fbpx
Θανάσης Λιακόπουλος: «Αντινομίες τριών εποχών»

Θανάσης Λιακόπουλος: «Αντινομίες τριών εποχών»

Κάθε διήγημα του Θανάση Λιακόπουλου, στη συλλογή διηγημάτων του Αντινομίες τριών εποχών, έχει τον δικό του τρόπο να ξαφνιάζει. Ο υπότιτλος του βιβλίου, Μια ελάχιστη αμερικανική τριλογία σε έναν αθηναϊκό μικρόκοσμο, υποδεικνύει το διαφορετικό ύφος ανάμεσα στον διαφορετικό τόπο έμπνευσης των διηγημάτων. Η πρώτη ενότητα εμπνευσμένη από την αμερικανική κουλτούρα, η δεύτερη εγκλωβισμένη στον αθηναϊκό μικρόκοσμο, η τρίτη αποτελεί τις αντινομίες, παράξενες καταστάσεις, στο όριο του μεταφυσικού. Ο συγγραφέας θέτει προβληματισμούς και ερωτήματα, καλώντας τον αναγνώστη να απαντήσει.

Ένας βόας και ένα αγόρι με χαμηλή αυτοπεποίθηση κάνουν έναν παράξενο συνδυασμό, στο πρώτο διήγημα, παρέχοντας την υπόσχεση στον αναγνώστη ότι διαβάζει κάτι ξεχωριστό.

Πόσες πίτσες μπορεί να φάει ένα supermodel αναρωτιόμαστε στο δεύτερο διήγημα, καθώς ο φακός ενός κλεμμένου κινητού συλλαμβάνει ένα διάσημο μανεκέν να κουβαλάει πέντε κουτιά jumbo πίτσας. Πόσο άραγε μπορεί να αξίζει η φωτογραφία αυτή; Και ποιος θα καρπωθεί το όφελος; Πόσο διαφορετική μπορεί να είναι η ζωή ενός άστεγου που ψάχνει ανάμεσα στα αποφάγια μιας πιτσαρίας με τον φόβο ότι θα τον κυνηγήσει αυτός που μαζεύει τα σκουπίδια και όσων μπορούν να συμμετάσχουν σε ένα πάρτι με διάσημα μοντέλα;

Ιδιαίτερα σκληρό το τελείωμα της αμερικανικής τριλογίας, όσο σκληρός είναι και ο άνθρωπος. Οι περιγραφές της βίας και της απάντησης σε αυτή ζωγραφίζονται σαν πίνακας μπροστά στον αναγνώστη, με τρόπο που είναι δύσκολο να ξεχάσει.

Μπαίνοντας στον αθηναϊκό μικρόκοσμο με το επόμενο διήγημα το παραμύθι αρχίζει, ενώ ο αναγνώστης ηρεμεί στον κήπο του Νομισματικού Μουσείου, στο παλιό σπίτι του ζεύγους Σλήμαν, έστω κι αν τον ήρωα τον οδήγησε εκεί η μοναξιά και τα χρήματά του φτάνουν για τον πιο φτηνό καφέ. Και εκεί το ερώτημα που προκύπτει είναι: Εγκαταλείπουν άραγε ποτέ οι ιδιοκτήτες τα σπίτια τους; Ή πόσο εύκολο είναι να γίνει ρουτίνα το αδύνατο;

«Μας ψεκάζουν;» Μπορούμε να αναρωτηθούμε αμέσως μετά, καθώς και: «Είναι τρελοί όσοι ακούνε φωνές;» Μήπως οι φωνές έχουν τον δικό τους τρόπο να συνεννοούνται μεταξύ τους;

Στα Εξάρχεια μεταφερόμαστε στο επόμενο διήγημα, καθώς αναρχικοί ετοιμάζουν την επίθεσή τους στους αστυνομικούς. Στόχος να μην υπάρξουν θύματα. Είναι όμως κοινός ο στόχος; Αν κάποιος δεν νοιάζεται για τον αγώνα, αλλά μόνο για να πουλήσει την είδηση; Και πώς ξεχωρίζεις τον ιδεολόγο από τον καιροσκόπο;

Δεν μπορούμε να απομακρυνθούμε από τα στέκια μας, δηλώνει με τον τρόπο του το επόμενο διήγημα. Ακόμα κι αν έχουμε καιρό να πάμε, αν κάποιος καλέσει και πάλι την παλιοπαρέα όλα θα μοιάζουν όπως παλιά. Και κανείς δεν πρέπει να ξαφνιαστεί από το ποιοι μπορεί να ανταποκριθούν στην πρόσκληση. Το βασικό όμως ερώτημα που προκύπτει είναι: Πότε άραγε πεθαίνουμε πραγματικά; Μήπως δεν έχει σχέση μ’ εμάς αλλά με το έργο μας, είτε είναι ένα μπαρ που χάνει σιγά σιγά την πελατεία του, είτε τα γραπτά ενός συγγραφέα, που δεν διαβάζονται πια;

Μια συναυλία κυριαρχεί στο επόμενο διήγημα. Δύο μεσήλικες που δεν έχουν πια διάθεση να βρεθούν κοντά στην εξέδρα όπως θα έκαναν παλιά, η σκιά ενός ζευγαριού που χορεύει αισθησιακά, ένα κορίτσι πρόθυμο να δοθεί στη μουσική, σε έναν ξένο, στον χορό.

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την επικαιρότητα, μετατρέποντάς τη σε ένα παραμύθι που κινείται στα όρια του ρεαλισμού, και περιγράφει σαν να ζωγραφίζει με έντονα χρώματα, δημιουργώντας σκληρές εικόνες που είναι δύσκολο να ξεχάσεις.

Χριστουγεννιάτικο το επόμενο διήγημα του αθηναϊκού μικρόκοσμου, ζωγραφίζει όμως μια κάθε άλλο παρά λαμπερή χριστουγεννιάτικη εικόνα, «με είκοσι μισορακένδυτα παιδιά απ’ όλες τις φυλές του Ισραήλ να περπατάνε τσούρμο στην Αχαρνών, τουρτουρίζοντας από το κρύο και να τραγουδάνε με πάθος» ένα παράξενο τραγούδι σε μια προσπάθεια να ζεσταθούνε.

Διαφορετική η μουσική που αποπνέει το επόμενο διήγημα – πατώντας σε μια πραγματική πολιτιστική καταστροφή, αφουγκράζεται το απίθανο. Η δισκογραφική εταιρεία Κολούμπια, ερείπιο πλέον, πρέπει να ισοπεδωθεί, ο χώρος πρέπει να γίνει εκμεταλλεύσιμος. Μπορεί κάποιοι νοσταλγοί να αντιδρούν, αλλά κάποιοι άλλοι έχουν ένα γραμμάτιο να πληρώσουν και πρέπει να δουλέψουν. Οι χώροι πολιτισμού όμως είναι μόνο μπάζα ή έχουν τη δική τους ψυχή ή, στην περίπτωση μιας δισκογραφικής εταιρείας, τη δική τους φωνή;

«Ξέρεις σε ποια μιλάς έτσι;» Το ερώτημα που διατρέχει την ελληνική κοινωνία εκφράζεται διά στόματος μιας κυρίας που δουλεύει σε υπουργείο στο επόμενο διήγημα. Έχει άραγε σημασία τι έκανες ή ποιος είσαι;

Μια οικογενειακή ιστορία, μια αφύσικη αγάπη, ένας φόνος, ένα σκάνδαλο, ένας αστυνομικός με πείρα στις ανακρίσεις, μια απρόσμενη ομολογία συνθέτουν την επόμενη ιστορία, ένα αστυνομικό διήγημα.

Ένας υποψήφιος δήμαρχος με πολλά λεφτά, λεφτά που έβγαλε στην Αμερική σε επιχειρήσεις με γυναίκες, επιχειρήσεις που θέλησε να δημιουργήσει και στην πατρίδα του, και μια καθωσπρέπει υποψήφια δήμαρχος. Ποιος θα πάρει τις εκλογές; αναρωτιόμαστε στο επόμενο διήγημα. Υπάρχει ψυχικό έλλειμμα του Έλληνα στο οποίο μπορούν να ποντάρουν οι υποψήφιοι;

Με ένα ταξίδι στη θάλασσα ανοίγει η τρίτη ενότητα, «Αντινομίες». Ένα ποίημα γραμμένο σε πεζό λόγο. «Κάποτε ήταν μια θάλασσα, κι εγώ ο ναυτικός της».

Καλεσμένος σε διπλωματικό δείπνο ο ήρωας του επόμενου διηγήματος, μεταφραστής στην αραβική πρεσβεία στην Ελλάδα, προκειμένου να εορταστούν τα γενέθλια του Μεγαλειότατου. Πόσο τιμητική είναι άραγε η πρόταση και πόση παρότρυνση χρειάζεται για να συμμετάσχει κανείς στο δείπνο αυτό;

Στη δημιουργία ενός κήπου παρευρισκόμαστε αμέσως μετά. Ένας κήπος μπορεί να σώσει έναν άνθρωπο, μια ψυχή; Κι αν το κομμάτι αυτό της γης ανήκει σε άλλον από τον κηπουρό του; Μήπως τα άσχημα πράγματα συμβαίνουν όταν γίνεσαι κάτι που δεν είσαι;

Με ένα διήγημα για την εξουσία, την εκδίκηση, την αγάπη αλλά και τη βλακεία, που μπορεί εύκολα να στείλει κάποιους στον δήμιο, τελειώνουν οι «Αντινομίες», με μια ανατριχιαστικά μεγαλοπρεπή εικόνα να κυριαρχεί.

th liakopoulos23Απαισιοδοξία διατρέχει κάθε διήγημα – παρ’ όλα αυτά, σου μένει η αίσθηση ενός ονείρου που, όταν ξυπνάς, δεν σου αφήνει τη γεύση του εφιάλτη αλλά την αίσθηση της μεταφυσικής εμπειρίας. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την επικαιρότητα, μετατρέποντάς τη σε ένα παραμύθι που κινείται στα όρια του ρεαλισμού, και περιγράφει σαν να ζωγραφίζει με έντονα χρώματα, δημιουργώντας σκληρές εικόνες που είναι δύσκολο να ξεχάσεις.

 

Αντινομίες τριών εποχών
Μια ελάχιστη αμερικάνικη τριλογία σε έναν αθηναϊκό μικρόκοσμο
Θανάσης Λιακόπουλος
Λέμβος
171 σελ.
ISBN 978-618-5413-29-3
Τιμή €12,72
001 patakis eshop

 

 


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Κώστια Κοντολέων: «Η Ίμα στη Ville d’Avray»

Η βαριά πόρτα ανοίγει και κλείνει, οριστικά πια πίσω της. Τα βρεμένα πεζοδρόμια έπαψαν να αντανακλούν μικρές ή μεγάλες σκιές, οι ομπρέλες μάσκες προσώπων και προσωπείων κρύβουν ταυτότητες ίσως και...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.