fbpx
«Ο τόπος μου και άλλα»

«Ο τόπος μου και άλλα»

Για ν’ αγαπήσεις τον τόπο σου, πρέπει να τον γνωρίσεις πρώτα, συνήθιζε να λέει ο μπαμπάς μου.

Δεν ξέρω πόσο ο ίδιος τον γνώριζε. Έφυγε νέος από την Ελλάδα, και όταν γύρισε από το Σικάγο, ο τόπος ήταν διαφορετικός, αφού ο χρόνος αλλάζει πολλά, ακόμα και το φυσικό τοπίο.

Όταν το 1974 επέστρεψα, ύστερα από επτά χρόνια, στην Ελλάδα, μετά την πτώση της απριλιανής δικτατορίας του 1967, συχνά με προσκαλούσαν διάφοροι σύλλογοι και επιτροπές για συζητήσεις και δεχόμουν μετά χαράς.

Στα ενδιάμεσα ταξίδευα σε διάφορες πόλεις της πατρίδας και ξαναθυμόμουν τα πελάγη και τα νησιά και τις ακρογιαλιές, τα όρη και τα φαράγγια, τις λίμνες και τα ποτάμια, τη βλάστηση και το τιτίβισμα των πουλιών στα σκιερά δέντρα.

Τα πρώτα μαθητικά χρόνια, ο καλοκαιρινός προορισμός μας ήταν ο παππούς μας, στην Άνω Μεσσηνία, ενώ ως έφηβη και μέχρι και το Πανεπιστήμιο επισκεπτόμουν τα νησιά του Σαρωνικού.

Τώρα είχε έρθει η σειρά του Αιγαίου. Μαγευόμουν.

Χρειάστηκαν χρόνια, πολλές εμπειρίες και πολλά αναγνώσματα ώσπου να βεβαιωθώ η ίδια πόσες λαθεμένες πληροφορίες κυκλοφορούσαν γύρω μας, όπως το παρατσούκλι της Ελλάδας «Ψωροκώσταινα».

Τα παρατσούκλια, όμως, έχουν τη δική τους ιστορία. Έτσι και η Ψωροκώσταινα, που ίσως είναι παραφθορά της Ψαρακώσταινας που δόθηκε στην Πανωραία Χατζηκωστή –Χατζηκώσταινα–, όταν τον Ιούνιο του 1821 οι Τούρκοι κατέπνιξαν την εξέγερση των Ελλήνων στο Αϊβαλί (Κυδωνιές) και για να τη σώσουν οι δικοί μας τη μετέφεραν στα Ψαρά. Η ιστορία της είναι ακόμα πιο γνωστή από την εγκατάστασή της στο Ναύπλιο, όπου έζησε πολύ φτωχικά, με εξαίρεση τη μεγαλοσύνη της όταν, το Μάιο του 1826, που διενεργήθηκε σε αυτή την πόλη έρανος για την πολιορκία του Μεσολογγίου, εκείνη πρόσφερε λέγοντας: «Δεν έχω τίποτε άλλο από το ασημένιο δαχτυλίδι και αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο Μεσολόγγι», που έμεινε ιστορικό.

Από τότε η Ψωροκώσταινα έγινε, σχεδόν, ένας ιδιαίτερος εθνικός όρος, που σήμαινε/σημαίνει ότι το ελληνικό κράτος ήταν/είναι φτωχό και βασίζεται περισσότερο στην εθελοντική συνδρομή και προσπάθεια των κατοίκων του παρά στη σωστή και επιστημονική οργάνωση και διαχείριση της οικονομίας του.

Τον περασμένο Απρίλη ταξίδεψα βορειοδυτικά, στους νομούς Φθιώτιδας και Φωκίδας, καθώς και Ευρυτανίας, είδα από πιο κοντά τα όρη Τυμφρηστό και Οίτη, και τις χιονισμένες κορυφές τους, τον καρπενησιώτικο ποταμό που πηγάζει από τις δυτικές πηγές του Τυμφρηστού και ενώνεται με τον Κρίκελο ποταμό, και καταρράκτες που κατέβαιναν κελαρύζοντας βράχια, είδα έλατα, πλατάνια και πυκνή βλάστηση, επισκέφθηκα χωριά και κωμοπόλεις, το Μικρό Χωριό, το Μεγάλο Χωριό και τους πέτρινους Κορυσχάδες, και στο δρόμο για τη Μονή της Προυσιώτισσας πέρασα από το Κλειδί κι ένιωσα δέος ανάμεσα στα δυο αντικριστά γυμνά όρη, ώσπου είδα το ρολόι στητό σ’ ένα κοφτό βουνό, θα το ζήλευαν οι Ελβετοί, και έφτασα στη Μονή, με τα υπέροχα ξυλόγλυπτα, τις εικόνες και τα στασίδια που πάνω τους αναπαύονται ευαγγέλια και ψαλτήρια, όλα αφύλαχτα.

Χάρηκα μια άλλη γλυκιά ανοιξιάτικη μέρα πηγαίνοντας για το Μοναστήρι Αγάθωνος, που κι εκεί με περίμεναν παρόμοιες εκπλήξεις ή απορίες για τους αφύλαχτους θησαυρούς, που επιβεβαιώθηκαν από τις πληροφορίες ότι τις προηγούμενες ημέρες είχαν κλαπεί τα τάματα από την εικόνα στην οποία κρέμονταν προστατευμένα πίσω από ένα τζάμι.

Στον ίδιο χώρο, μερικά μέτρα πιο μακριά από το ναό, μια μικρή διώροφη οικοδομή, υπάρχει το μουσείο φυσικής ζωής στην περιοχή, που φιλοξενεί ζώα, πτηνά και ερπετά· πληροφορηθήκαμε ότι το είχαν λεηλατήσει από κάποιες αλεπούδες και κουκουβάγιες ή πιθανόν και άλλα που δεν ήθελα ν’ ακούσω.

Περνώντας από την Υπάτη είδαμε εγκαταλειμμένα ξενοδοχεία και σπίτια, λίγους ανθρώπους, αλλά αποζημιωθήκαμε από την απρόβλεπτη επίσκεψη στο Αστεροσχολείο που λειτουργεί κυρίως από δωρεές και προσφορές, και υπό την πλήρη επίβλεψη και φροντίδα του κυρίου Οδυσσέα Κοντογεώργου, μαθηματικού, υπέροχου και ευγενικού, ο οποίος μας ξενάγησε, εξηγώντας μας τις εγκαταστάσεις και πρόθυμος να απαντήσει σε κάθε ερώτησή μας.

Διασχίσαμε το χωριό Σπερχιάδα, δεν μπορούσα να το έχω φανταστεί αλλά για κάποιο λόγο ένιωθα τρυφερά στο άκουσμά του, και είδαμε μόνο μια γυναίκα να περπατάει στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο κουβαλώντας ένα μικρό φορτίο.

Επέστρεψα στην Αθήνα μ’ ένα αίσθημα ότι η Ελλάδα είναι ριγμένη κατάχαμα και πτοημένη, μια κουρσεμένη κόρη. Ευάλωτη σε κάθε λεηλασία.

Αλλά γιατί;

Μια χώρα σαν τη δική μας, με ηλιοφάνεια τις περισσότερες ημέρες του χρόνου, θάλασσες, λίμνες, όρη, πεδιάδες, ποτάμια, ρυάκια, καταρράκτες, όπου ανθίζουν αμέτρητα ταπεινά φυτά, καρποφόρα δέντρα, καλλιεργούνται χωράφια και παράγουν κηπευτικά και φρούτα, μ’ έναν έξυπνο λαό να είναι τώρα, τον 21ο αιώνα, «φτωχή».

Οϊμέ, έλεγα μπαινοβγαίνοντας από το ένα δωμάτιο στο άλλο, στο σπίτι μου.

Μερικές ημέρες αργότερα παρακολουθούσα την Γκόλφω να εκτυλίσσεται πάνω στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο ΡΕΞ και μέσα μου αναφωνούσα: Πόσο πλούσια είμαι; Με μια τέτοια κληρονομιά!

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.