fbpx
«Με αφορμή τη “Σιωπή του ξερόχορτου” του Σωτήρη Δημητρίου» της Τούλας Ρεπαπή

«Με αφορμή τη “Σιωπή του ξερόχορτου” του Σωτήρη Δημητρίου» της Τούλας Ρεπαπή

«H συνολική ευτυχία αυτής της κοινωνίας υπερέβαινε το άθροισμα των επιμέρους ευτυχών ανθρώπων. Το περίσσευμά της εδιαχέετο αδιακρίτως στους ανθρώπους. Αυτοί με τη σειρά τους επέστρεφαν το μερίδιο στην κοινωνία. Έτσι, το άτομο και η κοινωνία ήταν δύο πόλοι που ανατροφοδοτούσαν το ένα το άλλο. Οι ημέρες των ανθρώπων έμεναν καιρό στον αφρό της μνήμης τους και τις ανέπλαθε με τη σειρά του το όνειρο». (σελ. 46)

Έτσι φαντάζεται, ονειρεύεται και χτίζει τον κόσμο ο Σωτήρης Δημητρίου στο βιβλίο του με τον τίτλο Η σιωπή του ξερόχορτου. Όταν οι σύνεθνοι αποφάσισαν λόγω ασυνεννοησίας να χωριστούν, η κάθε ομάδα πήρε αυτό το οποίο αναλογούσε στις προσδοκίες της. Όσοι στηρίζονταν στο παρελθόν πήραν Μακεδονία, Θεσσαλία και Ήπειρο, όσοι περίμεναν τη σωτηρία από το μέλλον πήραν Στερεά Ελλάδα και Πελοπόννησο, ενώ τα νησιά τα πήραν οι αδιάφοροι για ιδέες και φιλοδοξίες. Απέφευγαν κάθε σωτήρα, χωρίς ωστόσο να απαγορεύουν σε όποιον ήθελε να έχει οράματα ή όνειρα. Η Κρήτη ήθελε να μείνει μόνη της.

Μόλις χωρίστηκαν, οι νησιώτες συνέδεσαν τη χαρά με τη μάθηση. Τάχιστα, φάνηκαν τα αποτελέσματα. Τα παιδιά μάθαιναν γρήγορα και οι γνώσεις πολλαπλασιάζονταν και ανθούσαν στο μυαλό τους. Έλαμπαν, βλέμμα και νους, από τη γνώση και τη χαρά του παιγνιδιού. Όλοι ζούσαν αρμονικά, χωρίς σε καμία από τις κοινωνικές διαβαθμίσεις να αφαιρείται το δικαίωμα στη γνώση, το παιγνίδι και την ελευθερία. Το παιγνίδι ήταν επιτρεπτό και σε μεγάλη ηλικία, ενώ η ερωτική πράξη από την εφηβεία αντιμετωπιζόταν ως φυσική σωματική λειτουργία, επιτρεπτή, χωρίς περιορισμούς και ενοχές. Στην κοινωνία αυτή εξέλιπε το πρότυπο της πυρηνικής οικογένειας· την αντικατέστησαν με ευρύτερες ομάδες συμβίωσης, όπου μια συνοικία ή ένα χωριό έπαιρνε τη θέση της. Οι γυναίκες μόλις γεννούσαν παρέδιδαν τα βρέφη τους. Τ’ αναλάμβαναν οι κοινωνικές μητέρες, με βάρδια –μία φορά τον μήνα– με αποτέλεσμα να μη δημιουργούνται συναισθηματικές εξαρτήσεις και επιρροές στα παιδιά. Οι γεννήτορες παρέμεναν αδέσμευτοι, να εργαστούν, να μορφωθούν, να ερωτευθούν, να παίξουν. Τα οφέλη αυτής της ευρύτερης οικογένειας ήταν η εξάλειψη της σημαντικότητας του ατόμου από τη βρεφική του ηλικία.

«…χωρίς την αλληλεξάρτηση μητέρας-τέκνου, εξέλιπαν απ’ τον ψυχισμό του ανθρώπου η άκρατη αγάπη και ο εξ αυτής απύθμενος πόνος». (σελ. 14)

Η διατροφή όλων –τρεις φορές την ημέρα– ήταν λιτή και φυσική. Το σπίτι τους, ένα πανί –μια σκηνή– στο μέγεθός τους. Το άπλωναν για να κοιμηθούν και το μάζευαν το πρωί. Υλικά αποκτήματα δεν συμπεριλαμβάνονταν στους στόχους τους, ενώ στη μεταξύ τους σχέση κυριαρχούσε: αλληλεγγύη, συμπόνια, σεβασμός και ελευθερία. Σεβασμός σε κάθε μορφή ζωής, ακόμα και στους σπόρους, διότι περιέκλειαν τη ζωή. Ωστόσο, η μεγαλύτερη φροντίδα όλων ήταν ο αδύναμος πληθυσμός: οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς. Ο ενεργός πληθυσμός αναλάμβανε βάρδιες για τη φροντίδα τους, που αναλογούσαν μία το εξάμηνο. Οι βάρδιες αυτές είχαν μια ιερότητα, η οποία προεκτεινόταν και στα άτομα που λειτουργούσαν μέσα σε αυτές. Κοινωνικός καταλύτης, οι άσκοποι. Οι υπερήλικες είχαν επίσης το δικαίωμα/ελευθερία με τη βοήθεια της κοινότητας να αποχωρίσουν, αυτοβούλως, ανώδυνα από τη ζωή.

«Επί της ουσίας δεν διαχωρίζονταν ούτε καν τυπικά σε ηλικίες. Όλοι ήταν ισότιμα πρόσωπα με τις ανάγκες τους. Κάθε στιγμή όλο το ηλικιακό φάσμα ήταν μια κουκκίδα στον αχανή χρόνο και στη χωρική απεραντοσύνη. Το νεογέννητο με τον εκατόχρονο ήταν στην ίδια κουκκίδα του ατέρμονος». (σελ. 50)

Άπαντες είχαν επίγνωση της μηδαμινότητας της ύπαρξής τους, γεγονός που τους γεννούσε μεγαλύτερη ελευθερία. Γνώριζαν πως έμοιαζαν μ’ έναν κόκκο σκόνης στο πόδι ενός μυρμηγκιού στο απέραντο σύμπαν. Έστεκαν με σεβασμό και συνείδηση απέναντι σε όλους. Αυτό τους έδινε εσωτερική γαλήνη, ενώ η αέναη αναγέννηση της φύσης και ο ανεμπόδιστος έρωτας τους οδήγησε στην εξάλειψη του φόβου του θανάτου. Συγχρόνως, όλη αυτή η ομορφιά της φύσης, αλλά και η ομορφιά των συναισθημάτων, όπως του έρωτα, γέννησαν ερωτήματα για τον Δημιουργό των πάντων. Δεν υπήρχε φόβος προς αυτόν, διότι σέβονταν όλα τα δημιουργήματά του. Έτσι, οδηγήθηκαν στην πίστη, η οποία συμπλήρωνε την ατελή τους ύπαρξη. Πίστη προς τον Πάνολο, χωρίς τη θεατρικότητα ναών, ιερών βιβλίων, τελετουργικών και ενδυμασιών. Όταν ήθελαν να εκδηλώσουν την πίστη τους, άνοιγαν ψηλά τα χέρια τους –σαν αγκαλιά– προς τα αιθέρια κύματα ή αγκάλιαζαν ένα δένδρο –ένα δημιούργημά του– για να πουν κάτι που τους βάραινε. Και όσο για τη δημιουργία και τους δημιουργούς:

«Η καλλιτεχνική και λογοτεχνική δημιουργία ήταν ανώνυμη. Κανέναν δεν ενδιέφερε να συνδέσει εαυτόν και δημιούργημα […] Αντιθέτως, η σύνδεση έργου και δημιουργού ήταν περίσσιο βάρος στη βαρκούλα της ζωής». (σελ. 47)

Δεν ενδιαφέρονταν ούτε για τη φήμη ούτε για την υστεροφημία. Η κοινωνία τούς έδινε τη δυνατότητα ν’ αλλάξουν και όνομα. Σπάνια ομολογούσαν τη συγγραφή κάποιου κειμένου, αν τύχαινε να ακούσουν την ανάγνωσή του. Η ανάγνωση γίνονταν στα αιθέρια κύματα. Και δεν υπήρχε κριτική.

Και ο άνθρωπος στην αναζήτησή του να γνωρίσει τον Δημιουργό βρίσκεται αντιμέτωπος με την εικόνα του εαυτού του.

«Όταν είδαν οι κάτοικοι των νήσων πόσο καλό έκανε η ελευθερία στη γνώση, αποφάσισαν να την εμπλουτίσουν». (σελ. 12)

Αυτή η ελευθερία των νήσων, όταν έγινε γνωστή, έγινε πόλος έλξης και ήρθαν και άλλοι να κατοικήσουν εκεί. Προσμείξεις νέων χαρακτηριστικών τούς έκαναν ακόμη πιο όμορφους κι ενδιαφέροντες.

«Και ενθουσιασμένοι από τις συνεχείς εφευρέσεις τους, τους κόλλησε πως μπορούσαν να βρουν και το μυστικό –το μικρό μυστικό, όπως το ονόμαζαν χαϊδευτικά– της ζωής και της δημιουργίας. Μάλιστα συμβόλιζαν, ποιητικά κατά κάποιον τρόπο, το μικρό μυστικό με το πιο ταπεινό ξερόχορτο του θέρους, το γαϊδουράγκαθο. Αυτός ο ασήμαντος θάμνος ήταν απείρως πολυπλοκότερος κι από τις πιο προχωρημένες εφευρέσεις τους. Κυρίως μυστικός». (σελ. 24)

Αποφάσισαν με ένα γυάλινο σκάφος να ταξιδέψουν στο σύμπαν, να δουν την απεραντοσύνη του και να μάθουν το μυστικό της δημιουργίας.

«Όμως οι επιστήμονες ειδοποίησαν τους ανθρώπους. Είμαστε ακόμα σε μια μυρμηγκοφωλιά –εν σχέσει με τη Γη– και κινούμαστε προς το στόμιό της…» (σελ. 55)

Μαζί τους ήταν κάτοικοι και από τα γύρω κρατίδια, νοσταλγοί του παρελθόντος και άλλοι του μέλλοντος. Αντιλήφθηκαν το ανύπαρκτο μέγεθός τους, ενώ ταυτόχρονα αντίκρισαν διάχυτες εικόνες από προηγούμενες ζωές τους, επί πυρηνικής οικογένειας. Εικόνες καθημερινότητας με διαφορετικές αξίες, διατροφικές συνήθειες, επαγγέλματα και συναισθηματικές εξαρτήσεις. Όταν επέστρεψαν, ήταν όλοι σε σύγχυση. Τότε άρχισε να εμφανίζεται το μεγάλο κακό. Οι γυναικοκτονίες. Σκότωναν τις φυσικές τους μητέρες. Αμέσως απαγορεύτηκαν τα ταξίδια στο σύμπαν και ταυτόχρονα εμφανίστηκαν χώροι εξορίας, αστυνομικό μητρώο για όλους, ονόματα της Ορθοδοξίας. Τα: ανεμώνη, βίδος –από στραβοκατσάβιδος–, μέλος –από σουσαμυγδαλόμελο– κ.ά. εξέλιπαν…

Ο Σωτήρης Δημητρίου, με πολλή αγάπη για τον άνθρωπο και τη φύση, δημιουργεί μια νέα «Καλλίπολη». Έναν ιδανικό και ουτοπικό κόσμο που δίνει ελευθερία, μάθηση, χαρά, παιγνίδι, γνώσεις και φαντασία, γεννώντας πρόοδο και τέχνη. Έναν κόσμο γεμάτο αλληλεγγύη, συμπόνια, έρωτα και μέριμνα προς όλους. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος από καταπιέσεις και εξαρτήσεις οικογενειακές, μητρικές, κοινωνικές, είναι χαρούμενος, δημιουργικός, λιτός, συμπονετικός, παραγωγικός και κοντά στη φύση. Ωστόσο, σε μια κοινωνία γεμάτη χαρά, ελευθερία και γνώση μπαίνει η περιέργεια: Ποιος είναι ο Δημιουργός όλων; Με την περιέργεια και το ανικανοποίητο συναίσθημα ζητούν απαντήσεις για τη δημιουργία, ταξιδεύοντας στον χώρο και τον χρόνο. Και ο άνθρωπος στην αναζήτησή του να γνωρίσει τον Δημιουργό βρίσκεται αντιμέτωπος με την εικόνα του εαυτού του. Τι σημαίνει άραγε αυτό; Ότι δεν έφτασε ακόμη εκεί που έπρεπε; Ή μήπως ο άνθρωπος είναι τόσο εγκλωβισμένος στο είδωλο του εαυτού του, που δεν θα καταφέρει να Τον δει ποτέ κι ας είναι δίπλα του· ένα σιωπηλό ξερόχορτο.

Είναι η δεύτερη φορά που ο συγγραφέας μάς μιλά για την Πίστη προς τον Δημιουργό. Πρώτη φορά ήταν στο έργο Σαν το λίγο το νερό, όπου δηλώνει αγνωστικιστικής. Τώρα προσθέτει, μη δεχόμενος τη θεατρικότητα χώρων και τελετουργικών που εκφράζουν επιβολή εξουσίας, πως μόνο μία κίνηση των χεριών προς το σύμπαν είναι αρκετή.

Ο Σωτήρης Δημητρίου στη Σιωπή του ξερόχορτου θέλει έναν άλλο κόσμο. Όχι αυτόν του σήμερα. Γκρεμίζει τον θρόνο του ατόμου από το κέντρο του κόσμου, καυτηριάζοντας τις σχέσεις οι οποίες γιγαντώνουν το απειροελάχιστο μέγεθός του στην κλίμακα του σύμπαντος. Θέλει ο άνθρωπος, απαλλαγμένος από πολλά βαρίδια ύπαρξης, να ζει ελεύθερος, χαρούμενος, ανοιχτός στη γνώση, το παιγνίδι και τον έρωτα, με απόλυτο σεβασμό στους γύρω του και στη φύση. Αυτή είναι η πληρέστερη μορφή του, ενώ το «τώρα» είναι ο εκφυλισμός ενός μολυσμένου και φυλακισμένου από υλικά αγαθά και εξαρτήσεις ανθρώπινου όντος. Ο συγγραφέας, όντας ο ίδιος ελεύθερος, αφηγείται απλά και λιτά τα πλέον πολύπλοκα. Χωρίς κοινωνικούς φραγμούς, καταπιέσεις και περιορισμούς, ζωντανεύει μια πρωτόγονη αλλά και ταυτόχρονα σύγχρονη κοινωνία, η οποία μέσα στην ελευθερία, πίστη, συμπόνια, δικαιοσύνη, ζει και επικοινωνεί, διαμέσου της μουσικής των αιθέριων κυμάτων –τη «μουσική του σύμπαντος», κατά τον Πυθαγόρα–, παραπέμποντας ταυτόχρονα στο σπήλαιο του Πλάτωνα,δείχνοντας πόσο φυλακισμένοι στις σκιές του εαυτού μας είμαστε.

Η σιωπή του ξερόχορτου με κράτησε δέσμια για πολύ καιρό. Η γοητεία της απλότητας είναι μια συγγραφική τεχνική την οποία ο Σωτήρης Δημητρίου επέλεξε για να μιλήσει για τόσο σοβαρές έννοιες, όπως η αγάπη, η Πίστη, η αλληλεγγύη, η μέριμνα, ο σεβασμός στο άτομο και στη φύση, η δημιουργία και ως τέχνη, το παιγνίδι, η γνώση και γενικά η ελευθερία της ύπαρξης, του ατόμου. Αναφέρεται στον έρωτα ως πράξη και έμπνευση τέχνης, ενώ ταυτόχρονα διαχωρίζει την αγάπη από τον πόθο. Με αυτά τα στοιχεία στήνει με την παραμικρή λειτουργική λεπτομέρεια μια κοινωνία αφήνοντας, σαν το θετικό μιας φωτογραφίας, να παρουσιάζεται η αγνότητα αυτών των εννοιών, δείχνοντας ταυτόχρονα και το αρνητικό της, με το πόσο πολύπλοκα μπορούν να λειτουργήσουν όλα αυτά κάτω από την εξουσία ενός υπερδιογκωμένου εγώ. Στις σελίδες του εμπεριέχει το παρόν και βασίζεται στο παρελθόν υποδεικνύοντας ένα καλύτερο μέλλον. Μέσα σε αυτό αποτυπώνεται η ανθρώπινη πορεία στον χώρο και στον χρόνο, καθώς και η καταδίκη και η ανελευθερία του από τον πόνο των προσκολλήσεων, εξαρτήσεων και κατακτήσεων· υλικών και εξουσίας. Ως λύση προτείνει την κοινωνική και συναισθηματική αποσυμπίεση του ατόμου, ενώ πολλές φορές κατά την αφήγηση φέρνει ως μια άλλη οπτική στο μυαλό του αναγνώστη τις κόχες από το Αυτοί που έχουν χαθεί  του Σάμιουελ Μπέκετ, ενώ εικόνες από το ταξίδι τους στο στερέωμα παραπέμπουν στον Κήπο των επίγειων απολαύσεων του Ιερώνυμου Μπος. Ταυτόχρονα το κείμενο όλο ηχεί σαν ένα άλλο «Imagine».

Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: Τι αλλάζει τη φυσικότητα της ζωής των ανθρώπων; Η δύναμη του ανικανοποίητου, που τους ωθεί στη συνεχή κατάκτηση; Τα κατάλοιπα της γοητείας της άσκησης εξουσίας; Η επιβολή των ποινών, που είναι και αυτό μια εξουσία; Ή μήπως η αφήγηση αυτή του Σωτήρη Δημητρίου είναι ένας καθρέφτης με δύο όψεις; Στη μια όψη καθρεπτίζεται το όνειρο του συγγραφέα για μια κοινωνία σεβασμού, χαράς, γνώσης, δημιουργίας, έρωτα και ελευθερίας, ενώ στην άλλη καθρεπτίζεται το γεμάτο εγωπάθεια, σύγχυση, ποινές, ανελευθερία και συναισθηματικές εξαρτήσεις παρόν. Αν και ένας αναγνώστης με μια πιο αιρετική σκέψη θα μπορούσε να αναρωτηθεί: Τι κρύβει άραγε Η σιωπή του ξερόχορτου; Μήπως το άπληστα ανικανοποίητο του ανθρώπου, όπου κάτοικοι από έναν άλλον παράδεισο γεύτηκαν από περιέργεια το «μήλο»; Εκεί έξω στο στερέωμα κρυβόταν ο όφις και το δηλητήριό του μέσα τους· ο εαυτός τους. Εκεί υπήρχαν οι εικόνες από την εποχή των συναισθηματικών εξαρτήσεών τους, αλλά και της σημαντικότητας του εγώ τους, που κέντρισε ένα βαθιά ζωώδες ένστικτο για επιβίωση και κυριαρχία.

Ο συγγραφέας, όντας ο ίδιος ελεύθερος, αφηγείται απλά και λιτά τα πλέον πολύπλοκα.

Πρόκειται για ένα βιβλίο καθαρά ποιητικό και φιλοσοφικό, στο οποίο ο συγγραφέας μεανατρεπτική γραφή προβάλλει έναν κοινωνικό παράδεισο, δείχνοντας ταυτόχρονα την κόλαση του σήμερα. Στις σελίδες του αποτυπώνεται ένας βαθύτερος πόθος: ο κόσμος να ήταν έτσι όπως τον περιγράφει στις νήσους και όχι αυτός του οποίου οι εικόνες διαχέονται στο σύμπαν, αντικατοπτρίζοντας το παρόν. Η χρήση της γλώσσας, με ποίηση, χιούμορ, ρεαλισμό αλλά και περιπαιχτικούς όρους, ανταποκρίνεται στην παιδικότητα που διατηρούν οι κάτοικοι των νήσων, ενώ άλλοτε με σοβαρότητα φέρνει επιστημονικά στοιχεία, προβάλλοντας το πολύχρωμο και πολυδιάστατο της νοητικής και ψυχικής κατάστασης του συγγραφέα, προκειμένου ν’ αποτυπώσει την ελευθερία έκφρασης που χαρακτηρίζει τους κατοίκους των νήσων, ελευθερία η οποία χαρακτηρίζει και τον ίδιο.

Αυτή την ιδανική απλότητα της φύσης και την αρμονική συνύπαρξη του ανθρώπου μαζί της αφηγείται, προτείνει κι ονειρεύεται ο Σωτήρης Δημητρίου στη Σιωπή του ξερόχορτου. Ένα βιβλίο γραμμένο με αγάπη για την ελευθερία, τη δημιουργία, τις τέχνες, ένα έργο περί ιδεών και περί της διαπαιδαγώγησης των νέων γίνεται «Η πόλις»,όπου θα κατοικήσει η ψυχή του ατόμου, φέρνοντάς μας στον νου τον Καβάφη. Η μεταφυσική ποτίζει και το βιβλίο αυτό του Σωτήρη Δημητρίου. Γίνεται οι ρίζες, το DNA στο οποίο βρίσκεται η αρχή του κακού. Ένα παρόμοιο μεταφυσικό παραμύθι/ταξίδι της ψυχής στο σύμπαν το έχουμε δει και στο διήγημα «Το πέταγμα της πεταλούδας», από το βιβλίο του Σαν το λίγο το νερό. Εκεί δεν χτίζει έναν άλλο κόσμο, περιγράφει την επίσκεψη της ψυχής σε αυτόν που έζησε.

Η σιωπή του ξερόχορτου είναι το ενδέκατο βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου και εκδόθηκε το 2011 από τις Εκδόσεις Πατάκη. Το εξώφυλλό του είναι βασισμένο στον πίνακα του Νίκου Στεφάνου Στις καμπίνες (2008). Απεικονίζει ένα στιγμιότυπο μιας καλοκαιρινής ημέρας δίπλα στο γαλάζιο της θάλασσας, την απλότητα, τον σκοπό, τη χαρά και το φως της ζωής. Στον πίνακα, δύο πύργοι ψηλοί –ίσως χάρτινοι– γεμάτοι φως, ανεμίζοντας τις σημαίες τους στην πνοή του ανέμου, παρακολουθούν –σαν παρατηρητές/διασώστες (σελ. 80)– μια μικρότερη τριγωνική σκηνή, που έρχεται προς το μέρος τους.


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΑΠΟΨΕΙΣ
«Για “Τα γενέθλια” της Ζωρζ Σαρή: Μικρή βιωματική ανάγνωση» της Εριφύλης Μαρωνίτη

Αν ζούσε εκείνος –ο νονός, ο μπαμπάς– θα έκλεινε φέτος τον Απρίλη τα 95. Η Άννα, η βαφτισιμιά, θα γινόταν 65. Στη ζωή και στο βιβλίο. Το νήμα, ωστόσο, των κοινών γενεθλίων στις 22 Απριλίου των...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Η “εφαρμοσμένη” διαλεκτική επιστήμης και “ποίησης” στο έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη» της Παρασκευής Κοψιδά-Βρεττού

Για τον γλωσσολόγο ως φορέα επιστημονικού λόγου με αντικείμενο τη γλώσσα, εν αρχή ην ο Λόγος. Αν αναρωτηθούμε πότε και με ποια κυρίαρχη συνθήκη γεννιέται συνειδητά το ανθρώπινο πλάσμα, η απάντηση...

ΑΠΟΨΕΙΣ
«Χουάν Χέλμαν (1930-2014), η φωνή και η συνείδηση της Αργεντινής» του Πάνου Νιαβή

Τον περασμένο Νοέμβριο, το Diastixo.gr δημοσίευσε δυο ποιήματα του Χουάν Χέλμαν (Juan Gelman) σε δική μου απόδοση στα ελληνικά (δείτε εδώ). Μ’ εκείνη τη δημοσίευση, επιχείρησα να συστήσω στους λάτρεις της ποίησης έναν από τους...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.