fbpx
Κώστας Καλημέρης: «Ο φίλος του Πέδρο»

Κώστας Καλημέρης: «Ο φίλος του Πέδρο»

«Η πιο μεγάλη μοναξιά κρύβεται στην ακατάσχετη ομιλία», έλεγε ο Κίρκεγκορ. Και σε τούτο το βιβλίο ο συγγραφέας, διαρκώς εν εκστάσει, μιλάει ακατάπαυστα. Ένας κατακλυσμός εικόνων, έμπλεων ποίησης, μια πλημμυρίδα συναισθημάτων και επώδυνων, ως επί το πλείστον, σκέψεων. Πίκρα, οργή, αναίδεια και ταπεινότητα μαζί. Και η μοναξιά έγκλειστη όπως το μαργαριτάρι μέσα στο στρείδι.

Ο Κ.Κ. στο οιστρήλατο μυθιστόρημα Ο φίλος του Πέδρο, των Εκδόσεων Ενύπνιο, αποπειράται να αναδομήσει, να γαλβανίσει, καλύτερα, παλιές μνήμες, ούτως ώστε να ανασυσταθούν, περισσότερο φιλεύσπλαχνες πλέον. Γιατί την εχθρεύεται τη μνήμη, γνωρίζει καλά πως «ό,τι απομένει, το κατά-στρέφει η μνήμη», και δεν θέλει να την αφήσει, να της επιτρέψει να τα διαβρώσει όλα και να τα σκουριάνει.

«Σκουριά στην πλάτη του λύκου», διαπιστώνει ο Γιώργος Μαρκόπουλος για τη μαρτυρία που απομένει ως στίγμα πάνω στο κορμί μας. Αφού σαν λύκος –είναι κυνηγημένος μια ζωή– η ποιητική ύπαρξη, και πάνω στο κορμί αυτού του λύκου, στην πλάτη του, διακρίνεται η σκουριά, το αποτύπωμα μιας παλιάς πληγής, για όποιον μπορεί βέβαια και βλέπει.

Πώς λοιπόν θα «γυαλίσει» τα μέσα του; Μιλώντας, γράφοντας δηλαδή. Ένας βασανισμός, επομένως, πάνω στη γραφή, την αφήγηση, διέπει και συνιστά το βιβλίο του Καλημέρη, καθώς επίσης και η εναπόθεση κάποιας έσχατης ελπίδας σ’ αυτήν.

Αν επιχειρούσα να αποδώσω επιγραμματικά την πεμπτουσία του βιβλίου, θα συνόψιζα «ο καθρέφτης και το παράθυρο». Γιατί αυτό κάνει ο συγγραφέας, καθρεφτίζεται και ταυτόχρονα μέσα από το είδωλό του κοιτάει έξω, κι έτσι μόνο βλέπει τον κόσμο. Επινοεί δηλαδή καταστάσεις, συνταιριάζει αλήθειες και ψέματα μαζί.

«Η αλήθεια είναι πάντα μισοειπωμένη», διατείνεται στη σελίδα 10, μπερδεύει τη φαντασία με την πραγματικότητα, το όνειρο με τη ζωή, γιατί θεωρεί ότι αλληλένδετα συνυπάρχουν, ή, αυτός τουλάχιστον, δεν μπορεί να τα ξεδιαλύνει. Προσκυνά, ως εκ τούτου, την τυχαιότητα. Το τυχαίο καθορίζει τη μοίρα μας, διακηρύσσει, και από μια σύμπτωση, από το απρόβλεπτο κρεμόμαστε.

 Είναι τόσο φλογερός ο οίστρος του, που σε παρασέρνει, σε προκαλεί να συμπλεύσεις.

Ανά πάσα στιγμή διαρκώς υποσκάπτεται ο αφηγητής και αυτολοιδορείται. «Δεν ήξερες πότε μιλούσε σοβαρά, και πότε όχι» (σελίδα 15). Και ωστόσο, ένα μαιευτήριο ιδεών αποτυπώνεται στο βιβλίο. «Οι ιστορίες είναι παιχνίδια τρυφερότητας, που μαλακώνουν τη ζωή, που συνήθως φτύνει αρώματα και σάχλες», ισχυρίζεται στη σελίδα 20.

Μέσα λοιπόν από έναν ακατάσχετο λόγο ασκεί κοινωνική κριτική, δυνατή και απροκάλυπτη, μιλάει συχνά χύμα, αλλά σταράτα, εξορκίζει τη μίζερη βίωση, γίνεται αυτοκριτικός και μαζί μεγάθυμος για τα σφάλματα και τις αμαρτίες του. Αφού «αναμάρτητος είναι όποιος δεν έχει ζήσει». Παίζει. Σίγουρα θα πιστεύει τον Φρόιντ, που επιμένει πως «το αντίθετο του παιγνίου δεν είναι η σοβαρότητα, αλλά η πραγματικότητα». Είναι τόσο φλογερός ο οίστρος του, που σε παρασέρνει, σε προκαλεί να συμπλεύσεις. Ποιος ο συγγραφέας, ποιος ο ήρωάς του, ο φίλος του Πέδρο, θα το ανακαλύπτουμε διαρκώς ως το τέλος.

Δεν είναι πάντως η πλοκή που μας καθοδηγεί στην ανάγνωση, είναι η ποίηση, η οποία εμφιλοχωρεί σε κάθε σελίδα και μας πάει παραπέρα, παραπάνω θέλω να πω. Είναι η πάσχουσα περσόνα του αφηγητή, που επιζητεί εναγώνια να αποκτήσει σώμα και υπόσταση, την αυτονομία του, και πραγματική ζωή επομένως, μέσα από τον λόγο, μέσα από την αγχώδη αφήγησή του. Ο αφηγητής που σπαρταράει σαν το ψάρι στην ακτή, πασχίζοντας να βγάλει το αγκίστρι από το στόμα. Τη δηλητηριώδη λέξη.

Υπάρχει εντέλει ιστορία; Πλοκή;

Υπάρχει, και ιστορία, και έρωτας πολύς, βασανισμένος, και ο θάνατος, που υπερίπταται και απειλεί κρώζοντας σαν κοράκι, και η ηδονή να χύνεται, να νοτίζει το αφηγηματικό τοπίο. Άρα και πλοκή. Ασαφής και υποδόρια, όπως απαιτεί η λογοτεχνική συνέπεια. Επαφίεται βεβαίως στον αναγνώστη να ξετυλίξει το κουβάρι. Γιατί ο Κ.Κ. δεν στήνει εμπρόθετα ένα στόρι, να μας το διηγηθεί, για να μας αποκοιμίσει, να ησυχάσουμε κι εμείς κι εκείνος, να μας ξυπνήσει θέλει, κι ο ίδιος να πεταχτεί από τον λήθαργό του. Δείχνοντας ο αφηγητής την πληγή του, μας παρακινεί να αποτολμήσουμε να επιδείξουμε και τα δικά μας τραύματα. Να καταστούμε έτσι αλληλέγγυοι και συμπάσχοντες, συμμέτοχοι στην ιστορία του.

Ο στοχασμός πάνω στην αφηγηματική λειτουργία, καθώς ο ήρωας ταλανίζεται να αρθρώσει ουσιώδη λόγο, συνιστά σε κάθε περίπτωση μια συναρπαστική περιπέτεια. «Τι είναι μια αφήγηση πριν γίνει αφήγηση;» διερωτάται στη σελίδα 39. Σπυρί που δε λέει να σπάσει, να του πω εγώ. Και τότε μόνο καταργείται το συγγραφικό εγώ.

Ό,τι επιχειρεί ο Κ.Κ. σ’ όλο το βιβλίο είναι ο συγγραφέας να αξιωθεί να γίνει, να φτάσει να ονομαστεί άνθρωπος, άνθρωπος κανονικός, γιατί σαν στραβάδι πορεύεται η καλλιτεχνική ύπαρξη, ως μαριονέτα, ως απείκασμα ανθρώπου, πασχίζοντας να συγκροτηθεί και να ωριμάσει, αναβιώνοντας την κάθε στιγμή. Μια εναγώνια υπαρξιακή βυθοσκόπηση – οδυνηρό εσώτερο σκάψιμο, για να βγει μια ιστορία, η αλήθεια του, που «θα τον φέρει στα ίσια του». Κι αυτή η αλήθεια όλο να του διαφεύγει, όπως το αγκάθι, ο αχινός που πας να τον βγάλεις κι όλο σου γλιστράει βαθύτερα μέσα στη σάρκα.

«Οι σχέσεις είναι υπέρβαση. Έξοδος από τον εαυτό. Δεν υπάρχει πιο ανθρώπινο από την έξοδο. Αυτό φτιάχνει τον άνθρωπο. Όταν κάνουμε σχέσεις, είμαστε εξοδούχοι» (σελίδα 53). Κι ωστόσο, φοβόμαστε, δειλιάζουμε. «Γιατί το amor con amor si papa» (σελίδα 51), «η αγάπη ξοφλιέται μόνο με αγάπη». Γιατί πρέπει να πληρώσουμε, να αποπληρώσουμε. Πρέπει να ξεπεράσουμε δηλαδή αυτόν τον αρχέγονο φόβο, πως άπαξ και δώσαμε ξανά αγάπη, θα πληρώσουμε εκ νέου τόσο ακριβό τίμημα, ώστε να στερέψουμε, να αποξηρανθούμε και εντέλει να πεθάνουμε. Το αντίθετο όμως θα συμβεί, η ανάστασή μας.

Παραληρεί, θέλω να πω, ο συγγραφέας αδιάλειπτα. Σκάβει εντός και υποσκάπτεται, δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές του με τη γραφή, καταργεί και ανασυστήνει τον εαυτό του. «Επιτέλους το παραλήρημα αυτό του φίλου του Πέδρο ήταν μια πράξη αντίστασης στην αυθαιρεσία του συγγραφέα, που κρύβεται, δήθεν κρυφακούει την πραγματικότητα… Αλλά, είναι ωραίο να γράφεις και ταυτόχρονα να χαίρεσαι τη ροή, ν’ αφήνεις το ρυθμό να ψάχνει έναν τρόπο μνήμης, αυτό που έλεγε ο Βιριπάγιεφ, είναι μια περιοχή παιχνιδιού το έργο της γραφής, που δεν έχει παγιωμένη και οριστική μορφή. Τίποτε δεν είναι πειστικό. Όλα είναι μια ρητορική πλήθους» (σελίδα 67).

Μη σας περάσει όμως από τον νου πως θα βαρεθείτε διαβάζοντας σκόρπιες σκέψεις και ιδέες, ότι θα εμπλακείτε σε εμβόλιμους διανοητικούς ακκισμούς. Όχι, η μία σκέψη απορρέει αβίαστα, ως συνέπεια της προηγούμενης κι ο αναγνώστης συμπλέει, συμμετέχει και συμπάσχει, εκών άκων, στο συντελούμενο, αθέατο και ταυτόχρονα πασιφανές δράμα του αφηγητή, στην επικίνδυνη περιπέτειά του να αρθρώσει, να εξορύξει λόγο, η οποία περιπέτεια διαρκώς μεταβάλλεται, δεν είναι στατική κατάσταση, παρά προκύπτει από την ένταση της μνημονικής επίθεσης. Εγώ, διαβάζοντας, «έφευγα» στα δικά μου, μνήμες καλά, όπως νόμιζα, θαμμένες, καταχωνιασμένες, αφυπνίζονταν, και ενώ τις είχαν προσεκτικά επί χρόνια επιχωματώσει και νόμιζα πως «καθάρισα» απ’ αυτές, σα φίδια βγάζανε το κόκκινο κεφάλι τους πάνω απ’ τα μπάζα, έτοιμες πάλι να με δαγκώσουν. Γίνεται, θέλω να πω, ο αναγνώστης αδόκητα συμμέτοχος, συμπάσχει διαβάζοντας το βιβλίο του Καλημέρη. Δεν βαριέται, δεν το παρατά, θέλει να δει πού το πάει, πού διάβολο θα καταλήξει αυτή η επικίνδυνη εξομολόγηση και πώς θα ξεμπλέξει ο ίδιος. Έχει αγωνία γιατί τον αφορά. Ο Πέδρο καθίσταται δηλαδή το δικό μας alter ego, όσο κι αν τούτο μας τρομάζει, και αναπαριστά τη δική μας πορεία. Διακειμενικές αναφορές, υπομνήσεις προσώπων και καταστάσεων που έχουμε αγαπήσει –συγγραφέων, σκηνοθετών, κ.ά.– παρελαύνουν αυθόρμητα και αβίαστα και μας συγκινούν, μας εμπλέκουν.

Ο Κ.Κ. καταγγέλλει ταυτόχρονα την ψεύτικη γραφή, τους κάλπικους συγγραφείς, την εμπρόθετη δόλια χρήση της γραφής ως όχημα επιβεβαίωσης, ατομικής προβολής και εκμετάλλευσης, με το αυθόρμητο και γνήσιο ύφος του. «Οι γιατροί είπαν πως πάσχω από επανάληψη», τέτοιας λογής εξομολογήσεις κάνει συχνά, παρόμοιου ποιητικού βάθους.

Ο Πέδρο καθίσταται δηλαδή το δικό μας alter ego, όσο κι αν τούτο μας τρομάζει, και αναπαριστά τη δική μας πορεία.

Ο Κ.Κ. πασχίζει σ’ όλο το αφηγηματικό του ξέσπασμα, αυτό το μυθιστόρημα της ατομικής πορείας του στη σύγχρονη πραγματικότητα, να αφυπνίσει την πολύτιμη προσωπική μνήμη, ό,τι βίωσε γνήσια και επώδυνα. Θέλει να κρατήσει νωπές τις πληγές, τα παράσημα του «ηρωικού» βίου του, τα τραύματα του πολέμου, της μάχης του, για να ’χει να τα καμαρώνει. Πως πήγε δηλαδή στον «πόλεμο» κι αυτός κι έλαβε τραύματα, να τα επιδεικνύει αυτά τα τραύματα, γιατί «vivit sub pectore vulnus», ανοιχτή μένει η πληγή κάτω από το στήθος, επαίρεται σαν τον Βιργίλιο. Μ’ αυτό το νόμισμα εξάλλου, μ’ αυτές τις πληγές του θα δωροδοκήσει και τον περατάρη του Αχέροντα. Γιατί άμα δεν προσφέρεις μνήμη ζωντανή και ζέουσα, σ’ αφήνει, σ’ εγκαταλείπει στην ίδια όχθη του Άραχθου, πάνω στην ξέρα, να εκλιπαρείς εκεί μόνιμα για να σε περάσει απέναντι. Αλλά εκείνος είναι κουφός και τυφλός μαζί, μόνο την αφή κρατάει, τις αφές που καίνε ακόμα, αυτές καταλαβαίνει.

Οι εικόνες εισβάλλουν από κρυφούς θύλακες του μυαλού, του κορμιού καλύτερα, του αφηγητή και είναι καταιγιστικές, κι αυτές συγκροτούν το μυθιστόρημα, καθώς αφ’ εαυτών επιχειρούν να ανασυστήσουν, να συνταιριάξουν μια ιστορία εν εξελίξει. Πώς γίνεται; Πώς «φουσκώνει» η ιστορία; Από τη συνέργεια του μυαλού και της μνήμης, φαντασίας και λογικής. Πρέπει πρώτα η καρδιά να συλλάβει και ύστερα ο νους να τακτοποιήσει όσα η καρδιά προηγουμένως συνέλαβε, ωραία το λέει ο Διονύσιος Σολωμός. Μια εκ των υστέρων τακτοποίηση.

Η ιστορία του καλπάζει σαν το αφηνιασμένο άλογο που του επιτίθεται σμήνος από αλογόμυγες. Αυτές φαίνεται φωλιάζουν μέσα μας κι απελευθερώνονται καθώς εισβάλλει η ενόρμηση του θανάτου, απροσδόκητα. Η ποιητική ύπαρξη αντιπαραβάλλει, αμύνεται με τη γραφή. «Ο έρωτας της αφήγησης προς την ίδια την αφήγηση δεν έχει κάτι ομοερωτικό, είναι ψάξιμο της μητρικής γης, ψάξιμο μιας αρχής, επιστρέφει στον αρχικό τόπο της εξορίας, ερευνώντας το τι υπήρξε πρώτα» (σελίδα 111). «Μέσα σ’ αυτόν τον κατακερματισμό της ζωής, μόνο το μυθιστόρημα έμεινε σαν έσχατο παρατηρητήριο, απ’ όπου μπορείς ν’ αγκαλιάσεις την ανθρώπινη ζωή σαν σύνολο, λέει ο Μίλαν», αντιγράφω από τη σελίδα 112.

Είναι λοιπόν τυπικό μυθιστόρημα Ο φίλος του Πέδρο; Είναι δοκίμιο περί αφήγησης ή μόνο μια παραληρηματική εξομολόγηση, μιας λοιδορία της γραφής και της έκφρασης; Ο συγγραφέας, ο φίλος του Πέδρο, ο μυθιστορηματικός ήρωας, διαχωρίζονται σαφώς; Υπάρχει η πλοκή, η δράση, η ανασύσταση μιας περιπέτειας;

Εγώ τα βρήκα όλα αυτά μαζί. Έπιασα τον μίτο της Αριάδνης, περπάτησα στον λαβύρινθο, στα σκοτεινά μονοπάτια, όπου αναγνώριζα έκπληκτος εκεί και τα δικά μου χνάρια. Αν βγήκα έξω ή είμαι ακόμα μέσα στον λαβύρινθο, δεν θα το ομολογήσω. Μετά, να φύγουμε από τα σκοτάδια πασχίζουμε διαβάζοντας, ή να συμφιλιωθούμε, να αναγνωρίσουμε και τα δικά μας σκότη και να τα συνηθίσουμε; Να μάθουμε να περπατάμε μέσα σ’ αυτά; Ο καθείς και τα όπλα του. Έτσι θα αναστείλουμε την αναπόφευκτη απειλή. Μόνο έτσι, με την αφήγηση, θα σηκώσουμε ορθή την παλάμη και θα πούμε «όχι ακόμα» του «μπάρμπα», όπως τον ονομάζει κοροϊδευτικά ο λαός τον Χάρο. «Όλη η ζωή, η τέχνη, η λογοτεχνία, στηρίζονται στο όχι ακόμα, σ’ αυτό το noch nicht… που μεταστοιχειώνεται διαρκώς σε ελπίδα» (σελίδα 167), λέει ο Κ.Κ.

«Και θυμήθηκε τον Πέδρο, που έλεγε κάντε καινούργιες γρατζουνιές, μην ασχολείστε μόνο με τις παλιές» (σελίδα 170). Εδώ πάει να μας ξεγελάσει βέβαια ο αφηγητής, γιατί σίγουρα το ξέρει πως οι καινούργιες γρατζουνιές, μόνο την παλιά πληγή ξύνουν.

kkalimrsΟ Κ.Κ. ό,τι επιχειρεί στις 246 σελίδες του βιβλίου του, είναι να τον καταργήσει, να τον εξοντώσει τον ήρωά του, που στέκεται επίμονα απειλητικός μπροστά του, να του βγάλει κοροϊδευτικά τη γλώσσα και να τον αναγελάσει, τον άλλον του εαυτό. Του αλλάζει τα ονόματα, νοθεύει τα γεγονότα, πάει να του ξεχαρβαλώσει τις μνήμες και να τις αποσβέσει, να τον κάνει έναν άλλον άνθρωπο. Ένα άλλο κομμάτι ενός εαυτού που πρέπει να αναβαθμιστεί, να αυτοκαθαρθεί για να επιβιώσει.

 

Ο φίλος του Πέδρο
Κώστας Καλημέρης
Ενύπνιο
256 σελ.
ISBN 978-618-83824-6-6
Τιμή €13,40
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Απόστολος Στραγαλινός: «Το πρωί που θα φύγουμε»

Ο Απόστολος Στραγαλινός είναι γνωστός ως ένας από τους καλύτερους μεταφραστές γερμανικών λογοτεχνικών κειμένων. Ανάμεσα στους συγγραφείς που έργα τους έχει μεταφέρει στη γλώσσα μας συγκαταλέγονται...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.