fbpx
Γιάννης Παλαβός: «Το παιδί»

Γιάννης Παλαβός: «Το παιδί»

Είναι πραγματικά συναρπαστική η αφηγηματική ικανότητα του νεότατου πεζογράφου Γιάννη Παλαβού, σε σημείο μάλιστα που η πλοκή καθενός από τα δώδεκα διηγήματα να παίρνει μορφή ζωγραφικού πίνακα, έντεχνης μουσικής, θεατρικού δρώμενου και κινηματογραφικής ταινίας. Ξεκινάμε με τη ροή της αφήγησης, γιατί αυτό το χαρακτηριστικό έχει αποθηκευτεί στις τεχνικές προδιαγραφές, στα προσόντα, στα καλλιτεχνικά εφόδια και στα δομικά υλικά ενός δημιουργού, ο οποίος στηρίζεται στην τεράστια πολιτισμική παρακαταθήκη της ιδιαίτερης πατρίδας του και της ευρύτερης περιοχής, που είναι η βορειοδυτική πλευρά της χώρας μας. Ο Παλαβός γράφει όχι ασθμαίνοντας αλλά με ταχύτητα, όχι ισοπεδωτικά αλλά με εναλλαγές, όχι μονότονα αλλά με ποικιλία, όχι γκρίζα αλλά πολύχρωμα. Εξυφαίνοντας δε ιστορίες –πραγματικές και αληθινές ως επί το πλείστον, πέρα από τις όποιες λογοτεχνικές μετατροπές– οι οποίες ναι μεν φαίνονται ελάχιστες εμπρός στις μεγάλες συνθέσεις, ενώ παρουσιάζονται λιτές ως προς τις τεράστιες και εμπλουτισμένες με πάμπολλα στολίδια πολυσέλιδες καταθέσεις, στην ουσία και νομοτελειακά υπηρετούν ένα σύγχρονο είδος πεζού λόγου, καθρέφτη της σημερινής δημιουργίας, όπου μέσα σε λίγες σελίδες ο συγγραφέας αποφαίνεται, συμπεραίνει, οριοθετεί, υπόσχεται, ολοκληρώνει έναν μύθο, που όσο και αν φαίνεται περιθωριακός, έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως μεγίστη συνδιαλλαγή ανάμεσα στον γράφοντα και στον δέκτη. Άρα ο Παλαβός κατασκευάζει μινιμαλιστικές διηγήσεις με φόντο την αγροτική περιοχή στην οποία γεννήθηκε, με τα γύρω βουνά, το ποτάμι, τα δάση, τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες και τη γενικότερη ζωή στην κωμόπολη και τα γύρω χωριά. Και στη συνέχεια τις παραδίδει με ολοζώντανο τρόπο, εντελώς κατανοήσιμο και απλό, γεμάτο με εικόνες εκπληκτικές –νομίζει κανείς πως βρίσκεται και ο ίδιος στο κάδρο της παράθεσης– μ’ έναν γρήγορο αλλά ελαφροπάτητο ρυθμό, ώστε να διευκολύνεται το πλησίασμα το αναγνωστικό, τέλος, με μια εκπληκτική ψυχολογική προσέγγιση και επαφή με τους ήρωές του –οι οποίοι, όπως ήδη αναφέραμε, είναι και αυτοί μόνο ήρωες της ζωής– η οποία θυμίζει παλιότερους –ιδίως του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού– δημιουργούς στην ελληνική πεζογραφία.

Θα ήθελα προχωρώντας να παραθέσω λίγα λόγια για τη γλώσσα του διηγηματογράφου Γιάννη Παλαβού, την οποία θα χαρακτήριζα μεικτή. Πράγματι, παρότι οι μύθοι αφορούν αγροτικές συνήθειες, δράσεις, προθέσεις, ο δημιουργός γράφει αριστοκρατικά, με μια μέθοδο αστική, μια γλώσσα δηλαδή η οποία δεν συνάδει με το περιεχόμενό τους. Αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα για την ποιότητα και την έκπληξη που προκαλεί, καθώς παράλληλα συναντάμε λέξεις άγνωστες σε όλους μας, που για να τις βρεις πρέπει να ανατρέξεις σε διαφορετικά και ειδικά λεξικά. Άρα, ο Παλαβός γράφει και έτσι και αλλιώς, συμπλέκει τις λέξεις και τις φράσεις και επιτυγχάνει να κατασκευάσει μια ατμόσφαιρα πέρα για πέρα έμπλεη πρακτικών λεπτομερειών, οι οποίες και στρέφουν το μάτι σε ρεαλιστικές –άρα κτήμα όλων μας– λογοτεχνικές στάσεις. Η ατμόσφαιρα όντως εκπληκτική, συνακολουθούμενη από ένα ενιαίο ύφος, χαλαρό αλλά και ζωηρό, ήρεμο αλλά και χειμαρρώδες, προσιτό, ομοιόμορφο και γενικώς σε τροχιά εξυπηρέτησης και της ιδιομορφίας αλλά και της εικόνας ενός μύθου, είναι το μεγάλο ατού του συγκεκριμένου δημιουργού. Διότι –και χωρίς κολακευτική διάθεση– λειτουργώντας θετικά όλα τα επιμέρους συστατικά μιας πεζής πρότασης, το αποτέλεσμα είναι όχι πλέον σημαντικό αλλά εκπληκτικό, είναι όχι πλέον υποφερτό μόνο αλλά συγκλονιστικό, θέτοντας τη δημόσια κρίση στην ευχάριστη θέση να εγκωμιάζει και να θριαμβολογεί για ένα έργο άξιο να το ζηλέψει κανείς, άξιο να το απολαύσει με όλες του τις αισθήσεις.

Ο Παλαβός γράφει όχι ασθμαίνοντας αλλά με ταχύτητα, όχι ισοπεδωτικά αλλά με εναλλαγές, όχι μονότονα αλλά με ποικιλία, όχι γκρίζα αλλά πολύχρωμα.

Όλα τα διηγήματα του Παλαβού –πλην ενός– βρίσκονται στο ίδιο υψηλότατο επίπεδο, ένα όμως κλέβει την παράσταση και αυτό δεν είναι άλλο από το «Η πένσα». Προσπαθώντας να μη χαλάσω τη μαγεία του, θα αναφέρω συνοπτικά τον μύθο. Ένας αγρότης, λοιπόν, αποκτά δίδυμα και γνωρίζει πολύ καλά πως τα έξοδα ανατροφής τους είναι πολλαπλάσια. Έτσι, αποφασίζει να σκοτώσει τη λύκαινα που έχει εμφανιστεί στο βουνό, κατασπαράζοντας τα ζωντανά των βοσκών. Ξέρει πολύ καλά πως αν το κάνει, οι βοσκοί θα τον γεμίσουν με χρήμα και ό,τι άλλο διαθέτουν. Πράγματι, ανεβαίνει στο βουνό και ψάχνει πατημασιές, όταν έπειτα από ώρες τις ανακαλύπτει. Οι πατημασιές οδηγούν στη φωλιά, όπου υπάρχουν τρία λυκόπουλα. Σκοτώνει τα δύο και με την πένσα σφίγγει το πόδι του τρίτου, κρατώντας το από το σβέρκο. Το λυκόπουλο τσιρίζει και έτσι εμφανίζεται μπροστά του η λύκαινα έτοιμη να του επιτεθεί. Προλαβαίνει και την πυροβολεί σκοτώνοντάς την. Ύστερα σκοτώνει και το παιδί της. Φορτώνει τη λύκαινα στο σβέρκο του και κατεβαίνει στο χωριό, όπου όλοι τον επευφημούν και του χαρίζουν τα καλά του κόσμου. Το χωριό σχεδόν γιορτάζει και ο ήρωας επιστρέφει στο σπίτι του χουχουλιάζοντας δίπλα στη γυναίκα του και στα παιδιά του. Θέμα συμβολικό, ιστορία λυπητερή, ατμόσφαιρα βαριά, ύφος αποστασιοποιημένο και ανάλογο.

giann palΘα ολοκληρώσω το παρόν κείμενο με κάτι πεζό και εντελώς κοινότοπο, δηλαδή με το γεγονός ότι ο Παλαβός, μετά την τεράστια αναγνωστική επιτυχία που ευτύχησε να δει το προηγούμενο βιβλίο του, το Αστείο, βάζει τον πήχη ακόμη παραπάνω καταφέρνοντας με Το παιδί και πάλι να τον ξεπεράσει. Γνήσιος εκπρόσωπος ο συγγραφέας των δημιουργών που εμφανίστηκαν μέσα στην κρίση που διέρχεται η χώρα μας, νεότατος όπως είπαμε ηλικιακά, ακόμη και αν δεν εμπνέεται από οποιοδήποτε οικονομικό μέγεθος πιπιλίζει η γλώσσα μας και το σώμα μας, ακόμη και αν δεν τον απασχολούν οι μετανάστες, οι άνθρωποι που ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό, τα κόκκινα δάνεια, οι δόσεις που τρέχουν, τα κλειστά μαγαζιά, αλλά σχεδόν αποκλειστικά από ιστορίες που άκουσε στο Βελβεντό Κοζάνης και στην ευρύτερη περιοχή, παρουσιάζεται πλήρης λογοτεχνικά και έτοιμος να μας προτείνει προς ανάγνωση κάτι το διαφορετικό, κάτι άλλο, κάτι που έχει μεγάλη σημασία, κάτι το αξιοπρόσεκτο. Και τον ακολουθούμε σε αυτήν του την προτροπή εστιάζοντας στην προσωπική του διαδρομή, που δεν εμπεριέχει νοσταλγία, που δεν έχει νόστο αλλά το αντίθετο, κινείται ως μοχλός από μια πολιτισμική μνήμη, έτοιμη να του προσφέρει τα πάντα.

 

Το παιδί
Γιάννης Παλαβός
Νεφέλη
112 σελ.
ISBN 978-960-504-239-4
Τιμή €8,90
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Απόστολος Στραγαλινός: «Το πρωί που θα φύγουμε»

Ο Απόστολος Στραγαλινός είναι γνωστός ως ένας από τους καλύτερους μεταφραστές γερμανικών λογοτεχνικών κειμένων. Ανάμεσα στους συγγραφείς που έργα τους έχει μεταφέρει στη γλώσσα μας συγκαταλέγονται...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.