fbpx
«Ιδιοκτησιακά» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

«Ιδιοκτησιακά»

Στην καθημερινότητά μας πόσα πράγματα, άραγε, χρησιμοποιούμε χωρίς να αναρωτιόμαστε σε ποιον ανήκουν τα εργαλεία τους;

Ανεβαίνω-κατεβαίνω στα ΜΜΜ –μέσα μαζικής μεταφοράς–, σ’ ένα αεροπλάνο με ένα όνομα φίρμας, σ’ ένα ανώνυμο ταξί, σ’ ένα πλοίο με το όνομα ενός νησιού ή ενός βουνού ή με οποιαδήποτε άλλη επωνυμία, σ’ ένα τρένο για τη Χαλκίδα ή τη Θεσσαλονίκη –τα βαγόνια τους είναι διαφορετικά–, καταβάλλοντας το αντίτιμο του εισιτηρίου, αλλά δεν θυμάμαι να ενδιαφέρθηκα ποτέ για τον ιδιοκτήτη ή τους ιδιοκτήτες, ούτε καν όταν διανυκτερεύω σ’ ένα ξενοδοχείο, για το όνομα του ιδιοκτήτη.

Το ίδιο συμβαίνει με τον κινηματογράφο, το θέατρο και άλλα σημεία διασκέδασης ή ψυχαγωγίας, πληρώνω το αντίτιμο της επιλογής μου και τι με νοιάζει σε ποιον ανήκουν.

Η ιδιοκτησία βρίσκεται πίσω από μια ετικέτα: Adidas, Calvin Klein...

Για τα ΜΜΕ –μέσα μαζικής ενημέρωσης–, έντυπα, ηλεκτρονικά ή τηλεοπτικά, δεν έμαθα ποτέ περί ιδιοκτησίας, αν και πλήρωνα συνδρομή ή την αναγραφόμενη τιμή σε δραχμές, άλλοτε, ή σε ευρώ, τα τελευταία χρόνια. Πλήρωνα τις επιλογές μου ή τα πάθη μου.

Ζώντας μόνη, όταν έβγαινα από το σπίτι, άφηνα ενίοτε το ραδιόφωνο να παίζει ή την τηλεόραση ανοιχτή σε κάποιο κανάλι να ακούγονται διαφορετικές φωνές, με την ψευδαίσθηση αν ερχόταν κανένας κλέφτης και άκουγε τους ήχους να φοβόταν να σπάσει την πόρτα, μήπως τον έπιαναν αυτοί που κάθονταν στον καναπέ απολαμβάνοντας το ένα ή το άλλο μέσον.

Μου πήρε καιρό να σκεφθώ ότι και ο κλέφτης έβλεπε και άκουγε τα ίδια ΜΜΕ και μάλλον θα αναγνώριζε τις φωνές, οπότε άλλαξα τακτική.

Και όλα αυτά ενώ είχα διαβάσει και ήξερα την ιστορία των Κόκκινων Καναλιών την εποχή του μέγιστου αντικομμουνισμού, που προήγε στα ύψη ή καταβαράθρωνε τον Ψυχρό Πόλεμο, που μεταφέρθηκε αρχικά στο Μπρόντγουεϊ και στη συνέχεια στο Χόλιγουντ και τελικά στην εποχή του Μακαρθισμού, και τις ταλαιπωρίες των συγγραφέων, των δημοσιογράφων, των σχολιαστών, των εκφωνητών, όπως πολύ απλά και κατανοητά περιέγραψε ο Ουόλτερ Μπερνστίν, 96 χρόνων σήμερα, στο βιβλίο του Μνήμες από τη Μαύρη Λίστα (που μετέφρασα και εξέδωσε ο Καστανιώτης), και τις δίκες των Δέκα, όπως έγινε γνωστός ο διασυρμός προσωπικοτήτων, κυρίως της Έβδομης Τέχνης –στην καταδίωξη πρωτοστάτησαν ο Ντίσνεϊ και ο Ρίγκαν–, με την υπόνοια ότι ήταν κομμουνιστές ή συνεργαζόμενοι, ακόμα και των μουσικών που έκαναν τη μουσική επένδυση. Η αρχή είχε γίνει με τις απειλές του FBI και της CIA προς τους βιομήχανους, βιοτέχνες, κατασκευαστές, παραγωγούς οποιωνδήποτε αγαθών, να πάψουν να πληρώνουν διαφημιστές που τους πρόβαλλαν μέσα από τα Κόκκινα Κανάλια, όπου όλοι τους ήταν κομμουνιστές, και τους χορηγούς ότι, αν εξακολουθούσαν τις δικές τους εισφορές, θα είχαν συνέπειες.

Αργότερα, όταν άρχισα να εργάζομαι, παρά τις σπουδές και τα αναγνώσματα, άργησα να καταλάβω το επίπεδο, ψηλό ή χαμηλό, του μισθού μου.

Πρώτον, πληρωνόμουν για τις ώρες της απασχόλησής μου, άσχετα αν ήξερα να παίζω πιάνο ή αν με συγκινούσε η Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν, αν ήξερα τον Τ.Σ. Έλιοτ ή είχα διαβάσει το Μόμπι Ντικ, ή αν μπορούσα να απαγγείλω τους Ψαλμούς από την Παλαιά Διαθήκη.

Δεύτερον, η δουλειά μου έπρεπε να είναι τόσο παραγωγική που να ξεπερνάει, σαν παράδειγμα, τα 100 δολάρια μέσα σε κάποιο χρονικό διάστημα, και από εκείνο το ύψος και πάνω κάποια υποδιαίρεση να ήταν η αμοιβή μου, μιας εργαζόμενης.

Πολύ αργότερα, με τη συμμετοχή μου στα κινήματα γυναικών, έμαθα ότι αυτό το ποσοστό δεν ήταν το ίδιο, με όλα τα αντίστοιχα, για τον άνδρα εργαζόμενο. Υπήρχε κι εδώ φυλετισμός.

Τα τελευταία χρόνια αποκαλύπτεται όλο και πιο ξεκάθαρα ότι όλα γίνονται για το χρηματικό κέρδος. Όλα για τα λεφτά.

Ο ελληνικός και ξένος Τύπος, όχι μόνο του Δυτικού κόσμου, δημοσιεύουν, καθημερινά, άρθρα, σχόλια, αναλύσεις, υποδείξεις, παρατηρήσεις, υποσχέσεις, αναβολές, συστάσεις, γνώμες, και οτιδήποτε άλλο για την ελληνική οικονομία, την ύπαρξή της μέσα κι έξω από την Ευρώπη ή κάποιους χρηματικούς, συγκεντρωτικούς οργανισμούς ή μηχανισμούς.

Και όλα αυτά ενίσχυσαν την καθημερινή μου απορία γιατί όλοι αυτοί ασχολούνται με την Ελλάδα των δέκα εκατομμυρίων πολιτών, αν είμαστε τόσοι, και όχι με κάποιες άλλες χώρες σε πραγματικά δεινή οικονομική κατάσταση. Όταν, ανόητα, ρώτησα κάποιον σε μια συζήτηση, η απάντηση ήταν: γιατί εμείς είμαστε στην Ευρώπη. «Γεωγραφικά;» Δεν πήρα απάντηση.

Όλα αυτά τα σκέφθηκα στην πρώτη επέτειο, 26 Μαΐου, της πρωθυπουργίας του Ινδού Ναρέντρα Μόντι, μιας χώρας ενός δισεκατομμυρίου διακοσίων πενήντα εκατομμυρίων λαού, που θα είναι ο μελλοντικός παίκτης στο παγκόσμιο γήπεδο, κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό ή οτιδήποτε άλλο, για την οποία διαβάζω πολύ πολύ αραιά κάποια είδηση, εκτός από συγκρούσεις τρένων, πλημμύρες, βιασμούς ανηλίκων, κοριτσιών ή αγοριών, και της όλο και οξύτερης δυσοσμίας του Γάγγη ποταμού, που μέσα του πετάνε τους νεκρούς επειδή δεν έχουν τα μέσα να τους κάψουν ή να τους κηδέψουν. Είχε γίνει αιτία να μην ταξιδέψω στο Νέο Δελχί για την παραλαβή κάποιου βραβείου.

Θυμήθηκα και κάτι ακόμα. Είχα επισκεφθεί στο Μαϊάμι κάποια συγγενική οικογένεια. Το σπίτι ήταν τεράστιο και πολυεπίπεδο, μέσα σ’ ένα δεντρόφυτο και ανθόσπαρτο οικόπεδο, με τρία ή πέντε γκαράζ, υπόγειο με μερικές συσκευές τηλεόρασης, μπιλιάρδο, πιγκ πογκ και άλλους χώρους ψυχαγωγίας, και δεν είχα πει τίποτα γι’ αυτά που ήξερα για να μην τους προσβάλω.

Τυχαία, πριν τους επισκεφθώ είχα διαβάσει ότι στο κανονικό μέγεθος της κατοικίας μιας συνηθισμένης αμερικανικής οικογένειας, δηλαδή τεσσάρων ατόμων, στο εμβαδόν της κατοικούν στην Ινδία πέντε χιλιάδες –5.000– άνθρωποι.

Οι συγγενείς μου ήταν τέσσερις: ο θείος, η θεία μου και τα δυο παιδιά τους, που είχαν φύγει και ζούσαν σε δικά τους σπίτια.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.