fbpx
Ειρήνη Μαργαρίτη: «Επιλεγμένα είδη»

Ειρήνη Μαργαρίτη: «Επιλεγμένα είδη»

Η Ειρήνη Μαργαρίτη, ηθοποιός, σκηνοθέτρια και βραβευμένη ποιήτρια, επέλεξε πρόσφατα, με τη συλλογή της που φέρει τον τίτλο Επιλεγμένα είδη, να εκτεθεί και στο δύσκολο λογοτεχνικό είδος του διηγήματος. Δύσκολο από την άποψη ότι ο διηγηματογράφος κρίνεται και από το εάν επιτυγχάνει, αφενός να συμπυκνώσει στον στατικό χρόνο του διηγήματος μια ολοκληρωμένη αφήγηση και αφετέρου –το κυρίως ζητούμενο– να εξαντλήσει, ή μάλλον να πείσει ότι εξάντλησε το «βάθος» εκείνης της στιγμής που ο ίδιος επέλεξε να εκθέσει και το οποίο αντιστοιχεί, κατ’ ανάγκη, στο μέγεθος της αποκάλυψης που επεφύλαξε για τους ήρωές του.

Πρόκειται για έντεκα μικρά διηγήματα, στα οποία κυριαρχεί η γραμμική αφήγηση με περιορισμένους διαλόγους και εσωτερικούς μονολόγους.

Η Μαργαρίτη καταρχήν δεν «κατασκευάζει» ήρωες, δεν επιδίδεται στη σύνθεση πλοκής που θα περιέχει το ανέλπιστο, το παράδοξο, την ανατροπή, το σασπένς, την ίντριγκα ή την καταφυγή στο φανταστικό. Φαίνεται να πείθει ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα τα έχει ήδη επινοήσει και σαρκώσει η ίδια η ζωή, που η συγγραφέας αφουγκράζεται και επιλέγει από αυτήν («Επιλεγμένα είδη» ο τίτλος) να παρουσιάσει, μάλλον ως «ηττημένους» ήρωες, ή καλύτερα ως «αντιήρωες». Γιατί είναι πρόσωπα που παραμένουν, εκουσίως και ψυχαναγκαστικώς, δέσμια καταστάσεων που όχι μόνο επιλέγουν, παθητικά, να μην αντιπαλέψουν, με αποτέλεσμα να πνίγονται από τη νευρικότητα και την ένταση που προκαλεί η αίσθηση του, έστω κατ’ επίφαση, αδιεξόδου στο οποίο βρίσκονται, με το οποίο συμβιβάζονται και το οποίο αποδέχονται, εντέλει, αδιαμαρτύρητα.

Αυτή είναι η αίσθηση που αποκτά ο αναγνώστης για τα πρόσωπα των Επιλεγμένων ειδών, παρόλο που –ίσως και αυτό να είναι το επίτευγμά της– η συγγραφέας δεν διαγράφει τα πρόσωπα αυτά, δεν εισδύει και δεν επεξεργάζεται την εσωτερικότητά τους· η Μαργαρίτη δεν εκθέτει και δεν εκτίθεται. Μετέρχεται άλλου είδους λογοτεχνικά εργαλεία για να επιδιώξει τον σκοπό της: αφενός χρησιμοποιεί μια γλώσσα απλή, λιτή, ζωντανή και χωρίς συστολές, ακόμα σκληρή, έχοντας εγκαταλείψει μεταφορές, παρεκβάσεις και συνειρμούς, με μικρές περιόδους, σύντομες φράσεις, ακόμα και με προτάσεις μονολεκτικές, αλλά που μπορούν να προδώσουν αμέσως την εσωτερική κατάσταση των ηρώων της, και αφετέρου, διαστέλλει τον λογοτεχνικό χρόνο (που μπορεί να αντιστοιχεί σε λίγα μόνο λεπτά φυσικού χρόνου) περιγράφοντας και καταγράφοντας με λεπτομέρειες –που αδίκως θα θεωρηθούν καταρχήν περιττές– τις συμπεριφορές και τις διαθέσεις των ηρώων, προκαλώντας τον αναγνώστη να ενταχθεί στο περιβάλλον τους, να συμβιώσει και να ταυτιστεί με αυτούς, ώστε να προβεί εκείνος στην ψυχολογική τεκμηρίωση της συμπεριφοράς τους, που επακριβώς περιγράφει η δημιουργός τους, αφήνοντας κάποτε να τους ξεφύγουν, σαν ψίθυροι, ελάχιστες σκέψεις τους.

Οι ιστορίες αυτές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν θεματικά «ύπουλες»: φαινομενικά ακίνδυνες και καταρχήν αδιάφορες για τρίτους καταστάσεις αποκτούν βάρος και εξελίσσονται ως ψυχολογικά δράματα των ηρώων. Μεγαλύτερο δε όλων αναδεικνύεται εδώ, εντέλει, η μοναχικότητα και η απομόνωση, είτε επιβαλλόμενη στους ήρωες από τις καταστάσεις που τους περιβάλλουν, είτε ως τελική επιλογή τους κατόπιν παραίτησης, αποδοχής και συμβιβασμού. Αυτός είναι και ο θεματικός άξονας που διατρέχει όλα σχεδόν τα διηγήματα της συλλογής.

Ενδεικτικά λοιπόν αναφέρεται ότι ο Νίκος, στο πρώτο διήγημα («Ο μικρός»), βιώνει το στρες, τον εκνευρισμό και την κατάθλιψη που του προκαλεί ο εγκλωβισμός του σε έναν τόπο, το ίδιο του το σπίτι, που αν και του ανήκει, δεν θέλει να το θεωρεί δικό του, αλλά και από την άλλη δεν κάνει τίποτα για να απαλλαγεί από αυτό, αποδεχόμενος τη μοίρα του. Το διήγημα ξεκινά με τη φράση: «Αυτό το να μη σε χωράει ο τόπος δεν ήταν πρώτη φορά που το ένιωθε», που είναι ίσως και η μόνη φράση-εξομολόγηση του ήρωα, η μόνη φράση με την οποία η δημιουργός του μας συνδέει ευθέως με την εσωτερική του κατάσταση, και τελειώνει με τη φράση «…πέταξε τα κλειδιά μακριά. Σε λίγα δευτερόλεπτά τα είχε πάλι πίσω». Το ότι ο τόπος αυτός γίνεται τύραννος και κατατρέχει κάθε πτυχή της ζωής του, διαποτίζοντάς τη με νευρικότητα και ένταση, ώστε ο Νίκος να αδυνατεί να απολαύσει, έστω και για μια στιγμή, την ηρεμία και την καταλλαγή στην καθημερινότητά του, με αποτέλεσμα να είναι ένας δυστυχισμένος, αφού παραμένει εκουσίως δέσμιος ενός πράγματος, η Μαργαρίτη δεν το επεξεργάζεται λογοτεχνικά με τη διείσδυσή της στον βαθύτερο εσωτερικό κόσμο του ήρωα. Όμως, μας πιάνει από το χέρι και μας βάζει στη γεμάτη ένταση καθημερινότητά του (ακόμα και μέσα στον ασανσέρ με τον ίδιο) – καθημερινότητα που πνίγεται από τη νευρικότητα και την αίσθηση του αδιεξόδου σε όλες τις πτυχές της: από τη σχέση του με τον σκύλο του, τη σχέση του με τους άλλους ιδιοκτήτες, την ερωτική του σχέση, μέχρι και την ανικανότητά του στην τελευταία. Και από την περιγραφή αυτών των πτυχών που συμβιώνουμε με τον ήρωα, μας καλεί να εννοήσουμε εμείς το δράμα του. Είναι προφανές, λοιπόν, από το πρώτο ήδη διήγημα ότι η δημιουργός επιδιώκει την υποταγή του αναγνώστη στην κατάσταση που βιώνει ο ήρωας με την εκ του σύνεγγυς παρακολούθησή του, χωρίς ωστόσο να αποκαλύπτεται το κατώτερο –του ορατού στη διήγηση– ψυχολογικό υπόβαθρο, στο οποίο καλείται να εισχωρήσει ο αναγνώστης, αποδεχόμενος την υποταγή του.

Οι ιστορίες αυτές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν θεματικά «ύπουλες»: φαινομενικά ακίνδυνες και καταρχήν αδιάφορες για τρίτους καταστάσεις αποκτούν βάρος και εξελίσσονται ως ψυχολογικά δράματα των ηρώων.

Το μόνο διήγημα στο οποίο η Μαργαρίτη αποφασίζει να εισδύσει τόσο βαθιά στον ήρωά της, ώστε τελικά να τον υποδυθεί, έχει τον τίτλο «Η τραγουδίστρια». Στο συγκεκριμένο, υποδύεται η δημιουργός την εφτάχρονη κόρη του ζευγαριού, που με τη δική της παιδική αντίληψη και γλώσσα περιγράφει ό,τι βιώνει η ίδια, διαστρεβλωμένα από την παιδική αφέλεια και αθωότητα, προβάλλοντας, άθελά της, τη δραματικότητα της κατάστασης που βιώνει η οικογένεια αυτή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης:

Η μαμά με πήγε στο δωμάτιο και μου εξήγησε ότι ο μπαμπάς δεν το ήθελε που μου φώναξε και πως με αγαπάει. Απλώς δεν είναι πολύ «ο εαυτός» του τελευταία, είπε. Όμως δεν κατάλαβα. Τι σημαίνει «δεν είναι ο εαυτός του»; Αφού είναι ο μπαμπάς μου!

Εδώ, η Μαργαρίτη –που μας προκαλεί συνειρμικά τον στίχο του Λειβαδίτη: «τα παιδιά ξέρουν καλά ότι το αδύνατο είναι η πιο ωραία λύση»– αποδεικνύει ότι, εάν το επιλέξει, γνωρίζει πολύ καλά να μας παραστήσει και να αποκαλύψει με τρόπο ευρηματικό και λογοτεχνικά πετυχημένο τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων της, το οποίο ωστόσο, στη συγκεκριμένη σύνθεση διηγημάτων (εκτός από το παραπάνω), αποφεύγει.

Επειδή λοιπόν η προσέγγιση των ζητημάτων από τη συγγραφέα γίνεται, όπως ειπώθηκε, με την παράθεση όλων εκείνων των εξωτερικών στοιχείων που ξέρει ότι είναι αναγκαία για να εισέλθει ο αναγνώστης σε αυτό που θέτει ως στόχο η ίδια, διαδικασία εξαντλητική για την τελευταία, αφού δεν επιτρέπει στον εαυτό της να εκφραστεί με τη φωνή των ηρώων της, ίσως γι’ αυτό, έπειτα από ορισμένα διηγήματα, αποφασίζει να παρεμβάλει κάποιες δικές της «αποκρυσταλλώσεις», που, και αν δεν πλαισιώνουν την εσωτερική κατάσταση των ηρώων της, λειτουργούν για την ίδια, αλλά και για τον αναγνώστη, ως ψυχολογική ανάσα μετά τις καταστάσεις των ηρώων: «Η αγάπη είναι εκμετάλλευση…», «Το καλοκαίρι οι έρωτες περνάνε καλύτερα…», «Τα πράγματα που δε λέμε μένουν μέσα, στο εσωτερικό μας, στα σπλάχνα και στο αίμα…», «Τεντωμένο σκοινί. Παιχνίδι τρόμου… Ζωή το λένε κάποιοι…»

margaritiΟ αναγνώστης, κλείνοντας το βιβλίο, δε θα αισθανθεί ανακούφιση γιατί του δόθηκαν απαντήσεις σε ζητήματα που έθεσε η συγγραφέας, αφού η ίδια δεν είχε τέτοια πρόθεση, αλλά θα γευτεί –με τον τρόπο που επιβάλλει η Μαργαρίτη– την αίσθηση του νικημένου, εκείνου που εγκλωβίστηκε ή παραδόθηκε άνευ όρων σε μια ζωή, που δεν έχει τη δύναμη, αν και μπορεί, να την ορίσει ο ίδιος, και γι’ αυτό έπαψε να είναι ολότελα δική του, συνθήκη που μοιραία διαποτίζει τις διαπροσωπικές του σχέσεις, ώστε να παραιτείται από αυτές, καταβυθιζόμενος περισσότερο στη μοναχικότητα. Συμπτώματα όλα τούτα της σημερινής εποχής της κρίσης.

 

Επιλεγμένα είδη
Ειρήνη Μαργαρίτη
Μελάνι
92 σελ.
ISBN 978-960-591-066-2
Τιμή €9,50
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Λευτέρης Γιαννακουδάκης: «Τα φαντάσματα του Δεκέμβρη»

Με αφορμή τη δολοφονία του δεκαεξάχρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 από αστυνομικά πυρά, με φόντο τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη συνέχεια, με την πόλη να φλέγεται και με ένα σκηνικό...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συλλογικό έργο (επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης): «Κύπρος, 1974-2024»

Αιώνες φαρμάκι· γενιές φαρμάκι Γ. Σεφέρης,«Οι γάτες τ’ Άι-Νικόλα» Αναμφίβολα, το βιβλίο Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή (Ελληνοεκδοτική, 2024), με την επιμέλεια του ακάματου λογοτέχνη Ελπιδοφόρου...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Κώστια Κοντολέων: «Η Ίμα στη Ville d’Avray»

Η βαριά πόρτα ανοίγει και κλείνει, οριστικά πια πίσω της. Τα βρεμένα πεζοδρόμια έπαψαν να αντανακλούν μικρές ή μεγάλες σκιές, οι ομπρέλες μάσκες προσώπων και προσωπείων κρύβουν ταυτότητες ίσως και...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.