fbpx
Κώστας Μπαρμπάτσης: «Λυκοχαβιά»

Κώστας Μπαρμπάτσης: «Λυκοχαβιά»

Κατ’ αρχάς, να εξηγήσουμε τι σημαίνει η λέξη «λυκοχαβιά». Όταν οι γιδοβοσκοί σκότωναν έναν λύκο, έγδερναν τη μουσούδα του από τον σβέρκο έως μπροστά και έδιναν το δέρμα στον παπά του χωριού, ο οποίος το άγιαζε στην Αγία Τράπεζα και όταν κάποιος είχε μια δύσκολη στιγμή να αντιμετωπίσει (όπως για παράδειγμα ένα άνισο δικαστήριο) έπαιρνε ένα κομμάτι, το οποίο είχε στην τσέπη του κι έτσι η υπόθεσή του είχε αίσιο τέλος. Στη συνέχεια, να πούμε ότι η Λυκοχαβιά είναι του ύψους του Γκιακ, φυσική επέκταση των διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή (όχι μόνο θεματολογικά, τοπογραφικά, αλλά και γλωσσικά με αυτή την ντοπιολαλιά της Ηπείρου που o συγγραφέας χρησιμοποιεί) και παράλληλα (πλην ενός διηγήματος που φτάνει μέχρι τη Χούντα) έργο τοποθετημένο χρονολογικά στη δεκαετία του ’40 με την Κατοχή, την Αντίσταση, την Απελευθέρωση και τον Εμφύλιο. Και για να κλείσουμε με τα γενικά που αφορούν αυτό το τέλειο μυθοποιητικό βιβλίο –συλλογή διηγημάτων, επακριβώς–, θα πρέπει να πούμε πως η ντοπιολαλιά (πολλοί συγγραφείς την προτιμούν όταν έχουν να κάνουν με ήρωες της υπαίθρου) είναι τόσο καλά προσαρμοσμένη στην αφηγηματική ροή, στην οικονομία του λόγου και στη ρευστότητα της κατά τα άλλα διαδικασίας και εκφοράς, που σχεδόν δεν χρειάζεται γλωσσάρι, καθώς πολύ γρήγορα μπορεί να εισέρχεσαι στον γλωσσικό υπαινιγμό, ταυτίζεσαι με τους πρωταγωνιστές που μιλούν ακριβώς έτσι και τελικώς αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά ο πλούτος της γλώσσας μας, όπως αυτός καταγράφεται στα ορεινά της πατρίδας μας. Μια γλώσσα που έρχεται από τους αιώνες, που αναμείχθηκε με τα διάφορα φύλα που κατέλαβαν την περιοχή και παρ’ όλα αυτά παρέμεινε ελληνική, τόσο ώστε ακόμη και εμείς που έχουμε διδαχθεί τη ζωή στον αστικό ιστό, όχι μόνο να μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθός της αλλά, πολύ περισσότερο, να την απολαμβάνουμε λογοτεχνικά (και πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου εύκολο να το πετύχει αυτό ένας συγγραφέας). Άρα, πέρα από τα πρωτοποριακά θέματα με τα οποία ο πρωτοεμφανιζόμενος πεζογράφος Κώστας Μπαρμπάτσης καταγίνεται, εκείνο που πραγματικά εκπλήσσει είναι η ιδιαιτερότητα με την οποία δομούνται, καθώς τόσο το συναίσθημα όσο και το αντίθετό του, η βία (ιδίως εναντίον των ζώων είναι αφόρητη) σχεδόν αγκαζέ, χαρακτηρίζουν τον τόμο, προκαλώντας διάφορες αναγνωστικές διεξόδους άκρως τραυματικές.

Η Λυκοχαβιά του εξαίρετου πεζογράφου Μπαρμπάτση δεν είναι εύκολη αναγνωστική εμπειρία, είναι όμως μοναδική. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κανείς (πόσο μάλλον μια κριτική που ψάχνει πράγματα και πέρα από τα προφανή), να περιγράψει με λίγες γραμμές το ζουμί ενός διηγήματος, ενώ αντίθετα μια τεράστια ατμοσφαιρική και υφολογική καταιγίδα προσδίδει μια πέρα από τα αναμενόμενα και ψυχολογική αλλά και συναισθηματική βαρύτητα, τόση ώστε ακόμη και η συγκίνηση, πέρα από τα λόγια που αυθόρμητα βγαίνουν από το στόμα μας, να είναι μέσα σε αυτό το μπρα ντε φερ ανάμεσα στον δημιουργό και τον δέκτη. Έτσι, δεν θα επιχειρήσω να μεταφέρω τους μύθους, γιατί αυτό είναι και (τεχνικά) αδύνατο. Εκείνο όμως που μπορώ να τονίσω είναι το γεγονός ότι όλες οι ιστορίες διαδραματίζονται στα βουνά της Ηπείρου, έχει πρόσωπα και ανθρώπους που ασχολούνται με την κτηνοτροφία, αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα, όχι μόνο στη σχέση τους με τα ζώα αλλά και μεταξύ τους, δένονται με αυτά και λυπούνται όταν πεθαίνουν, όταν πουλιούνται ή όταν σφάζονται, είναι αγωνιστές ακόμη και σε μάχες που έχουν πια χαθεί και εν τέλει είναι προσηλωμένοι στον τόπο τους, τον οποίο και υπηρετούν ακόμη και αν οι συνθήκες είναι σαφώς εναντίον τους. Με αυτή την λογική τα έξι διηγήματα του συγγραφέα Μπαρμπάτση, αρκετά μεγάλα ως προς την έκτασή τους, τα οποία τον χαρακτηρίζουν ως έναν υπερπλήρη δημιουργό που ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα (παλαιά προσφιλής έκφραση, τόσο βαρύνουσα όμως για τη συγκεκριμένη περίπτωση) θα μπορούσαν να αποτελέσουν, τα έξι μέρη, ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα με βάση όσα αναφέραμε παραπάνω – γλώσσα, πατρίδα, συναίσθημα, ατμόσφαιρα, ύφος. Έτσι ώστε να ερμηνευτούν ίσως καλύτερα, ακόμη και αν κάποιος ήρωας εμφανίζεται παραπάνω από μια φορά (αλλά αυτό είναι δική μου εκτίμηση, δεν ενδιαφέρει κανέναν).

Η Λυκοχαβιά του εξαίρετου πεζογράφου Μπαρμπάτση δεν είναι εύκολη αναγνωστική εμπειρία, είναι όμως μοναδική.

Όλη η κατασκευή της Λυκοχαβιάς μοιάζει συμβολικά με ένα ερειπωμένο κτίριο, το οποίο υπό την πίεση του χρόνου καταρρέει. Από τον αποκεφαλισμό του κατσικιού έως το κεφάλι του αντάρτη που έρχεται σε μια σακούλα, από τον αποκεφαλισμό του λύκου έως την τρέλα από όσα βίωσε ο αγαπημένος της και έως το ζωντανό σκιάχτρο που στήσανε οι Γερμανοί στο χωριό, όλα μα όλα αδυνατούν να σταθούν ρεαλιστικά στα πόδια τους, η βία είναι όχι απλώς παρούσα αλλά απίστευτα υπαρκτή, μέχρι και το όπλο το οποίο ο λοχαγός θα στρέψει ενάντια στον σύντροφό του για ό,τι και αν έκανε σε δύο αδύναμους και αθώους ανθρώπους. Αποδεικνύοντας πως η βία όχι απλώς είναι ανάμεσά μας και σήμερα αλλά πολύ περισσότερο σε εκείνη τη δεκαετία αποτελούσε κοινή συνισταμένη όλων των πράξεων, των πολιτικών, των κοινωνικών και των πολεμικών, στις οποίες βρέθηκαν άτομα πέραν πάσης αμφιβολίας και ένστασης, κατώτεροι των συνθηκών και των περιστάσεων, με αιμοβόρα ένστικτα, βασανιστικές εμμονές και αντιδημοκρατικές (λόγω και της μηδαμινής παιδείας που είχαν) πρακτικές.

Έκλεισα το βιβλίο του ταλαντούχου συγγραφέα Μπαρμπάτση με δύο κύρια συναισθήματα να με κατακλύζουν. Το ένα η απέραντη θλίψη και λύπη που, όσο και αν το λογοτεχνικό ψεύδος την επιτείνει, δεν παύει να είναι ορατή για το τι συνέβη τα χρόνια εκείνα, και το δεύτερο με μεγάλη χαρά για το γεγονός ότι ένας πρωτοεμφανιζόμενος διαλέγει τέτοια θέματα να καλλιεργήσει, βουτά στην Ιστορία και την τοπική κοινότητα και παραθέτει όχι μόνο λογοτεχνικά αριστουργήματα, αλλά επιπλέον πράγματα άγνωστα (;) σε πολλούς (πόσοι από εμάς είχαμε πατεράδες ή παππούδες κτηνοτρόφους, γιδοβοσκούς και χωρικούς), έτσι ώστε να έρχεται στην επιφάνεια μια άλλη ζωή, πιο τραχιά, πιο barbatsisσκληρή, πιο βίαιη. Δεν το κάνω λοιπόν συχνά, αλλά ετούτη τη φορά είναι προδιαγεγραμμένο το να προτείνω ανεπιφύλακτα τη συγκεκριμένη συλλογή προς ανάγνωση (αν και δεν είμαι σίγουρος για το πόσο διαφωτιστικό ήταν το κείμενό μου για το βιβλίο). Ένα βιβλίο που από την πρώτη έως την τελευταία σελίδα καθηλώνει τον δέκτη, πάντα μέσα στον ορυμαγδό των ανθρώπων, τον θρίαμβο των ζώων και τον αγώνα κάποιων οραματιστών.

 

Λυκοχαβιά
και άλλες ιστορίες
Κώστας Μπαρμπάτσης
Κέδρος
σ. 184
ISBN: 978-960-04-5262-4
Τιμή: 11,00€
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Κώστια Κοντολέων: «Η Ίμα στη Ville d’Avray»

Η βαριά πόρτα ανοίγει και κλείνει, οριστικά πια πίσω της. Τα βρεμένα πεζοδρόμια έπαψαν να αντανακλούν μικρές ή μεγάλες σκιές, οι ομπρέλες μάσκες προσώπων και προσωπείων κρύβουν ταυτότητες ίσως και...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.