fbpx
«Το δειλινό» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

«Το δειλινό»

Καθόμασταν, η μαμά μου κι εγώ, σ' ένα υπαίθριο καφενείο μιας παραλίας της γενέθλιάς μου πόλης, της Καλαμάτας –δεν την ήξερα καθόλου– ύστερα από επτά χρόνια (1967-1974) απουσίας μου από την Ελλάδα. Ήμασταν και οι δυο μας σιωπηλές από τον ίδιο φόβο, ότι θα βάζαμε τα κλάματα, από μια εγγύτητα που μας είχε λείψει, ενώ ένιωθα το χέρι μου να τρέμει μέσα στη χούφτα της. Η θάλασσα απλωνόταν από ένα μέτρο μακριά μας μέχρι τον πορτοκαλί-χρυσαφί-κόκκινον ουρανό, καθώς ο ήλιος κατέβαινε, λιποθυμώντας από την ομορφιά, για να ενωθεί μαζί της και τον ορίζοντα. Ανάμεσα, μερικά ψαροκάικα έριχναν τα δίχτυα τους στη θάλασσα – η θέα έμοιαζε με ζωγραφικό πίνακα.

Γοητεύτηκα και αναφώνησα: «Μαμά, το τοπίο είναι ένα θαύμα!»

Πριν ακουστεί το θαυμαστικό, ένιωσα μια λεκτική επίθεση εναντίον μου από μια παρέα νεαρών γυναικών, που η μια τους με ρωτούσε πού έβλεπα την ομορφιά. Ή, μάλλον, έβλεπα μόνο την ομορφιά και όχι τον κόπο και τον ιδρώτα των ψαράδων, που αγωνίζονταν για να κερδίσουν το ψωμί τους και της οικογένειάς τους;

Προσπάθησα να αμυνθώ, αλλά αποδείχτηκα ανεπαρκής σε μια τέτοια υποδοχή/αντίδραση ενός θαλασσινού τοπίου στη δύση που μου είχε λείψει.

Εκείνες συμπλήρωναν η μια την άλλη, εγώ σιωπούσα και η μαμά μου στενοχωριόταν για μένα. Θυμόμουν, ιδιαιτέρως, την παρατήρησή τους ότι αυτό ήταν σκέτος φασισμός.

Η σκηνή έμεινε στη μνήμη μου πολύ ζωντανή, ίσως προς χάρη του χρόνου και του χώρου. Αν επανήλθε τώρα στον νου μου είναι από ένα ντοκιμαντέρ, που είδα σε επανάληψη στην τηλεόραση μια ακόμη άγρυπνη νύχτα, το οποίο παρουσιάζει τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη να περιφέρεται στη Γιούρα δείχνοντας διάφορες τοποθεσίες του νησιού και τα γκρεμισμένα, πλέον, στρατιωτικά παραπήγματα και τις σκηνές, όταν η ομορφιά της θάλασσας και του φωτός κάλυπταν τη βιαιότητα των Ελλήνων στρατιωτών πάνω στα κορμιά των Ελλήνων που είχαν αντισταθεί στους ναζί κατακτητές, αναβιώνοντας τα γυρίσματα της ταινίας Happy Day.

Είχα δει την ταινία, πάλι με τη μαμά μου, σ' έναν κινηματογράφο στο Μπρόντγουεϊ, στο Μανχάταν, είχα διασώσει το πρόγραμμα με τα μάτια του Στάθη Γιαλελή, που είχα ήδη γνωρίσει, και είχα ακούσει διάφορα σχόλια από τους εξερχόμενους θεατές. «Γιατί έκλαιγες τόσο πολύ;» με ρώτησε κάποιος δίπλα μου, «δεν ήταν τόσο άσχημα να βρίσκεσαι σ' ένα τόσο όμορφο νησί, με τόσο λαμπερή θάλασσα και τέτοιον ουρανό».

Πόσο γνώστης της Ιστορίας μας των εβδομήντα πέντε τελευταίων χρόνων του 20ού αιώνα μπορεί να ήταν ένας Αμερικανός; αναρωτήθηκα. Διαισθανόμουν τη θλίψη της μαμάς μου, την έβλεπα στο βλέμμα της πάνω μου και στη σιωπή της που είχε πνίξει τη φωνή της στον λαιμό της. Είχε, εκείνα τα χρόνια, μια παράκληση που μου απηύθυνε σε τέτοιες περιπτώσεις: «Μην κάνεις έτσι, παιδί μου». Την άλλη μέρα, έγραψα ένα κείμενο που δημοσιεύθηκε σε μια καθημερινή εφημερίδα του ελληνικού Τύπου.

Επιστρέφοντας από την Καλαμάτα στην Αθήνα, στον κινηματογράφο Άστυ προβαλλόταν η ταινία Happy Day. Ήταν μια πρόκληση. Είχαν μεσολαβήσει μερικά χρόνια. Παρακολουθούσα την ταινία διττά: με τα φυσικά μου μάτια αυτά που περνούσαν καρέ καρέ στην οθόνη του κινηματογράφου, καθηλωμένη στη θέση μου, όπως και οι υπόλοιποι θεατές, και τα μάτια στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου, του παρελθόντος. Η πραγματικότητα, βρισκόμουν πάλι στην πατρίδα, και τα αισθήματα που μου προκαλούσε η ταινία διαφοροποιούνταν. Είχα αδικήσει στο γραπτό μου τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη και η μόνη σκέψη που μετρίαζε την ψυχολογία μου ήταν η ρήση του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που είχα διαβάσει ερευνώντας το έργο του για μια εργασία μου, ότι τα τραγικά γεγονότα επηρεάζουν δικαιότερα τον αναγνώστη ή τον θεατή όταν έχει μεσολαβήσει κάποιος χρόνος κι έχουν κατασταλάξει η οργή και το υποκειμενικό.

Έβλεπα τους Αλφαμίτες να χτυπούν νεότερούς τους, μεγαλύτερούς τους, πιο ηλικιωμένους, αποσκελετωμένους, ταλαιπωρημένους, χτυπημένους, βασανισμένους και άγρυπνους εξόριστους, σκηνές που επιβεβαίωναν οπτικά και λεκτικά όσα είχα διαβάσει σε βιβλία της Εθνικής Αντίστασης.

Μια παρατήρηση του σκηνοθέτη ότι οι εξόριστοι δεν είχαν τρόπο να εκφράσουν τις φυσικές επιθυμίες του φύλου τους μου θύμισε τον Σπύρο Μήλα –δεν ζει πλέον–, ο οποίος είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς κατακτητές στην Καισαριανή, στα 16 του χρόνια, τον είχαν φυλακίσει, τον είχαν παραδώσει στα Τάγματα Ασφαλείας και στη συνέχεια εξορίστηκε σε διάφορα ξερονήσια επί είκοσι συναπτά έτη, με διαφορά από κάποιον άλλον αντιστασιακό με ισάριθμα χρόνια αλλά που τον περνούσε κατά δέκα μέρες. Γι' αυτόν και άλλους συνεξόριστους, ιδίως νεολαίους που είχαν συλληφθεί πριν ακόμα στο πρόσωπό τους φυτρώσουν γένια, γυναίκα ήταν η μάνα τους. Πολλοί από αυτούς, που κατάγονταν από χωριά, πεδινά και ορεινά, είχαν ξεχάσει τη μορφή της γιατί δεν την είχαν ξαναδεί, αφού οι μάνες αδυνατούσαν να ταξιδέψουν μέχρι τις φυλακές και τους διάφορους τόπους εξορίας.

Παρόμοιες αφηγήσεις πλήθαιναν όταν μια παρέα, με ίδιες εμπειρίες, συναντιόμασταν στα καφενεία της Πλατείας στην Καισαριανή. Θυμήθηκα επίσης σε μια μεγάλη συγκέντρωση στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, όπου είχα παραβρεθεί ως καλεσμένη, την απάντηση του Χαρίλαου Φλωράκη, όταν ρωτήθηκε από κάποιον στο πλήθος: «Για να είναι κανείς κομμουνιστής, πρέπει να είναι άθεος;» Και ο Φλωράκης απάντησε: «Αυτό είναι ένα εντελώς προσωπικό θέμα» και διηγήθηκε: Στα ξερονήσια, τις Κυριακές το πρωί, οι Αλφαμίτες έμπαιναν στις σκηνές με τα ρόπαλα και τους χτυπούσαν σε οποιοδήποτε σημείο του πονεμένου τους κορμιού, τους στοίχιζαν, τους οδηγούσαν στην εκκλησία χωρίς να παύουν να τους χτυπούν, βλαστημώντας. Εκείνοι, σεβόμενοι την πίστη των άλλων, στέκονταν σιωπηλοί με σκυμμένο κεφάλι, ενώ τους περικύκλωναν οι στρατιώτες λέγοντας: «Όταν βγούμε θα σας... την Παναγία». Τους επέστρεφαν στις σκηνές, εξακολουθώντας να τους χτυπούν με τα ρόπαλα και να βλαστημάνε θεούς και δέμενους.

Εύχομαι να μην ξεχάσω την Ιστορία μας από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, την Τρωική Εκστρατεία, τον Μεγαλέξανδρο, μέχρι τις τελευταίες μου ημέρες.

ΥΓ. Ο Σπύρος Μήλας έμαθε γράμματα στις φυλακές και τις εξορίες, έγραψε και εξέδωσε πολλά ποιητικά και εμπειρικά βιβλία.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.