορφώνεται σε ναΐδριο της Παναγίας, το Ασκληπιείο γίνεται ναός των προστατών της υγείας Αγίων Αναργύρων, το Ωρολόγιο του Κυρρήστου (Αέρηδες) μετατρέπεται σε Βαπτιστήριο, ναΐσκος των χθονίων θεοτήτων Δήμητρας και Κόρης πλαισιώθηκε με ένα από τα πρώτα χριστιανικά κοιμητήρια. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις διαιώνισαν μια σειρά από δοξασίες στη συνείδηση του λαού, που ένιωθε συνεχιστής μιας παράδοσης λαμπρής και πανάρχαιας.
Η περίοδος της φραγκοκρατίας είναι μέρος των λεγόμενων «σκοτεινών χρόνων» στον χώρο της ελληνικής επικράτειας, που δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς από τους ιστορικούς.
Την περίοδο αυτή, αν και είχε χάσει τη λαμπρότητά της, η Αθήνα διατηρούσε κάτι από το μεγαλείο της αρχαιότητας. Οι επιδρομείς και οι περιηγητές που περνούσαν εντυπωσιάζονταν από τα αρχαία μνημεία και το φυσικό κάλλος της, ένα σκανδιναβικό χειρόγραφο του 11ου αιώνα αναφέρει: «Η Αθήνα δικαίως αποκαλείται μήτηρ των επιστημών […] καμία ελληνική πόλη δεν είναι πιο λαμπρή και πιο όμορφη από αυτήν…». Ο Άραβας γεωγράφος Εδρισή την περιγράφει ως «μία πολυάνθρωπη πόλη, η οποία περιβαλλόταν από κήπους και καλλιεργήσιμα χτήματα», άλλοι Άραβες ιστορικοί και γεωγράφοι την ονομάζουν Ιτσχανιγιάχ, δηλαδή «πόλη των Ελλήνων σοφών», ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Λουκάς Χρυσοβέργης τη χαρακτηρίζει «πανευδαίμων χώρα». Η εισβολή των Φράγκων θα τη βυθίσει στην παρακμή, κι όμως ο Νικόλαος Μακιαβέλι, πρόγονος του περιώνυμου διπλωμάτη και ουμανιστή, θα γράψει σε κάποια επιστολή του: «Ουδέποτε είδες στη ζωή σου τόσο ωραία χώρα και ακρόπολη όπως αυτή», ενώ ο λόγιος και μητροπολίτης Μιχαήλ Χωνιάτης «παρέμενε εκστασιασμένος από το φυσικό κάλλος του λεκανοπεδίου της Αττικής, όπου οι ελαιώνες, οι αμπελώνες και οι καλλιέργειες σιταριού κάλυπταν το σύνολο της πεδιάδας, καθώς πευκόφυτες εκτάσεις συμπλήρωναν το τοπίο φθάνοντας μέχρι τους πρόποδες των γειτονικών βουνών. Από εκεί ξεκινούσαν μικροί χείμαρροι, που στη συνέχεια ενώνονταν σε ποτάμια, περνώντας μέσα από τα αγέρωχα αλλά ερειπωμένα αρχαία μνημεία».
Το καλοκαίρι, καθώς το φως διυλίζει το σύμπαν γύρω μας, οι χρονικές αποστάσεις μοιάζουν να αμβλύνονται και νιώθει κανείς πιο κοντά σε εποχές όπως η αρχαιότητα ή το Βυζάντιο. Οι πληροφορίες και το υλικό που συγκέντρωσε ο Λευτέρης Καντζίνος είναι ένα θαυμάσιο έναυσμα για να έρθει κανείς σε επαφή με μια σκοτεινή μα συναρπαστική εποχή, κατά την οποία η Αθήνα κατάφερε να διατηρήσει την πνευματική της ικμάδα, περνώντας μέσα από καταστροφές και δοκιμασίες που την έφεραν στο χείλος της απόλυτης εξαφάνισης.
Αθήνα 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια
Λευτέρης Καντζίνος
Πρόλογος: Νίκος Βατόπουλος
Μεταίχμιο
304 σελ.
ISBN 978-618-03-2163-0
Τιμή €16,60