fbpx
Χρήστος Σιάφκος: «Γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια...»

Χρήστος Σιάφκος: «Γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια...»

Τρία γράμματα οι Εκδόσεις ΚΨΜ, ολόκληρη η αλφαβήτα για τη συλλογή διηγημάτων του Χρήστου Σιάφκου Γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια..., από τα πρώτα βιβλία που εκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο μετά την πρόσφατη στροφή του στην ελληνική λογοτεχνία.

Δημοσιογράφος ο συγγραφέας, αφήνει τον ποιητικό λόγο να πάρει το πάνω χέρι στα διηγήματά του και μάλλον και οι έρωτες παραμερίζονται αρχικά, αφήνοντας το κρασί να πρωταγωνιστήσει στην πρώτη ενότητα διηγημάτων, με τίτλο «Η νοσταλγία του κρασιού». Κάθε γράμμα της αλφαβήτου δίνει το έναυσμα για την αρχή διαφορετικών ιστοριών, πάντα με επίκεντρο τον οίνο και με αφορμή τον έρωτα. Οι ιστορίες μικρές, σαν δοκιμή κρασιού, αφήνοντας η καθεμία τη δική της γεύση. Από τον Έλληνα που θα πιει συγκρατημένα προκειμένου να κατακτήσει δύο Αγγλίδες τουρίστριες, για να περάσει σε δύο φίλους που πίνουν παρέα μετρώντας με τα ποτήρια τα κοινά σημεία της ζωής τους. Πολλές οι ευκαιρίες για να μπει ένα ποτήρι στο τραπέζι, πολλές οι ευκαιρίες για φλερτ, για νέους έρωτες, για εορτασμό επετείων, για επανασυνδέσεις, για χωρισμούς, για ξεχασμένες μυρωδιές και γεύσεις.

Η νοσταλγία του κρασιού είναι σαν τις βαρείες, τις δασείες, τις οξείες και τις περισπωμένες, που τον παίδεψαν στα παιδικά του χρόνια. Τώρα του λείπουν, όπως του λείπει κι εκείνο το βάσανο των μεσημεριών της Κυριακής, όταν ο πατέρας τού έδινε ένα τάλιρο και την οκαδιάρα, για να πάει να τη γεμίσει. Το κρασοπουλειό ήταν ένα υπόγειο, μια ανάσα δρόμος. Κατέβαινε, όχι παραπάνω από δέκα σκαλοπάτια, και τον έπιανε από τη μύτη η επιθετική οξύτητα της ρετσίνας... Πίνει πολύ σπάνια ρετσίνα και δακρύζει, ίσως γιατί είναι άμαθος και τον πιάνει στο λαιμό.

Από τον τρύγο στο ποτήρι οι ιστορίες πολλές, όπως και από το φλερτ στον χωρισμό. Πλήθος χαρακτήρες με κοινό χαρακτηριστικό την αγάπη τους για το κρασί. Ο «ξερόλας», που θα το παίξει έξυπνος στον σερβιτόρο, κάνοντας τον οινολόγο που ακούει τυχαία πιο δίπλα να απαυδήσει: «Να σου πω κάτι, αγόρι μου, για να μαθαίνεις; Το χειρότερο χύμα είναι καλύτερο από το πιο καλό εμφιαλωμένο. Γι’ αυτό βάλτε βαρέλι, διαφορετικά θα χάσετε τους πελάτες σας». Από την άλλη υπάρχει και ο σερβιτόρος που παίρνει το ύφος που ταιριάζει στο ακριβό μαγαζί όπου εργάζεται και επιμένει ότι δεν μπορεί να φέρει παγωνιέρα, διότι το κόκκινο κρασί πίνεται σε θερμοκρασία δωματίου. «Όμως, άντε να του εξηγήσεις ότι άλλο η θερμοκρασία δωματίου κι άλλο το τριανταπεντάρι που μας παιδεύει τώρα».

Τα διηγήματα έχουν άρωμα σαν από παλιό κρασί. Από κάποιες καλές χρονιές, που παρέμεινε για καιρό εμφιαλωμένο, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή και παρέα για να ανοίξει...

«Θα σ’ αγαπάω για πάντα» υπόσχεται το επόμενο διήγημα από την ενότητα του κρασιού, μόνο που το κρασί εξακολουθεί να δίνει το παρών. Ο ήρωας θα ξυπνήσει έχοντας ξοδέψει τα τελευταία ψιλά που βρήκε στις τσέπες του, καπνίζοντας ένα από τα τελευταία τσιγάρα στο πακέτο και φτιάχνοντας τον τελευταίο καφέ, αδειάζοντας το κουτάκι. Κι όμως μέσα από την αγάπη, σαν άλλη Σκάρλετ Ο’ Χάρα, μπορεί να πει: «Αύριο ήταν μια άλλη μέρα...»

Στο επόμενο διήγημα, ο ήρωας δεν θα δει το Παρίσι την πρώτη φορά που θα βρεθεί στην πόλη, καθώς θα προτιμήσει να το γνωρίσει μέσα από το σώμα μιας γυναίκας, έτσι όπως γνωρίζεις καλύτερα μια πόλη. Το Παρίσι θα είναι έξω από το δυαράκι που στεγάζει τον έρωτα των δύο πρωταγωνιστών και θα περιμένει. «Ας ελπίσουμε πως ανάμεσα στις αρετές του βρίσκεται και η υπομονή».

Απιστία στον έρωτα, απιστία στο κρασί, αφού αν διάλεγε γεύση για τα χείλη της, θα διάλεγε της μπίρας, στο επόμενο διήγημα. Ακόμα κι αν ξέρεις ότι ένας έρωτας μπορεί να τελειώσει, μπορείς να τον απολαύσεις μέχρι την τελευταία γουλιά.

Αισθησιασμός, ερωτισμός διατρέχει άλλοτε πιο διακριτικά, άλλοτε πιο έντονα τα διηγήματα. «Όμως, ένα μεσημέρι την είδαν να βγαίνει από το πλυσταριό μόνο με το κομπινεζόν. Και η μια τιράντα έπεφτε και φαινόταν λίγο η αρχή του στήθους της».

Διαφορετική η γραφή στο διήγημα «Η Ντάρντα των ονείρων του», όπου η υπόθεση εξελίσσεται μέσα από την αλληλογραφία ανάμεσα στους συγγενείς που έμειναν πίσω και στους άλλους που έφυγαν για την Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Μια τύχη που, από ό,τι φαίνεται στην τηλεόραση, μάλλον τη βρήκαν. Έτσι, η αδελφή δε θα διστάσει να ζητήσει από τον αδελφό της στην Ελλάδα να τους στείλει ποδήλατα και κουζίνες και μοτοσικλέτα και τόσα άλλα και να μην ανησυχεί για τα πράγματα πώς θα τα στείλει, θα τα βάλουν σε ένα φορτηγό. Όλα μπορούν να γίνουν στην Ελλάδα. Το λέει η τηλεόραση. «Στην περίπτωση που δεν ευκολύνεσαι για όλα τα πράγματα, μπορεί να ζητήσεις μερικά από την κυρία Κορομηλά, που τα δίνει τζάμπα από την τηλεόραση». Γλυκόπικρη η γραφή, σε κάνει να χαμογελάς η άποψη που μπορεί να έχουν άνθρωποι που μαγειρεύουν στο πετρογκάζ για μια Ελλάδα ευημερίας. Σε κάνει να αναρωτιέσαι σήμερα εάν υπήρξε ποτέ αυτή η Ελλάδα, που τη ζωή των κατοίκων της ζήλευαν οι κάτοικοι άλλων χωρών.

Σε μια ιταλική τρατορία ο ήρωας της επόμενης ιστορίας θα αγαπήσει το καλό φαγητό «...όχι την πιθανή μοναδικότητα της γεύσης, αλλά ως κρίσιμο παράγοντα για ουσιαστική επικοινωνία με τους συνδαιτυμόνες. Εκεί ακόμα έμαθα να πίνω κρασί σε μεγάλα και όχι σε μικρά ποτήρια, όχι ως μερακλής, δηλαδή, όπως ήθελε η φτωχιά πατρίδα, αλλά σαν πλούσιος, όπως ήθελε ο νέος τόπος που έβγαζε άφθονο». «Του το φωνάζω! Του το κουνάω! Του το δείχνω! Σε θέλω, αγόρι μου! Δεν καταλαβαίνει! Κοιμάται όρθιος; [...] Η μαμά έχει δίκιο όταν λέει πως οι άντρες είναι ηλίθιοι», κάπως έτσι η Άννα αποφασίζει ότι δεν θα ξανασερβίρει Δευτέρα, μέσα από ένα διήγημα γεμάτο παρεξηγήσεις. Πώς λειτουργεί η ζήλια; Με αφορμή μια επέτειο και μια επανάσταση, ο έρωτας καταφέρνει και πάλι να πάρει το επάνω χέρι, παρέα φυσικά με μια καράφα κρασί. Με έναν χωρισμό κλείνει το βιβλίο, κλείνοντας το μάτι στο προηγούμενο διήγημα, γιατί τα πάντα θα μπορούσαν να γίνουν και διαφορετικά.

Τα διηγήματα έχουν άρωμα σαν από παλιό κρασί. Από κάποιες καλές χρονιές, που παρέμεινε για καιρό εμφιαλωμένο, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή και παρέα για να ανοίξει...chr siafkos22

 

Γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια...
Χρήστος Σιάφκος
ΚΨΜ
σ. 184
ISBN: 978-618-5156-97-8
Τιμή: 15,90€
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Απόστολος Στραγαλινός: «Το πρωί που θα φύγουμε»

Ο Απόστολος Στραγαλινός είναι γνωστός ως ένας από τους καλύτερους μεταφραστές γερμανικών λογοτεχνικών κειμένων. Ανάμεσα στους συγγραφείς που έργα τους έχει μεταφέρει στη γλώσσα μας συγκαταλέγονται...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.