fbpx
Faruk Tuncay: «Πορτρέτα»

Faruk Tuncay: «Πορτρέτα»

Τα Πορτρέτα του Φαρούκ Τουντζάι αποτελούνται από είκοσι δύο, περιορισμένες σε έκταση, ιστορήσεις. Ο αφηγητής, σε πρώτο πρόσωπο, φαίνεται να εκθέτει γεγονότα και συμβάντα της ζωής του, εν είδει αυτοβιογραφίας. Ανασύρει εκ βαθέων ανεξίτηλες εικόνες, οι οποίες σηματοδοτούν χαρακτηριστικά μία συναρπαστική προσωπική διαδρομή. Καθώς ο ίδιος ομολογεί (σελ. 44): «Προσφεύγω στην παλιά τακτική της Σεχραζάτ. Θα την ξέρετε. Είναι αυτή που, επί χίλιες μία νύχτες, έλεγε κι ένα παραμύθι στον βασιλιά για να γλιτώσει την επικείμενη πρωινή εκτέλεση».

Με λόγο παραμυθητικό κι αυτός, ίσως το ίδιο ακριβώς να επιδιώκει γράφοντας. Να αποφύγει την επικείμενη εκτέλεση. Ό,τι επιχειρεί και η κάθε καλλιτεχνική ύπαρξη. Γιατί τα πορτρέτα του συστήνουν –με τον τρόπο που οι εικόνες, μικρές φέτες της ζωής του, παρελαύνουν μπροστά του– μία συνείδηση ποιητική.

Ο συγγραφέας πραγματώνει την εσωστρεφή επισκόπηση του εγώ, επανερμηνεύοντας μικρά κι ασήμαντα ίσως περιστατικά και δι’ αυτών κατανοώντας τη ζωή του όλη. Με τρυφερότητα στιβαρή αποτυπώνει, χωρίς πιθανώς να το επιδιώκει σκοπίμως, αυτή την περιδιάβασή του στα ενδότερα τοπία, εκεί όπου επιχειρεί την ανίχνευση της καταγωγής, την αναψηλάφηση των ριζών του, τον τελεσίδικο απολογισμό-επανορισμό της ταυτότητάς του, την οριοθέτηση και εγκατάστασή του, εντέλει, στους σύγχρονους, «σακάτικους καιρούς μας». Ανασύρει τις απλές ιστορίες του, καθημερινά συμβάντα, τα οποία όμως εμπεριέχουν και αντικατοπτρίζουν την προσωπική θεώρηση του κόσμου.

Ο Φαρούκ Τουντζάι διεξέρχεται με κοφτερή σκέψη, ποιητικό στοχασμό και ευδιάκριτη περηφάνια, μέσω των αφηγήσεών του, τη σημερινή πολιτική δράση –κυρίαρχο γνώρισμα της μακρόχρονης δικής του πορείας– ως μονοσήμαντη, και επιπόλαια πλέον, απόπειρα χειραγώγησης και ερμηνείας της πραγματικότητας και ναρκισσιστική διαχείριση του εγώ. Ως εγωκεντρικό και μόνον αυτοπροσδιορισμό, αντιπροτείνοντας την ατομική βίωση και ευθύνη. Καταθέτει στον αντίποδα τη νοσταλγία του για την απολεσθείσα πατρίδα –τα καλά χρόνια του– αλλά και για κάθε απώλεια, ανακαλεί νόστιμους παιδικούς έρωτες και ανεπίστρεπτους, θυμάται πρόσωπα που αγάπησε και τα επαναφέρει στον παρόντα χρόνο, για τη νοερή στήριξή τους.

Στις ιστορήσεις του επικεντρώνει την προσοχή του στο μικρό, στο φαινομενικά ασήμαντο, εκεί από όπου μπορεί να δει τον κόσμο όλο, αφού από το μερικό μόνο και το συγκεκριμένο είναι δυνατόν να φτάσει, να αναχθεί κανείς στη γενική, την ολική θέαση, καθώς φαίνεται να πιστεύει.

Μέσα από μια ταπεινή, αλλά γεμάτη χυμούς και ουσία καθημερινότητα, με κομψή ειρωνεία, συχνό αυτοσαρκασμό, ανεπαίσθητη μελαγχολία, για τη βαναυσότητα του χρόνου που περνά αθόρυβος, αλλά δρεπανηφόρος, ο Φαρούκ Τουντζάι, ο Χαρούν (αυτό είναι το πραγματικό του όνομα) μας μιλάει με παραμύθια, με παραβολές για τη φρίκη, μα και για τη νοστιμάδα της ζωής, για να τ’ ακούμε καλύτερα, έτσι ακριβώς όπως το λέει ο Σεφέρης: «Κι αν σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα και η φρίκη δεν κουβεντιάζεται, γιατί είναι ζωντανή, γιατί είναι αμίλητη και προχωράει – στάζει την ημέρα, στάζει στον ύπνο μνησιπήμων πόνος».

Χαιρέκακος και αιμοβόρος είναι πράγματι ο πόνος, αφού στέκεται, κατσικώνεται και δεν λέει να ξεκολλήσει από πάνω μας. Για να μας υπενθυμίζει οικεία κακά. Παθήματα και ήττες.

Δεν αποσκοπεί, δηλαδή, μόνο να κρυφτεί ο συγγραφέας και να γλιτώσει, σαν τη Σεχραζάτ, παρά αποπειράται ταυτόχρονα, γράφοντας, να σαγηνεύσει τον αναγνώστη του, να τον ξεγελάσει, να τον πείσει να κάνει κι εκείνος το ίδιο. Να εγκολπωθεί, για σωτηρία του, τον παραμυθητικό, τον πλέον αποκαθαρμένο λόγο.

Συχνά, μάλιστα, περνάει μέσα από τον καθρέφτη της Αλίκης ο συγγραφέας, χωρίς καθόλου να το θέλει, και μπαίνει τότε σε τόπους θαυμαστούς, όπως ο Σώτος στο αφήγημά του με τίτλο «Η Αλεξάνδρα»: «Όταν βρέθηκε σε μια εκδρομή με το Πολυτεχνείο στο Βερολίνο, ένιωσε σαν να περνούσε μέσα από τον καθρέφτη της Αλίκης και να έμπαινε σε έναν τόπο θαυμαστό». Γιατί έτσι αντικρίζει ο Φαρούκ Τουντζάι τον κόσμο. Ως θαύμα. Κι αυτό μας υποβάλλει. Να τον θαυμάσουμε κι εμείς.

Οι μικρές, φαινομενικά απλές ιστορίες του, απαιτούν αργή και προσεκτική ανάγνωση, γιατί είναι μεστές και σε αποπληρώνουν, η κάθε μία τους ξεχωριστά, με την αισθητική απόλαυση. Καμία ιστόρησή του δεν είναι πεισιθανάτια, είναι όλες αισιόδοξες στον πυρήνα τους, έμπλεες αγάπης για τη ζωή και τον κόσμο, με κατανόηση και συμπόνια προς τους ήρωές του.

Ο αφηγητής (δόλιος ο συγγραφέας, ενδύεται την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, εξάλλου δεν μοιάζει να τον απασχολούν καθόλου ηθικολογικές προσεγγίσεις, φερειπείν της αλήθειας και του ψεύδους, ούτε και τα διαχωρίζει μάλιστα μεταξύ τους, γνωρίζει πως το ίδιο πορτρέτο, αν ιδωθεί από διαφορετική γωνία, άλλα φανερώνει) σέβεται το ταπεινό άτομο, γιατί αυτό είναι ικανό να βιώνει, να πιει τον πόνο ολόκληρο, αλλά και να ρουφήξει όμως και τη χαρά της στιγμής. Είναι ο ενσυνείδητος άνθρωπος που τον ενδιαφέρει, και όχι ο τυχαίος και ανίδεος, εκείνος που γλιστρά από αυτήν σαν πάνω σε τσουλήθρα. Αδιάβροχος και μονίμως στεγνός. Η καθημερινότητα είναι τα μαρμαρένια αλώνια της αποφασιστικής μάχης κι αυτήν δείχνει.

 Γιατί έτσι αντικρίζει ο Φαρούκ Τουντζάι τον κόσμο. Ως θαύμα. Κι αυτό μας υποβάλλει. Να τον θαυμάσουμε κι εμείς.

Νύξεις επομένως της ποιητικής πρόσληψης του κόσμου, του Φαρούκ Τουντζάι, καταγράφονται με τα πορτρέτα του ως δόλωμα για τον αναγνώστη, τον νοητό συνομιλητή του, καθώς έμμεσα υποστηρίζει πως εκεί, καταργώντας εθνοτικούς διαχωρισμούς, φυλετικά όρια και ανόητες προλήψεις, έναν ιδεοκρατικό κόσμο, ο απλός άνθρωπος μπορεί να γευτεί τη μικρή χαρά και να σταθεί να αντιμετωπίσει τον θάνατο.

Γιατί ο θάνατος περιφέρεται, επισκιάζει σχεδόν την κάθε μικρή ιστορία του και είναι με τον δικό του φόβο που αποτιμά ο συγγραφέας, ήθη και καταστάσεις της ζωής. Ο έρωτας, ταυτόχρονα, παντού παρών στις ιστορίες του, όπως είναι και στη ζωή, εάν βέβαια έχουμε μάτια να τον δούμε και μνήμη να τον κρατήσουμε.

Ο Φαρούκ Τουντζάι γράφει λιτά, αποφεύγοντας τη γλυκερή έκφραση, μ’ έναν απίστευτο γλωσσικό πλούτο. Ζηλευτή είναι πράγματι η οικειοποίησή του της ελληνικής, πιστοποιώντας ότι η γλώσσα είναι η κοινή μας πατρίδα, «ο οίκος του όντος» κατά Χάιντεγκερ, καθώς αρδεύει ο Φαρούκ από ένα αυθεντικό εγώ, το οποίο υπερβαίνει τα συμβατικά γλωσσικά όρια και εκφράζεται με την προσωπική γλώσσα του, την κοινή γλώσσα της ουσιαστικής ύπαρξης. Η φιλοσοφική του θέαση του κόσμου κατατίθεται δηλαδή εν τη ρύμη του λόγου χωρίς καμία σοβαροφάνεια, χωρίς καθόλου να παριστάνει τον θυμόσοφο ή τον διανοούμενο. Αβίαστα κι απλά, όπως πρέπει να εκφράζει κανείς τη μικρή αλήθεια του στην καθημερινή βίωση και στη συνάφεια του κόσμου. Με τον δικό του ρυθμό και το προσωπικό του ύφος.

Αφηγηματικά, οι προσωπικές, οιονεί εξομολογητικές ιστορήσεις του, ακολουθούν διαφορετικούς τρόπους. Παρεκβάσεις, εμβόλιμες, προοικονομίες, ειρωνεία κατεξοχήν και συγκεκαλυμμένο πάντα αυτοσαρκασμό.

Ο ήρωάς του μπορεί να είναι ένας εμβληματικός χαμάλης της πόλης, ο Ντυκύζ, ή ο αγέρωχος, πεισματάρης παππούς του στον Καύκασο, όπως ακόμα και μια Ελληνίδα γυναίκα «μεταιχμιακής ηλικίας», όπως θα ’λεγε ο Γ. Μαρκόπουλος. Εμβληματικές φιγούρες, οι οποίες διδάσκουν τον αυτοσεβασμό, την ατομική περηφάνια, τη σιωπή και την ενσυνείδητη βίωση. Ο Φαρούκ Τουντζάι διατηρεί καθαρές, εντός του, τις εικόνες, δεν έχουν θολώσει τόσα χρόνια και σκιαστεί, κι αυτές χρησιμοποιεί ως συνδετικούς κρίκους στις αφηγήσεις του. Μπορεί ένα πρόσωπο, το οποίο στην ιστορία του δεν εμφανίζεται πουθενά, να παρουσιαστεί απροσδόκητα στο τέλος της, για να υποδηλώσει όλη την αλήθεια της, να καταδείξει την ποιητική προοπτική των πραγμάτων ή και να φανερώσει, ίσως, τον ίδιο τον συγγραφέα. Όπως ο Κωστής, για παράδειγμα, στο αφήγημα με τίτλο «Ο Άλκης»: «Θέλει την ησυχία της, η κυρία Καλλιόπη. Στο μεγάλο σπίτι κυκλοφορεί με το μπουρνούζι του ο Κωστής, ο μόνος που δεν άλλαξε από τότε, πάντα με το μπουρνούζι περιφερόταν στο σπίτι».

Περαστικός, δηλαδή, κι ο συγγραφέας, κάπως έτσι, όπως εμφανίζεται για μια στιγμή ο Χίτσκοκ στις ταινίες του, κι ωστόσο με ρόλο καίριο.

Faruk TuncayΗ κατ’ επίφασιν αυτοβιογραφία του Φαρούκ Τουντζάι αποτυπώνει, πιστεύω, την προσωπική περιπέτεια και διαδρομή του σημερινού και του αυριανού, φοβάμαι, πολίτη-μετανάστη πλέον, ο οποίος αποζητά εναγώνια έναν τόπο για να σταθεί, την ιδεατή πατρίδα να εγκατασταθεί. Εννοώ την ιδιαίτερη πατρίδα της ύπαρξης.

 

Πορτρέτα
Φαρούκ Τουντζάι
Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού
112 σελ.
ISBN 978-960-91353-4-4
Τιμή €10,00
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
Anne Plantagenet: «Η μοναδική Μαρία Καζαρές»

Υπάρχει η νιότη. Υπάρχει το γήρας. Επέλεξα να γεράσω στο μεσουράνημά μου. Μαρία Καζαρές Βιβλίο-βιογραφία μιας σπουδαίας γυναίκας, που έζησε πλάι αλλά και στη σκιά του Αλμπέρ Καμύ. «Η φωνή της είναι σκοτεινή,...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΔΙΑΦΟΡΑ
«Προσωπικό αρχείο αρχηγού ΕΔΕΣ στρατηγού Ναπολέοντος Ζέρβα (περιόδου 1942-1944)»

Ο Ναπολέων Ζέρβας (Άρτα, 1891 – Αθήνα, 1957), στρατιωτικός, κινηματίας, ιδρυτής-αρχηγός του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ) και πολιτικός, υπήρξε ένα από τα πλέον συζητημένα πρόσωπα του 20ού...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.