fbpx
«Μια ζωή (Ιωάννης Συκουτρής)» του Μ. Γ. Μερακλή

«Μια ζωή (Ιωάννης Συκουτρής)» του Μ. Γ. Μερακλή

Συνηθίζω τα καλοκαίρια να διαβάζω ξανά βιβλία, που η πρώτη ανάγνωση μού προκάλεσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Αυτό συνέβη και με το βιβλίο: Ιωάννης Συκουτρής. Η ζωή του, 1901-1937 του Διονυσίου Αλικανιώτη (2008). Είναι βιβλίο που ικανοποιεί και τον πιο απαιτητικόν αναγνώστη, για τον βραχύ βίο του Συκουτρή, τον οποίο ειδικοί θεώρησαν κορυφαίο Έλληνα κλασικό φιλόλογο μετά τον πρώτο Κοραή. Με τις δικές του βέβαια «μετοχές».

Αντιμετώπισε στη ζωή του αλλεπάλληλες αντιξοότητες, που με θάρρος μπορούσε να τις υπερβαίνει. Εντούτοις, έδωσε τραγικό τέλος στη ζωή του σ’ ένα ξενοδοχείο της Κορίνθου, αφού προηγουμένως ανέβηκε μόνος, με τις τελευταίες σκέψεις και αποφάσεις του, στον Ακροκόρινθο.

Γεννήθηκε σε μια λαϊκή συνοικία της Σμύρνης, η οικογένειά του ήταν πολύτεκνη και πάμπτωχη, στα όρια της εξαθλίωσης. Όμως είταν προικισμένος με πνευματικά χαρίσματα. «Οι δάσκαλοί του ήσαν οι πρώτοι μάρτυρες της εξαιρετικής επιδόσεώς του», έγραψε αργότερα η σύζυγός του, Χαρά. Νεαρός ακόμα συγκέντρωνε Ελληνόπουλα και αγωνιζόταν να στερεώσει μέσα τους την ελληνική γλώσσα. Ήθελε να γίνει δημιουργός «νέας αποκλειστικώς ελληνοφώνου γενεάς».

Το 1919 ήλθε στην Αθήνα, όπως και άλλοι νέοι, που ήθελαν να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο. Η Σύγκλητος επέτρεψε να εγγραφούν ως δευτεροετείς φοιτητές. Ανάμεσά τους είταν και ο Συκουτρής.

Σε ηλικία 27 ετών άρχισε, από την Κύπρο, να διδάσκει φιλολογικά μαθήματα στο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας, με την οικονομική στήριξη του Μητροπολίτου Κιτίου (1922-1924). Την Κύπρο προτίμησε (μπορούσε να διδάξει και στην Αθήνα), γιατί τη θεωρούσε «πεδίον ευρύ, παρθένο και ελεύθερο για να διδάξει, να ζήσει, να ερευνήσει, με εκδρομές» (υπήρξε μανιώδης πεζοπόρος, πολλές φορές με τους μαθητές του), «εξορμήσεις, μαθητές, ανακαλύψεις αγνώστων κειμένων, ψυχές αγνών ανθρώπων που ζούσαν κάτω από την “ψεύτρα λευτεριά” της Αγγλοκρατίας». Με τη ζωντάνια και το πάθος του γνήσιου δασκάλου που τον διέκρινε, αλλά και με το εύρος των γνώσεών του και τον τρόπο της διδασκαλίας του, εντυπωσίασε το κυπριακό ακροατήριο, που τον εκτίμησε ιδιαίτερα, χωρίς εντούτοις να λείψουν και εκείνοι που δεν τον συμπάθησαν. Και δεν είσαν λίγοι.

Στη Λάρνακα, εκτός από τη διδακτική και την ερευνητική επίδοσή του, ασχολήθηκε και με τον αθλητισμό. Στην Κύπρο για παράδειγμα οργάνωσε εσπερίδα «υπέρ των ποδοσφαιρικών ομίλων Ιεροδιδασκαλείου και του Εμπορικού Λυκείου» (στο οποίο επίσης δίδασκε). Παρουσιαζόταν λοιπόν εκεί ένας κλασικός φιλόλογος διαφορετικού τύπου και ύφους. Και είχε αρχίσει να μαγνητίζει τους μαθητές, αλλά και ένα πολύ ευρύτερο κοινό, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, με τις διαλέξεις του και συναφείς πρωτοβουλίες.

Βέβαια το «δίσημο» εκτίμηση-φθόνος εκδηλωνόταν ολοένα πιο έντονα, ιδιαίτερα μετά την έλευσή του στην Αθήνα, και διαδιδόταν ολοένα πιο πολύ. Η φήμη πως είταν «εχθρός της θρησκείας, της πατρίδος και της οικογένειας» ξεκίνησε από την Κύπρο και διαδιδόταν ολοένα πιο πολύ. Η Φιλοσοφική Σχολή ωστόσο έβλεπε στην αρχή ευνοϊκά τον Συκουτρή και τον εξέλεξε Υφηγητή παμψηφεί τον Μάιο του 1930. Δίδαξε ως υφηγητής έως το θάνατό του.

Φαίνεται πάντως ότι η πλειονότητα των συναδέλφων εντυπωσιάστηκε, αρνητικά εννοώ, όταν εκείνος παρουσίασε τη διάλεξή του, απαραίτητη για την έγκριση της βαθμίδας της υφηγεσίας. Το θέμα του είταν: «Φιλολογία και Ζωή», δηλαδή ολότελα διαφορετικό από τα έως τότε (αλλά και μετέπειτα) τετριμμένα, τυποποιημένα θέματα. Και θα όξυνε, πιστεύω, πολύ περισσότερο τη δυσφορία τους στην παρουσία του, όταν, το 1937, θα διάβασαν το βιογραφικό που υπέβαλε κατά την προκήρυξη της τακτικής έδρας που επρόκειτο να πληρωθεί! Έλεγε εκεί πως θεωρούσε το κείμενό του εκείνο «το σπουδαιότερόν (του) δημοσίευμα», θέτοντας το «περιμάχητο πρόβλημα, αν η φιλολογία είν’ επιστήμη ή καλλιτεχνία και ώς πού είναι το έργον της…».

Οπωσδήποτε αισθάνομαι την υποχρέωση να γράψω ένα ακόμα επιμνημόσυνο σημείωμα για τον μεγάλο αυτόν άνθρωπο, που τον εξόντωσαν από φθόνο άνθρωποι μικροί.

Έμενε πάντως εκείνος ακάματος, άκαμπτος, θερμουργός δάσκαλος, διανοητής, πατριδολάτρης (ουσιαστικά) και αεικίνητος. Η φιλολογική ιδιοφυΐα του τον ώθησε να απλωθεί στο σύνολο της Ελληνικής Λογοτεχνίας: αρχαίας, βυζαντινής, νεότερων χρόνων. Η διατριβή του είχε ως θέμα έργο τού εκ των κορυφαίων λόγιου και φιλόσοφου Μιχαήλ Ψελλού. Είχε πλατειά γνώση της βυζαντινής θεολογίας. Αγάπησε ως άνθρωπο και μεγάλο ποιητή του τον Παλαμά, κάνοντας μάλιστα και κριτική σε δήθεν μοντέρνους δασκάλους, οι οποίοι μιλούσαν προσβλητικά «ενώπιον των ανυπόπτων μαθητών τα σεβαστότερα ονόματα της σύγχρονης λογοτεχνικής ζωής, είτε προς επίδειξιν ανωτερότητος, είτε και διότι νομίζουν ότι μόνον περιυβρίζοντες μερικούς (τον Παλαμά π.χ.) θα δυνηθούν να εγκωμιάσουν προσηκόντως άλλους (Σολωμόν)». Ήδη στην Κύπρο είχε διδάξει ολόκληρο το κορυφαίο παλαμικό έργο Δωδεκάλογος του Γύφτου.

Το καίριο χτύπημα δόθηκε το 1937, λίγο πριν από το θάνατό του. Αφορμή έλαβαν οι θεομπαίχτες διαστρεβλωτές του περιεχομένου της Εισαγωγής του στην έκδοση από την Ακαδημία του έργου του Πλάτωνα (τον λάτρευε) Συμπόσιον, που γνώρισε εκδοτικό θρίαμβο. Οι «συνάδελφοί» του άρπαξαν την ευκαιρία να βγάλουν τον Συκουτρή ανήθικο και διαφθορέα των νέων.

Ο ιδεαλιστής Πλάτων επιχειρούσε στο έργο του αυτό να μετατρέψει το νόημα και την εφαρμογή του ιστορικά υπαρκτού «παιδικού έρωτος» σε μια συναισθηματική, πλατωνική σχέση του άνδρα προς τον έφηβο. Ο Συκουτρής, όπως όφειλε, παρουσίασε το φαινόμενο όπως υπήρχε, ακολουθώντας και τη θέση του Πλάτωνα.

Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, από τους ελάχιστους σταθερούς φίλους του (σχεδόν όλοι σιώπησαν και τον άφησαν μόνο, ανυπεράσπιστο) έγραφε τότε (αντιγράφω από το βιβλίο του κυρίου Αλικανιώτη): «“Γράψε μου δέκα λόγια, τα πιο αθώα, και είμαι ικανός να σε στείλω στην πυρά”». Μ’αυτά τα λόγια των ιεροεξεταστών αρχίζει το άρθρο του ο Ξενόπουλος και συνεχίζει: «… Με κανένα τρόπο δεν θέλουν οι γλωσσαμύντορες τακτικό καθηγητή τον κ. Συκουτρή. Πρώτο, γιατί αυτός παραδέχεται και τις δύο γλώσσες [εννοεί δημοτική και καθαρεύουσα]. Δεύτερο, γιατί θαυμάζει τον Παλαμά και αγαπά αληθινά τη νέα μας λογοτεχνία. Τρίτο, γιατί έχει γνώμη. Και τέταρτο, γιατί έχει αξία όση κανείς από τους νεώτερους δεν έχει άλλος. Ε, την αξία αυτή πώς θα την αρνηθούν; Εξαίρετα όμως μπορούν να πουν “καλός, ναι, αλλά τι να τον κάνουμε που είναι άθεος, αντίχριστος, ανήθικος, αριστερός, κομμουνιστής και έχει εξεγερθεί εναντίον του η πανελλήνιος κοινή γνώμη;”. Για να υπάρξει αυτό το επιχείρημα έγινε όλος αυτός ο ανίερος θόρυβος γύρω από το Συμπόσιο του Πλάτωνος. Και ο κ. Συκουτρής αγωνίζεται να το εκμηδενίσει. Θα το κατορθώσει; Πολύ αμφιβάλλω». Ο Ξενόπουλος είταν πραγματιστής, δεν έπεσε έξω. Ηθικοί αυτουργοί του θανάτου του ήσαν οι «συνάδελφοί» του και η πλεμπάγια που τους ακολούθησε, όπως συνήθως γίνεται.

Ραδιούργησαν αισχρά με γραφειοκρατικές ανέντιμες κομπίνες και δεν τον έκριναν. Εξέλεξαν έτσι ένα μέτριο, γραμματικό φιλόλογο, αμέσως τακτικό καθηγητή μάλιστα. Τον άκουσα ως πρωτοετής εγώ φοιτητής στη Φιλοσοφική Αθηνών. Η διαφορά είταν τερατωδώς πελώρια.

Δύο τρεις δεκαετίες χρειάζονται, για να συμπληρωθεί ένας αιώνας από τότε που έφυγε. Σκέπτομαι, μακάρι να κάνω λάθος, ότι πολύ λίγοι σημερινοί φιλόλογοι έχουν κάτι να πουν γι’ αυτόν. Ο «παγκρατής» χρόνος, όπως τον έλεγαν συχνά οι αρχαίοι ποιητές μας, σβήνει, αφανίζει μνήμες ανθρώπων, καθέκαστων, των πάντων. Οπωσδήποτε αισθάνομαι την υποχρέωση να γράψω ένα ακόμα επιμνημόσυνο σημείωμα για τον μεγάλο αυτόν άνθρωπο, που τον εξόντωσαν από φθόνο άνθρωποι μικροί.


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.